Γιάννης Γορανίτης, Βραβείο Αναγνώστη για πρωτοεμφανιζόμενο πεζογράφο(συνέντευξη στην Γιούλη Αναστασοπούλου)

0
981
dav

 

 

Ο Γιάννης Γορανίτης βραβευμένος φέτος με το Βραβείο Αναγνώστη για πρωτοεμφανιζόμενο πεζογράφο συστήνεται μέσω της Γιούλης Αναστασοπούλου στους αναγνώστες μας.

Πώς προέκυψε το βιβλίο;

Η αρχική ιδέα του «24» προέκυψε από έναν συνδυασμό συμπτώσεων κατά τη διάρκεια των διαδρομών μου με τον Ηλεκτρικό. Παρατηρώντας τους επιβάτες, υποκλέπτοντας τους διαλόγους τους και επινοώντας παράλληλα τις ιστορίες τους, συνειδητοποίησα ότι το ανολοκλήρωτο αυτό ψηφιδωτό θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε μια σπονδυλωτή συλλογή διηγημάτων. Η αρχική ιδέα, βέβαια, δεν είναι παρά η μαγιά: ουδείς τη δοκιμάζει αν δεν προηγηθεί το ζύμωμα και η προσθήκη των υπόλοιπων υλικών. Το ζύμωμα που ακολούθησε στο σημειωματάριο και στο πληκτρολόγιο, αποδείχτηκε πολύ πιο απαιτητικό και κουραστικό απ’ όσο φανταζόμουν, αλλά έχω την αίσθηση ότι άξιζε και με το παραπάνω αυτόν τον κόπο.

Βάλε μας λίγο στο κλίμα με ένα μικρό απόσπασμα.

Απόσπασμα από τον σταθμό # 6 – Ηράκλειο [Τίτλος: υπό έκδοση Ι]:

«Εσύ με τι ασχολείσαι;» τη ρώτησε.

«Μεταφράστρια». Δίσταζε να πει «συγγραφέας» – διστάζει ακόμη, κι ας έχουν εκδοθεί δύο βιβλία (το τρίτο στο μπλε ντοσιέ), κι ας έχει τιμηθεί με το κρατικό βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου. Γι’ αυτά τού μίλησε καιρό αργότερα.

Ο Παναγιώτης δεν έδειξε να εντυπωσιάζεται. Ρώτησε μόνο: «Έβγαλες καλά φράγκα;».

«Μπα, ψίχουλα. Άσε που πάνε χρόνια από τότε που εκδόθηκε το πρώτο». Διέκρινε μια υποψία απογοήτευσης. «Τι να πεις; Αφού ο κόσμος ξημεροβραδιάζεται στην τηλεόραση» σχολίασε εκείνος.

Η Έλλη ήταν σίγουρη ότι ο Παναγιώτης δεν είχε ανοίξει βιβλίο από μαθητής. Τη Σοφίτα πάντως τη διάβασε. «Καταθλιπτικό, πολύ καταθλιπτικό» είπε όταν το τελείωσε. «Πού πας και τα σκαρφίζεσαι όλα αυτά;»

Της έκανε εντύπωση που δεν ήξερε. Πίστευε ότι όλοι γνώριζαν την αληθινή ιστορία πίσω από το ντεμπούτο της. Ο Παναγιώτης όμως όχι. Του εξήγησε περί τίνος πρόκειται. Εκείνος έμεινε για ώρα σκεπτικός. «Σκληρό» είπε, «στη θέση σου δεν θα τα ’βγαζα όλα αυτά στη φόρα».

Πώς γράφεις; Είσαι τύπος που τα κλείνει όλα και συγκεντρώνεται;

Πράγματι. Επειδή είμαι αρκετά αφηρημένος και ευάλωτος στους περισπασμούς, προσπαθώ να απομονώνομαι όταν γράφω. Ακόμη και η ράχη ενός βιβλίου στο ράφι, μια σημείωση σε ένα ξεχασμένο post-it ή η μύτη ενός μολυβιού που πρέπει να ξύσω, μπορούν να με εκτροχιάσουν από τον στόχο μου. Γι’ αυτό και εντυπωσιάζομαι με όσους γράφουν σε καφέ και σε άλλους δημόσιους χώρους. Εντυπωσιάζομαι και κάπως ζηλεύω.

Ποιος είναι ίσως ο μεγαλύτερος εχθρός της διαδικασίας της γραφής;

Όπως προείπα, οι περισπασμοί κάθε είδους. Για να μην έχουμε όμως αυταπάτες: δεν μας φταίνε οι ράχες των βιβλίων στα ράφια, τα ξεχασμένα post-it ή οι μύτες των μολυβιών. Ο εχθρός της προσοχής μας δεν είναι άλλος από το internet. Αυτό το αναπάντεχο δώρο, το βασικό και αναπόσπαστο εργαλείο της συγγραφικής διαδικασίας, καλώς ή κακώς, συνιστά μια διαρκή απειλή για τη συγκέντρωση του συγγραφέα. Ο Τζόναθαν Φράνζεν γράφει αποκλειστικά σε ένα λάπτοπ από το οποίο έχει ξηλώσει εντελώς την κάρτα δικτύου και το router, για να μην έχει καν την τεχνική δυνατότητα συνδεθεί στο internet. O Φράνζεν, βέβαια, είναι τεχνοφοβικός, για να μην πω νεολουδίτης, σε αντίθεση με μένα που δηλώνω λάτρης της τεχνολογίας και της εξέλιξης. Σε αυτό, όμως, έχει απόλυτο δίκαιο και σύντομα σκοπεύω να ακολουθήσω το παράδειγμά του.

Τι θεωρείς υπερεκτιμημένο σε ένα βιβλίο;

Ως αναγνώστης ενοχλούμαι από την υπερβολική επίδειξη συγγραφικής δεινότητας, από τις άχρηστες γλωσσικές φιοριτούρες, από τις δομικές και στυλιστικές υπερβάσεις που μοιάζουν ξένες προς το κείμενο. Ως δόκιμος συγγραφέας, όμως, αντιλαμβάνομαι ότι όλα αυτά πηγάζουν από την ανάγκη όσων γράφουν να διαφοροποιηθούν, όχι τόσο για να εντυπωσιάσουν, όσο για να αφήσουν το στίγμα τους – ακόμη κι αν το στίγμα αυτό τους αδικεί.

Αγαπημένο απόσπασμα ή φράση από βιβλίο που σε καθήλωσε.

Διακρινόταν καθαρά το σχήμα του στήθους, των χεριών, των πλευρών της, έτσι όπως ακόμα τη θυμάμαι, έτσι όπως ακόμα και τώρα που η Σελήνη έγινε εκείνος ο μακρινός, επίπεδος και μικρός κύκλος, τη γυρεύω πάντα με το βλέμμα μου, μόλις φανεί στον ουρανό το πρώτο κομμάτι της, και όσο περισσότερο μεγαλώνει, τόσο περισσότερο φαντάζομαι ότι τη βλέπω, εκείνη ή κάτι από εκείνη, αλλά μονάχα εκείνη, σε εκατό σε χίλες διαφορετικές όψεις, εκείνη που κάνει Σελήνη τη Σελήνη, και σε κάθε πανσέληνο σπρώχνει τους σκύλους κι εμένα να ουρλιάζουμε μαζί όλη τη νύχτα.

Ίταλο Καλβίνο, «Η απόσταση της σελήνης», Τα κοσμοκωμικά (Εκδ. Καστανιώτη, μτφ. Ανταίος Χρυσοστομίδης)

Τι θα φέρει το μέλλον στα Ελληνικά συγγραφικά πράγματα;

Όσοι εκφράζουν την απαισιοδοξία τους για το μέλλον της λογοτεχνίας στην Ελλάδα, αναφέρονται αφενός στην έλλειψη σπουδαίων έργων σε σύγκριση με το παρελθόν, και αφετέρου στη συρρίκνωση της αναγνωστικής βάσης. Για το πρώτο διατηρώ τις επιφυλάξεις μου, για το δεύτερο, όμως, δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω. Μη γελιόμαστε: το βιβλίο είναι εμπορικό προϊόν και για να επιβιώσει χρειάζεται αναγνώστες. Η εκδοτική παραγωγή, βέβαια, δεν έχει συρρικνωθεί αντίστοιχα. Μπορεί να μη βρίσκεται στα προ κρίσης επίπεδα, αλλά συνεχίζουν να εκδίδονται αρκετά βιβλία. Προφανώς, όχι όλα τους αξιόλογα, αλλά η ποσότητα ανέκαθεν λειτουργούσε ως βασική συνθήκη για να αναδειχτεί η ποιότητα. Γι’ αυτό και αισιοδοξώ ότι το μέλλον θα φέρει μεγαλύτερη και καλύτερη εγχώρια λογοτεχνική παραγωγή.

Τι σημαίνει για σένα το Βραβείο του Αναγνώστη;

Ομολογώ ότι δεν το περίμενα, καθώς το «24» συνυπήρχε στη βραχεία λίστα με πολύ αξιόλογα βιβλία. Η βράβευση ήταν μια μεγάλη δικαίωση και ταυτόχρονα μια πολύ σημαντική ώθηση. Όπως όμως μου είπε μετά την τελετή ένας συγγραφέας που είχε βραβευθεί στο παρελθόν, τα βραβεία των πρωτοεμφανιζόμενων συχνά γίνονται βαρίδια που δεν τους αφήνουν να κάνουν εύκολα το επόμενο βήμα. Θα κάνω ό,τι μπορώ για να αξιοποιήσω την προωθητική ισχύ του βραβείου και να αγνοήσω το βαρίδι.

Πού βλέπεις τον εαυτό σου, τι επιθυμείς;

Επιθυμώ να ασχοληθώ πιο ενεργά, πιο συστηματικά με το γράψιμο. Ιδανικά, θα ήθελα να γίνει η αποκλειστική μου απασχόληση, αλλά η συνειδητοποίηση ότι κάτι τέτοιο είναι πρακτικά αδύνατο (εκτός αν λύσω, με κάποιον μαγικό τρόπο, το πρόβλημα του βιοπορισμού), μου δημιουργεί ένα διαρκές αίσθημα ματαίωσης και απογοήτευσης. Ελπίζω τα συναισθήματα αυτά να λειτουργήσουν δημιουργικά και όχι ανασταλτικά στο μέλλον.

Δώσε μας συστατική επιστολή για ένα νέο Έλληνα ή Ελληνίδα συγγραφέα.

Επιμένω ότι κυκλοφορούν αρκετά καλά βιβλία πρωτοεμφανιζόμενων. Και από την εμπειρία μου σε ομάδες δημιουργικής γραφής, θεωρώ ότι είναι πολλά περισσότερα τα αξιόλογα κείμενα που δεν καταφέρνουν καν να εκδοθούν.

Αν πρέπει να επιλέξω μόνο ένα, θα έλεγα το «Ματάμπρε» της Σοφίας Μπραϊμάκου (εκδ. Νεφέλη, 2018), μια ευρηματική συλλογή διηγημάτων με βασικό νήμα το φαγητό. Ένα βιβλίο με πολύ καλό ρυθμό, ρεαλιστική και καλοδουλεμένη γλώσσα, έκδηλο κυνισμό και άφθονο υποδόριο χιούμορ. Το συστήνω ανεπιφύλακτα σε όσους «πεινούν» για νέες αναγνωστικές εμπειρίες.

*

Ο Γιάννης Γορανίτης γεννήθηκε στην Αθήνα όπου ζει κι εργάζεται ως δημοσιογράφος. Διηγήματά του έχουν βραβευτεί σε διαγωνισμούς και έχουν δημοσιευτεί σε συλλογικούς τόμους, λογοτεχνικά περιοδικά και ιστοσελίδες. Το πρώτο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων «24» κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2017 από τις Εκδόσεις Πατάκη. Τον Ιούνιο του 2018 του απονεμήθηκε το βραβείο «Πρωτοεμφανιζόμενος στην Πεζογραφία» του περιοδικού «Ο Αναγνώστης».

FB: https://www.facebook.com/igoranitis/ & WEB: www.gorantis.gr

Προηγούμενο άρθροΣτα νερά της λίμνης Δοϊράνης (της Χρύσας Φάντη)
Επόμενο άρθροΤα φωτάκια (διήγημα της Νάσιας Διονυσίου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ