Cinescience

0
544

 

 Της Σοφίας Ηλιάδου-Τάχου (*)

 

 

Η εμπειρία από τη διοργάνωση ενός Σεμιναρίου 3 χρόνων στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου (το οποίο ήδη βαίνει προς το 5ο έτος του), αποτελεί την αφορμή για το εμπεριστατωμένο βιβλίο με τον προκλητικό και ευρηματικό τίτλο Cinescience, που επιμελήθηκε ο Π. Κιμουρτζής. Πλαίσιο του Σεμιναρίου ήταν: η παρακολούθηση ταινιών και στη συνέχεια η διενέργεια διαλέξεων με θέμα την επιστημονική ανάγνωση των ταινιών αυτών.

Όπως αναφέρει ο επιμελητής της έκδοσης στον πρόλογό του, ο σκοπός του σεμιναρίου είναι ταυτοχρόνως: επιστημονικός, εκπαιδευτικός και κοινωνικός. Με τον όρο επιστημονικός σκοπός νοείται η πρόθεση των διοργανωτών του σεμιναρίου να  καταστήσουν όσους παίρνουν μέρος, κοινωνούς γνώσεων που προϋποθέτουν εγρήγορση και που ανταποκρίνονται στα διευρυμένα ενδιαφέροντα μιας περίπλοκης εποχής έντονων προβληματισμών. Παράλληλα να αφουγκραστούν μία διαδικασία θεώρησης της επιστήμης ως υπεραξίας, αλλά και ταυτόχρονα δυναμικής αμφισβήτησής της. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διαδικασίας δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να ανατροφοδοτηθεί η επιστήμη, η οποία και ελέγχεται ως προς τα υπαρκτά, αλλά και ως προς τα διαφαινόμενα αποτελέσματά της.

Ακόμα, ο εκπαιδευτικός σκοπός του Σεμιναρίου σχετίζεται με την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών των φοιτητών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου, αλλά και όλων των άλλων, μέσα από την καθιέρωση μιας ευχάριστης εκπαιδευτικής καινοτομίας, όπως είναι το CineScience. Η εναρμόνιση του ακουστικού με τον οπτικό γραμματισμό και, επομένως, του Λόγου με την εικόνα, διασφαλίζει τις προϋποθέσεις επίτευξης της μάθησης. Ειδικότερα, μέσα από την αξιοποίηση του κινηματογράφου ως εργαλείου διδασκαλίας, ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του κριτικού γραμματισμού, ο οποίος εγείρει προβληματισμούς και ερωτήματα, αναφορικά με τον τόπο, τον χρόνο, το θέμα του κινηματογραφικού έργου,  ή ακόμα σχετικά με τα όρια ανάμεσα στη μυθοπλασία και την πραγματικότητα, ή με την στάση της κοινωνίας απέναντι σε δοξασίες και στερεότυπα.

Τέλος, ο κοινωνικός σκοπός του σεμιναρίου σχετίζεται με τη διάχυση της επιστημονικής γνώσης στα ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας και συμβάλλει στην ενδυνάμωση της σχέσης του πανεπιστημίου με την κοινωνία. Η επιλογή της διοργάνωσης του Σεμιναρίου δικαιώνεται εξάλλου από τις προϋποθέσεις που περιγράφονται ως αναγκαίες για την πραγμάτωση της αποστολής του πανεπιστημίου, από τον ισπανό φιλόσοφο Jose Ortega y Casset[1] και οι οποίες, όπως αναφέρει ο επιμελητής, συμβάλλουν στη διαμόρφωση μιας περιρρέουσας ατμόσφαιρας προβληματισμού και στοχασμού.

Η επιλογή του Cinescience ως θέματος του Σεμιναρίου, αλλά και ως τίτλου του βιβλίου, ανταποκρίνεται στο αίτημα να δημιουργηθούν ορισμένες προϋποθέσεις,  σχετικές με την ασύδοτη, και εν πολλοίς απόλυτη, επικυριαρχία της εικόνας στο πλαίσιο της οπτικής εποχής μας. Οι προϋποθέσεις αυτές σχετίζονται με την ανάγκη να διαφοροποιηθεί η παθητική αποδοχή της πρόσληψης της εικόνας και να μετασχηματιστεί σε ενεργητική-κριτική επιλογή, να βελτιωθεί η ποιότητα –που είναι συχνά ατροφική και ανενημέρωτη- κατανόησης της κατασκευασμένης εικόνας και να περάσουμε από την παθητική κατανάλωσή της στην «ανάγνωσή» της.

Στην ουσία, μέσα από το Σεμινάριο, εκφράζονται οι προϋποθέσεις επικοινωνίας ανάμεσα στον άνθρωπο δέκτη και στην επιστήμη που εκπέμπει μηνύματα, στην δισυπόστατη έκφανσή της, αυτήν του Λόγου, στην αρχαία εκδοχή του και την άλλη, της εικόνας. Μόνο που στην περίπτωση της χρησιμοποίησης του κινηματογράφου ως εργαλείου διδασκαλίας, προσπάθεια που ανάγεται στον Βraudel και στη σχολή των Annales, η σύζευξη λόγου και εικόνας αποτελεί προϋπόθεση, ενώ η αφήγηση πραγματώνεται, είτε με εικόνες και λόγο, είτε με εικόνες που αρθρώνουν  τη δική τους αφήγηση. Γιατί πραγματικά, ο κινηματογράφος αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία, που δημιουργεί το δικό του αφηγηματικό πλαίσιο και επιτάσσει τις δικές του αναγνώσεις, αν και συνήθως αναπαράγει με το δικό του τρόπο πλαίσια προγενέστερων εποχών.

Το βιβλίο διαρθρώνεται μέσα από δύο ενότητες. Η πρώτη αφορά στην παρουσίαση και επιστημονική προσέγγιση  ταινιών μέσα από τον φακό της επιστήμης. Η δεύτερη αναφέρεται στη σχέση ανάμεσα στην Ιστορία και στον κινηματογράφο. Στην πρώτη ενότητα συμμετέχει με αναλύσεις/προσεγγίσεις ταινιών ικανός αριθμός ακαδημαϊκών, με περγαμηνές στο γνωστικό πεδίο το οποίο θεραπεύουν. Έτσι, ενώ τα επιστημονικά ενδιαφέροντά τους παρουσιάζουν μια σημαντική ποικιλία, κοινό σημείο είναι η προσπάθειά τους να ανταποκριθούν στο πλαίσιο που θέτει το Σεμινάριο: να επιχειρήσουν την επιστημονική «ανάγνωση» μιας ταινίας. Χρειάζεται να επισημανθεί εδώ, ότι καθένας/καθεμία εξ αυτών «διαβάζει» την κινηματογραφική ταινία μέσα από τα εργαλεία της επιστήμης του, είτε ακόμα επιλέγει να προσεγγίσει ταινίες οι οποίες συγκλίνουν θεματικά με τα επιστημονικά του εργαλεία και επομένως ενεργοποιούν το ενδιαφέρον του.

Έτσι, η Αντιγόνη Λυμπεράκη (Καθηγήτρια Οικονομικών)[2] αναφέρεται στην ταινία Άνδρες με τα όλα τους, το θέμα της οποίας είναι ένα πλαίσιο οικονομικής κρίσης, με αναλογίες προς όσα παρατηρούνται στην Ελλάδα σήμερα. Οι Καθηγήτριες Κοινωνικής Ψυχολογίας Θάλεια Δραγώνα[3] και Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης Άννα Φραγκουδάκη[4] αναφέρονται στην ταινία Ανάμεσα στους τοίχους, την οποία και αναλύουν, η πρώτη από τη σκοπιά της ψυχολογίας των παιδιών του πολυεθνικού σχολείου μιας γαλλικής παραγνωρισμένης εργατικής συνοικίας και η δεύτερη από τη σκοπιά της μειωμένης προσβασιμότητας των παιδιών του σχολείου στα μορφωτικά αγαθά και στην κοινωνική ανέλιξη.

Ο Σταύρος Θωμαδάκης (Καθηγητής Χρηματοοικονομίας)[5], επιλέγει να αναλύσει την ταινία του ιταλικού νεορεαλισμού Κλέφτες ποδηλάτων, η οποία του δίνει τη δυνατότητα, μέσα από τα δραματικά οικονομικά αδιέξοδα του Ρίτσι, που μετασχηματίζονται σε υπαρξιακά, να αναφερθεί στους σκληρούς κανόνες της αγοράς, στην αλληλεγγύη των φτωχών, στις επιταγές της κατανάλωσης. Ο Φραγκίσκος Καλαβάσης (Καθηγητής Διδακτικής των Μαθηματικών)[6] θα συσχετίσει Το Τέρας του Μπενίνι με την προσπάθεια της επιστήμης του να κωδικοποιήσει τον κόσμο σε κανόνες γνωστικούς, οι οποίοι αποδεικνύονται δυσαρμονικοί, τόσο στο πεδίο της  εκπαίδευσης, όσο και στο πεδίο ερμηνείας της κοινωνίας και των θεσμών της.

Επιπλέον, κοινό χαρακτηριστικό των «αναγνώσεων» ταινιών των περισσότερων ακαδημαϊκών, είναι η επιλογή του επιστημονικού λόγου έναντι του, συγκινησιακά φορτισμένου, υποκειμενικού. Ακόμα, στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε ότι οι περισσότερες προσεγγίσεις εμφανίζουν μια δομική συνάφεια: περιγράφουν την υπόθεση της ταινίας και παρακολουθούν το σενάριο  και την άρθρωση της πλοκής της.  Ειδικά ο Γ.Β.Δερτιλής (Καθηγητής Ιστορίας)[7], καθώς αναφέρεται στην ταινία Γατόπαρδος που βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Λαμπεντούζα, διεξέρχεται με λεπτομέρειες και τη σχέση συγγραφέα-σκηνοθέτη, ενώ επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα που αφορά στη σύγκριση μυθοπλασίας – πραγματικότητας. Σε ανάλογο ερώτημα για τη σχέση της Ιστορίας με την πραγματικότητα, ως προς τον τρόπο που τη διερευνά ο σκηνοθέτης της ταινίας LAmerica, επιχειρεί να απαντήσει και ο Θάνος Βερέμης (Καθηγητής Ιστορίας)[8]. Επίκεντρο της ανάλυσής του είναι η ιστορία της Αλβανίας και ο τρόπος με τον οποίο την αντιμετωπίζει η ταινία του Τζιάνι Αμέλιο. Τέλος, στην ταινία Zabriskie Point του Αντονιόνι, η οποία αποτυπώνει τη ματιά ενός Ευρωπαίου για την Αμερική, η Ιωάννα-Σαπφώ Πεπελάση (Καθηγήτρια Οικονομικής Ιστορίας)[9], χρησιμοποιεί τις γνώσεις της για την οικονομική ιστορία του χώρου και επιχειρεί με εργαλείο αυτές να οδηγηθεί στην ανάγνωσή της.

Μια ακόμα σύγκλιση των προσεγγίσεων είναι το γεγονός ότι οι ακαδημαϊκοί καταφεύγουν στο πλαίσιο των αναλύσεών τους σε παρεκβάσεις, που είτε οδηγούν σε αναγωγές στο παρελθόν, είτε επιχειρούν συγκρίσεις, μέσα από τις αναλογίες των φαινομένων του παρελθόντος και της σύγχρονης εποχής, όπως η σύγκριση και ο προσδιορισμός της σχέσης ανάμεσα στην ελληνική και την ιταλική αστική τάξη, που επιχειρείται από τον Γ.Β.Δερτιλή ή η σύγκριση ανάμεσα στον Προμηθέα Δεσμώτη και τον Προμηθέα Λυόμενο, με τις όποιες αναγωγές στον διαφωτισμό και τη σύγχρονη εποχή, που επιχειρεί ο Τάσος Γιαννίτσης (Καθηγητής Οικονομικών)[10].

Η προσέγγιση του Σπύρου Ράση με τίτλο «Από την πολιτική απάθεια στην πολιτική ριζοσπαστικοποίηση. Η γενιά του 1960 και το κίνημα της αμερικανικής νεολαίας» συνιστά μια διεξοδική πλαισίωση των παραμέτρων που συνέβαλαν στην ριζοσπαστικοποίηση της γενιάς του 60, με πλαίσιο την Αμερική. Όλο του το θέμα και η ανάπτυξη που επιχειρεί έχουν ως μοτίβο την ταινία Easy Rider του Dennis Hopper.

Η δεύτερη ενότητα έχει τίτλο “Ιστορία και κινηματογράφος”. Σε αυτήν περιλαμβάνονται δύο σημαντικά άρθρα ακαδημαϊκών δασκάλων επίσης με συνεισφορά στον χώρο που διακονούν. Tο άρθρο του Γιώργου Κόκκινου «Ο φασισμός, ο εθνικοσοσιαλισμός και το Ολοκαύτωμα στη δημόσια σφαίρα και στον κινηματογράφο», διεξέρχεται ζητήματα ορολογίας που αφορούν στην τραυματική μνήμη, θέματα εμβάθυνσης σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης της τραυματικής μνήμης από το γερμανικό μοντέλο, στη διαχρονική και στη συγχρονική του θεώρηση, ενδεικτικές περιπτώσεις διαχείρισης του Ολοκαυτώματος από τον ιταλικό, γαλλικό και αμερικανικό κινηματογράφο, και τέλος τη διαχείριση του ίδιου θέματος από τον γερμανικό κινηματογράφο μετά την επανένωση της Γερμανίας. Τελευταίο στη σειρά είναι το άρθρο της Έλλης Λεμονίδου «Εθνική ταυτότητα  και  κινηματογράφος στη μεταπολεμική Γαλλία», το οποίο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο γαλλικός κινηματογράφος γεννήθηκε για να προβάλλει το εθνικό αφήγημα της Γ’  Δημοκρατίας, το οποίο αμφισβητήθηκε αργότερα, εξαιτίας του καθεστώτος Βισύ και του πολέμου της Αλγερίας.

Στο Επίμετρο, ο επιμελητής της έκδοσης αναφέρεται στην ιδιαίτερη εκπαιδευτική αξία του κινηματογράφου, προσδιορίζοντας το πλαίσιο εφαρμογής του και συνδέοντάς το με το Πανεπιστήμιο και το ερευνητικό, επιστημονικό και διδακτικό έργο του.

Η φωτό από την ταινία “Γατόπαρδος” του Βισκόντι, με Αλαίν Ντελόν και Κλαούντια Καρτινάλε, από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Λαμπεντούζα

INFO: Π. Κιμουρτζής (επιμ.) CineScience. Ο κινηματογράφος στον φακό της επιστήμης,

Gutenberg, Αθήνα 2013.

(*) Η Σοφία Ηλιάδου-Τάχου είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας

 

 



[1] José Ortega y Gasset. Η αποστολή του Πανεπιστημίου, επιστ. επιμ. – εισαγ.: Παναγιώτης Γ. Κιμουρτζής, μτφρ. Γλυκερία Μανιώτη, Αθήνα: Μεταίχμιο, 2006.

 

[2]  Τίτλος του άρθρου της: «Ανεργία και φύλο: Εργασιακοί μετασχηματισμοί και κοινωνικές ανατροπές».

[3] «Συναντώντας την εθνοπολιτισμική διαφορά. Σχόλιο πάνω στην ταινία Ανάμεσα στους τοίχους».

[4] «Ανάμεσα στους τοίχους».

[5] «Κρίση, αγορές και κατασκευή ελπίδων. Κλέφτες ποδηλάτων».

[6] «Μαθηματική σκέψη και κοινωνικές αναπαραστάσεις. Η αδύνατη περιγραφή της πολυπλοκότητας».

[7] «Μυθιστόρημα, Ιστορία, Κινηματογράφος: ο Γατόπαρδος».

[8] «Ιστορία και μνήμη».

[9] «Lifestyle, σύγκρουση και το αμερικανικό όνειρο».

[10] «Η απελευθέρωση του Προμηθέα το τέλος του Διαφωτισμού».

 

Προηγούμενο άρθροΣκοτεινή αίθουσα
Επόμενο άρθροΟμάδα Άστυ, να γνωρίσουμε την πόλη μας

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ