επιλογή: Αλεξάνδρα Σαμοθράκη
Ο Χριστός Παρακαλάει το Σώμα του να Κατέβει από τον Σταυρό και άλλα αναγνώσματα για να νιώσετε κατάνοιξη (όχι, δεν είναι τυπογραφικό!)
Με αυτόν τον υπέροχο και άκρως παρεξηγίσμο τίτλο αν δεν τονιστεί σωστά η τελευταία λέξη του, ο ολοκαίνουργιος Γιάννης Πάσχος μας επιτρέπει να νιώσουμε τα αναστάσιμα πυροτεχνήματα να εκρήγνονται μέσα στο ίδιο μας το κεφάλι. Ποίηση γραμμένη σε μορφή διαλόγου ανάμεσα στον Χριστό και το Άγιο Σώμα που φέρνει κατά νου διαλογικά μέρη αρχαιοελληνικών τραγωδιών καθώς η σύγκρουση είναι απόλυτη και πηγάζει από δυο παντελώς ασυμβίβαστες και ακραίως δυαδικές καταστάσεις: τη ζωή και τιν θάνατο.
Ο Χριστός χρειάζεται το σώμα Του αλλά αυτό αρνείται να του στερήσει το γνώριμο μας τέλος, σε μια περίεγη οικειότητα για κάθε φορά που ο καθένας από εμάς έχει νιώσει το σώμα του να τον απογοητεύει είτε μην υπακούοντας, είτε γερνώντας,είτε μην αντέχοντας, είτε, όπως εδώ, συνεχίζοντας στο δρόμο του χαμού αγνοώντας το αφεντικό του.
Αν και η ιδέα παραπέμπει σε έναν αντίστροφο Τελευταίο Πειρασμό, εδώ δεν υπάρχει τίποτε από τη χωμάτινη χροιά του Καζαντζάκη. Ο Χριστός είναι γιός του Ποιητή Ουρανού και Γης και γι’αυτό κατά κάποιο τρόπο, ποιήμα και ο ίδιος ώστε μπορεί να πείσει πως «πάλεψε το ανεκπλήρωτο και αυτό συμμάχησε μαζί του». Το σώμα Του φυσικά δεν θα μπορούσε να υπολείπεται σε ποιητικότητα γι’αυτό και μας υπενθυμίζει πως «ηρωική πράξη είναι να κατανοήσεις τον άνθρωπο».
Όταν βαρεθεί η Εκκλησία το υπάρχον πρόγραμμα της Μ. Βδομάδας, άνετα θα μπορούσε να υποκαταστήσει κάποιο τροπάριο με αυτό το μικρό βιβλιαράκι. Η μόνη διαφορά είναι πως σε αντίθεση με την εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσουσα γυνή, ο Πάσχος παραμένει αμετανόητα ταλαντούχος.
Ο Καζαντζάκης είναι σαν τον Φρέντυ Κρούγκερ- έτσι και τον αναφέρεις τρις μετά εμφανίζεται μπροστά σου ένα απόσπασμα από το έργο του και θες οπωσδήποτε να μιλήσεις για αυτό. Ο Τελευταίος Πειρασμός είναι, κατά την ταπεινή μου άποψη, το πιο παρεξηγημένο του βιβλίο και θα μπορούσε να μην το έχει γράψει καν- και μόνο η ιδέα φτάνει. Ο Χριστός πάνω στο σταυρό φαντάζεται τι θα γινόταν έτσι και παρέμενε ένας ξυλουργός που δεν δεχόταν τη θεϊκή του αποστολή και –σπόιλερ αλλά σας αξίζει αν δεν το έχετε ήδη διαβάσει αμόρφωτα ζούδια- στο τέλος συνειδητοποιεί πως ο άγγελος που τον κατέβασε από το σταυρό ήταν ο Σατανάς και με ανακούφιση συνειδητοποιεί πως δεν έχει προδώσει τα ιδανικά του και τελικά είναι ακόμη πάνω στο σταυρό. Τι είπες ωρέ Καζαντζάκη μας άφησες με το στόμα να χάσκει περισσότερο και από τον Πανάγιο Τάφο και ξεκίνησες σχολή των Ευαγγελίων ειπωμένων «αλλιώς» που ακολούθησαν ενδεικτικά ο Μέιλερ, ο Σαραμάγκου και δεν συμμαζεύεται.
Εξαντλημένο στα ελληνικά αλλά, μέρες που είναι, αναστήστε το με metabooks. Tο κακό αγόρι της αμερικανικής λογοτεχνίας (εντάξει ένα από τα κακά αγόρια αλλά ποιος άλλος μαχαίρωσε μια από τις έξι συζύγους του και μετά από λίγο έβαλε ακάθεκτος υποψηφιότητα για δήμαρχος της Νέας Υόρκης ), γράφει την «αυτοβιογραφία του Ιησού», ενός λίγο χαζούλη ξυλουργού που στα τριάντα του ανακαλύπτει πως ο Θεός έχει άλλα σχέδια για αυτόν. Ο Μέιλερ καταπιάνεται πολύ πριν την εφεύρεση του Ινστα (1997( με το τι εστί σελέμπριτι, ορμώμενος , όπως ο ίδιος είπε σε συνέντευξη του από, κρατηθείτε…. κρατηθείτε από τα προσωπικά του βιώματα ως λογοτεχνικής διασημότητας που του επέτρεψαν «πλέον να έχειμια κάποια κατανόηση του τι σημαίνει να είσαι μισός άνθρωπος και μισός, κάτι άλλο, μεγαλύτερο».
Δεν το λες και μάθημα ταπεινότητας αλλά η σκηνή όπου ο Ιησούς κλάνει τους άρτους σε αδιόρατα μικρά κομματάκια για να φτάσουν για όλους, βγάζοντας εκατό μερίδες ανά φραντζόλα, εντάξει τι να σας πω, πρέπει να διαβαστεί, ακόμη και αν δεν έχετε την ωριμότητα να μην γελάσετε με τους κλασμένους άρτους.
Δεν υπάρχει διαγωνισμός βλασφημίας, αν υπήρχε όμως σίγουρα έχουμε νικητή: Ο Ιησούς είναι γιός μόνο του Ιωσήφ και όχι του Θεού, η Μαρία Μαγδαληνή είναι ερωμένη του, όχι μαθητριά του, ο Σατανάς είναι ένα χρήσιμο τριβόλι και ο Θεός ένας πεινασμένος για εξουσία αυτοκράτης για τις αμαρτίες του οποίου πρέπει να θυσιαστεί ο Ιησούς. Φλύκταινες σπέσιαλ για την Καθολική Εκκλησία της Πορτογαλίας που άσκησε βέτο στην υποψηφιότητα Σαραμαγκού το 1991 για Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας, οπότε αναγκαστικά ο Σαραμαγκού αρκέστηκε στο Νόμπελ το 1998.
Ρισκέ επιεικώς, κολάσιμο αδιαμφισβήτητα, το διήγημα που δίνει τον τίτλο του και στη συλλογή διηγημάτων του Γιώργου Ιωάννου, ας πούμε απλά πως δεν είναι από αυτά που θα διάβαζες με τη γιαγιά σου περιμένοντας να αρχίσει ο ΑΝΤ! να προβάλει τον Χριστό από τη Ναζαρέτ. Αλλά είναι από αυτά που διαβάζεις αφού η γιαγιά πάει για ύπνο ή να φτιάξει τα υπέροχα κουλουράκια της.
Αν έχετε βρεθεί σε μια μισοφωτισμένη και σχεδόν άδεια εκκλησία, στο βάθος της οποίας μισοφαίνεται ο τρούλος του Επιταφίου, ξέρετε ακριβώς την αίσθηση αυτού του διηγήματος, ακόμη και χωρίς να το έχετε διαβάσει ποτέ. Ντροπή σας, είτε το έχετε διαβάσει, είτε όχι.
- Η Μεγάλη Βδομάδα του Πρεζάκη- Καραγάτσης. στο Ιστορίες αμαρτίας και αγιοσύνης, Εστία και σε κόμικ από Δ. Βανέλλης & εικονογράφηση Θ. Πέτρου, εκδόσεις Τόπος
Προκλητικότητας συνέχεια, από τον 27χρονό τότε Καραγάτση που είχε τη φαεινή ιδέα να διηγηθεί την ιστορία ενός φτωχοδιάβολου πρέζακα που περιφέρεται στον Πειραιά αναζητώντας κάτι να φάει και τη δόση του, συλλαμβάνεται Μ. Πέμπτη και πεθαίνει Μ. Παρασκευή αλλά οι περιπετειές του συνεχίζονται.Α και είχε και μια γκόμενα που την έλεγαν Μαντώ. Δεν ξέρω αν σας θυμίζει τίποτε. Και σε καταξιωμένο κόμικ αν το βαφτιστήρι σας έχει μεγαλώσει και δεν θέλετε πάλι να του πάρετε σαχλαμάρες.
- Υπό την Βασιλικήν Δρυν- Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Είπα βαφτιστήρι και θυμήθηκα: πωςήταν να είσαι παιδί, να σκυλοβαριέσαι στην εκκλησια και το μόνο που να σε καίει (εκτός από κανένα κεράκι σε περίπτωση απότομου φρεναρίσματος κατά την περιφορά του Επιταφίου) να είναι το πότε και πώς θα σκαρφαλώσεις εκείνο το δέντρο. Για τον αφηγητή του Παπαδιαμάντη εκείνο το δένδρο είναι μια μεγαλοπρεπής βασιλική βελανιδιά που ο κυρ Αλέκος περιγράφει με τον βιρτούιζικο τρόπο του και χρησιμοποιώντας περισσότερα επίθετα και από Ισπανό κονκεσταδόρ. Δοξασίες, μυθολογία και χριστιανισμός σε ένα υπέροχο σκιαθώτικο τουρλουμπούκι.
Το μικρό μου μυστικό για τη Μεγάλη Εβδομάδα είναι αυτό το ανθηρό βιβλιαράκι που συνάντησα τυχαία σε έναν πάγκο βιβλιοπωλείου πριν δυο χρόνια. Πείτε ότι θέλετε για εμένα, σε καμία περίπτωση πάντως δεν είμαι θεούσα. Και όμως αυτό το ανθολόγιο σκέψεων του Σταύρου Ζουμπουλάκη, με αφορμή το πρόγραμμα της Μ. Εβδομάδας, το βρήκα εξαιρετικά συγκινητικό. Δεν θα σταθώ στην ειρωνεία «Ζουμπουλάκης- Ανθοδέσμη», αλλά στην πρωτότυπη και σε αρκετά σημεία γενναία και κριτική προς την Εκκλησία ματιά του και ακόμη περισσότερο στην τρυφερή και οικεία γραφή του. Συμπυκνώνει όσο κανένα το Πάσχα μας- η έμφαση στο μας.
- Επιτάφιος του Γιάννη Ρίτσου (Ιανός- περιλαμβάνει και CD με τη μουσική Θεοδωράκη)
Εντελώς εκτός θέματος, αλλά το μοιρολόι μιας μάνας για το χαμένο γιό της δεν θα μπορούσε να λείπει από την πασχαλινή, πρωτομαγιάτικη λίστα ακόμη και αν αφορά μια μάνα που θρηνεί για έναν από τους δώδεκα απεργούς που πυροβολήθηκαν στη Θεσσαλονίκη το Μάη του 1936. Καμιά φορά ξεχνάμε πως το «ω γλυκύ μου έαρ» είναι κάτι παραπάνω από πολεμική ιαχή για να την πέσουμε στα ούζα και τα τηγανητά καλαμαράκια και ο Ρίτσος, στον δικό του Επιτάφιο συγκλονίζει με την απλότητα και τη δυσδειτικότητα του πόνου της μάνας. Αλλά δεν θα σας πω εγώ για τον Ρίτσο- ο ίδιος ο Παλαμάς είχε πει «Παραμερίζουμε, ποιητή για να περάσεις», προφανώς ενώ ορμούσε στα καλαμαράκια και αυτός.
- Η Μαγγανεία της Μεγάλης Παρασκευής- Μένης Κουμανταρέας
Ενώ ο νεαρός Θεοδωράκης μελοποιούσε τον Επιτάφιο του Ρίτσου στο σπίτι του στη Νέα Σμύρνη, τα φιλαράκια του άκουγαν τη Μαγγανεία της Μεγάλης Παρασκευής από τον Πάρσιφαλ του Βάγκνερ και άλλα δυσεύρετα κομμάτια κλασσικής μουσικής σε δισκάκια 33 στροφών σε ένα χώρο στο Ταμείο του Μετοχικού Στρατού. Εκεί ,το 48-49, οδηγημένος από την δίψα του για κλασσική μουσική, τους γνώρισε ο απόφοιτος Λυκείου Μένης Κουμανταρέας: τον Τσαρούχη, τον Ελύτη, τον Γκάτσο και ένα «Μάνο, με δάχτυλα πιανίστα». Με αυτό το «τάγμα των εύθυμων μοναχών» που σε αντίθεση με τους γονείς του, πίστευαν πως μπορούσε να γίνει ότι θέλει, εκκλησιάζονταν με κατάνυξη κάθε Μεγάλη Παρασκευή στο Μετόχι του Πανάγιου Τάφου, στην Πλάκα, πριν πάνε για παραδοσιακό, νηστίσιμο ξεκοίλιασμα στην ταβέρνα «Μπακαλιαράκια», στην Κυδαθηναίων, που έκλεισε προσφάτως και μετά πεζή μέχρι το Σύνταγμα για ξενύχτι και συζητήσεις μέχρι αποθεώσεως στην καφετέρια του Γιάννη.
Το απόλυτο πασχαλινό must ανάγνωσμα (ημερομηνία κυκλοφορίας 2008) που επιχειρεί να επαναδιατυπώσει εκ νεου το τι εστί Πάσχα στο χωριό με πρωταγωνιστές τρεις φίλους, δύο άνδρες και μια γυναίκα που ταξιδεύουν με ένα ντε σεβώ προκειμένου να περάσουν ένα παραδοσιακό Πάσχα έτσι όπως το έβλεπαν ζωγραφισμένο στα σχολικά τους βιβλία:
«Πάσχα στο χωριό δεν σημαίνει αναγκαστικά άσπρες λαμπάδες, κόκκινα αυγά, σουβλιστό αρνί την εποχή που βγαίνουν οι παπαρούνες. Ούτε σταυρωτά φιλιά. Παπαρούνες μπορούν να ανθίσουν και τον Γενάρη, φτάνει να το θες. Ο καθένας μπορεί να αναστηθεί όπου και όποτε θέλει».
Πενήντα πέντε διηγήματα από σαραντά έξι ντόπιους συγγραφείς, κλασσικούς και σύγχρονους (από Βενέζη μέχρι Παλαβό και από Καρκαβίτσα μέχρι Δήμου) για ένα πανόραμα της λογοτεχνίας μας που διευκολύνη την πέψη της πέτσας του αρνιού. Αν τα διαβάσετε όλα πριν την πρώτη Ανάσταση, εξασφαλίζετε σίγουρη νίκη του αυγού σας, κατά το πατροπαράδοτο τουρνουά τσουγκρίσματος. Περισσότερα από Φ. Φιλίππου εδώ.
Καλό Πάσχα!