Κλαούδια Πινιέιρο: Για τους απελπισμένους δολοφόνους, τον Μάρκαρη, τα ψέμματα της εξουσίας (συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Σαμοθράκη)

0
404

συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Σαμοθράκη

 

Η Κλαούδια Πινιέιρο ( γεν.1960), ο λογοτεχνικός Μέσι της Αργεντινής, με πωλήσεις στη χώρα της που ξεπερνούν μόνο ο Κορτάσαρ και ο Μπόρχες,  έγινε γνωστή στο ευρύ ελληνικό κοινό μετά την σαρωτική επιτυχία του Η Έλενα Ξέρει( εκδ. Carnivora, μτφρ.Ασπασία Καμπύλη) την σπαρακτική ιστορία μιας ηλικιωμένης γυναίκας με επιθετικό Πάρκινσον που πασχίζει να αποδείξει ότι η κόρη της δεν αυτοκτόνησε (βραχεία λίστα των διεθνών βραβείων Μπούκερ 2021 και ταινία σε παραγωγή Netflix 2023). Στα ελληνικά κυκλοφορούν επίσης το Δικιά Σου για Πάντα, (Carnivora, μτφρ. Ασπασία Καμπύλη), το  πρώτο της μυθιστόρημα, στο οποίο μια νοικοκυρά επαρκώς παραλογισμένη με το κομ ιλ φο και λοιπούς μεσοαστικούς θρύλους, βοηθάει τον άνδρα της να ξεφορτωθεί τα ίχνη από την δολοφονία της… ερωμένης του και οι Καθεδρικοί,(Carnivora, μτφρ. Ασπασία Καμπύλη) μια πολυφωνική μαρτυρία διαφόρων μελών μιας οικογένειας για την άγρια δολοφονία της μικρότερης κόρης. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλα τα βιβλία της Πινιέιρο, η ευφυής αντίληψη του κοινωνικού γίγνεσθαι που μοιραία οδηγεί στην αμφισβήτηση και τα αυθάδικα «αν» της συναρπαστικής λογοτεχνίας.

Διαβάζοντας την Μπέτυ Μπου που, αν και είναι από τα πρώτα της βιβλία, μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά και πάλι από τις εκδόσεις Carnivora (μτφρ. Ασπασία Καμπύλη), ταξιδεύουμε σε ένα ιδιωτικό προάστιο του Μπουένος Άιρες με την Νούριτ, συγγραφέα αστυνομικών ιστοριών, που μαζί με έναν νεαρό αστυνομικό συντάκτη μιας εφημερίδας και τον ψημένο προκάτοχο της θέσης του, τον Μπρένα, προσπαθούν να εξιχνιάσουν μια δολοφονία πάνω σε μια πράσινη πολυθρόνα που λες και βγήκε από την Αλληλουχία των Κήπων του Κορτάσαρ.

Ενθουσιάστηκα και έπρεπε οπωσδήποτε να ρωτήσω την ίδια να μας πει μερικά από τα εκπληκτικά πράγματα για την λογοτεχνία, τον φεμινισμό, τον ρόλο του διανοούμενου απέναντι στη λογοκρισία, τη συμβουλή που της έδωσε κάποτε ο Σαραμάγκου και τα αστυνομικά που μόνο η Κλαούδια ξέρει.

 

Η συνέντευξη 

Αλεξάνδρα: Μόλις τελείωσα τη Μπέτυ Μπου και πρέπει να σας πω πως μου άρεσε πολύ- είναι τελείως διαφορετική από τα υπόλοιπα βιβλία σας, με εξαιρετικό χιούμορ που θυμίζει Μάρκαρη και Φίλιπ Κερρ και Καμιλιέρι και πολύ πιο κοντά στο noir αλλά έχει και πιο πολύ από εσάς μέσα- όπως η πρωταγωνίστρια η Νούριτ και εσείς διαβάζετε ενώ περπατάτε, και κάποτε ήσασταν δημοσιογράφος.

Κλαούδια: Καλά τα λες. Όντως το Μπέτυ Μπου έχει πιο πολύ χιούμορ. Όταν ξεκίνησα να γράφω κατέφευγα πολύ στο χιούμορ- το Δικιά σου Για Πάντα έχει πολύ χιούμορ αλλά μετά το γύρισα στο πιο σκοτεινό. Έχασα ένα μέρος του χιούμορ μου λόγω των θεμάτων που ταλανίζουν την κοινωνία- επί παραδείγματι οι Καθεδρικοί και Η Έλενα Ξέρει είναι πολύ πιο θλιβερά βιβλία λόγω του θέματός τους. Όμως αγαπώ το χιούμορ- είναι ένας υπέροχος τρόπος να πεις κάτι σε κάποιον. Επειδή πολλές φορές οι άνθρωποι δεν θέλουν να ακούσουν κάτι- αν όμως τους το πεις με χιούμορ θα το ακούσουν. Είναι το καλύτερο μέσον προσέγγισης του αναγνώστη.

Η Μπέτυ Μπου είναι ένα από τα πρώτα βιβλία μου. Είχα γράψει το Δικιά Σου Για Πάντα και τις Χήρες του Απόβραδου της Πέμπτης (αμετάφραστο στην Ελλάδα προς το παρόν- μετάφραση τίτλου δικιά μου) αλλά ήδη τότε μου έλεγαν διάφοροι συχνά «α μα εσείς είστε συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας». Εγώ δεν νιώθω έτσι. Όταν ξεκινάω να γράφω ένα βιβλίο, έχω κατά νου τους χαρακτήρες, την πλοκή, την γλώσσα αλλά ποτέ το να γράψω μια αστυνομική ιστορία. Οι φόνοι απλά προκύπτουν- ξαφνικά μέσα στην ιστορία εντοπίζεται ένα πτώμα και εγώ πρέπει να εξηγήσω τι συνέβη. Συνήθως δανείζομαι κάποια στοιχεία από τη νουαρ λογοτεχνία αλλά κατά την γνώμη μου δεν είναι αστυνομικά τα βιβλία μου. Για όλα τα άλλα μου έργα με ενημερώνουν σε ένα φεστιβάλ ή σε μια βιβλιοθήκη ότι έχω γράψει ένα αστυνομικό, αλλά συγκεκριμένα στη Μπέτυ Μπου, συνειδητά ήθελα να γράψω ένα νουαρ. Είναι το μόνο απ’όλα τα βιβλία μου που ξεκίνησα με σκοπό να το κατατάξω στο συγκεκριμένο genre. Θαυμάζω πολύ τον Μάρκαρη και το ευρωπαϊκό νουαρ και ήθελα να αποτελέσει φόρο τιμή σε αυτού του είδος τη λογοτεχνία

Αλεξάνδρα: Ένας από τους βασικούς, εντελώς νουάρ χαρακτήρες του βιβλίου, ο Χάιμε Μπρένα, ο τελειωμένος αλλά συμπαθέστατος δημοσιογράφος- λαγωνικό, κάπου αναφέρει πως «το διάβασμα σε κάνει καλύτερο δημοσιογράφο».  Όντως;

Κλαούδια: Νομίζω πως το διάβασμα σε κάνει καλύτερο άνθρωπο και καλύτερο πολίτη, όχι μόνο καλύτερο δημοσιογράφο. Αυτό είναι πολύ σημαντικό σήμερα που τόσοι άνθρωποι παλεύουν στα μέσα κονωνικής δικτύωσης χωρίς επιχειρήματα, χωρίς τίποτε ουσιαστικό να πούνε παρά μόνο ατάκες και σλόγκαν. Πιστεύω πως οι περισσότεροι από αυτούς δεν έχουν τον χρόνο να διαβάσουν, να παραθέσουν ένα επιχείρημα, να εξηγήσουν μια ιδέα. Το διάβασμα είναι ένα καλό εργαλείο για να κατανοήσουμε τους άλλους ανθρώπους, να μπούμε στη θέση του άλλου, να  καταλάβουμε άλλους κόσμους, άλλες χώρες, άλλες κοινωνίες. Το διάβασμα διευρύνει το σύμπαν μας. Σε μια έκθεση βιβλίου με ρώτησαν πως μπορούμε εμείς οι συγγραφείς να βοηθήσουμε την κοινωνία και η απάντηση ήταν περίπου αυτή: η λογοτεχνία επιτρέπει κάποιες λειτουργείες όπως το να βάζουμε τον εαυτό μας στη θέση του άλλου, να μαθαίνεις την ενσυναίσθηση, πως υπάρχουν άλλοι κόσμοι, πως η αλήθεια δεν είναι πάντα μια αλλά κάποιος ίσως βλέπει αλλιώς τα πράγματα- όλοι αυτοί οι μηχανισμοί θέτονται εν κινήσει μέσω της λογοτεχνίας.

Αλεξάνδρα: Αναφέρατε πως υπάρχουν πάνω από μια αλήθειες και πολλοί βασικοί χαρακτήρες του βιβλίου δουλεύουν σε εφημερίδες, αλλά δεν αναζητούν όλοι την αλήθεια, κάποιοι αρκούνται στα  fake news.

Κλαούδια: Όταν έγραψα τη Μπέτυ Μπου, δεν υπήρχε ο όρος «fake news» ή  «παραπληροφήρηση» όπως τους χρησιμοποιούμε σήμερα. Η ίδια η παραπληροφόρηση φυσικά υπήρχε αλλά τότε χρησιμοποιούσαμε άλλες λέξεις για να πούμε το ίδιο, με επικρατέστερη ίσως την «ανεπαρκή πληροφόρηση» που όμως πολλά άτομα πίστευαν λες και ήταν αληθινή. Πλέον ο όρος “fake news” χρησιμοποιείται και στην Αργεντινή και παντού.

Αλεξάνδρα: Προς το τέλος του βιβλίου, αναφέρεστε και στην αντί-πληροφόρηση, όχι την παραπληροφόρηση, αλλά στην αντίσταση στην mainstream αφήγηση της πραγματικότητας.

Κλαούδια: Ναι, μπορούμε πλέον να συναντήσουμε σοβαρή δημοσιογραφία σε άλλα μέρη, εκτός των καθιερωμένων εφημερίδων και ΜΜΕ, όπως πχ σε ένα podcast ή σε ένα blog όμως πρέπει να ξέρουμε πως να επιλέγουμε ποια πληροφόρηση είναι καλή και σωστή και ποια όχι.

Αλεξάνδρα: Όμως η πληροφόρηση που πάει κόντρα στο σύστημα, μοιραία θα συναντήσει την λογοκρισία. Τι μπορεί να κάνει ο διανοούμενος σήμερα κόντρα στην λογοκρισία;

Κλαούδια: Για την Αργεντινή, πραγματικά, δεν θα μπορούσες να διαλέξεις χειρότερη στιγμή να μου κάνεις αυτή την ερώτηση! Εντάξει στο παρελθόν με την δικτατορία ήταν ακόμη χειρότερα, τόσοι άνθρωποι  έχασαν τη ζωή τους ή «εξαφανίστηκαν» (desaparesidos), αλλά και τώρα υπάρχει λογοκρισία, αν και με πιο έμμεσο τρόπο. Η κυβέρνησή μας και συγκεκριμένα ο Πρόεδρος, σε καθημερινή βάση επιτίθεται κυρίως σε δημοσιογράφους, με ιδιαίτερη προτίμηση σε γυναίκες δημοσιογράφους -χωρίς να την γλιτώνουν βέβαια και οι άνδρες- χαρακτηρίζοντας κάποιους «ψεύτες» και άλλους «διεφθαρμένους» και πολύς κόσμος το πιστεύει.

Σχετικά με τη λογοτεχνία, συγκεκριμένα, αυτή τη στιγμή βιώνουμε μια κατάσταση πολύ σοβαρή, γιατί η κυβέρνηση μιας από τις περιφέρειες που αντιτάσσονται στην κρατική διοίκηση, αγόρασε διάφορα βιβλία που έστειλε στα σχολεία. Πολλά από αυτά τα βιβλία  είναι δικά μου, για παράδειγμα οι Καθεδρικοί, είναι ένα από αυτά, κι άλλων συγγραφέων, και από 4 γυναίκες συγγραφείς η κυβέρνηση έπιασε τα βιβλία τους, παράγραφο παράγραφο, που όταν τις αφαιρείς απ’ το συγκείμενο, μένεις με λέξεις είτε έντονες είτε σεξουαλικής αναφοράς, όταν όμως τις δεις όμως μέσα στο γενικότερο πλαίσιο, είναι βιβλία που στάλθηκαν για συγκεκριμένο σκοπό στις βιβλιοθήκες, όχι στα παιδιά να τα διαβάζουν μόνα τους, αλλά στις βιβλιοθήκες, στους ενήλικες. Εκείνοι όμως παίρνουν μια μόνο παράγραφο με μια λέξη σεξουαλικής αναφοράς κλπ. και λένε στο κόσμο ότι πρόκειται για πορνογραφία, έργα παιδεραστίας κλπ. Εγώ, λοιπόν, κι άλλες συγγραφείς, βρισκόμαστε στο μάτι του κυκλώνα, κρινόμαστε από λέξεις που χρησιμοποιούμε ως πρόσωπα που διαφθείρουν τη νεολαία. Προφανώς κανείς δεν μπορεί να το υποστηρίξει αυτό, είναι γελοίο, είναι ψέμα, αλλά ο κόσμος πιστεύει τα ψέματα. Μια απ’ τις συγγραφείς που δέχεται πολλές επιθέσεις σήμερα, δέχεται κι απειλές κατά της ζωής της καθημερινά, φωτογραφίες των παιδιών της κυκλοφορούν στο διαδίκτυο με επιγραφές «Πάρτε της τα παιδιά είναι διεφθαρμένη μάνα», την σχολιάζουν «Σκοτώστε την» στις φωτογραφίες.

Αυτά συμβαίνουν σήμερα στην Αργεντινή, για να δείτε τι εστί λογοκρισία και πώς προστατεύεται κανείς από αυτήν. Για να προστατευτείς πρέπει να φύγεις τρέχοντας, για να σώσεις τη ζωή σου. Όμως,  μαζευόμαστε όλοι μαζί, συσπειρωνόμαστε οι συγγραφείς, για να κάνουμε κάτι, κάποια συλλογική, πολιτική, λογοτεχνική πράξη για να μη μας κλείσουν τα στόματα. Προσπαθούμε να ενωθούμε συλλογικά, έτσι υπάρχει μεγαλύτερη προστασία σε σχέση με την ατομική πάλη.

Αλεξάνδρα: Λυπάμαι τόσο πολύ που το ακούω αυτό- ήλπιζα να μου δώσετε μια θεωρητική απάντηση! Φέρνει και στο μυαλό την κυβέρνηση του Τραμπ. Εσείς προασπίζεστε τόσο σθεναρά τα δικαιώματα της γυναίκας- σε δύο από τα βιβλία σας (Καθεδρικοί, Η Έλενα Ξέρει) η απόφαση για μια άμβλωση παίζει καθοριστικό ρόλο στην πλοκή.  Θα μπορούσαν τα δυο αυτά βιβλία να εξελιχθούν ως πλοκή στην σημερινή Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ;

Κλαούδια: Δεν μπορούμε να ξέρουμε πως θα ήταν σήμερα γιατί οι περιστάσεις αλλάζουν. Οι γυναίκες στη Βόρεια Αμερική είναι φυσικό να νιώθουν ανήσυχες: σε κάποιες Πολιτείες έχουν χάσει ήδη αυτό το δικαίωμα ενώ σε άλλες δεν ξέρουν αν θα το διατηρήσουν ή όχι. Όμως όλες πρέπει να ανησυχούμε όχι μόνο οι γυναίκες στις ΗΠΑ. Το φεμινιστικό κίνημα είναι ένα οριζόντιο κίνημα που διασχίζει όλες τις χώρες του κόσμου. Όλες μαζί παντού ανησυχούμε για όσα συμβαίνουν σε αυτές τις χώρες. Ας πάρουμε για παράδειγμα την Αργεντινή: η νομοθεσία επιτρέπει την διακοπή της ανεπιθύμητης κύησης- όμως η κυβέρνηση δεν διαθέτει στα νοσοκομεία τους απαραίτητους πόρους. Χωρίς οικονομική ενίσχυση και κατάλληλα προγράμματα μπορεί να έχεις το δικαίωμα αλλά δεν μπορείς να το ασκήσεις. Ταξιδεύω συχνά στην Ισπανία και οι Ισπανίδες είναι και αυτές ανήσυχες. Πώς είναι η κατάσταση στην Ελλάδα;

Αλεξάνδρα: Στην Ελλάδα είναι πιο πολιτισμένα τα πράγματα, τουλάχιστον προς το παρόν!

Κλαούδια: Πάμε όλες στην Ελλάδα λοιπόν!

Αλεξάνδρα: Μιας που η κουβέντα έφτασε στην απόγνωση, ήθελα να σας ρωτήσω, είναι ο φόνος πάντα μια πράξη απόγνωσης;

Κλαούδια: Ναι, στα δικά μου βιβλία στις περισσότερες περιπτώσεις ο φόνος είναι μια πράξη απελπισίας επειδή οι χαρακτήρες των βιβλίων μου δεν είναι αληθινοί δολοφόνοι, δεν είναι δηλαδή ψυχοπαθείς που σκοτώνουν. Μου αρέσουν για δολοφόνοι στα βιβλία μου προσωπικότητες που θα μπορούσαν να είναι οποιοιδήποτε από εμάς και σε μια στιγμή κάτι συμβαίνει και περνάνε στην αντιπέρα όχθη. Γι’ αυτούς το κίνητρο είναι σχεδόν πάντα είναι η απελπισία. Αυτοί με ενδιαφέρουν κατά κύριο λόγο, αλλά θα μπορούσε να είναι και κάποιος που υπερασπίζεται κάτι ή κάποιον, πχ μια μάνα που σκοτώνει για να υπερασπιστεί τον γιό της. Αλλά πάντα υπάρχει ένα κίνητρο που κινητοποιεί έναν χαρακτήρα χωρίς αυτός να είναι δολοφόνος.

Αλεξάνδρα: Ας πάρουμε για παράδειγμα τους Καθεδρικούς- εκεί αν όχι το κίνητρο, αλλά τουλάχιστον η προεργασία του κινήτρου του εγκλήματος μπορεί να αποδοθεί στην καθολική πίστη- και εδώ, στην Αγγλία όπου ζω, ο αρχιεπίσκοπος του Κάντερμπερι μόλις παραιτήθηκε εξαιτίας της συγκάλυψης ενός σκανδάλου παιδεραστίας. Σοκάρομαι που βλέπω τα βιβλία σας να φωτίζουν τόσο εύστοχα τα κακώς κείμενα της εποχής μας. Γιατί είναι τόσο πρακτικό εργαλείο η λογοτεχνία για την ανατομία της κοινωνίας;

Κλαούδια: Με ενδιαφέρει πάρα πολύ να αφηγούμαι την κοινωνία. Οτιδήποτε λαμβάνει χώρο σε ένα μυθιστόρημα σχετίζεται με την κοινωνία μέσα στην οποία αυτό εξελίσσεται. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα: ξυπνάω το πρωί και εκεί που πλένω τα δόντια μου ακούω στις ειδήσεις πως κάποιος μπήκε με ένα όπλο σε ένα κολλέγιο και σκότωσε ανθρώπους. Θα σκεφτώ πως αυτό έγινε στην Αμερική γιατί εκεί συμβαίνουν τέτοια πράγματα κατά κύριο λόγο. Στην Αργεντινή είχαμε τους εξαφανισμένους. Για άλλες κουλτούρες κάτι τέτοιο θα ήταν ανήκουστο, πρόκειται όμως περί ενός εγκλήματος που για εμάς είναι δυνατόν. Άρα η αντίστοιχη κοινωνία καθορίζει τον τύπο του εγκλήματος σε κάθε μυθιστόρημα και εμένα με ενδιαφέρει πάρα πολύ να μπορώ να πλάσω χαρακτήρες που ζουν στην σύγχρονη κοινωνία και άρα με την αφήγηση της ιστορίας τους καταλήγω να εξιστορώ και την ίδια την κοινωνία.

Αλεξάνδρα:  Αναφέρατε το έγκλημα αναλόγως της κοινωνίας. Στην Μπέτυ Μπου μου άρεσε η ιδέα πως αυτό γίνεται ακόμη πιο συγκεκριμένα, ο καθένας βρίσκει το τέλος που του αρμόζει. Για πείτε μου, στους βιβλιοκριτικούς τι τέλος αρμόζει;

Κλαούδια: (γέλια) Εμένα μου αρέσει ένα βιβλίο που λέγεται Μικρές Πικρές Αλήθειες (στα ελληνικά από εκδόσεις Bell) του David Lodge -ο συγγραφέας μου αρέσει πολύ. Στο βιβλίο υποτίθεται ότι ένας συγγραφέας βρίσκεται στην εξοχή και περιμένει να βγει η κριτική για ένα βιβλίο του, με τη γυναίκα του, είναι πολύ αγχωμένος, έρχεται να τον επισκεφτεί κι ένας άλλος φίλος του συγγραφέας. Και κανείς δεν μιλάει για το θέμα, γιατί ξέρουν ότι εκείνος είναι να πέσει να πεθάνει, οπότε έτσι πάει όλο το μυθιστόρημα, είναι πολύ αστείο. Η απόγνωση είναι τεράστια.

Εδώ στην Αργεντινή έχουμε μερικές κακές κριτικές, αλλά γενικά δεν είναι ότι έχουμε και κάποιον ως αυθεντία, δηλαδή αυτός που θα κάνει μια κακή κριτική δεν θα είναι και κάποιος που θα σε νοιάξει πάρα πολύ. Άρα, δεν έχω ποτέ και την επιθυμία να σκοτώσω κανέναν.  Θα στεναχωρηθείς, αλλά δεν θα φτάσεις στο να θέλεις να σκοτώσεις και κανέναν. Αυτό που κάνουμε είναι ότι τον σχολιάζουμε μεταξύ μας οι συγγραφείς, λέμε ότι δεν ήταν σωστή η κριτική του, έτσι τον σκοτώνουμε μεταξύ μας.

Αλεξάνδρα: Στην Μπέτυ Μπου αναφέρεται ο δημοσιογράφος, συγγραφέας αστυνομικών και πατέρας της ερευνητικής δημοσιογραφίας Rodolpho Walsh που είχε πει το 1968 ότι  «η λογοτεχνία ξόφλησε!». Φαντάζομαι πως δεν συμφωνείτε αφού γράφετε όλα αυτά τα υπέροχα βιβλία, αλλά συμφωνείτε;

Κλαούντια: O Rodolpho Walsh δολοφονήθηκε από το δικτατορικό καθεστώς και αυτό το είπε στο πλαίσιο πολιτικής έκτακτης ανάγκης: άνθρωποι δολοφονούνταν, εξαφανιζόντουσαν, βασανιζόντουσαν κτλ, οπότε δεν υπήρχε χρόνος για λογοτεχνία. Όμως όταν έχουμε χρόνο είναι πολύ ενδιαφέρον να εξιστορούμε αυτά τα πράγματα. Το ίδιο και το χιούμορ, χρειάζεται τον κατάλληλο χρόνο. Η λογοτεχνία είναι πολύ δυνατό εργαλείο για τις εποχές που υπάρχει η προδιάθεση να δείχνουμε κατανόηση και να σκεφτόμαστε επιχειρήματα, έννοιες και καταστάσεις. Όμως σε στιγμές κρίσης ναι, η λογοτεχνία δεν είναι εφικτή.

Αλεξάνδρα: Επίσης στην Μπέτυ Μπου αναφέρεται το “link or ink”, δηλαδή η διαφοροποίηση της πληροφόρησης σε διαδικτυακή και έντυπη, με το υπονοούμενο πως αν δεν έχεις διαδικτυακή παρουσία στο μέλλον δεν υπάρχεις. Είστε αισιόδοξη για το μέλλον;

Κλαούντια: Ακριβώς αυτή τη στιγμή είναι δύσκολο να διατηρήσω την αισιοδοξία μου αλλά γενικά ναι, είμαι αισιόδοξη, με την έννοια ότι σκέφτομαι πως «με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα καταφέρουμε να το ξεπεράσουμε και αυτό».  Ήταν πολύ ενδιαφέρον, όταν παρουσίασα τα βιβλία του Μάρκαρη στην Αργεντινή, ήταν σαν μάθημα της ελληνικής ιστορίας, όλα τα βιβλία του μαζί εξιστορούν την σύγχρονη ελληνική ιστορία τουλάχιστον για εμένα που δεν γνώριζα την ιστορία της Ελλάδας.

Ναι είμαι αισιόδοξη, αλλά χρειάζεται να δουλέψουμε και στην Αργεντινή και στις ΗΠΑ και παντού, γιατί έχει επικρατήσει η συντηρητικότητα που δεν προσφέρει τίποτε ούτε στον πολιτισμό, ούτε στις τέχνες, ούτε στα δικαιώματα των γυναικών και αυτό με κάνει να ανησυχώ πολύ. Όπως και η κλιματική αλλαγή: πρόσφατα μου έλεγε ένας δημοσιογράφος πως δεν πιστεύει στην κλιματική αλλαγή! Και με έκανε να αναρωτιέμαι πως είναι δυνατόν να μην πιστεύει στην κλιματική αλλαγή, λες και είναι θρησκεία στην οποία είτε πιστεύεις είτε όχι; Η κλιματική αλλαγή είναι υπαρκτή! Υπάρχει επιστημονική τεκμηρίωση, υπάρχουν οι φωτογραφίες από τις πλημμύρες στη Μάλαγα και την Βαλένσια. Η δημοσιογραφία δεν θα έπρεπε να το κάνει αυτό, να πιστεύει ή να επιλέγει να μην πιστεύει ένα γεγονός. Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι ασχολούνται με το να επιβιώσουν και δεν διαθέτουν χρόνο για ποιοτική ενημέρωση και έτσι είναι εύκολο να τους σφυρηλατείς το κεφάλι με ψέματα.

Αλεξάνδρα: Όταν κερδίσατε το βραβείο Clarin Alfaguara, στην κριτική επιτροπή ήταν και ο Jose Saramagu που σας έδωσε μια συμβουλή: «Να εμπιστεύεσαι πάντα τους αναγνώστες.» Πόσο εύκολο είναι αυτό; Την ακολουθείτε την συμβουλή του;

Κλαούντια : Νομίζω πως είναι υποχρεωτικό για τον συγγραφέα να εμπιστεύεσαι τους αναγνώστες! Από φόβο μπορεί να θεωρήσουμε πως ο αναγνώστης δεν θα κατανοήσει αυτό που γράφουμε αλλά προσωπικά ως αναγνώστρια όταν μου εξηγούν υπερβολικά κάτι νιώθω σα να με σέρνουν από το χεράκι. Ή άλλο παράδειγμα, το τέλος ενός βιβλίου που παραμένει ανοιχτό, για εμένα μπορεί να ολοκληρωθεί το βιβλίο μέσα στο κεφάλι του αναγνώστη. Δεν μου πέφτει λόγος πως ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται αυτό που διαβάζει- είναι αποκλειστικά δικό του δικαίωμα. Πρέπει όχι μόνο να τους εμπιστευόμαστε τους αναγνώστες μας αλλά και να τους εκπαιδεύουμε.

Αλεξάνδρα: Θα έρθετε στην Ελλάδα για το φεστιβάλ ΛΕΑ 2025 (www.lea-festival.com) για το οποίο θα ανακοινωθούν σύντομα λεπτομέρειες.

Κλαούντια: Ναι! Ανυπομονώ να σας γνωρίσω όλους από κοντά εκεί!

 

Τα βιβλία της Κλαούδια Πινιέιρο, όλα σε μετάφραση Ασπασίας Καμπύλη

Δικιά σου για πάντα           Καθεδρικοί                               Μπέτι Μπου

Προηγούμενο άρθροΤα μαστορικά διηγήματα της Αλέκας Πλακονούρη (του Γιάννη Ανδρουλιδάκη)
Επόμενο άρθρο«Festen» και «Ήταν όλοι τους παιδιά μου»: τα έργα, οι παραστάσεις, τα ελλείμματα (της Όλγας Σελλά)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ