της Όλγας Σελλά
Είναι πολλές οι παραστάσεις που προτείνουν ένα σημαντικό κείμενο, παλαιότερο ή νεότερο, προσφέρουν μια καθαρή ανάγνωσή του, μια καλοστημένη σκηνική συνθήκη, καλές ερμηνείες, ό,τι αναζητά κανείς, δηλαδή, σε μια αξιόλογη παράσταση, αλλά σαν κάτι να λείπει… Το όποιο εντοπιζόμενο έλλειμμα είναι διαφορετικό, αλλά είναι εκείνο το σημαντικό και απαραίτητο στοιχείο που δεν αφήνει την παράσταση να «πετάξει». Όπως, επίσης, διαφορετικοί είναι και οι λόγοι που υπάρχει αυτό το έλλειμμα –όταν υπάρχει. Είναι η σκηνοθετική ανάγνωση; Είναι η προσαρμογή στις ανάγκες ενός σύγχρονου κοινού; Ή άλλοι λόγοι;
Στις δύο παραστάσεις, με τις οποίες θ’ ασχοληθώ σήμερα, είναι διαφορετικό εκείνο το σημαντικό και απαραίτητο στοιχείο που λείπει. Γιατί έτσι κι αλλιώς είναι διαφορετικά τα έργα με τα οποία καταπιάστηκαν ο Γιώργος Νανούρης και ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος.
Το σπουδαίο έργο του Άρθουρ Μίλερ «Ήταν όλοι τους παιδιά μου» σκηνοθετεί φέτος ο Γιώργος Νανούρης. Σ’ ένα πιο καινούργιο έργο, από τα πλέον εμβληματικά του κινηματογραφικού κινήματος «Δόγμα 95», το «Festen – Μια οικογενειακή γιορτή», υπογράφει τη σκηνοθεσία ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος.
«Ήταν όλοι τους παιδιά μου», μια αληθινή, πολιτική ιστορία
Εκτός από το ίδιο το έργο, πολύ ενδιαφέρουσα και δηλωτική των πολιτικών συνθηκών της μεταπολεμικής Αμερικής, είναι και η ιστορία της γραφής του. Το έργο βασίζεται σε αληθινή ιστορία, που αλίευσε η πεθερά του Άρθουρ Μίλερ σε μια εφημερίδα του Οχάιο. Και έλεγε πώς μια εταιρεία που παρασκεύαζε ανταλλακτικά αεροπλάνων, από το 1941 ως το 1943 είχε συνωμοτήσει με αξιωματικούς επιθεώρησης του στρατού για να εγκρίνουν ελαττωματικούς κινητήρες αεροσκαφών που προορίζονταν για στρατιωτικά αεροπλάνα. Η υπόθεση είχε φτάσει σε υψηλά επίπεδα ελέγχου και το 1944 τρεις αξιωματικοί απαλλάχθηκαν από τα καθήκοντά τους και λίγο αργότερα καταδικάστηκαν για αμέλεια. Ο Άρθουρ Μίλερ έγραψε το έργο το 1946 και έκανε πρεμιέρα τον Ιανουάριο του 1947 στο Μπρόντγουεϊ, στο Coronet Theatre της Νέας Υόρκης όπου παίχτηκε αδιάλειπτα μέχρι τον Νοέμβριο του 1949.
Η ιστορία του έργου είναι η ιστορία του Τζο Κέλερ (Γιώργος Γάλλος) που κατηγορήθηκε, αλλά αθωώθηκε, ότι έστειλε εν γνώσει του ελαττωματικά ανταλλακτικά για μαχητικά αεροσκάφη, στη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, με αποτέλεσμα τον θάνατο πολλών πιλότων, ανάμεσά τους και του γιου του, Λάρι. Ρίχνει όλες τις ευθύνες στον συνεταίρο του, Στιβ Ντίβερ, που κρίθηκε ένοχος και φυλακίστηκε. Η γυναίκα του, η Κέιτ (Άννα Μάσχα) δεν παραδέχεται ότι ο Λάρι είναι νεκρός, πιστεύει ότι θα γυρίσει, τον θεωρεί αγνοούμενο. Ο άλλος της γιος, ο Κρις (Κωνσταντίνος Μπιμπής) δεν της φέρνει αντιρρήσεις, κατανοώντας την ευαίσθητη κατάστασή της, μέχρι που φτάνει στο σπίτι τους η Άννυ (Λίλα Μπακλέση), κόρη του φυλακισμένου συνεταίρου του Τζο, πρώην κορίτσι του αγνοούμενου Λάρι, που ήταν όμως από παλιά ερωτευμένη με τον Κρις. Και οι δύο θέλουν να προχωρήσουν τη ζωή τους. Προσκρούουν όμως στο εμπόδιο της μητέρας του Κρις, που δεν θέλει ν’ ακούσει κάτι τέτοιο, αφού πιστεύει ότι ο γιος της θα επιστρέψει. Την ήδη τεταμένη κατάσταση, πυροδοτεί περισσότερο η άφιξη του αδελφού της Άννυ, του Τζορτζ (Δημήτρης Σέρφας), που μόλις έχει επισκεφτεί τον πατέρα του στη φυλακή και έρχεται να ξεκαθαρίσει την κατάσταση. Τίποτα δεν θα είναι το ίδιο μετά τις αποκαλύψεις.
Το αμερικανικό όνειρο είναι τρωτό, κάποιες φορές και ανήθικο. Η νεότερη γενιά αντιδρά, απορρίπτει τον καιροσκοπισμό, την απληστία και τον κυνισμό της γενιάς του πολέμου, αναζητά άλλες αξίες, άλλους δρόμους. Κι ας έχει αρχίσει ήδη να εισβάλλει στην καθημερινότητα της αμερικανικής κοινωνίας η light όψη της (που μερικές δεκαετίες αργότερα θα έχει απλωθεί σ’ όλο τον κόσμο με πολύ χειρότερους όρους), την οποία ο Άρθουρ Μίλερ σχολιάζει στο πρόσωπο της γειτόνισσας των Κέλερ, της Λύντια (Άννα Λουϊζίδη), που εντρυφεί στην αστρολογία και στα ωροσκόπια των φίλων της.
Ο Γιώργος Νανούρης στη σκηνή του θεάτρου «Αλκυονίς» έστησε κατ’ αρχήν το σκηνικό (Μαίρη Τσαγκάρη) ενός μεσοαστικού ευκατάστατου σπιτιού της αμερικανικής επαρχίας, λιτό με υλικό το ξύλο. Στην αυλή αυτού του σπιτιού εκτυλίσσεται όλο το έργο, που μεταφέρει την ιστορία, αλλά αγγίζει επιδερμικά τη μεγάλη ιστορία (τις αναζητήσεις της μεταπολεμικής εποχής, την ανάγκη για ειρήνη, τις ηθικές αξίες που ζητούν δικαιοσύνη, αλληλεγγύη και αλήθεια). Κι αυτό ήταν το στοιχείο που έλειπε. Εστίασε κυρίως στη μελοδραματική διάσταση των σχέσεων, των συμπεριφορών και του κοινωνικού περίγυρου, σαν όλα αυτά να αφορούσαν μια οικογένεια, κι όχι την πορεία μιας χώρας έπειτα από έναν πόλεμο. Σ’ αυτό συνέβαλε και το attitude κάποιων ρόλων, κυρίως των ανδρικών, ενώ οι γυναικείες ερμηνείες κινήθηκαν σε άλλο μήκος κύματος. Ο καλός ηθοποιός Γιώργος Γάλλος δεν άγγιξε πειστικά τον στυγνό, κυνικό και χειριστικό Τζο. Μακριά από την ατμόσφαιρα του έργου (που ο σκηνοθέτης επέλεξε να διατηρήσει) ήταν η ερμηνεία του Κωνσταντίνου Μπιμπή, που δεν μετέδωσε τους αλλεπάλληλους συναισθηματικούς κραδασμούς του ρόλου του. Αδύναμος ο πρωτοεμφανιζόμενος Δημήτρης Σέρφας. Αντίθετα οι γυναικείες ερμηνείες έφεραν την ατμόσφαιρα της εποχής του έργου. Η Άννα Μάσχα μετέφερε όλο το πλαίσιο συμπεριφοράς, τον σπαραγμό, τον καθωσπρεπισμό της συζύγου που γνωρίζει αλλά δεν μιλάει, και έκανε μια ξεχωριστή ερμηνεία. Η Λίλα Μπακλέση ήταν η ανεξάρτητη αλλά και ευαίσθητη γυναίκα της νέας εποχής και η πρωτοεμφανιζόμενη Άννα Λουιζίδη έφερε επιτυχώς την ανάλαφρη νότα του καθημερινού ανθρώπου.
Μια παράσταση που απομείωσε τα πολλαπλά επίπεδα ενός σπουδαίου έργου.
Η ταυτότητα της παράστασης
Απόδοση – Σκηνοθεσία – Φωτισμοί: Γιώργος Νανούρης, Σκηνικά: Μαίρη Τσαγκάρη , Κοστούμια: Ντένη Βαχλιώτη, Βοηθός Σκηνοθέτη: Βάσια Σκιαδά , Φωτογραφίες: Γκέλυ Καλαμπάκα , Παραγωγή: ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ
Παίζουν: Γιώργος Γάλλος, Άννα Μάσχα, Κωνσταντίνος Μπιμπής, Λίλα Μπακλέση, Άννα Λουϊζίδη, Δημήτρης Σέρφας
Θέατρο «Αλκυονίς» (Ιουλιανού 42).
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη στις 7.30μ.μ., Πέμπτη στις 8μ.μ., Παρασκευή στις 9μ.μ., Σάββατο στις 6μ.μ. και στις 9μ.μ., Κυριακή στις 7μ.μ.
Festen, μια «Οικογενειακή γιορτή» που σοκάρει
Αυτή την πικρή ιστορία την γνωρίσαμε πρώτα στον κινηματογράφο, το 1998, μέσα από την ταινία του Δανού Τόμας Βίντερμπεργκ, από τις ηγετικές μορφές του κινημάτος «Δόγμα 95» στο χώρο του σινεμά. Έκτοτε, το θέατρο την ζήλεψε πολύ αυτή την ιστορία κι έχει μεταφερθεί πολλές φορές στις θεατρικές σκηνές του κόσμου. Στα 60ά γενέθλια ενός μεγαλοαστού συγκεντρώνεται όλη η οικογένεια και πολλοί φίλοι. Ο πάτερ φαμίλιας αυτής της ισχυρής δυναστείας θέλει να γιορτάσει με λαμπρότητα τα 60ά του γενέθλια. Κι όταν όλοι βρίσκονται στο τραπέζι και στις προπόσεις, ο μεγάλος γιος του, ο Κρίστιαν αποκαλύπτει τη σεξουαλική κακοποίηση που είχε υποστεί αυτός και η δίδυμη αδελφή του (που έβαλε τέρμα στη ζωή της λίγο νωρίτερα απ’ αυτή τη γιορτή), από τον πατέρα τους. Τίποτα δεν μένει ίδιο μετά από αυτή την αποκάλυψη. Οι σχέσεις στην οικογένεια διαταράσσονται, διακόπτονται. Νέες ισορροπίες διαμορφώνονται.
Αυτό το σκληρό αλλά συναρπαστικό έργο σκηνοθετεί φέτος ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος στο θέατρο «Άλμα» αξιοποιώντας κάθε γωνιά του. Γιατί επέλεξε να κάνει μια διαδραστική παράσταση, με συμμετοχή των θεατών σ’ αυτή την οικογενειακή γιορτή (που έχει ρίσκο, ενίοτε και αμηχανία, αφού καλούνται να πάρουν μέρος και θεατές σ’ αυτή τη γιορτή). Η παράσταση ξεκινάει από του φουαγιέ του θεάτρου, όπου ηθοποιοί που παριστάνουν τα γκαρσόνια της δεξίωσης και τον γενικό επιτελάρχη (Γιάννης Καπελέρης) υποδέχονται τους καλεσμένους, σ’ ένα πολυτελές ξενοδοχείο που έχει κλειστεί από τον μεγιστάνα και εορταζόμενο Χέλγκε (Γιώργος Ζιόβας) γι’ αυτό το σκοπό. Σ’ αυτό το πρώτο μέρος, η παράσταση συνομιλεί δημιουργικά και με τον κινηματογράφο, αφού όσα συμβαίνουν στα δωμάτια που καταλύουν τα μέλη της οικογένειας που έρχονται από μακριά, τα βλέπουμε στους πίνακες του φουαγιέ που μεταμορφώνονται σε οθόνες. Υπάρχουν κάποιες εντάσεις και κάποια μισόλογα σ’ αυτό το πρώτο μέρος, με πιο έντονες εκείνες του εκρηκτικού και αθυρόστομου μικρότερου γιου της οικογένειας, του Μίκαελ (Αναστάσης Λαουλάκος), αλλά όλοι φροντίζουν να τις κρύψουν κάτω απ’ το χαλί. Αιωρείται, βέβαια, η πρόσφατη αυτοχειρία της δίδυμης αδελφής του Κριστιάν (Προμηθέας Αλειφερόπουλος), του μεγάλου γιου της οικογένειας.
Και μετά όλοι μπαίνουμε στην αίθουσα του θεάτρου και καθόμαστε στις θέσεις μας, εκτός από κάποιους θεατές, που κάθονται, ως συγγενείς, πάνω στη σκηνή. Στο μεταξύ καταφθάνει ο Γκμπατοκάι (Μιχάλης Αφολαγιάν), σύντροφος της κόρης της οικογένειας, της Ελένε (Ιωάννα Κολιοπούλου) και η ρατσιστική συμπεριφορά απέναντι του, κλονίζει αρκετά την ατμόσφαιρα, που έχει σχεδιαστεί για να είναι αψεγάδιαστη και λαμπερή. Στο πλουσιοπάροχο τραπέζι αρχίζουν οι προπόσεις και οι αποκαλύψεις. Που είναι σκληρές, απίστευτες, αδιανόητες, βίαιες: ο Χέλγκε κακοποιούσε σεξουαλικά τα δύο δίδυμα παιδιά του, επί χρόνια. Και η μητέρα τους, η Έλσι (Ναταλία Τσαλίκη), έκανε ότι δεν συνέβαινε τίποτα. [Αν σας θυμίζει ένα πρόσφατο φρικιαστικό θέμα της ελληνικής επικαιρότητας, σωστά σας το θυμίζει]. Το σοκ και η αμηχανία διαδέχονται το χορό, το ποτό και το εορταστικό κλίμα. Σύντομα η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Και τότε όλοι μαζί, ηθοποιοί και θεατές, κατευθυνόμαστε πάλι προς το φουαγιέ, την έξοδο δηλαδή, για να δούμε να διαλύεται μια οικογένεια, που έτσι κι αλλιώς διαλυμένη ήταν, αλλά σιωπούσαν όλοι.
Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος οργάνωσε και έστησε μια δύσκολη θεατρική συνθήκη και το έκανε επιτυχώς. Ζήτησε από τους θεατές να μετέχουν πιο ενεργά σ’ αυτή τη «γιορτή», για ν’ αγγίξουν πιο άμεσα τα τραύματα των ανθρώπων. Ανέδειξε την υποκρισία, την ενδοοικογενειακή βία, τη χειριστική συμπεριφορά των ισχυρών προσώπων μιας οικογένειας (ή μιας κοινότητας), την επίδειξη του ευτυχισμένου «φαίνεσθαι», το διαβατήριο προς την επιτυχία βάσει αυτής της εικόνας. Αυτό, πράγματι, είναι το ένα επίπεδο του έργου και ήταν διακριτό στην παράσταση. Οι αντιδράσεις των θεατών, κυρίως όσων δεν γνωρίζουν το έργο, το αποδεικνύουν, αφού αντιδρούν όπως στο άκουσμα μιας κακής είδησης, κάποιες φορές με οργή ή με κατάρες στον κακοποιητή πατέρα.
Το δεύτερο επίπεδο αυτού του συναρπαστικού έργου είναι ότι αποτελεί αλληγορία για ολοκληρωτικές, ρατσιστικές ή φασιστικές συμπεριφορές μελών μιας κοινωνίας, που καταφέρνουν να επιβληθούν, για όσους τους ακολουθούν υπακούοντας, για όσους σιωπούν, για όσους κωφεύουν, για όσους εθελοτυφλούν, για όσους φοβούνται. Αυτό το δεύτερο επίπεδο έλειπε από την παράσταση του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου, που κράτησε ατόφιο το πρώτο επίπεδο.
Παρά το έλλειμμα, που θεωρώ ουσιαστικό, η παράσταση έχει ρυθμό, έχει πρωτοτυπία, έχει άψογη εκτέλεση με μεγάλο βαθμό δυσκολίας για τους ηθοποιούς και μερικές θαυμάσιες ερμηνείες, με πρώτη εκείνην του Προμηθέα Αλειφερόπουλου, που συχνά μόνο με τις κινήσεις των μυών του προσώπου του δείχνει τον πόνο, τη φρίκη, την αηδία που ένιωθε όλα αυτά τα χρόνια, και το κάνει με τρόπο σπαρακτικό. Καίριος στο ρόλο του τελετάρχη-κονφερασιέ ο Γιάννης Καπελέρης, η πάντα καλή Ιωάννα Κολιοπούλου ήταν το αγοροκόριτσο της οικογένειας, που δεν δίσταζε να βαδίσει κόντρα σε τυπικότητες και νόρμες. Πολύ καλές η Ιωάννα Τζίκα και η Μαριάννα Πουρέγκα που λειτούργησαν ως οι κυματοθραύστες και τα στηρίγματα του Κριστιάν η πρώτη και του Μίκαελ η δεύτερη. Ιδιαίτερα έντονος και εξωστρεφής στο πρώτο μέρος ο Αναστάσης Λαουλάκος, διήνυσε όμως επιτυχώς τη διαδρομή μέχρι τη συντριβή και τη συμφιλίωση με τον αδελφό του, όταν μαθαίνει την αλήθεια. Η Ναταλία Τσαλίκη είχε τον διακοσμητικό ρόλο της συζύγου ενός ισχυρού άνδρα, που όφειλε να είναι ευχάριστη, κομψή και ευγενική. Είχε δηλαδή έναν συμπληρωματικό ρόλο. [Δεν είναι τυχαίος ούτε ο ρόλος των γυναικών στο έργο]. Μέχρι το τέλος, και μέχρι την τελευταία σκηνή, όταν είπε σπαρακτικά τη φράση «Εγώ θα μείνω εδώ», με τα παιδιά της δηλαδή. Ο καλός ηθοποιός Γιώργος Ζιόβας δεν είχε την απαιτούμενη σκληρότητα, το παγωμένο, χυδαίο και ανάλγητο πρόσωπο που απαιτεί αυτός ο ρόλος.
Όσο για τη συνθήκη της παράστασης, αντιλαμβάνομαι την πρωτοτυπία του εγχειρήματος και την πρόθεση του σκηνοθέτη να δοθεί μια διάσταση πραγματικού χρόνου (κυρίως στο σκέλος της υποδοχής), αλλά σίγουρα θα μπορούσε, ειδικά το πρώτο μέρος, να είναι πιο σύντομο. Όσο για τις δυσκολίες της θέασης, κυρίως στο πρώτο μέρος ή στο τελευταίο, δεν τις ενστερνίζομαι, αφού πιστεύω ότι ήταν επιλογή οι θεατές να παίξουν ακριβώς αυτόν τον ρόλο: να είναι θεατές, παρατηρητές ενός συμβάντος.
Η ταυτότητα της παράστασης
Σενάριο: Τόμας Βίντερμπεργκ, Θεατρική διασκευή: Μπο Χάνσεν & Μόγκενς Ρούκοφ, Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος, Δραματουργική επεξεργασία – Σκηνοθεσία: Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, Σκηνικά – Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη, Σχεδιασμός φωτισμών: Ζωή Μολυβδά Φαμέλη, Videos παράστασης: Άκης Πολύζος, Βοηθός Σκηνοθέτη: Κατερίνα Λούβαρη Φασόη, Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή, Βοηθοί Σκηνογράφου: Ιωάννα Καλαβρού, Γιώργος Χώτος
Παίζουν: Ναταλία Τσαλίκη, Γιώργος Ζιόβας, Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Ιωάννα Κολιοπούλου, Αναστάσης Λαουλάκος, Ιωάννα Τζίκα, Γιάννης Καπελέρης, Μιχάλης Αφολαγιάν, Μαριάννα Πουρέγκα, Πένυ Παπαγεωργίου, Νικόλας Seymour Σταθόπουλος
Θέατρο «Άλμα» (Ακομινάτου 15, Μεταξουργείο).
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη και Κυριακή στις 8μ.μ., Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο στις 9μ.μ.