20+1 βιβλία ελληνικής λογοτεχνίας για χριστουγεννιάτικες αγορές (του Γιάννη Ν. Μπασκόζου)

1
8380

 

του Γιάννη Ν. Μπασκόζου

Μια επιλογή από νέες εκδόσεις, κυρίως νεότερων συγγραφέων, που ελπίζω θα βρείτε στους παγκους των βιβλιοπωλείων αν ανοίξουν την ερχόμενη Δευτέρα 14/11. Σε κάθε περίπτωση υπάρχουν και στα e-shops. Είναι πεζογραφία υψηλής έντασης, διαφορετικής θεματολογίας, όπως και διαφορετικών αισθητικών αντιλήψεων. Ένα πανόραμα για το τι και πώς γράφεται σήμερα η ελληνική λογοτεχνία.

 

 

Λευτέρης Ξανθόπουλος, Warum? και άλλες ιστορίες, Καστανιώτης

Τα τελευταία χρόνια, κάθε Σεπτέμβριο, ο Λευτέρης Ξανθόπουλος μου έστελνε ένα χριστουγεννιάτικο διήγημα για να δημοσιευτεί την περίοδο των γιορτών στον Αναγνώστη. «Πάρτο από τώρα, να μην το έχω έγνοια», μου έγραφε. Ο ξαφνικός θάνατός του, φέτος το καλοκαίρι, μάς στέρησε την μικρή παράδοση που είχαμε δημιουργήσει. Τώρα εκείνα τα διηγήματα μαζί με άλλα παρόμοια κυκλοφόρησαν σε έναν κομψό τόμο με την επιμέλεια της συζύγου του Αγλαΐας Λιάτσου.  Ο τίτλος Warum? («γιατί» στα γερμανικά), ο οποίος αν και αναφέρεται στα παιδιά που χάθηκαν από τα ναρκωτικά εντούτοις υπομνηματίζει και το άδικο φευγιό του φίλου Λευτέρη. Οι ιστορίες του είναι γλυκές, μισο – φανταστικές, μισό- αστείες, αλλά με αγάπη για την κατ΄εξοχήν γιορτή των παιδιών. Η έμπνευσή του έρχεται από τα μικράτα του, όταν ο πατέρας τούς μάζευε γύρω από τη σόμπα και τους έλεγε ιστορίες για τον Μαντρακούκο, ένα κακομούτσουνο κουκλάκι, τον λήσταρχο Μαντρακούκο, φόβητρο για τα μικρά παιδιά.  Άλλες ιστορίες του εμπνέονται από παλιούς μύθους ή παροιμίες όπως τα Γιατί οι όρνιθες δεν έχουν φτερά και Εκατόν δέκα το αλεπουδάκι. Άλλες από την εμπειρία του στη Γερμανία όπως τα Hamburg Hbf  (Ι και ΙΙ)και κάποιες αγαπησιάρικες είναι αφιερωμένες στις δύο εμμονές του, τα βιβλία (Η περιπέτεια ενός βιβλίου)  και τις παλιές ταινίες (Τέλος εποχής). Το γιατί έγραφε χριστουγεννιάτικες ιστορίες ο Λευτέρης εξηγεί: ..  «για τις κρύες νύχτες του χειμώνα δίπλα στη φωτιά, ιστορίες για τις εποχές που φεύγουν απαράλλαχτα κάθε φορά, μαζί με όλα τα ανείπωτα, τα αναπάντεχα, τα ανιστόρητα και τα θαυμαστά του κόσμου τούτου, που βρίσκονται μαζεμένα και φωλιάζουν μέσα σ΄αυτές τις μοναδικές , τις ανυπόκριτες γιορτινές ημέρες».

Βάσια Τζανακάρη, Αδελφικό, Μεταίχμιο

Ένα ρομάντσο μεταξύ δύο ερωτευμένων σε δύσκολες εποχές. Ο τίτλος είναι δίσημος. Αδελφικό είναι ένα χωριό στις Σέρρες αλλά το μυθιστόρημα παραπέμπει και στη αγάπη για τον αδελφό. Ο Γιώργος Μελισσινός και η Μάρω Αμπατζή ζουν χωριστές ζωές ως νέοι. Οι τροχιές τους δεν έχουν συναντηθεί ακόμα. Ο Γιώργος την έχει ερωτευτεί από μακριά. Μοναχικός ο ίδιος την παρακολουθεί ως φοιτήτρια στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει κι αυτός, αλλά δεν τολμάει να την πλησιάσει. Ο Γιώργος θα επιδιώξει και θα διοριστεί στο νοσοκομείο του Αδελφικού. Στόχος να αποκαθάρει τις ενοχές του για ένα αποτυχημένο χειρουργείο και να αναστοχαστεί πάνω στο αβέβαιο μέλλον του. Η Μάρω θα εργαστεί στην Αθήνα ως διορθώτρια σε εφημερίδα και θα βρεθεί σύντομα με ένα παιδί χωρίς πατέρα. Η επιστροφή στο χωριό της θα είναι μια προσπάθεια να επιστρέψει στον τόπο που την καθόρισε και να αναμετρηθεί με το παρελθόν που αναπόφευκτα πιέζει το μέλλον της. Η σχέση των δύο  θα αναπτυχθεί αργά, βασανιστικά, μέσα από παλινωδίες και χασματικά συναισθήματα. Κυρίαρχο μοτίβο στη ζωή και των δύο η μουσική και κορυφαία στιγμή ο θάνατος του Ντέιβιντ Μπόουι. Η ιστορία αναπτύσσεται μέσα από τις προσωπικές ματιές του κάθε ήρωα σε ξεχωριστά κεφάλαια. Η ματαίωση(νεανική αρρώστια), η μνήμη (σε θραύσματα), η μουσική(η ποπ κουλτούρα του ΄90), η ποίηση (καταραμένη), η απώλεια (ο ποιητής, ο ασθενής, ο αδελφός), τα τοπόσημα (της Θεσσαλονίκης) η αποτυχία (οδυνηρή), η μητρότητα (καθοριστική)  είναι τα θέματα της Β.Τζ. αλλά εκείνο που την απογειώνει είναι η βαθιά ενσυναίσθηση της κατάστασης των δύο παιδιών και επιπλέον ο ρυθμός και ο λόγος ή αλλιώς αυτό που θα λέγαμε με τον αμφισβητούμενο όρο «λογοτεχνικότητα».

βρες το εδώ

Θάνος Κάππας, Πώς πάνε τα πράγματα, Εστία

Η δεύτερη συλλογή διηγημάτων του Θάνου Κάππα που απογειώνει την ποιητική τεχνική του, δημιουργεί μια βαθιά αίσθηση της ζωής στις μικρο- λεπτομέρειες της.  Άνθρωποι που ζουν μαζί με άλλους αλλά είναι μόνοι. Βρίσκονται στο δεύτερο μισό της ζωής τους, μετέωροι, ακίνητοι και ξάφνου κάτι σαν  στιγμιαία αστραπή – ένα μικρό γεγονός τους κάνει να κοιτάξουν πίσω, το παρελθόν που έφεγγε και που οδηγούσε τη ζωή. Χωρισμένοι ή παντρεμένοι οι ήρωες του κουβαλάνε μια κουρασμένη θλίψη. Παραιτημένοι, ανίκανοι να αντιδράσουν, βουλιάζουν στην καθημερινότητα σαν σε θάνατο.

Μια γυναίκα παντρεμένη, σε ένα συμβατικό γάμο, με έναν νεαρότερο εραστή, με μια μάνα με άνοια, με μια ζωή που σέρνεται διαπιστώνει ότι «καθένας έχει τη δική του ιστορία διάψευσης». Ένα ζευγάρι ενώνεται προσωρινά τη στιγμή που θάβουν την αγαπημένη τους σκυλίτσα ξέροντας ότι με το που θα απομακρυνθούν από το σκαμμένο τάφο θα παραμείνουν πάλι δύο ξένοι. Μια μοναχική φιλόλογος συναντά μια παλιά της μαθήτρια και βρίσκεται να «βλέπει» μια ζωή που ίσως κάποτε ήταν έτσι και η δική της. Ένα ζευγάρι ανατέμνει τις σχέσεις του με τους γονείς του για να διαπιστώσει ότι «δεν μπορείς να νικήσεις τους γονείς…και ούτε υπάρχει η περίπτωση να τους ικανοποιήσεις ποτέ». Υπάρχει μια λύπη που σέρνεται πάνω στις ζωές των ηρώων, «μια μικρή δυστυχία που απλώνεται στα άδεια πιάτα, στα ποτήρια, στο τραπεζομάντηλο», όπως χαρακτηριστικά σκιτσάρει μια εικόνα σε ένα τετ α τετ δύο συζύγων. Ο Θ.Κ. χαρτογραφεί πολλές σύγχρονες Μποβαρύ ή κάποιους κουρασμένους ήρωες από τα μυθιστορήματα της γενιάς του ΄30. Η ζωή των ηρώων του  αποσύρεται με ένα λυγμό, μια εγκαρτέρηση. Διηγήματα βραδύκαυστης έντασης, εσωτερικής αναστάτωσης, υπόκωφης ψυχογραφίας. Και υψηλής τέχνης που αγγίζει την ποίηση της καθημερινότητας, αθέατης που μας καθορίζει.

 

Νίκος Δαββέτας, άντρες χωρίς άντρες, Πατάκης

Η σχέση πατεράδων – γιων στο μικροσκόπιο της αφηγηματικής δεινότητας του Νίκου Δαββέτα. Δυο φίλοι, με διαφορετικό κληρονομημένο παρελθόν ανταλλάσσουν εκμυστηρεύσεις, ενίοτε σκληρές και αποκαλυπτικές για τους πατεράδες τους. Πίσω από αυτή την εξιστόρηση καταγράφεται η ελληνική ιστορία από τον εμφύλιο έως τις ημέρες μας. Οι  ήρωες του Ν.Δ. συνδιαλέγονται με το τραύμα. Στην αρχή απλώς παρατηρούν την πληγή αλλά βαθμιαία εξορύσσουν την αλήθεια που κρύβεται μέσα σε αυτό. Ο αφηγητής διηγείται την αφήγηση του καλύτερου του φίλου, ο οποίος ζει ως συγγραφέας στο Παρίσι έχοντας επιλέξει για επώνυμο αυτό της μητέρας του. Ο φίλος μιλά για έναν πατέρα – κάθαρμα, χίτη, ασφαλίτη στη συνέχεια, μετά δημόσιο υπαλληλάκο και στο τέλος στιγματισμένο  για το κρυφό αμάρτημα της ομοφυλοφιλίας. Οι αποκαλύψεις γίνονται αργά – βασανιστικά όταν ο πατέρας βρίσκεται στα τελευταία του, σε δωμάτιο νοσοκομείου. Ο φίλος λυγίζει κάτω από το βάρος των αποκαλύψεων και όσο αν διατηρεί κάποιου είδους ψυχραιμία υπάρχει μια εσωτερική αναστάτωση που δεν κρύβεται. Ο αφηγητής, άνεργος δικηγόρος στον παρόντα χρόνο,  παρακινούμενος από τις εξιστορήσεις του φίλου του θα αναμοχλεύσει και τη δική του προσωπική σχέση με έναν πατέρα που προέρχεται μεν από το προοδευτικό στρατόπεδο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αφήνει τραυματικό αποτύπωμα στον γιό του. Ο δικός του πατέρας αυτοκτονεί οδηγώντας μεθυσμένος στην εθνική οδό, πικραμένος από αποτυχίες, τη φυλάκισή του, τη δήλωση μετανοίας, την αδυναμία να μπει στο πετσί των καιρών. Η μνήμη δεν είναι νοσταλγία αλλά προσπάθεια αναζήτησης του «γιατί και πως», σχέση σύγκρισης με το τώρα. Η δύσκολη σχέση πατέρα- γιού ελάχιστα αποτυπωμένη στην ελληνική λογοτεχνία φαίνεται να επανέρχεται στις θεματικές επιλογές νέων ελλήνων λογοτεχνών. (Βλέπε σχετικό άρθρο στον Αναγνώστη). Ο Νίκος Δαββέτας, τον οποίον απασχολεί σε όλα σχεδόν τα μυθιστορήματά του η σχέση λογοτεχνίας/ιστορίας, στο άντρες χωρίς άντρες αναπτύσσει αυτή την τραυματική σχέση πατεράδων με γιούς με μεγάλη οξύνοια και τρυφερότητα, σε όλες τις ημιφωτισμένες ζώνες που την καθορίζουν στο φόντο της μεγάλης γκρίζας μεταπολεμικής περιόδου.

Βρες το εδώ

Κώστας Θ. Καλφόπουλος, 10 ανεπίδοτες επιστολές, Gutenberg

Το επιστολικό μυθιστόρημα με διάφορους τρόπους είναι ένα παλιό είδος, το οποίο πού και πού επανέρχεται. Η κατάργηση της έντυπης αλληλογραφίας και η αντικατάστασή της με την ηλεκτρονική επέδρασε σημαντικά στο να εξαφανιστούν τα ντοκουμέντα και τα σημεία εκείνα που την έκαναν σημαντική για τους ανθρώπους. Ο Κώστας Καλφόπουλος δημιούργησε ένα υβριδικό βιβλίο μεταξύ δοκιμίου, λογοτεχνίας και αυτοβιογραφίας. Ο συγγραφέας απευθύνει δέκα επιστολές σε ανθρώπους που είχαν σημαντική επιρροή στην δική του ζωή. Στις επιστολές αυτές παρουσιάζεται η προσωπική του σχέση με τα πρόσωπα αυτά και το έργο τους.  Είναι  φανταστικές συνομιλίες από τις οποίες ξεπηδούν μνήμες, επιρροές και πολλές συνδηλώσεις σε διάφορα επίπεδα του επιστητού. Με την Κατερίνα Γώγου θα θυμηθεί την προσωπική του σχέση με την ποιήτρια. Στον Σιμενόν και τον Γιάννη Μάρη θα αποτίσει φόρο τιμής εκ μέρους όλων των ελλήνων που καταγίνονται με το αστυνομικό μυθιστόρημα. Με τον Γιάννη Διακογιάννη και τον Μίμη Δομάζο θα θυμηθεί το ήθος μια ποδοσφαιρογενιάς , όπου η μπάλα έτερπε χωρίς να φανατίζει. Μια επιστολή που θα απευθύνει στην Ούλρικε Μάινχοφ, την ηγερία της RAF, θα τον κάνει να αναπολήσει τα χρόνια που ψαχνόταν πολιτικά την εποχή που σπούδαζε στη Γερμανία. Με τον Βασίλη Βασιλικό θα αναζητήσει τις γραμμές που δυνάμωσαν την προσωπική τους σχέση ενώ με τον Διονύση Σαββόπουλο θα ανακαλέσει τις στιγμές που σημάδεψαν προσωπικά τον ίδιο με όχημα τα τραγούδια του. Η επιστολογραφία θα κλείσει με τον αγαπημένο του Τεν Τεν, σπονδή στις αγάπες της παιδικής (αλλά και ενήλικης) ηλικίας του. Η αρχή αυτή του βιβλίου θα γίνει με μια επιστολή στον σχετικά άγνωστο γερμανό συγγραφέα Ούβε Γιόνζον, που του έδωσε την αφορμή να προχωρήσει σε αυτό το πεζογράφημα. Ο Κώστας Καλφόπουλος γράφει ένα λογοτεχνικό δοκίμιο:  άσκηση ύφους, προσωπικές απόψεις, μικτό σχήμα ντοκουμέντου και βιογραφίας, ένα είδος που το έχει ήδη καλλιεργήσει και στα καθαρά μυθοπλαστικά του έργα όπως στα αστυνομικά του (Καφέ Λούκατς κ.ά) και δικαιώνει ένα είδος πεζογραφίας που μπορεί να είναι ακόμα ελκυστικό.

 

Τατιάνα Κίρχοφ, Ιστορίες που (δεν είπα) στον ψυχολόγο μου, Πόλις

Ιστορίες ανθρώπων υπό ψυχολογική πίεση που θα μπορούσαν να εξομολογηθούν στον ψυχολόγο τους (ή το έχουν κάνει ήδη), καθημερινές και σύγχρονες. Πρωταγωνιστεί στις περισσότερες η οικογένεια σε διάφορες σχέσεις καταπίεσης. Η νεαρή κοπέλα από τα Γρεβενά που οι γονείς  τής στερούν την παιδικότητα και την εφηβεία, επιμένουν να σπουδάσει νομικά, τα οποία σιχαίνεται, ενώ η ίδια ζει με το όνειρο να γίνει ηθοποιός. Ο φαντάρος γιος που έρχεται πάντα δεύτερος σε σχέση με τον αδελφό του, μιας και η ζωή είναι φτιαγμένη για τους πρώτους. Ήρωες που ζουν με λιγότερες προσδοκίες, γιατί έτσι δίνουν την ευκαιρία στη ζωή να τους απογοητεύει λιγότερο. Ήρωες άρρωστοι που οι δικοί τους αρνούνται να τους αγαπήσουν, μεταβιβάζοντας τις δικές τους «ασθένειες> . Μοναχικοί ήρωες με αληθινές ή κατά φαντασίαν αρρώστιες που προέρχονται από τις δυναστικές πράξεις των γύρω τους. Κάθε ιστορία κρύβει μέσα της έναν βραδυφλεγή αξιακό πυρήνα: η ζωή του καθενός είναι μοναδική, ιδιαίτερη, ανεπανάληπτη. Για το αν θα είναι ευτυχισμένη/ος ή όχι ο ήρωας/ωίδα εξαρτάται και από τον περίγυρό του. Κύριο προσόν της συγγραφέως ο λιτός λόγος, κοφτός στα όρια, ελλειπτικός με νήματα που κρέμονται αναζητώντας επαφή με τον αναγνώστη, σαφής στο περίγραμμά του. Το τέλος κάθε ιστορίας αναρριπίζει το νόημα ανασύροντας πτυχές και συνδηλώσεις του. Πρωτοεμφανιζόμενη με λογοτεχνικές υποσχέσεις.

Βρες το εδώ

Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης, Ιβάν Τσέρμσκι και άλλα διηγήματα, Εστία

Ένα βιβλίο με διηγήματα που έρχεται από παλιά, από τη δεκαετία του ΄20. Ευρυμαθής δικηγόρος της Κοζάνης ο συγγραφέας, βουλευτής αλλά κυρίως διανοούμενος με παρεμβατικό χαρακτήρα στα πολιτιστικά δρώμενα. Τα διηγήματα του εκδίδονται στον μεσόπολεμο και καταγράφουν ήθη, έθιμα, συνήθειες και όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά της επαρχιακής ζωής στην Κοζάνη. Μια Κοζάνη που κοιτά με το ένα μάτι τη δύση και το άλλο την Αθήνα. Η μελετήτρια του  συγγραφέα Αγνή Παπακώστα παρατηρεί ότι «τα πρόσωπα, οι ήρωες του, Τούρκοι αγάδες και χωρικοί, Ρώσοι αιχμάλωτοι, Γάλλοι μαζί με τον ντόπιο πληθυσμό διασταυρώνουν τις ζωές τους, ζυμώνονται μέσα από τα αδιέξοδα, τις δυσκολίες, τα σημαντικά και τα ασήμαντα της καθημερινότητας τους, αλλά λειτουργούν με βάση έναν ιστορικό ορίζοντα που δικαιολογεί πολλές από τις εξιστορούμενες καταστάσεις». Οι βασικοί του ήρωες κινούνται μέσα στην Κοζάνη, μιλώντας πολλές φορές την τοπική διάλεκτο και αναδεικνύοντας τις ιδιαίτερες σχέσεις που έχουν διαμορφωθεί, απόρροια πολλών γεωγραφικών και πολιτιστικών διεργασιών. Πολλά από αυτά σκωπτικά όπως το «Η πίτα της εκθέσεως», άλλα ερωτικά όπως αυτό για μια πρώιμη αγάπη με τίτλο «Αγάπη στον Αλιάκμονα», άλλα για τις σχέσεις ελλήνων – τούρκων   όπως το «Ένα ξερίζωμα» ή λαογραφικά όπως το «Το ψαλίδι» ή το «Ο θρύλος της Καλογρίτσας». Αν και μοιάζει παλιοκαιρίσιο ως αφήγημα εντούτοις διαθέτει μια εσωτερική ζωντάνια, έναν λογοτεχνικό  σπινθήρα να καίει ανάμεσα στις γραμμές του.

 Βρες το εδώ

Νίκος Μπακόλας, Μην κλαις, αγαπημένη, εισαγωγη: Αλ. Ζήρας, Σοκόλη

Είναι το πρώτο εκδοθέν βιβλίο του Νίκου Μπακόλα. Πολύ διαφορετικό από τα γνωστά του και σπουδαία μυθιστορήματά του,(όπως Η Μεγάλη Πλατεία, Η ατέλειωτη γραφή του αίματος κ.ά), διαθέτει χαρακτηριστικά που αξίζει κανείς να το διαβάσει. Επηρεασμένο πολύ από την αμερικάνικη πεζογραφία- την οποία ο ίδιος μετέφραζε- έχει ως κεντρικό χαρακτήρα έναν μαύρο θερμαστή, τον Μπίλυ και τον αδιέξοδο έρωτά του με μια πόρνη του λιμανιού, την Φαίη/ Μαρίκα. Ο Μπίλυ παιδί των μπαμπακοχώραφων του Νότου, έχοντας παρατήσει μάνα και αδέλφια ζητώντας εργασία στις μεγάλες πόλεις και από εκεί στα μεγάλα φορτηγά που οργώνουν τις θάλασσες, δεν θα βρει αυτό που ζητούσε.  Ξεμπαρκάρει στο ελληνικό λιμάνι και αναθερμαίνει το όραμα να ξαναδουλέψει σε μπαμπακοχώραφα. Η Μαρίκα  θέλει να ξεφύγει από το καμπαρέ και την εκπόρνευση και αγκιστρώνεται στο όραμα του Μπίλυ. Όμως ο Μπίλυ έχει αφήσει πίσω του μια «τρύπα», ένα χρέος που πρέπει να ξεπληρώσει. Τρείς πρώην συνάδελφοι του τον κυνηγούν ζητώντας εξηγήσεις. Όπως επισημαίνει ο Αλέξης Ζήρας στον πολύ κατατοπιστικό πρόλογο του το θέμα αλλά και η λιτή διαπραγμάτευσή του θυμίζει τα pulp αστυνομικά και την δημοσιογραφική λογοτεχνία τύπου Χέμινγουέι. Οι χαρακτήρες, γνωστοί μας από πολλές τέτοιες παρόμοιες ιστορίες, διατηρούν εντούτοις την ιδιοπροσωπία τους καθώς είναι εμβαπτισμένοι ο καθένας σε ένα δικό του κώδικα ηθικής που λειτουργεί παρηγορητικά και για τον σημερινό αναγνώστη.

 

Κατερίνα Μαλακατέ, Χωρίς πρόσωπο, Μεταίχμιο

Ο 24χρονος Διονύσης έχει δεσμό με την ξαδέλφη του, Μαρία, κάτι που κάνει έξω φρενών τους δικούς του. Σε έναν καυγά με την μάνα του, παίρνει το κυνηγητικό όπλο του και αυτοπυροβολείται με αποτέλεσμα να χάσει το πρόσωπό του. Στόμα, μάγουλο, μύτη δηλαδή τα κύρια χαρακτηριστικά του θα εξαφανιστούν. Οι φίλοι απομακρύνονται, το ίδιο και η Μαρία, η αγαπημένη του. Μένει με τους γονείς του που τον φροντίζουν και ταυτόχρονα τον καταπιέζουν με τον τρόπο τους. Πώς μπορεί να ζήσει κάποιος χωρίς πρόσωπο; Μπορεί να χαμογελάσει; Να σφυρίξει ένα σκοπό, να οσφρανθεί ένα  λουλούδι ή ένα γυναικείο άρωμα; Να δείξει αν είναι πικραμένος ή χαρούμενος; Να επικοινωνήσει τελικά ο εγκέφαλος του με τις βασικές του αισθήσεις και αυτό να είναι κατανοητό στους γύρω του;  Ο Διονύσης επιλέγει να κρυφτεί πίσω από το ψευδώνυμο faceless στο internet, δημιουργώντας μέσω της απελπισμένης φωνής του χιλιάδες  διαδικτυακούς φίλους. Εκεί θα γνωρίσει μία γιατρό, την Μάνια,  που ειδικεύεται στην πλαστική προσώπου και η οποία θέλει να τον χρησιμοποιήσει ως προσωπικό της πείραμα. ΟΙ φίλοι του στο facebook θα οργανώσουν εκστρατεία crowd funding για να πληρωθεί το κόστος μετάβασης στις ΗΠΑ όπου θα γίνει το πανάκριβο χειρουργείο. Η εγχείρηση θα πετύχει και ο Διονύσης γυρνώντας στην Αθήνα θα είναι ένας όμορφος, επιτυχημένος, περιζήτητος εραστής. Όμως δεν θα είναι πια ο ίδιος Διονύσης. Βαθιά τραύματα που προέρχονται τόσο από την μητέρα του, τον αδελφό του και την εξαφανισμένη ξαδέλφη θα τον περιορίζουν και θα τον κάνουν να αντιδρά  σπασμωδικά. Θέμα πρωτόγνωρο και συγκλονιστικό, με πολλές προεκτάσεις. Η Κ.Μ. επιλέγει να το αφηγηθεί σε σκηνές, σα να γράφει το σενάριο μιας ταινίας, με λιτό τρόπο αποφεύγοντας το μελό που κρύβει η θεματική της ιστορίας, με συνεχείς ανατροπές οδηγώντας την ιστορία  σε ένα παράτολμο τέλος, που γοητεύει τον αναγνώστη.

Βρες το εδώ

 

Ελένη Μπουκαούρη, άθελά μας, Αλεξάνδρεια

Μια ιστορία στη σύγχρονη Αθήνα από την Ελένη Μπουκαούρη, η οποία από την ποίηση περνά στην πεζογραφία και μάλιστα στο μυθιστόρημα. (προηγούμενο βιβλίο της η συλλογή διηγημάτων «Οκταμισάρια»). Η μίζερη σημερινή Αθήνα της κρίσης είναι το φόντο πάνω στο οποίο κινούνται πέντε βασικοί χαρακτήρες.  Στην αρχή γνωρίζουμε το Άκη Χ., ο οποίος μετά θάνατο τού πατέρα του μετακομίζει στο παλιό πατρικό του.  Ζούσε στο Στρασβούργο παντρεμένος με τον τότε μεγάλο έρωτα του, την Σύλβια. Σήμερα χωρισμένος, σε πρόωρη συνταξιοδότηση, μοναχικός κρατάει επαφές μόνον με τον καρδιακό του φίλο Τάκη, απολυμένο από διαφημιστική εταιρεία. Με συγγραφικές ανησυχίες και οι δύο. Ανάμεσα τους η γυναίκα του Τάκη, Δέσποινα, προσπαθεί να στηρίξει και τους δύο παραπαίοντες φίλους. Η Λουίζα είναι η κόρη του Μεγέρ, αλσατός στην καταγωγή από το Στρασβούργο. Για τον Μεγέρ μαθαίνουμε, σε μια εγκιβωτισμένη ιστορία που παραθέτει μέσω πολλαπλών αφηγήσεων η συγγραφέας, ότι ζει ακόμα με το τραύμα να είναι μισός γερμανός και μισός γάλλος αλλά καμία πατρίδα να μην τον θέλει.  Η Ειρήνη είναι παλιά φίλη του Άκη, από την εποχή του Στρασβούργου και κρυφά ερωτευμένη μαζί του. Νοσηλεύεται για λίγο στο διπλανό δωμάτιο με τον Μεγέρ και συγκινείται με το δράμα του. Οι ήρωες της Ε.Μ. νιώθουν αποτυχημένοι στη ζωή, θα ήθελαν να ήταν αλλιώς τα πράγματα, θα ήθελαν να ζήσουν τα όνειρά τους αλλά κατά βάθος ξέρουν ότι πήραν αυτό που οι ίδιοι επέλεξαν, χωρίς αυταπάτες. Το υποβλητικό κλίμα των τόπων που κινούνται οι ήρωες, τα σκοτεινά αισθήματα που τους κατακλύζουν και τους ορίζουν στη δύση της ζωής τους συνταιριάζουν  με το σκοτεινό πέπλο της κρίσης που πλακώνει την Αθήνα.

 

Μαριάνθη Νταφούλη, Ίκλι Αβρίκ, Μωβ σκίουρος

Πρωτοεμφανιζόμενη  η Μ. Νταφούλη στήνει ένα ενδιαφέρον σκηνικό για να διηγηθεί την ιστορία της. Ο ομολογουμένως περίεργος τίτλος του μυθιστορήματος της «Ίκλι Αβρίκ» σημαίνει στα ρομανί «Βγες έξω» και στην ιστορία που αφηγείται έχει διπλή σημασία:  βγες έξω από τη φυλακή σου, βγες έξω να βρεις την αλήθεια.  Το σκηνικό είναι στη Δραπετσώνα και στις κεντρικές περιοχές της Αθήνας κάτω από την Πατησίων. Η Εύα μένει στην Δραπετσώνα και στην ίδια πολυκατοικία μια παλιά φίλη του πατέρα της, γριά πια, την Ευδοκία, που κατά κάποιον τρόπο λειτουργεί σα δεύτερη μάνα της. Η γριά, παλιά πόρνη της περιοχής της διηγείται θρυλικές ιστορίες από την γειτονιά, την δραπέτευση των 27 από τις φυλακές στα Βούρλα, την μάχη με την αστυνομία που ήθελε να κατεδαφίσει τις παράγκες, τους μάγκες, τις πόρνες, τους νταβατζήδες, την ανθρωπογεωγραφία μιας ευτυχισμένης μέσα στη δυστυχία της κοινωνία φτωχών και πολύ φτωχών ανθρώπων. Παράλληλα η Εύα αναθυμάται τα παιδικά της χρόνια, όταν ξεκαλοκαίριαζε στο χωριό της γιαγιάς της, όπου και γνώρισε από κοντά για πρώτη φορά τσιγγάνους.  Αναμετράται επίσης με τις μνήμες από τον πατέρα της, έναν άνθρωπο καταθλιπτικό, με βαριά ψυχολογικά προβλήματα και την ακατανόητη σε αυτήν φιλία του με έναν γύφτο. Η γνωριμία της με έναν νεαρό, τον Γιώργο, επιφανειακή στην αρχή, θα αποδειχθεί ο μίτος που θα λύσει πολλές απορίες της. Ενδιαφέρουσα πλοκή, χαρακτήρες αδρά σχεδιασμένοι και μια στρωτή αφήγηση ικανοποιούν νομίζω τον αναγνώστη.

Ανδρέας Νικολακόπουλος, Αποδοχή κληρονομιάς, Ίκαρος

Επιστροφή στο υλικό που φέρνει η λαϊκή παράδοση, η καταβύθιση σε μύθους, η φύση που ως μοίρα καθορίζει και την ανθρώπινη τύχη είναι οι «γραμμές» που συγκινούν και εμπνέουν σειρά νέων πεζογράφων. Ο Ανδρέας Νικολόπουλος διαλέγει τις θεματικές πολύ προσεκτικά ώστε στο σύνολό τους η συλλογή αυτών των διηγημάτων να αποκτά ενιαίο ύφος μέσα από τον πληθωρικό λόγο στηριγμένο σε ντοπιολαλιές. Οι θεματικές του παραλλάσσουν: η ανθρώπινη σκληρότητα, η παράλογη παρέμβαση στην αρμονία της φύσης, τα φαντάσματα, οι  μύθοι, τα αερικά, οι παλιές προφητείες – άπειροι συμβολισμοί.  Οι ήρωες του, άλλοτε  υποταγμένοι, αλλού αντάρτες, εμπνέονται από το καθήκον, υποκύπτουν στην παράδοση, ανατρέπουν τα δεδομένα, αφήνονται στη μοίρα τους, γίνονται βίαιοι, χάνουν τη αγνότητά τους, ανακτούν την αυταξία τους ή την  πουλούν πολύ φτηνά. Υπάρχουν τόσες διαφορετικές συμπεριφορές ανθρώπων υποκείμενων σε πιέσεις και τόσες άλλες ανεξήγητες, μεταφυσικές, μυθικές αλλά πάντα σχεδόν νομοτελειακές. Η ικανότητα του Α.Δ. είναι να ενώνει τις διαφορετικές εκφράσεις του ανθρώπου σε ένα σύνολο γήινο, απρόβλεπτο, μοιραίο. Ο στρατιώτης συμβιβάζεται με την βιαιότητα των συναγωνιστών του γοητευμένος από τη μαγεία των δερβίσιδων χορών. Η θάλασσα εκδικείται τους συγγενείς του ήρωα αλλά όσο αυτός θα την αποφεύγει αυτή μοιραία θα τον καταστρέψει. Φτωχοί βιοπαλαιστές φεύγουν από τη Σμύρνη για να αποφύγουν τη σκληρότητα των Τούρκων και καταλήγουν βορά στην απανθρωπιά των δουλεμπόρων.  Το περίγελο του χωριού, ένα ψηλό καθυστερημένο παιδί σαν σκιάχτρο, σώζει τους χωρικούς από τη γερμανική επιδρομή, φοβίζοντας τους. Κατάρες και μαγείες χαλάνε τον γάμο ενός ευτυχισμένου ανδρόγυνου. Στις αφηγήσεις του Α.Ν. ποτέ δεν ξέρεις που σταματά το πραγματικό και αρχίζει το φανταστικό, πολλά γεγονότα μοιάζουν πραγματικά αλλά αυτό μόνον η δουλειά και η φαντασία του συγγραφέα που παρασύρει τον αναγνώστη μπορεί να μας το πει.

 Βρες το εδώ

 

Μαρία Γιαγιάννου, Το μέλος φάντασμα, Μελάνι

«Μέλος φάντασμα» ονομάζεται το μέλος που έχει ακρωτηριασθεί, μετά από τραυματισμό ή χειρουργείο και ο ασθενής το αισθάνεται αλλά φυσικά δεν το βλέπει. Όταν πονά, τότε ο πόνος χαρακτηρίζεται πόνος από μέλος ‘φάντασμα’. Η συχνότητά του συνδρόμου είναι εντυπωσιακή. Έχει βρεθεί ότι το 60-80% των ασθενών που έχουν υποστεί ακρωτηριασμό περιγράφουν ποικίλα συμπτώματα που πιστεύουν ότι προέρχονται από το μέλος που δεν υπάρχει. Η Μαρία Γιαγιάννου διευρύνει το σύμπτωμα σε κάθε νοητική η εμπειρική δραστηριότητα του ανθρώπινου νου. Έτσι όταν ένα μέλος του ατόμου, μια οικογένεια, ένας φίλος, ένα σπίτι, ένας έρωτας λείπει εξακολουθεί να κατατρώγει το νου του. Ο ήρωας της Γιάννος Μαυρομμάτης , αποτυχαίνει επαγγελματικά και από εκεί που ζούσε ως αστραφτερός γιάπης, αλλάζει γραμμή ζωής. Ο Μαυρομάτης ζει σε μια ιλιγγιώδη εποχή όπου το facehook έχει αντικαταστήσει το facebook με την υποχρέωση κάθε τρεις ώρες να είσαι μέσα ανεξαρτήτως το που βρίσκεσαι, σε μια πλήρως ελεγχόμενη ζωή. Κάποια στιγμή, απροσδιόριστα γιατί, η ζωή αυτή τον πετάει έξω. Χάνει τον έλεγχο των πράξεων του, απολύεται και επιστρέφει στο χωριό του. Οι γονείς του έχουν χάσει  τη ζωή τους σε ένα περίεργο δυστύχημα.  Αδυνατεί να επικοινωνήσει γενικότερα με τους γύρω του. Συναντά τον παλιό του έρωτα, την Σοφία, η οποία τον διαβεβαιώνει ότι το σπίτι το πούλησε ο ίδιος πριν δέκα χρόνια σε κάποιους νορβηγούς.  Για τον ίδιο αλλά ίσως και για τον αναγνώστη δεν είναι καθαρό αν πράγματι συνέβη αυτό, καθώς η ιστορία παλινδρομεί μεταξύ αληθοφάνειας και αλήθειας. Η συγγραφέας επιτείνει τη συνειδητή σύγχυση καθώς εμβόλιμα στην αφήγηση παρεισφρέουν σημειώσεις, ανθρωπολογικές παρατηρήσεις από έναν πίθηκο, ένα μικρό θεατρικό μονόπρακτο και μονόλογοι που καθιστούν τη γραφή μυστηριώδη, περιπετειώδη και γεμάτη μικρά αινίγματα.  Μεταμοντέρνο αφήγημα με δυνατή ροή και ισχυρό λόγο.

 

Κατερίνα Ζαρόκωστα, Ιστορίες οικογενειακής τρέλας, Σοκόλη

Οικογενειακές ιστορίες, οι πιο πολλές αναγόμενες στην παιδική ηλικία της συγγραφέως. Η Κατερίνα Ζαρόκωστα καθηλωμένη στο κρεββάτι του νοσοκομείου στρέφεται σε αυτό που όλοι αποκαλούμε «πατρίδα μας», την παιδική ηλικία. Και είναι φυσικό η νοσταλγία  να προσφέρει ηρεμία, διαφυγή αλλά στην περίπτωση της Κ.Ζ. και δημιουργικότητα. Δεκατέσσερα διηγήματα, τα πιο πολλά από την παιδική ηλικία, τα υπόλοιπα φτάνουν έως το σήμερα. Οι ιστορίες βαφτίζονται «οικογενειακής τρέλας», μιας και τα παιδικά χρόνια είναι γεμάτα αναπάντεχα γεγονότα, σκανδαλιές, αψιμαχίες και μαλώματα. Είναι η ηλικία που τα παιδιά αισθάνονται άτρωτα και μπορούν να βγάζουν τη γλώσσα στους «μεγάλους». Η οικογένεια της Κ.Ζ. προσφέρεται για εξιστορήσεις :  πολυπληθής, ετεροκαθορισμένα μέλη, μνήμες μικρασιατικές, συντήρηση και αστισμός, άκαμπτοι γέροι και ατίθασοι νέοι σε ένα γαϊτανάκι χαράς, γέλιου και ενίοτε πίκρας. Μερικοί χαρακτήρες ξεχωρίζουν στον πρωταγωνιστικό τους ρόλο, όπως η γιαγιά, ο νονός, ο σχετικά «αόρατος» μπαμπάς, η μητέρα –κέρβερος, ο μικρός αδελφός που η ανατομία του την είχε παραξενέψει, κάποιες φίλες, ατρόμητες- η Ερατώ, ένα γυφτάκι – κομήτης, η Κέζια- η αγαπημένη σκυλίτσα.  Τέλος κάποια γεγονότα που σημάδεψαν την νεανική ηλικία , όπως το ταξίδι στην Σπιναλόγκα. Και πίσω από όλα αυτά, τα σπίτια με τους κήπους τους, τα ευωδιαστά λουλούδια, τις κρυφές γωνιές τους. Αλλάζουν αλλά παραμένουν τόποι κρυμμένων μυστικών. Μια λογοτεχνία ανάσας, αναστοχασμού, που αφήνει μια γεύση από γλυκό του κουταλιού στη μνήμη.

 

Φώτης Θαλασσινός, Περιπλανώμενος, Ο μονόλογος ενός συγγραφέα, Οδός Πανός

¨Ένα sui generis κείμενο, αυτοβιογραφικό και σε ορισμένα σημεία, τραυματικό. Ο συγγραφέας, απομονωμένος σε ένα νησί που είναι περισσότερο γνωστό ως τουριστικός προορισμός, βιώνει την απομόνωσή του από την μικρή και σκληρή κοινότητα λόγω της ομοφυλοφιλίας του. Άνεργος, καταθλιπτικός, με σκαμπανεβάσματα, αναζητεί κάπου να κρατηθεί. Κάποια στιγμή θα αποδράσει από το νησί  αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στην Αθήνα. Στις αυτοβιογραφικές σελίδες θα ξεναγήσει τον αναγνώστη στα στέκια του ανδρικού έρωτα, στα τσοντάδικα σινεμά της Ομόνοιας, το Σταρ ή το Cosmpopolit, στο Σύνταγμα, στο Ζάππειο- στέκι των ομοφυλοφίλων από την εποχή του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, αλλά και στα στέκια της πλατείας Δαβάκη στην Καλλιθέα, την γειτονιά του. Η Αθήνα θα τον ξεράσει και αναγκαστικά θα επιστρέψει στο  νησί του. Θα επιδιώξει να έχει σχέσεις με περιθωριακούς και σαλούς του νησιού, έναν ράπερ, έναν ψυχασθενή κάποιες λίγες κοπέλες. Γυρίζει από στέκι σε στέκι, κυρίως καφενεία. Παρακολουθεί τους περαστικούς. Ονειρεύεται ότι συνευρίσκεται με όσους του «γυαλίζουν». Τον μαυρίζει η κατάσταση. Η ψυχολογία του γίνεται εκκρεμές, από τη μία άκρη της ευδαιμονίας στην βαριά κατάθλιψη. Αισθάνεται ότι πλησιάζει στο θάνατο, αναζητά στον ουρανό, στην αγιοσύνη μια ύστατη ελπίδα. Αν και η τελευταία απαντοχή του είναι στον υπολογιστή και σε αυτό το τραυματικό κείμενο, σε αυτές τις σελίδες που σε γεμίζουν πίκρα. Ο αναγνώστης παρακολουθεί τον ήρωα στις μικρές περιπλανήσεις του, αισθάνεται τα αδιέξοδα και τις αγωνίες του, θέλει να ελπίζει μαζί του.

 

Γιώργος Γκόζης, Θραύση κρυστάλλων, Ποταμός

Μέσα από την ηλεκτρονική αλληλογραφία του Άρη με την εφηβική του ερωμένη, Μαρία, εικοσιπέντε χρόνια μετά, βιογραφείται η ζωή του, η σχέση  με τον πατέρα του αλλά και η τελευταία τριακονταετία της χώρας με πολλές αναφορές και στα της εποχής του εμφυλίου και μετά. Η ερωτική σχέση ήταν τραυματική, κράτησε ελάχιστους μήνες. Έληξε αναπάντεχα με πρωτοβουλία της Μαρίας, κάτι που άφησε ένα χάσκον τραύμα σε όλη την υπόλοιπη ζωή του Άρη. Οι παππούδες του Άρη, προλετάριοι της γης, δεμένοι με το Κόμμα, εμπνέουν και τον πατέρα του ήρωα να εγκολπωθεί τις κομμουνιστικές αρχές. Η μεταπολίτευση  αλλάζει τις προσλαμβάνουσες των ηρώων, ο πατέρας εγκολπώνεται τις ιδέες του Κινήματος (ΠΑΣΟΚ), δένεται με ένα μεγαλοστέλεχος , ο οποίος τον προωθεί σε διευθυντική θέση σε κρατική βιομηχανία. Οι μέρες ευδαιμονίας και το πάρε- δώσε εξουσίας – κομματικών στελεχών παρασύρουν τον πατέρα να δανείσει κρατικά χρήματα σε φίλο του. Οι μεταλλάξεις της εξουσίας θα αφαιρέσουν την προστατευτική κομματική ασπίδα από τον πατέρα και νομοτελειακά θα συρθεί σε ένα κύκλο αλλεπάλληλων δικών. Ο πατέρας  στο τέλος της ζωής του παραιτείται από τα εγκόσμια και πεθαίνει, αναπάντεχα, στην ηλικία των 57 χρονών, όπως και τα αδέλφια του. Ο γιος μεγαλώνει με αυτά τα δύο τραύματα, της φίλης που τον εγκατέλειψε και του πατέρα που ποτέ δεν μπόρεσε να τον πλησιάσει ουσιαστικά. Βιβλίο απολογιστικό, μιας σχέσης και μιας εποχής.

Βρες το εδώ

 

Γιάννης Ξανθούλης, Ζωή μέχρι χθες, Διόπτρα

Στην Αθήνα, γύρω από μια γυναίκα, ένα ερωτικό διπλό πάθος και ένα παιδί που αγνοείται περιστρέφεται το νέο μυθιστόρημα του Γιάννη Ξανθούλη. Η Αμφιτρίτη Βράνη, Ρίτα για τους φίλους, είναι ένα κορίτσι που μεγαλώνει στην μεταπολεμική εποχή, ζώντας μαζί με τα αδέλφια της, την  Μπούκη και τον Βάκη σ΄ ένα δίπατο νεοκλασικό σπίτι στην Αχαρνών. Στο σπίτι δεσπόζει ο αυστηρός αφροδισιολόγος πατέρας Κύριλος, η Μαρκετούση, η οικονόμος του σπιτιού και διάφορες θείες, ξινές, θεούσες, περίεργες. Η Ρίτα θα ερωτευτεί τον Άγγελο, ένα φτωχόπαιδο που ζει στο απέναντι σπίτι. Μόνον που αυτός έχεις έναν ολόιδιο δίδυμο αδελφό, τον Σωτήρη, και έτσι θα καταλήξουν σε ένα παθιασμένο ερωτικό τριολέ. Τα δύο αδέλφια θα χαθούν κυνηγημένα για τα αριστερά τους αισθήματα ενώ η Ρίτα θα αποπειραθεί να αυτοκτονήσει ανήμερα της εγκαθίδρυσης της χούντας στη χώρα μας. Θα ξυπνήσει μετά οκτώ χρόνια, θα αναλάβει και θα παντρευτεί έναν ώριμο άντρα, τον Φοίβο, με τον οποίον θα γυρίσει όλο τον κόσμο. Μετά τον θάνατο του άντρα της θα επιστρέψει στην Αθήνα και θα προσπαθήσει να βρει νήματα σύνδεσης με το παρελθόν. Η ιστορία αρχίζει με την  Ρίτα να επισκέπτεται το παλιό σπίτι της και να διαπιστώνει ότι είναι πια ένα πορνείο σε μια υποβαθμισμένη περιοχή. Ο Γ. Ξανθούλης ξέρει να χειρίζεται με μαεστρία τη νοσταλγία για  την  παιδική ηλικία, για την Αθήνα που χάθηκε, για τις αισθήσεις που πλακώθηκαν από την μετάλλαξη της πόλης σε σύγχρονη μεγαλούπολη. Θα ανασύρει μνήμες για τοπόσημα (πλατείες, δρόμους, εκκλησίες, σινεμά), μνήμες από ταινίες και μουσικές που σημάδεψαν τις δεκαετίες στις οποίες αναφέρεται. Η ιστορία και οι άνθρωποι μέσα από τις αναταράξεις του δεύτερου μισού του περασμένου αιώνα.

Βρες το εδώ 

 

Στέργια Κάββαλου, Άλτσχάιμερ Trance, βακχικόν

Επανέκδοση μετά από μια δεκαετία της συλλογής διηγημάτων της Στέργιας Κάββαλου με την προσθήκη ακόμα ενός μικρού πεζού. Τα διηγήματα της είναι σύντομα, κάτι σαν φλασάκια. Οι ηρωίδες της (γιατί κυρίως γυναίκες είναι), μεγάλες με άνοια, μικρές άβγαλτες, μικρές ξεβγαλμένες, μέσης ηλικίας, ψιλοτρελές, πανκ, ροκ, διανοούμενες, με ή χωρίς γκόμενο, χαρούμενες και άλλοτε προβληματικές ή αλλιώς γυναίκες που προβληματίζουν. Η Σ.Κ. γράφει ασθματικά χρησιμοποιώντας κοφτές λέξεις, κάποιες αργκό, που  λειτουργούν σαν καρφιά- βυθίζονται στις ψυχές των πρωταγωνιστών της. Η παραλογισμένη που προτιμά να καεί καθώς παρακολουθεί μια συναυλία παρά να ενδώσει στον κομφορμισμό. Η δεκαεξάρα που αποφασίζει με κρύα καρδιά μια έκτρωση – στίγμα για όλη την μετέπειτα ζωή της. Η μικρή που η αγάπη για τον πατέρα τήν κάνει να χάσει τον ερωτά της. Μια γυναίκα που ζει μεταξύ τηλεόρασης και λογοτεχνίας χωρίς να βλέπει φως πουθενά. Μια μοναχική ηλικιωμένη που την τρώνε τα ποντίκια. Οι καθαρίστριες. Ο μεγάλος γκόμενος. Και μαζί μυρωδιές,  σκόνη, ψηλά τακούνια, σλιπάκια, οθόνες, κινητά, σκούπες, λιωμένα φαγητά, σοκολάτες …ένας κόσμος που περιτριγυρίζει τους/τις  ήρωες /ίδες της χωρίς να  τους προσθέτει απολύτως τίποτα. Ίσως μια λύπη για τους μοναχικούς διαφορετικούς του κόσμου τούτου.

 

Άγης Πεταλάς- Κώστας Θ.Καλφόπουλος, Όταν έρθει η μέρα που ξέρεις, Εστία

Ένα παιχνίδι μεταξύ δύο συγγραφέων καταλήγει σε μια αστυνομική νουβέλα ή καλύτερα σε μια ιστορία μυστηρίου με ιστορικό και ερωτικό περιεχόμενο. Την αφήγηση ξεκινά ο Κώστας Καλφόπουλος : Ο μικρός Κώστας, Ντίνος αργότερα, μένει μετεξεταστέος στο μάθημα των λατινικών αλλά αυτό δεν εμποδίζει την οικογένεια του να τον πάρει μαζί της για διακοπές (και διάβασμα) σε ένα παλιό δίπατο σπίτι στη Βούλα, τόπος εξοχικός για τη δεκαετία 60-70. Ο νεαρός ήρωας προτιμά να παίζει με στρατιωτάκια (πολύ διαδεδομένο παιχνίδι, τότε) και να παρατηρεί τα αεροπλάνα με τα στρατιωτικά κιάλια του πατέρα του. Κάποια στιγμή θα δει στο απέναντι σπίτι, μια παλιά κατοικία, μια θελκτική γυναίκα με μια κίτρινη εσάρπα, θα ακούσει φωνές, θορύβους και κάποιον να φεύγει βιαστικά. Το γεγονός θα το συσχετίσει με το φιλμ «Σιωπηλός μάρτυς», που θα παρακολουθήσει σε θερινό σινεμά με τον πατέρα του. Θα φαντασιωθεί πως κι αυτός ίσως παρακολούθησε μια ανάλογη ιστορία. Χρόνια αργότερα,(εδώ παραλαμβάνει τη σκυτάλη ο Άγης Πεταλάς) μεγάλος πια ο Ντίνος, θα κάνει διακοπές και πάλι στο σπίτι της Βούλας. Μαζί του και ο νεαρός γιος της νονάς του που θα εμπνευστεί από τη διήγηση του θείου Ντίνου για το μυστήριο που κρύβει το απέναντι σπίτι – ερείπιο, ακατοίκητο πια, και θα αποτολμήσει έναν βραδινό περίπατο ανίχνευσης στο εσωτερικό του σπιτιού. Κάποια ευρήματα  θα τον οδηγήσουν  στην αποκάλυψη της τραγικής ιστορίας της γυναίκας με την κίτρινη εσάρπα. Πέρα από το παιχνίδι των δύο συγγραφέων υπάρχει και το μεταξύ τους πινγκ πονγκ  πολλών διακειμενικών αναφορών, όπως και σε ταινίες, μουσικές, ιστορίες παιχνιδιών, αναλυτικές σημειώσεις με σχόλια πάνω στη δράση των ηρώων, ώστε σου δίνουν την εντύπωση ότι ανταλλάσσουν πληροφορίες για τα καλοκαίρια και τις αναμνήσεις τους. Μοντέρνο – γοητευτικό!

 

Ιγνάτης Χουβαρδάς, Αυτά που δεν πρέπει να ομολογήσεις, Νησίδες

Ο Ιγνάτης Χουβαρδάς είναι ένας ιδιότυπος συγγραφέας ερωτικών περιπετειών. Οι ήρωες του «εσωστρεφείς, συνεσταλμένοι, ρομαντικοί» (Ελισάβετ Κοτζιά) δίνονται με πάθος στο κυνήγι του θηλυκού. Σε αυτό το κυνήγι έχουν τον ρόλο του θύτη που συνήθως καταλήγει θύμα. Στην νουβέλα Αυτά που δεν πρέπει να ομολογήσεις ο Νικήτας  έχει μόνιμο δεσμό με την Λουκία. Ζουν σε κοινό σπίτι μαζί και με την Μέλπω, κόρη της Λουκίας από προηγούμενο γάμο. Ο ήρωας του Ι.Χ. όμως δεν επαναπαύεται, επιδιώκει συνεχώς σχέσεις με άλλες γυναίκες, κυρίως την Μαντώ και την Πολυξένη αλλά και με παλιές αγάπες, σερβιτόρες, μαμάδες που βλέπει συχνά στον δρόμο.  Η σύντροφός του  θα τον καταλάβει και θα αρχίσουν οι ζηλοτυπίες, οι καβγάδες, μικροί και μεγάλοι χωρισμοί. Η Λουκία θα φύγει και θα επανέλθει πολλές φορές στο κοινό τους σπίτι. Οι αλλαγές καταρρακώνουν τον Νικήτα χωρίς όμως να αλλάζει τακτική. Κάποια στιγμή η Λουκία θα κάνει στροφή και τότε ο Νικήτας θα αισθανθεί το μέγεθος της απώλειας. Ο συγγραφέας καταγράφει τις κινήσεις του ήρωά του σα να στρώνει ένα μωσαϊκό με μικρές ψηφίδες. Αδιόρατες φευγαλέες σκέψεις, μισά βλέμματα, ανολοκλήρωτοι πόθοι, παλινδρομούντα αισθήματα κυριαρχούν στο μυαλό των δύο βασικών ηρώων, του Νικήτα και της Λουκίας. Τα πάντα μοιάζουν βαλτωμένα με ελάχιστες πετριές να αναδεύουν τα λιμνάζοντα νερά των σχέσεων. Πολύ όμορφες οι ενδιάμεσες ήσυχες και καθησυχαστικές σε σχέση με την ταραγμένη εσωτερική ψυχογραφία των ηρώων του, περιγραφές τοπίων, κινήσεων περαστικών, εικόνες ανθρώπων που αφήνουν ένα στιγμιαίο αποτύπωμα στην αφήγηση της ιστορίας. Μια ελεγεία αποτυχημένων ερώτων.

 

Γιάννης Πάσχος, φοβού τα βρέφη, Περισπωμένη

Ο υπερρεαλιστής Γιάννης Πάσχος παρουσιάζει ένα εσχατολογικό κείμενο, όπου ο homo sapiens αντικαθίσταται από τον άνθρωπο- βρέφος, ένα ακόλαστο, ανήθικό, άναρχο, ποταπό ον που κάθε στιγμή ξεφτιλίζει την έννοια του ανθρώπου. Ο άνθρωπος – βρέφος είναι μια αμοιβάδα, πολλαπλασιάζεται ραγδαίως  και κατακλύζει τα πάντα με την γλοιώδη, ανοικονόμητη, χυδαία, γλιτσιασμένη προσωπικότητά του. Ο Γ.Π. αναλύει τα επτά θαύματα της αποτυχίας. Είναι οι πληγές της οικογένειας, των αρχόντων, των διανοουμένων, των ρασοφόρων, των υπηρετών του νόμου και της ιατρικής, των μεσαζόντων. Με σκωπτικό ύφος, με παραλογισμένες μεταφορές, σαν με στριφτό μαχαίρι ανασκαλεύει τα σημερινά πάθη. Δεν αφήνει τίποτα από το επιστητό που να μην το βάλει στόχο στα βέλη του. Είναι ένας κόσμος χωρίς πραγματικό χαμόγελο, ανηδονικός μέσα στην ηδονοθηρία του, βρώμικος κάτω από τους εκτυφλωτικούς προβολείς, ανήθικος μέσα στους δήθεν ηθικούς κανόνες του. Ανελεύθερος μέσα σε μια παγκόσμια φυλακή Γκουαντανάμο, κάθε στιγμή διαψεύδει τον λόγο ύπαρξης του. Το ύφος του Γ.Π. όπως μας έχει συνηθίσει και από τα παλιότερα βιβλία του είναι ποιητικό. Δεν μιλάει από του άμβωνος αλλά εκ του σύνεγγυς. Δεν ηθικολογεί αλλά φιλοσοφεί.  Δεν απαντά – θέτει ερωτήματα και προκαλεί ευχαρίστηση στην ανάγνωσή του. Ίσως και σκεπτικισμό, αλλά αυτό αφορά τον κάθε αναγνώστη ξεχωριστά.

 

Αναζητήστε τα παραπάνω βιβλία εδώ

Προηγούμενο άρθροOι σημερινές εκδοτικές επιχειρήσεις, τι εκδίδουν, τι πουλάνε (έρευνα του ΟΣΔΕΛ )
Επόμενο άρθροΗ λογοτεχνική γοητεία της καθημερινότητας (της Ελένης Γεωργοστάθη)

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Το κείμενο της κ. Ντεκαστρο”το 1821 στα βιβλία για παιδιά”, κατατοπιστικο, ενδιαφέρει παιδαγωγούς, γονείς, – ίσως και – παιδιατρους-, μα πιο πολύ, παιδιά που ψάχνουν να βρουν την συναρπαστική αφηγηση, την αναπλαση της εποχής-όχι μόνο με τις εξάρσεις και ηρωικές μαχες- μα και με τα καθέκαστα της καθημερινής αναμέτρησης με το απρόβλεπτο, το κρυμμένο μεγαλείο, την ομαδική προσφορα

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ