της Βαρβάρας Ρούσσου
Με αρκετές πολύ καλές συλλογές ήδη καταξιωμένων ποιητριών και ποιητών βαδίζει προς το τέλος του και αυτό το έτος. Παράλληλα, οι πρώτες εμφανίσεις νέων κινούν σχετικό ενδιαφέρον. Μια σύντομη επισκόπηση δίνει, ακόμα μια φορά, την εικόνα ενός πολυδύναμου ποιητικού τοπίου που δεν μπορεί να ακινητοποιηθεί και να περιοριστεί σε μια μόνο τάση. Τόσο η συγχρονία με το πλήθος των γεγονότων όσο και θεμελιακά ζητήματα που επανατίθενται πάλι με αφορμή το σήμερα μπαίνουν στο επίκεντρο της ποίησης.
Οι ποιήτριες/ποιητές που ξεκίνησαν στη δεκαετία του ’70 (αφήνω εμπρόθετα τον πολυπαθή όρο γενιά) ή και παλιότερα έδωσαν και φέτος συλλογές: Βερονίκη Δαλακούρα, Ζέφη Δαράκη, Δήμητρα Χριστοδούλου. Αξιοσημείωτο γεγονός αποτελεί η ποιητική επάνοδος του Βαγγέλη Κάσσου.
Ορισμένες/οι πρωτοεμφανιζόμενες/οι είναι αξιοπρόσεκτες/οι αλλά η έως τώρα παραγωγή δεν φαίνεται να αποδίδει μια δυναμικά διακριτή φωνή που διαφοροποιείται υφολογικά ώστε να καλλιεργεί σημαντικές προσδοκίες, χωρίς ωστόσο να λείπουν δημιουργοί στις/στους οποίες/ους αναγνωρίζονται οι δυνατότητες εξέλιξης ίσως και δυνητικά μιας μελλοντικής έκπληξης. Η ανάγνωση όμως των συλλογών του 2024 δεν έχει τελειώσει όπως και η χρονιά.
Βερονίκη Δαλακούρα, Ευφροσύνη. Ποιήματα για μικρά παιδιά (κουκκίδα)
Η Ευφροσύνη αποτελεί την πρόσφατη παρουσία μιας ποιήτριας με μακρά πορεία που πραγματικά καλλιέργησε προσωπικό ύφος. Οι επιδράσεις από τον υπερρεαλισμό, που η κριτική επανειλημμένα εντόπισε, απέδωσαν αυτήν ακριβώς την ιδιοφωνία, στοιχεία δηλαδή που η Δαλακούρα προσάρμοσε στο δικό της ιδίωμα ώστε να μην εντάσσεται στο ρεύμα ή στους άμεσους επιγόνους του αλλά να διατηρεί μια προσωπική σχέση με ελεγχόμενους συνειρμούς που δεν αποκόπτονται από το πραγματικό. Σημεία-ρωγμές στο ποιητικό της σύμπαν επιτρέπουν την αναγνωστική είσοδο ανοίγοντας έναν χώρο ακροβασίας ανάμεσα στο πραγματικό και στο μη πραγματικό. Το βίωμα καλυμμένο, έχοντας υποχωρήσει στο βάθος των λέξεων ή στο βάθος του ονειρικού στοιχείου εκφέρεται από μια, κατά το δυνατόν, αποστασιοποιημένη φωνή που ελέγχει τη δόμηση του ποιήματος.
Ζέφη Δαράκη, accordion (ύψιλον)
Άλλη μια ιδιόφωνη ποιήτρια με σταθερά υφολογικά στοιχεία και πάγιο χειρισμό του υλικού της. Ξεκινώντας από τον τρόπο που τα βιώματα αντανακλούν στον προσωπικό της καθρέφτη, η Δαράκη χρησιμοποιεί ψήγματα αυτής της αντανάκλασης παράγοντας ένα σύμπαν που ακροβατεί μεταξύ του αόριστου και ασαφούς χώρου και της πραγματικότητας, έναν μονόλογο της γυναικείας φωνής που βλέπει απορηματικά τον κόσμο, τους άλλους που παραληρούν, το χρόνο που φεύγει, το θάνατο που έρχεται, το ποίημα που επιχειρεί να αδράξει το φευγαλέο και να πει το άλεκτο. Έχοντας πραγματικά μεταποιήσει και επεκτείνει την έννοια της εξομολογητικής ποίησης η Δαράκη κατορθώνει να ανανεώνει τη δραστικότητα του λόγου σε κάθε συλλογή της αν και τα μέσα και το ύφος δεν αποκλίνουν από βιβλίο σε βιβλίο. Έτσι, αν και καταθέτει μια ποίηση του εσωτερικού τοπίου, πολύ συχνά ο/η αναγνώστης/στρια τη βρίσκει καίρια επίκαιρη.
Σταύρος Ζαφειρίου, Το χρονικό του πάντοτε τελευταίου θανάτου (Νεφέλη)
Ατομική μνήμη που διαβρώνεται δραματικά από την Ιστορία και ανακαλώντας το ιστορικό πλαίσιο μετατρέπεται σε συλλογική, άλλοτε με ευθεία αναφορά στο βίωμα, άλλοτε στον αντίκτυπό του, με άλματα στο χρόνο από την παιδική Θεσσαλονίκη στην ωριμότητα, με μνήμη/παρελθόν και παρόν να συμπλέκονται, με ρητό διακείμενο, φιλοσοφικό υπόβαθρο και διακαλλιτεχνικό στοιχείο. Το ποιητικό υποκείμενο εξομολογείται και απορεί, στοχάζεται και εντέλει επιστρέφει στην παραμυθία της τέχνης γνωρίζοντας ότι ούτε αυτή εξορκίζει το θάνατο. Σύνθετο ποίημα, όπως και άλλα του Ζαφειρίου που επεξεργάζεται αποδοτικά αυτό το μοντέλο και γνωρίζει να κατανέμει εύστοχα τα ποιήματα, καλύτερα τα μέρη της σύνθεσης, σε ενότητες. Το βιβλίο αντηχεί την τεχνική ωριμότητα του Ζαφειρίου στη διαχείριση δύσκολου υλικού.
Χλόη Κουτσουμπέλη, Αρχαίος πίθηκος, (Πόλις)
Επειδή «Κάθε μικρή νεροκολοκύθα μάς περιέχει» και «Τόσο εύκολα θρυμματιζόμαστε, σκόνη στο πουθενά.», από το ελάχιστο κύτταρο στην κορυφαία μορφή όντος, τον άνθρωπο, η Κουτσουμπέλη με πυκνότατο λόγο δεν επιστρέφει μόνο στην ξεχασμένη από τον ίδιο τον άνθρωπο ζωότητά του αλλά και στην αίσθησή του για την αιωνιότητα της ύπαρξης και την άρνηση του θανάτου ο οποίος όμως παραμονεύει διαλυτικά και ύπουλα τερματίζει την αλαζονεία της ανθρώπινης ύπαρξης. Με επιστροφή και διάσπαρτες αναφορές σε ανθρωπολογικές διαπιστώσεις για την ανθρώπινη πορεία στη γη (από τον αυστραλοπίθηκο στο homo sapiens ή ακόμη και σε εκείνον τον υποθετικό πίθηκο μεταξύ μη- γλώσσας και γλώσσας) και σε μυθολογικές μορφές (θεματική ήδη μελετημένη στην ποίηση της Κουτσουμπέλη) «το μόνο σταθερό/είναι η συνεχής απώλεια.». Μια σειρά θεματικών κύκλων διατρέχουν τη συλλογή, με βάση βιωματική και εμπειρική και ταυτόχρονα με απολήξεις σε φιλοσοφικά κείμενα. Η Κουτσουμπέλη περισσότερο παρά ποτέ διαμορφώνει εδώ μια σύνθετη συλλογή που παρά το «λόγιο» φαινομενικά χαρακτήρα της (αφού η σύστασή της έχει τις παραπάνω βάσεις) κατορθώνει τη συγκίνηση ιδίως με το ευθύβολο τέλος κάθε ποιήματος.
Στάθης Κουτσούνης, Ρόδο σε καθρέφτη (Μεταίχμιο)
Η ομορφιά όχι μόνο αφηρημένα ή ως αισθητική κατηγορία αλλά στην υλική, απτή διάστασή της που συλλαμβάνεται με όλες τις αισθήσεις, που δεν υποτάσσεται αλλά, ενσαρκωμένη κυρίως στη γυναίκα, υποτάσσει, η ομορφιά που αναζητά τη λεκτική της υπόσταση είναι ο κύριος άξονας της συλλογής. Επίσης, ο αισθησιακός σωματικός έρωτας και ο πόθος που βρίσκει άλλοτε ορμητικά άλλοτε τρυφερά την ανταπόκριση αλλά και μνήμες και ο θάνατος ως αντίποδας της ομορφιάς, αυτές οι βασικές θεματικές του Κουτσούνη, επανέρχονται. Ο τίτλος πολυεπίπεδα ερμηνεύσιμος, με διακειμενικές αναφορές, όντως προετοιμάζει για ποιήματα που ανοίγουν διάλογο με πλήθος άλλων κειμένων αλλά και επιδιώκουν ανοιχτή επικοινωνία με τον αναγνώστη.
Λένια Ζαφειροπούλου, Φύση μισή. Τα χειρόγραφα από το σπίτι του λόφου (Πόλις)
Μια ενιαία ποιητική σύνθεση εν είδει δραματικού ποιήματος ή μουσικής σύνθεσης. Θεατρικός χαρακτήρας, πυκνά νοήματα, πλοκή, πρόσωπα (ανθρώπινα και μη ανθρώπινα ζώα), γοητευτικός μύθος και άλλες πολλές πτυχές της τρίτης, και καλύτερης, συλλογής της Ζαφειροπούλου. Θα επανέλθω αναλυτικά.
Στην πορεία του Κουτσοδόντη από τη Χαλκομανία ως σήμερα είναι εμφανής αφενός η επιμονή στη διαχείριση συγκεκριμένων θεματικών (η ιστορία, το ταξικό, πρόσωπα και χώρες του αριστερού χώρου και του κομμουνισμού και ιδίως ο γκέι/κουήρ έρωτας) αφετέρου η διαρκής επεξεργασία των τρόπων του (έκταση στίχων, ρυθμικότητα, ακροβασία λυρισμού ρεαλισμού αφηγηματικότητας-πύκνωσης). Σε αυτή τη συλλογή η ευαλωτότητα του κουήρ ατόμου με την έκθεσή του και την πλήρη αποκάλυψη του τραύματος, η απεύθυνση σε ένα απόν αγαπημένο πρόσωπο με έντονα συναισθηματικό τρόπο δίνει άλλη ώθηση στην ποίηση του Κουτσοδόντη που βρίσκεται πλέον σε κομβικό σημείο της ποιητικής του πορείας αφήνοντας ανοιχτές προσδοκίες.
Εσμεράλδα Γκέκα, Οκτώβρης, (περισπωμένη) και Μαρία Ρέστα, πεσάχ (θράκα)
Δυο συλλογές που έχουν σχεδόν αποκλειστική θεματική τον έρωτα και τον πραγματεύονται με διαφορετικό τρόπο. Η Γκέκα με ποιήματα έντονα λυρικά όπου η πρωτοπρόσωπη ποιητική φωνή με λόγο πυκνό, με μεταφορές και εικόνες άλλοτε ευφάνταστες άλλοτε πιο κοινές («Είσαι μια πυρακτωμένη λάμπα/κι είμαι η νυχτοπεταλούδα/που σε κοίταξε για Ήλιο.») υποτάσσεται, παραδίνεται στον έρωτά της και στον αγαπημένο. Ανακαλύπτει κανείς στη σειρά των ποιημάτων την πορεία μιας σχέσης από τον αρχικό ενθουσιασμό έως το χωρισμό: «Πάντως, όλα της ποίησης τα δώρα/της νιότης και της ομορφιάς/εύκολα θα επέστρεφα/αν ήτανε να σ’ έχω.». Συχνά οι τρόποι και οι λέξεις της Γκέκα παραπέμπουν σε λυρισμό παλιότερων εποχών γεγονός που ενισχύεται από διάσπαρτες ρίμες ενώ αίφνης, σε άλλα ποιήματα, ένα σύγχρονο λεξιλόγιο διασπά την αίσθηση.
Η Ρέστα, πρωτοεμφανιζόμενη, ξεκινά με το ποίημα ποιητικής «Pb», το υλικό από το οποίο φτιάχνεται το μολύβι, το όργανο ποιητικής γραφής, και συνεχίζοντας με την ειρωνεία, το λεκτικό και εννοιολογικό παιχνίδι συνθέτει ενδιαφέρουσες μεταφορές για να προβάλλει τον έρωτα ως τρόπο ύπαρξης και το αγαπημένο πρόσωπο ως ζωτική ανάγκη. «Βλάσφημα» τοποθετώντας τον έρωτα πάνω από την πολιτική («Απολιτίκ», «Διαλεχτική») πάνω από τις εκκλησιαστικές τελετές και θρησκευτικές ιδέες («Ω γλυκύ μου έαρ», «Της μετενσάρκωσης», «Της αναλήψεως») αλλά και ως αιτία της ποίησης, με μια σειρά έξυπνων συνδέσεων, τον απογειώνει.
Γεωργία Τσουκαλοχωρίτη, Χαρτογράφηση (θράκα)
Πρώτη ποιητική απόπειρα μετά από δυο πεζογραφικές. Σταθερός λόγος, στέρεοι στίχοι που τελειώνουν αφήνοντας τον μετεωρισμό του νοήματος στα καίρια σημεία, οικονομία των μέσων, ιδίως των επιθέτων, υπόγειοι κλυδωνισμοί επιτρέποντας να αναδυθεί μέρος της έντασης που συγκροτεί το ποίημα, τεχνικός υπαινικτικός τρόπος με τον οποίο επιτυγχάνεται η δραστικότητα των ποιημάτων, εξομολογητικές αφηγήσεις σε πρώτο πρόσωπο μιας γυναικείας φωνής που έχει ήδη ψηλαφήσει τα οικογενειακά και έμφυλα τραύματα και τα αντιμετωπίζει με την ψυχραιμία της απόστασης αλλά με το βάρος τους ακέραιο. Τέσσερις ενότητες τιτλοφορημένες από τα σημεία του ορίζοντα υποβάλλουν την αίσθηση που άφησε ο τίτλος: η χαρτογράφηση ενός υποκειμένου στο χρόνο ώστε να οριοθετήσει διεκδικώντας το χώρο που του αναλογεί αφού μιλήσει ανοιχτά για όσα τραυματικά το συγκρότησαν. Ξεχωρίζει το ποίημα-μύθος-αλληγορική αφήγηση «Από νερό κρασί».
Η πρώτη γρήγορη ματιά…
Στη λίστα ανάγνωσης βρίσκονται τα παρακάτω βιβλία σε ορισμένα από τα οποία θα επανέλθω:
Βαγγέλης Κάσσος, Μουσική για την υποδοχή της ψυχής (Ίνδικτος): στη βάση μιας πεζογραφικού τύπου πλοκής η ποιητική φωνή, μια γυναίκας-ποιήτρια, συγκροτημένη μυθιστορηματικά ως κύριος χαρακτήρας γράφει τα ποιήματα μιας συλλογής που φέρει τον τίτλο του βιβλίου, Μουσική για την υποδοχή της ψυχής.
Ηλίας Κεφάλας, Μισοφέγγαρα (θράκα): 225 δίστιχα επιγράμματα που περιστρέφονται κυρίως γύρω από τη σχέση με τη φύση εκφρασμένη εξαιρετικά συμπυκνωμένα, με λυρισμό αλλά και με σκεπτικισμό για την ανθρώπινη στάση απέναντι στο φυσικό περιβάλλον ενώ η ιδέα του θανάτου διατρέχει τη συλλογή.
Στη λίστα άμεσης ανάγνωσης τις γιορτές
Σταμάτης Πολενάκης, Προς Δαμασκόν (ενύπνιο), Δανάη Σιώζιου, Επιστολές, (αντίποδες), Γιάννα Μπούκοβα, Μαύρο χαϊκού, Ίκαρος, Φάνης Παπαγεωργίου, Μικρή θεωρία για πλανήτες (κουκκίδα), Σάντυ Βασιλείου, Οι ψυχές των ψαριών, (θράκα), Αρεταίος Μπεζάνης, Δυσανεξία στη λακτόζη (Καστανιώτης), Ξένια Καλαϊτζίδου, Δαιμονισμένες. Κείμενα όλο triggers (Ακυβέρνητες πολιτείες)
Ποίηση με επιμέλεια
Λοξές ματιές. Η ελληνική ομοερωτική ποίηση στο αρχείο. Επιμέλεια: Χαράλαμπος Οταμπάσης (τοποβόρος)
Η διδακτορική διατριβή του Οταμπάση αποκατέστησε τη γενεαλογία της ελληνικής αντρικής ομοερωτικής ποίησης. Στην πορεία της μελέτης του επανέφερε στο φως δύο ομοερωτικές συλλογές που είχαν πρωτοεκδοθεί πριν τα μέσα του περασμένου αιώνα: Γύρω απ’ το νέκταρ του Βασίλη Λαμπρολέσβιου (1927-28) και Παιδικοί ύμνοι του Μίμη Λυμπεράκη (1934). Επιπλέον, ο Οταμπάσης ανακάλυψε τη συλλογή Πρώτος εγώ (1978) του άγνωστου Γιώργου Γιαννίδη. Ολόκληρες και τις τρεις περιλαμβάνει στο βιβλίο του το οποίο συμπληρώνεται από ένα εκτενές επίμετρο του ίδιου όπου εκτίθενται στοιχεία τόσο για τους ποιητές όσο και για το πλαίσιο έκδοσης των συλλογών τους. Έχει ενδιαφέρον να διαβάσουμε τα ποιήματα αυτά επειδή γραμμένα και πλήρως ενταγμένα υφολογικά, ιδίως τα δυο πρώτα, στην ποιητική της εποχής τους προβάλλουν, λιγότερο ή τελείως ανοιχτά, την ομοερωτική επιθυμία. Γίνονται λοιπόν ειρωνικές ρωγμές στο ποιητικό πεδίο, τολμηρά βήματα σε μια κυρίαρχη ποιητική συνέχεια. Η συλλογή μάλιστα του Γιαννίδη αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς κινείται στο πλαίσιο του στρατού δίνοντας ορατότητα σε αποσιωπημένες πτυχές της στρατιωτικής συμβίωσης των αντρών.
Πρώτες εμφανίσεις
Χρήστος Κινάνι Προσάναμμα (κάπα)
27 ποιήματα σε τέσσερις ενότητες (Προσάναμμα φαντασίας, Προσάναμμα στιγμιότυπων, Προσάναμμα προσώπων, Προσάναμμα τελετών), με συχνό φαινόμενο οι τίτλοι διαδοχικών, αντικριστών, ποιημάτων να συναπαρτίζουν μια φράση δημιουργώντας νοηματική συνέχεια στα ποιήματα που τιτλοφορούν. Οι εναλλαγές φόρμας και οπτικής αποτύπωσης στη σελίδα άλλοτε λειτουργικές άλλοτε όχι απαραίτητες δίνουν πάντως ιδιαιτερότητα στη συλλογή. Τα ποιήματα αντλούν κυρίως από το φάσμα του προσωπικού. Όπου η φαντασία αφήνεται ελεύθερη και διαφεύγει από την τάση για αφήγηση στιγμιοτύπων δίνει ενδιαφέρουσες εικόνες και συνδέσεις. Απ’ την άλλη φαίνονται πιο ειλικρινή τα ποιήματα με στοιχεία αφηγηματικότητας που έχουν έναυσμα την απώλεια. Η θεματική του έρωτα δεν αποφεύγεται να δομηθεί πάνω σε ολισθηρά κλισέ τα οποία, είναι φανερό, ότι ο ποιητής επιχείρησε να τροποποιήσει χωρίς πάντα επιτυχία. Ιδιαίτερα εύστοχη η εύπλαστη γλώσσα κυρίως σε συνδυασμούς με τη φαντασία και την απομάκρυνση από το πραγματικό. Όλα αυτά με την πάντοτε εξαιρετική, ιδιαίτερα χαρακτηριστική και φροντισμένη μορφή των εκδόσεων κάπα.
Φωτεινή Σίμου, Καπνίζοντας τα δάχτυλα των άλλων (Κείμενα)
Με σταθερό σκηνικό την Αθήνα που ενίοτε προσωποποιείται συμμετέχοντας, όπως και διάφορα αντικείμενα, η Σίμου επικεντρώνεται σε πρόσωπα και σχέσεις. Χωρίς διακριτές ενότητες δημιουργεί εντούτοις σειρές με διάσπαρτα στο βιβλίο ποιήματα («Κορίτσι ένα», «Κορίτσι δυο» κλπ. «Ραντεβού ένα», «Ραντεβού δυο» κλπ). Σε πεζόμορφα κείμενα ή ελευθερόστιχα ποιήματα με πολυσύλλαβους ή και με σύντομους στίχους, άλλοτε μέσα από αφηγήσεις (π.χ. «Ραντεβού δυο (Καννίβαλοι μαζί)») άλλοτε με αναφορές σε πιθανές εκδοχές ενός συμβάντος ή με στίχους-«κατάλογο» των ενεργειών κάποιων προσώπων ή των στοιχείων που τα χαρακτηρίζουν συνθέτει ανθρώπινους τύπους, κυρίως γυναικών, όπως στο ποίημα «Αυτές»: «λογαριάζουν αλύπητα μέσα σε κουζίνες με άδεια ράφια/ γδύνονται σε δωμάτια που κρυώνουν/ντύνονται και δεν τις βλέπει κανείς/μιλούν και δεν ακούγονται/…»).
Αναφέρω επίσης και συλλογές για τις οποίες έγραψα αναλυτικά στον αναγνώστη
Δήμητρα Χριστοδούλου, Σε αβαρές φαλτσέτο (θράκα)
Σπύρος Γούλας, Οριστικά φαινόμενα (Πόλις),
Τώνια Μποτονάκη, Τη γλώσσα της την πέταξαν στη γάτα (θράκα)