Η περίπτωση Βάσου Πτωχόπουλου

0
1415

 

 

Του Σπύρου Κακουριώτη.

 

Ο Βάσος Πτωχόπουλλος είναι μια σχεδόν μυθική φιγούρα της μικρής κοινωνίας της Λευκωσίας. Η ταβέρνα του, το «Αιγαίον», υπήρξε απαράκαμπτος προορισμός των περισσότερων αριστερής προέλευσης και με πατριωτικές ευαισθησίες ελλαδιτών που κατέβαιναν στην Κύπρο. Με τις σιεφταλιές του, τα τραγούδια του και τις γεμάτες από τον «καημό της ρωμιοσύνης» αφηγήσεις του έκανε, έστω και προσωρινά, όσο διαρκούσε η επιρροή του, ακόμα και τους πλέον πεισμένους διεθνιστές, να αντιμετωπίζουν το ενωτικό αίτημα ως κάτι πολύ περισσότερο από ιστορικό απολίθωμα…

Γιατί ο ίδιος και οι ομάδες γύρω από τα περιοδικά Αυτοδιάθεση και Ένωσις που εξέδιδε ήταν ίσως από τους τελευταίους που διεκδικούσαν την «Ένωση όλης της Κύπρου με όλη την Ελλάδα». Το ότι κατόρθωνε να προσελκύει σε αυτό το αίτημα (όχι ως πολιτικό πρόγραμμα, στην πραγματικότητα, αλλά μάλλον ως αίσθημα ριζοσπαστικής αντίστασης στον περιρρέοντα κομφορμισμό) τους κατά τεκμήριον «βαρήκοους» σε κάτι τέτοια ελλαδίτες διανοούμενος, οφειλόταν σε ένα σπάνιο αφηγηματικό χάρισμα, με το οποίο κάθε φορά μπορούσε να επανεφευρίσκει τις ιστορίες, και εντέλει την ίδια την Ιστορία…

Επανεφευρίσκοντας τις ιστορίες, όμως, επανακατασκευάζει κανείς τον ίδιο του τον εαυτό, δημιουργώντας, κάθε φορά, μια διαφορετική αφήγηση της προσωπικής του διαδρομής. Αυτήν τη διαδρομή αποφάσισε να βάλει στο χαρτί, επιλέγοντας να την αφηγηθεί με σταθμούς τα τραγούδια που κάθε φορά σημάδεψαν φάσεις και περιπέτειες του βίου, τόπους, πρόσωπα και συνευρέσεις.

Περιπλανώμενος δυστυχισμένος, ο Βάσος Πτωχόπουλλος, αφηγείται «Ιστορίες με τραγούδια», στο πρώτο βιβλίο που φέρει αποκλειστικά τη δική του υπογραφή (μολονότι υπήρξε εκδότης και αρθρογράφος σε εφημερίδες και περιοδικά επί πολλά χρόνια και συμμετείχε με κείμενά του σε αρκετούς συλλογικούς τόμους).

Την αφηγηματική περιπλάνηση του συγγραφέα σημαδεύουν πέντε διαφορετικοί τόποι· τόποι και μουσικές που ανταποκρίνονται στην πορεία του ίδιου από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση… Έτσι, η περιπλάνηση του Πτωχόπουλλου μπορεί να διαβαστεί και σαν ένα «μυθιστόρημα μαθητείας», μέσα από το οποίο ο αυτοβιογραφικός ήρωας κατασκευάζει τον εαυτό του –και τον τόπο του.

Από την πατρώα Γιαλούσα, το κατεχόμενο σήμερα χωριό στη χερσόνησο της Καρπασίας, και τα σπαράγματα αναμνήσεων της πρώιμης παιδικής ηλικίας και του δημοτικού σχολείου, κατά τη διάρκεια του αντιαποικιακού αγώνα της ΕΟΚΑ, στο ασφυκτικό περιβάλλον του Μάργκεϊτ, λουτρόπολη στη νοτιοανατολική Αγγλία, όπου μετανάστευσαν οι γονείς του. Εκεί θα βγάλει το γυμνάσιο, για να μετοικήσει αργότερα, μαζί με την οικογένειά του, στο Λονδίνο, όπου και θα κυλήσει η εφηβεία, τα πρώτα χρόνια μετά το 1968. Πριν την οριστική εγκατάσταση «στην ξενιτιά της Λευκωσίας» και το άνοιγμα της περίφημης ταβέρνας «Αιγαίον», θα μεσολαβήσει μια διετία «πολιτικής μαθητείας» στη Θεσσαλονίκη, στα 1976-78, η γνωριμία με κύκλους της ελλαδικής άκρας αριστεράς, αλλά και η σύσταση της φοιτητικής Ομάδας Κυπρίων Θεσσαλονίκης, που για πρώτη φορά στα μεταπολιτευτικά δεδομένα συνδύαζε το ενωτικό αίτημα με τον ριζοσπαστικό ακτιβισμό…

ptoxopoulos
Ο Βάσος Πτωχόπουλος με τον Κώστα Βίρβο

Ήρωες της αφήγησης του Πτωχόπουλλου είναι οι ηττημένοι –πάντοτε μιας ήττας που νικάει την εξουσία: ηττημένοι του αγώνα για την Ένωση, εκεί, στη δεκαετία του ’50, ηττημένοι της ζωής στη μετανάστευση. Διαβάζοντας τις σελίδες του για τους Κύπριους μετανάστες στην Αγγλία, αναλογίζεται κανείς τους αντίστοιχους Έλληνες στη Γερμανία· άνθρωποι πονεμένοι, που δεν καζάντισαν, που δεν αφομοιώθηκαν στην αποικιακή μητρόπολη, μικρομαγαζάτορες ή άνεργοι ή απροσδιορίστου επαγγέλματος· ένα «μαυριδερό» προλεταριάτο, που στον πρώην αποικιοκράτη αναγνωρίζει με έκπληξη έναν εξίσου κακομούτσουνο «άλλο». Στην αφήγηση του Πτωχόπουλλου το μόνο που κατορθώνει να γεφυρώσει για λίγο τις διαφορές και να συμφιλιώσει προσωρινά τους πρώην εχθρούς είναι τα τραγούδια, η ροκ και όλα εκείνα τα ονόματα που τότε για πρώτη φορά ακούγονταν: Beatles, Kinks, Van Morrison, Rolling Stones…

Πάνω απ’ όλα όμως ο Στέλιος Καζαντζίδης… Γιατί αυτό ήταν το μαγικό κλειδί που μπορούσε να επιτρέψει την είσοδο οποιουδήποτε «ασπρουλιάρη» στον κόσμο του έφηβου από τη Γιαλούσα. «Κοινωνώντας» τα τραγούδια του αυτομάτως μπορούσε να γίνει «ένας από μας», μέτοχος μιας φαντασιακής αυθεντικής ελληνικότητας, που ως ώριμος ενήλικας πια, στη Λευκωσία, ο ήρωας αυτής της μετα-αποικιακής αφήγησης θα την αναζητήσει στον κόσμο του περιθωρίου, των ηττημένων από τη ζωή και την ιστορία…

Μολονότι ο ίδιος σημειώνει ότι το βιβλίο του δεν έχει λογοτεχνικές αξιώσεις, στην πραγματικότητα η γοητεία της αφήγησης αυτής της διαδρομής ζωής έγκειται πρωτίστως στη λογοτεχνικότητά της, που οι ρίζες της πηγαίνουν πολύ βαθιά, στην παράδοση προφορικότητας, τις στάχτες της οποίας ο Πτωχόπουλλος ξέρει να σκαλίζει για να ξανάβρει φωτιά…

 

 

Βάσος Ν. Πτωχόπουλλος

Περιπλανώμενος δυστυχισμένος

Ιστορίες με τραγούδια

Κουκκίδα, 2015

σελ. 216

Προηγούμενο άρθροΜετά το τέλος της τέχνης και της ιστορίας της τέχνης
Επόμενο άρθροΟι selfies και ο Ζολά

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ