Στίχοι που «παίζονται» και τραγουδιούνται (της Έφης Κατσουρού)

0
217

 

 

της Έφης Κατσουρού 

 

               «Είμ’ ο Στρατής ο ποιητής, / ειμ’ ο παλιός ταξιδευτής. // Αχ, ναι! Πάλι μου πέσανε μολύβια και χαρτιά, / πάντα μαζί μου τα ‘χω, / να σημειώνω στίχους που ακούω μες στ’ αυτιά / όταν πάνω στο βράχο / κρατάω συντροφιά / στο δέντρο το μονάχο / και στην ξερολιθιά!», με αυτούς τους στίχους μας επανασυστήνεται, ως «Στρατής Στρατοκόπος», ο ποιητής Στρατής Πασχάλης στο νέο του βιβλίο, με τίτλο Το βαλς του Ορφέα – Στίχοι γραμμένοι για τη σκηνή. Ο Στρατής Πασχάλης εμφανίστηκε στον χώρο της ποίησης και των τεχνών το 1977 με την ποιητική συλλογή Ανακτορία, την οποία αφιέρωνε στον συντοπίτη του ποιητή και μέντορά του, Οδυσσέα Ελύτη, και έκτοτε εργάζεται σε αυτόν ακούραστα και αδιάκοπα· γράφει ποίηση, μεταφράζει σπουδαίους ρομαντικούς αλλά και σύγχρονούς του ποιητές, σχολιάζει μέσα από τον δοκιμιακό του λόγο την λογοτεχνική συνθήκη στην σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, γράφει για το θέατρο, συνεργάζεται με σημαντικούς σκηνοθέτες και ηθοποιούς, στους οποίους αφιερώνει σήμερα, το προσφάτως εκδοθέν  βιβλίο του, παραμένοντας πάντοτε και σε κάθε διαφορετική έκφανση της γραφής και της παρουσίας του στον χώρο των τεχνών, ένας «αθεράπευτα» λυρικός, που εξυγιαίνει τη γλώσσα και την ψυχή των αναγνωστών, των ακροατών και των μαθητών του, με μία γνήσια, λεπτότατων υφών και υψηλών τονικοτήτων, ποίηση. Το βαλς του Ορφέα αποτελεί μία συμπερίληψη, μία πύκνωση όλου αυτού του γνήσιου ποιητικού υλικού που συνθέτει την προσωπικότητα του Στρατή Πασχάλη, υφασμένη με όλη τη μέριμνα, που απαιτεί η ανέμελη διατύπωση βαθέων νοημάτων, όπως αιτήθηκε κάποτε ο Αλμπέρ Καμύ.

Στην πρόσφατη αυτή έκδοση, ο ποιητής έχει συγκεντρώσει στίχους τραγουδιών που έχει γράψει για θεατρικές παραστάσεις (των οποίων υπήρξε βασικός συντελεστής επιμελούμενος τη μετάφραση, τη διασκευή, τη δραματοποίηση των έργων), στίχους για το χοροθέατρο, ανέκδοτους στίχους και ποιητικές πρόζες εμπνευσμένες από θεατρικές παραστάσεις αλλά και, εν γένει, την τέχνη του θεάτρου. Η επιλογή των στίχων, που παρουσιάζονται στην παρούσα έκδοση, έχει γίνει από τον ίδιο και ακολουθεί τον εσωτερικό ρυθμό και το μέτρο του. Εμφατικός αλλού, αλλού ολιγόλογος, αποφθεγματικός ή αφηγηματικός, ανάλογα με το έργο που καλείται να υπηρετήσει, μέσα από τον θεατρικό λόγο, ο Πασχάλης μοιάζει να ταυτίζεται, κατά τρόπον, και ο ίδιος με τον ηθοποιό, ενδύεται ρόλους και απενδύεται προσωπεία, εκείνα που επιτάσσουν οι μικρόψυχοι καιροί μας, και (απ)ελευθερώνεται. Εκφράζεται με μία δυναμική που εκλύεται από τον διάλογο που αναπτύσσει με τα πρωτογενή κείμενα (Σαίξπηρ, Μολιέρο, Καραγάτση, Π.Δέλτα, Τσέχωφ, Ουίλιαμς κ.α.), τους μουσικούς που μελοποιούν, τους ηθοποιούς που ερμηνεύουν και τους σκηνοθέτες που διευθύνουν, αναμετρώμενος με μία στιχοποιία που αποδέχεται την υπερβάλλουσα ευαισθησία, τον σαρκασμό, την επαύξηση των συναισθημάτων και υπακούει στο μέτρο και το ρυθμό με κυρίαρχο σκοπό την συγκίνηση μέσω της γλωσσικής και ακουστικής σαγήνης.

Ο Πασχάλης, αν ανατρέξουμε και στις απόψεις που έχει διατυπώσει μέσα από τον δοκιμιακό του λόγο (κείμενά του σχετικά με την τέχνη της γραφής συγκεντρώνονται στο βιβλίο του Ποίηση σε μικρόψυχους καιρούς, εκδ. Γαβριηλίδης, 2017), ορίζοντας την ποίηση ως μηχανισμό ανατροπής κάθε βεβαιότητας, ως μηχανισμό σαγήνης, στη σκηνή του θεάτρου μοιάζει να βρίσκει έναν ιδανικό τόπο να κατοικήσει, να άρει την ανεστιότητα την οποία αισθάνεται να τον περιβάλλει και καθημερινά γίνεται ολοένα και πιο απειλητική για την ευθραυστότητα της φύσης και της θέσης του. Στο ποίημα με τίτλο «Το κορίτσι μηχανάκι» από την παράσταση Αυτό που δεν τελειώνει, γράφει: Είν’  η ζωή μου μια σκηνή, / μικρόφωνο στο κέντρο, / εκεί στο βάθος οι ουρανοί, /  στην άκρη ένα δέντρο», ενώ στο αμέσως επόμενο από την ίδια παράσταση «Σ’  ένα αρχαίο θέατρο»: Σ’ ένα αρχαίο θέατρο θα πάω να σταθώ /  μπρος στις γυμνές κερκίδες, / κι εκεί θα βγάλω το άχτι μου, να φύγω, να σωθώ /  απ’  όλες τις παγίδες. Και αυτό ακριβώς μου δίνει την αίσθηση ότι πράττει μέσα από τον θεατρικό λόγο ο Στρατής Πασχάλης, βγάζει το άχτι του, εκφράζεται ελεύθερα, εκφράζεται σαν ένας άλλος, μέσα από τις διαφορετικές περσόνες που του προσφέρονται να κατοικήσει, γίνεται κάτι παραπάνω από φωνή των ηρώων, γίνεται το σώμα και η ψυχή τους.

Η σωματικότητα της τέχνης του θεάτρου, η, αδιαπραγμάτευτα, εκπορεύσιμη από την ψυχική ένταση της στιγμής της τέλεσης του «δράματος» φαίνεται ότι δρουν για τον ποιητή καθαγιαστικά, ανατρέπουν την νέα τάξη πραγμάτων, που, όπως ο ίδιος έχει επισημάνει, μέσα από την απομάκρυνση του σώματος και της ψυχής από την πρωτογενή σχέση με τον περίγυρο […] βυθίζει τον άνθρωπο καθημερινά σε αυτό το είδος αισθητηριακής και νοητικής αταξίας που αμβλύνει επικίνδυνα την ευαισθησία και συρρικνώνει το νου σε σημείο ολέθριο. Αντίθετα, μέσα από το παιχνίδι των ρόλων και το ταξίδι στον χώρο και τον χρόνο του εκάστοτε πρωτογενούς κειμένου, τόσο ο ίδιος ο ποιητής, όσο και ο αναγνώστης/ακροατής, έρχεται σε άμεση επαφή με άλλες κοινωνίες διαφορετικών εντάσεων, διαφορετικού τρόπου έκλυσης και πρόσληψης των συναισθημάτων. Ο Πασχάλης, λοιπόν, μέσα από αυτό το θεατρικό παιχνίδι αναμετράται πλέον, όχι μόνο με την συγχρονία των αισθημάτων και των κοινωνικών συσχετισμών που τον περιβάλλουν, αλλά με τις αρχετυπικές μορφές της έκφρασης, όπως κρυσταλλώνονται μέσα στα θεατρικά κείμενα. Με άλλα λόγια, εκκινεί μία ανασκαφή κατά την οποία, διατηρώντας τους συμβολισμούς της ποίησής του και ακουμπώντας στα σημεία του καιρού μας, πλάθει τελικά έναν λόγο-παλίμψηστο, ο οποίος όμως κοιτά και σηματοδοτεί πάντοτε το παρόν. Αξίζει ιδιαίτερα να προσεχθεί η «Έξοδος» από την παράσταση της Οδύσσειας, η οποία αποτελούσε μεταφορά στη σκηνή προσανατολισμένη στο παιδικό κοινό, στην οποία ο ποιητής φέρνει το νεαρό κοινό σε επαφή, όχι μόνο με το μύθο και την ομηρική κειμενική κληρονομιά αλλά και με το εμβληματικό πλέον ποίημα «Ιθάκη»  του Κ. Π. Καβάφη:

Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,

τράβα μπροστά και τη ζωή μη φοβηθείς,

μπες στο γερό και τυχερό σου καραβάκι,

τράβα μπροστά και πια ποτέ να μη σταθείς.

 

Να εύχεσαι μακρύς να είναι ο δρόμος,

γεμάτος περιπέτειες και γνώσεις,

τράβα μπροστά – και να προσέχεις όμως,

αν θες απ’  τις Σειρήνες να γλιτώσεις.

 

Το θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,

της θάλασσας τους άγριους κυκλώνες,

στον στόχο πίστεψε και κερδισμένος θα ‘σαι

μέσα σtα βάσανα, τους κόπους, τους αγώνες.

 

Γιατί αξίζει, ναι, αξίζει, το ταξίδι

και της ζωής και της αγάπης το παιχνίδι!

Μια περιπέτεια το κάθε τι που ζεις,

όπως το είπε ακριβώς ο ποιητής!

 

Ιδιαίτερες ενότητες μέσα στη συλλογή αποτελούν τα τραγούδια που έχει γράψει για παιδικές παραστάσεις, όπως Οι τρεις βασιλοπούλες που λιώναν τα γοβάκια τους, ο Τρελαντώνης, ο Τρωϊκός πόλεμος, Η Παναγία των Παρισίων κ.α.. καθώς και η παράσταση Αυτό που δεν τελειώνει. Στις παραστάσεις του παιδικού θεάτρου, ή του προσανατολισμένου, πιο σωστά, στο νεαρότερο κοινό, ο ποιητής γράφει με ευαισθησία και αμεσότητα για αιχμηρές αλήθειες της ενηλικίωσης μέσα από ένα πέπλο μυθικό που αμβλύνει τις εντάσεις. Χρησιμοποιεί την  ανέμελη θέαση και την αθωότητα της παιδικής ηλικίας και της πρώιμης εφηβείας ως εκφραστική ασπίδα για μία περισσότερο υπαρξιακή προσέγγιση των μύθων, μία προσέγγιση που υποστηρίζεται ιδανικά από την καλοσμιλεμένη λυρικότητα του στίχου του. Επιλέγω ενδεικτικά:

[…] Τσιγγάνος είν’ ο έρωτας

γυρνά και τραγουδάει

σαν ένας μάγος όμορφος

που πάντα σε μεθάει. […]

από το «Τσιγγάνος είν’  ο έρωτας», παράσταση Η παναγία των Παρισίων

 

Να λάμπεις και να χαίρεσαι όσο ζεις,

ποτέ μη νιώθεις λύπη,

γιατί ‘ ναι σύντομος ο δρόμος της ζωής

κι ο χρόνος σου κυλάει σαν καρδιοχτύπι!

από το «Τραγούδι του Σείκιλου», παράσταση Τρωϊκός πόλεμος

 

Η περίπτωση από την άλλη πλευρά της παράστασης Αυτό που δεν τελειώνει, ξεχωρίζει διότι μέσα στο σώμα του βιβλίου καταλαμβάνει μεγάλη έκταση, σε αντίθεση με παραστάσεις από τις οποίες ο ποιητής έχει επιλέξει να εντάξει ένα μόνο τραγούδι, παρουσιάζοντας με αυτό τον τρόπο, πέρα από το μεμονωμένο ποιητικό θραύσμα, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του Αγάπης αγώνας άγονος ή της Μεγάλης Χίμαιρας για παράδειγμα, την μεγάλη εικόνα, ολόκληρο το σχήμα της παράστασης. Μέσα από τα τραγούδια (που υποτιτλίζονται από το όνομα του ηθοποιού που τα ερμήνευε) και τις ποιητικές πρόζες της συγκεκριμένης ενότητας, νιώθω ότι ο ποιητής αρθρώνει ταυτόχρονα μία ιδιότυπη αυτοπροσωπογραφία και ένα προβολικό πορτραίτο της σύγχρονης Ελλάδας, με όλη την ιστορία και τον μύθο που την ακολουθεί και με όλη την παραμόρφωση που την δυναστεύει στις σκοτεινότερες περιόδους της και σε μεγάλο βαθμό στη συγχρονία. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά στο ποίημα «Μ’  αρέσει να γυρνώ μέσα στο πλήθος»:

 

Μ’ αρέσει να γυρνώ μέσα στο πλήθος

να παίζω με τα μάτια, να κοιτώ,

να γίνεται η πόλη ένας μύθος

και να μην απαντώ στο κινητό.

 

Γεννήθηκα σε μια πατρίδα ξένη

που μου είπανε πως ήτανε τρανή,

δεν είχα εγώ ζωή σημαδεμένη,

η μοίρα μου ήταν καθημερινή.

 

Μα βρήκα έναν τρόπο για να ζήσω

την πόλη σαν παλιός ρομαντικός,

τα πιο βαθιά μυστήρια να γνωρίσω

κι ας είμαι ένα κοινός περαστικός.

 

Παράξενη να βλέπω τη συνήθεια,

τα κτίρια να μοιάζουν σκηνικά,

να νιώθω μες στο ψέμα την αλήθεια

και να ‘ναι όλα γύρω ονειρικά.

 

Κλείνοντας το Βαλς του Ορφέα, και αφήνοντας το στο πλάι μου, νιώθω ότι έχω ολοκληρώσει ένα ταξίδι, ένα ταξίδι στον χώρο και τον χρόνο και τον μύθο, σε πολιτείες γνωστές και άγνωρες και μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι έχω ψυχαγωγηθεί με την κυριολεκτική έννοια του όρου, έχω νοιώσει μία εσωτερική ευφορία, το αίσθημά μου να πλαταίνει και αναπόφευκτα, επειδή τυχαίνει να έχω υπάρξει μαθήτρια και συνομιλήτριά του και να γνωρίζω τον ποιητή εδώ και μία δεκαετία, μεταφέρομαι σε κουβέντες που είχαμε κάνει στο παρελθόν και άλλες που είχαμε ξεκινήσει και είχαμε αφήσει μετέωρες και όλες κάπου εδώ κλειδώνουν, μέσα στους στίχους τους γραμμένους για τη σκηνή. Και αισθάνομαι ακόμη, ότι αν η ποίηση για τον Στρατή Πασχάλη αποτελεί μία επίπονη και μακρά ανασκαφή, η θεατρική γραφή, το τραγούδι για το θέατρο, η θεατρική πρόζα, αποτελεί το «παιχνίδι» του, μία άλλου είδους ανασκαφή, ένα σκάμμα από εκείνα που ξοδεύουν το χρόνο και την αθωότητά τους τα παιδιά, ψάχνοντας για θησαυρούς ανάμεσα σε γυαλόπετρες και κοχύλια και οικοδομώντας κόσμους φανταστικούς, που οι ενήλικες μπορούν να προσεγγίσουν μόνο μέσα από την απελευθέρωση των οραμάτων και την απαλοιφή των αντιστάσεων, ξετυλίγοντας τον μίτο της ποίησης.

 

Στρατής Πασχάλης, Το βαλς του Ορφέα-Στίχοι γραμμένοι για τη σκηνή, Κάπα εκδοτική, 2024

Προηγούμενο άρθροΝέο βιβλιοπωλείο- ΚΑΠΑ εκδοτική- 10 χρόνια
Επόμενο άρθρο«Στο μυαλό των θεατών», για Το Χρέος Του Εκτελεστή, του Μάικλ Κίτον (του Μανώλη Γαλιάτσου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ