γράφει ο Θανάσης Μήνας
Η Ισμήνη Καρυωτάκη έγινε γνωστή με το μυθιστόρημα Στους δρόμους (εκδ. Ροδακιό, 2017), το οποίο αναφέρεται στην περίοδο της δικτατορίας∙ μέχρι πρότινος εξαντλημένο, θα επανακυκλοφορήσει από τις ίδιες εκδόσεις. Τιμήθηκε επίσης με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2023 για το μυθιστόρημα Φυγόδικος. Το Sarah en Berlin είναι το ένατο βιβλίο της, έχει ισπανικό τίτλο και εντούτοις εκτυλίσσεται στη γερμανική πρωτεύουσα.
«Είμαι αλυσοδεμένη με το σημειωματάριο σαν τον τηλεφωνικό κατάλογο με τον τηλεφωνικό θάλαμο –όταν είχαμε τηλεφωνικούς θαλάμους…–, άλλωστε το λέει και ο Ροτ, αυτός ο σπουδαίος χρονικογράφος, “μόνον τότε καταλαβαίνει κανείς τον κόσμο, όταν κρατάει στο χέρι του μολύβι και γράφει γι’ αυτόν», γράφει στο νέο της βιβλίο η Ισμήνη Καρυωτάκη. Το μυθιστόρημα κινείται στο μεταίχμιο μεταξύ της ημερολογιακής γραφής και της αυτομυθπλασίας. Η αφηγήτρια, πρώην κάτοικος της Νεάπολης των Εξαρχείων, βρίσκεται σε μια ξένη πόλη, άγνωστη μεταξύ αγνώστων, χωρίς να γνωρίζει καν τη γλώσσα. Στην πραγματικότητα έχει αποδράσει στο άγνωστο, που πρεσβεύει γι’ αυτήν το Βερολίνο με την άγνωστη γλώσσα του, μια πόλη που την κάνει να αισθάνεται ελεύθερη. Βρίσκει εκεί καταφύγιο στην πανσιόν που διατηρεί μια Περουβιανή, η Σάρα – από το όνομά της προέρχεται και ο τίτλος του βιβλίου. Σχεδόν όλοι οι ένοικοι του μικρού αυτού ξενοδοχείου είναι ξένοι, συνθέτουν θα έλεγε κανείς τον μικρόκοσμο ενός πανδοχείου τις ετερότητας. Ας σημειωθεί επίσης ότι οι περισσότεροι είναι νότιοι στην καταγωγή, όχι με τη στενή ευρωπαϊκή γεωγραφική διαίρεση, αλλά ευρύτερα. Προέρχονται εξίσου από περιοχές της Νότιας Αμερικής ή της Νότιας Αφρικής, είναι και αυτοί φυγάδες από διαφορετικές ασφυκτικές πραγματικότητες. Σε κάθε περίπτωση πάντως, τους συνδέει το γεγονός ότι λίγο-πολύ δεν είναι και τόσο εξοικειωμένοι με τα ήθη και τις συνήθεις του ευρωπαϊκού Βορρά – χωρίς όμως αυτό να λειτουργεί ως παράγοντας κοινωνικού αποκλεισμού. Το τι ώθησε τη συγγραφέα αλλά και τους υπόλοιπους ένοικους να βρεθούν στην πανσιόν της Σάρα στο Βερολίνο είναι ένα από τα ερωτήματα προς απάντηση στις σελίδες του βιβλίου.
Στην πανσιόν, κανείς δεν γνωρίζει το πραγματικό όνομα της αφηγήτριας. Είναι γνωστή απλώς La dama de Neapolis Exarchion, η κυρία της Νεάπολης Εξαρχείων, όπως την αποκαλεί η ισπανόφωνη οικοδέσποινα. Στην αρχή υπαινίσσεται ότι η παραμονή της στην πανσιόν θα είναι προσωρινή∙ ότι ψάχνει να αγοράσει σπίτι στην πόλη.
Με αυτό το πρόσχημα, περπατάει σε άγνωστους δρόμους, σουλατσάρει σε πλατείες, σταθμούς, ακούει ιστορίες αγνώστων ανθρώπων, περνάει ώρες σε καφενεία κρατώντας συστηματικά ημερολόγιο.
Η ημερολογιακή γραφή της ακολουθεί στάνταρ μοτίβο: Ημερομηνία, ημέρα, ώρα και η απαραίτητη ένδειξη «Δωμάτιο 3» (το ησυχαστήριό της στο Sara en Berlin). Για παράδειγμα, στην καταχώρηση «17/6…το ίδιο πρωί αργότερα. Δωμάτιο 3», με αφορμή το σουλάτσο της αφηγήτριας στην Στάινπλατς, στη γειτονιά του Σαρλότενμπουργκ, διαβάζουμε για τη γνωριμία και τον έρωτα της Αμερικανίδας Γκρέτχεν Κλοτς με τον Ρούντι Ντούτσκε, τον Κόκκινο Ρούντι του Γερμανικού Μάη, που «διέθετε ιδιότητες ήρωα του Πόε», τον Απρίλιο του 1964. Αλλά και για την απόπειρα δολοφονίας του Ρούντι, «δύο στο κεφάλι και μία στο στήθος, από τον βαλτό ακροδεξιό ελαιοχρωματιστή Γιόζεφ Μπάχμαν, στην ίδια συνοικία, τέσσερα χρόνια μετά.
Η αφηγήτρια ξεναγείται επίσης σε ορισμένα από τα πιο εμβληματικά κτίρια της πόλης και μαθαίνει την ιστορία τους. Κάποια, όπως το περίφημο Τάχελες, ήταν παλιές εβραϊκές ιδιοκτησίες που έγιναν έδρες των SS στα χρόνια των ναζί, λειτούργησαν ως φυλακές στην εποχή του Υπαρκτού και όταν έπεσε το Τείχος, αξιοποιήθηκαν ως αυτοδιαχειριζόμενες καταλήψεις καλλιτεχνών.
Περισσότερο και από τη φιλόξενη πανσιόν της Σάρα, που προσφέρει στην αφηγήτρια περισσότερη θαλπωρή απ’ όση θα μπορούσε να προσφέρουν όλα μαζί τα νεόδμητα Airbnb της λεηλατημένης μητρώας (όπως και για τον υπογράφοντα) γης της Νεάπολης Εξαρχείων, θεωρώ ότι η πρωταγωνίστρια αισθάνεται σαν πραγματικό σπίτι της τους δρόμους του Βερολίνου, με τους ανθρώπους και τις ιστορίες τους. Η πόλη, τα κτίρια, η ιστορία τους είναι οι χαρακτήρες του βιβλίου.
Τα ημερολόγια της αφηγήτριας και ο διάλογος που ανοίγουν με κατεξοχήν πλάνητες συγγραφείς και διανοητές όπως ο Γιόζεφ Ροτ και ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, προσανατολίζουν το μυθιστόρημα στην επικράτεια της περιπλάνησης. Η αφηγήτρια γίνεται μια φλανέζ που βιώνει το βερολινέζικο spleen, σε μια πόλη στην οποία η ιστορία βαραίνει πολύ και την έχει αναγκάσει να επινοήσει εκ νέου τον εαυτό της επανειλημμένα.
«Οι κρυφές αυλές του Βερολίνου μοιάζουν με παρενθέσεις ζωής, γράφει ο Μπένγιαμιν – “σαν να κρυφοκοίταζε ήδη το μέλλον που θα τον οδηγούσε στην αυτοκαταστροφή” σημειώνει κάποιος άλλος».
info
Η Ισμήνη Καρυωτάκη γεννήθηκε στα Γιάννενα. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Ε.Μ.Π. στην Αθήνα και σκηνογραφία στην Beaux Arts στο Παρίσι. Εργάστηκε ως αρχιτέκτονας στο Παρίσι και στην Αθήνα και ως σκηνογράφος στο θέατρο και τον κινηματογράφο (μεταξύ άλλων και για τον Σταύρο Τορνέ). Έργα της: Στο σκοτάδι και στο φως λάμνει η ψυχή μου (Το Ροδακιό, 1997), Το Νησί (Το Ροδακιό, 2001), Μετατροπή, Αντλιοστάσιο, Γιάλοβα (Το Ροδακιό, 2005), Απόπειρα συνάντησης (Το Ροδακιό, 2012) Στους δρόμους (Το Ροδακιό, 2017), Χωρίς ταξίμετρο (Το Ροδακιό, 2019). Από τις εκδόσεις Ποταμός κυκλοφόρησε το 2019 το μυθιστόρημα Οι ληστές της Ανθολογίας του μαύρου χιούμορ, και το 2023 το μυθιστόρημα Φυγόδικος δεν ήμουν για το οποίο τιμήθηκε ομόφωνα με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2023.
Ισμήνη Καρυωτάκη, Sarah en Berlin, Εκδόσεις Ποταμός, 2024