«Αφηγήτρια ταινιών»: η ιστορία μιας γυναίκας, μιας τέχνης, μιας χώρας (της Όλγας Σελλά)

1
453

 

της Όλγας Σελλά

Τι χρειάζεται για την παρουσίαση ενός μονολόγου στο θέατρο; Ένα πρωτότυπο και σημαντικό κείμενο, μια ισχυρή ερμηνεία, που να κρατάει το ενδιαφέρον του θεατή αμείωτο και μια σκηνοθεσία που θα κάνει ελκτικά  στο κοινό τα προηγούμενα προαπαιτούμενα. Ο μονόλογος που παρουσιάζεται εδώ και λίγες μέρες στο ΠΛΥΦΑ – μια νουβέλα, που έρχεται από τη Χιλή- πληροί όλες τις προϋποθέσεις. Είναι η «Αφηγήτρια ταινιών» του Ερνάν Ριβέρα Λετελιέρ (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Αντίποδες» στην ωραία μετάφραση της Λένας Φραγκοπούλου) και μέσα στη μικρή του έκταση αναφέρεται σε ένα σωρό θέματα, με όλα τα χαρακτηριστικά του νοτιαμερικάνικου ταμπεραμέντου  (αυθορμητισμός, χιούμορ, πάθος, πείσμα, συναίσθημα).

Είναι η ιστορία της Μαρίας-Μαργαρίτας (Νοεμή Βασιλειάδου), μιας νεαρής κοπέλας που ζει με τον πατέρα και τους τέσσερις αδελφούς της σε μια εργατούπολη, στην έρημο Ατακάμα της Χιλής. Στεγάζονται στα υποτυπώδη σπίτια  που παραχωρεί η εταιρεία των ορυχείων στους εργάτες. Τα φέρνουν ίσα ίσα βόλτα, και δεν έχουν ούτε το αντίτιμο του εισιτηρίου για τη μόνη διασκέδαση που υπάρχει εκεί: τον κινηματογράφο. Ο πατέρας της Μαρίας-Μαργαρίτας, που είναι ήδη ανάπηρος από εργατικό ατύχημα, αποφασίζει να πηγαίνει κάθε φορά στο σινεμά ένα από τα παιδιά του και μετά να αφηγείται την ταινία στους υπόλοιπους. Πολύ σύντομα η Μαρία-Μαργαρίτα, αποδεικνύει ότι έχει το χάρισμα της αφήγησης. Έτσι στο σινεμά αρχίζει να πηγαίνει μόνο εκείνη και επιστρέφοντας να αφηγείται στην οικογένεια την ταινία. Γρήγορα η φήμη της απλώθηκε σ’ όλη την εργατούπολη και κάθε φορά το κοινό της μεγάλωνε. Ο πατέρας της είχε την ιδέα να  ζητήσουν από το κοινό μια εθελοντική προσφορά, που κυρίως μεταφραζόταν σε είδος.

Η Μαρία – Μαργαρίτα ζει τις ταινίες που αφηγείται, τις πλουτίζει με τη φαντασία της, «σα να γινόμουν το κάθε πρόσωπο του έργου», λέει. Την γοητεύει και η διαδικασία της αφήγησης και η επιβράβευσή της από «το κοινό» της. Συνδέεται με την τέχνη του κινηματογράφου, και χωρίς να το ξέρει μεταπηδά σε μιαν άλλη τέχνη, στο θέατρο. Γίνεται σιγά σιγά μια τοπική σταρ, συνδέεται με τους ρόλους, παθιάζεται. Και παράλληλα αφηγείται την καθημερινότητά της, της οικογένειάς της και του τόπου της, όπου τα σπίτια έχουν λαμαρίνες για σκεπή, κάνοντας μια πλήρη και ζωντανή περιγραφή του τόπου και της χώρας της, και το κάνει κι αυτό σα να αφηγείται μια ταινία.

Όμως κάποια στιγμή όλα αλλάζουν. Γιατί στην εργατούπολη φτάνει η πρώτη τηλεόραση. Σ’ ένα μαγαζί στην αρχή, σε δεύτερο, σε τρίτο μετά, σε όλα τα σπίτια σιγά σιγά. Ο κόσμος πια δεν περίμενε τη Μαρία-Μαργαρίτα τα βράδια στην αυλή του σπιτιού της, να τους αφηγηθεί την ταινία που είδε. Όλοι έβλεπαν ταινίες στην τηλεόραση «ένα ράδιο με ανθρωπάκια», όπως λέει εύστοχα ο Ερνάν Ριβέρα Λετελιέρ.  Και δεν συνυπάρχουν πια σ’ αυτή τη μικρή πόλη, μόνο απομονώνονται στα σπίτια τους και βλέπουν τηλεόραση. Η Μαρία –  Μαργαρίτα, που έμεινε πια μόνη στο σπίτι με τις λαμαρίνες, κάνει μια απελπισμένη επιλογή επιβίωσης και συνεχίζει να ονειρεύεται: τις ταινίες που έβλεπε, τον κόσμο που την άκουγε, τον κόσμο που έπλαθε στο νου της μέσα από τις ταινίες και όσα νοσταλγεί και τις λείπουν πολύ.

Ένα μεστό κείμενο που δεν αφηγείται απλώς την ιστορία μιας νεαρής κοπέλας κάπου στη Χιλή. Αφηγείται την ιστορία μιας τέχνης, του ονείρου και της διαφυγής που προσφέρει, αλλά και την ιστορία μιας χώρας –ίσως με λίγο περισσότερο λυρισμό σε κάποια σημεία, αλλά κι αυτό ίδιον των νοτιοαμερικανών είναι. Με τις μεγάλες κοινωνικές της διαφορές, με τις ελπίδες και τις διαψεύσεις της ιστορίας της.

Ο Νικόλας Λαμπάκης (απόφοιτος της Σχολής Σκηνοθεσίας του Εθνικού Θεάτρου) ζωντάνεψε με φαντασία, αγάπη και ατόφια θεατρικότητα το κείμενο του Λετελιέρ, χρησιμοποιώντας πολύ ταπεινά, αλλά άκρως θεατρικά σκηνικά υλικά (υπογράφει και τη σκηνογραφία). Και όλο αυτό που σχεδίασε, το υλοποίησε στη σκηνή, με δροσιά αλλά ακρίβεια, μια πολύ ταλαντούχα νέα ηθοποιός, η Νοεμή Βασιλειάδου, (την είδαμε πρόσφατα στο «Οξυγόνο» του Ιβάν Βιριπάγιεφ και του Γιώργου Κουτλή), προσφέροντας μια παράσταση χειροποίητη όσο και ουσιαστική.

Μια παράσταση από τις μικρές προσπάθειες που κάνουν οι νέοι καλλιτέχνες. Μια προσπάθεια που συνήθως διαρκεί λίγο. Στην Αθήνα, στο ΠΛΥΦΑ, απομένουν μόλις δύο παραστάσεις, την ερχόμενη Τετάρτη και Πέμπτη. Ακολουθεί η Θεσσαλονίκη. Να ευχηθούμε να επαναληφθεί στην Αθήνα, γιατί είναι μια σπουδαία λογοτεχνία που έγινε μια αξιολάτρευτη θεατρική παράσταση.

Η ταυτότητα της παράστασης

Μετάφραση: Λένα Φραγκοπούλου, Σκηνοθεσία – Δραματουργία – Σκηνικά: Νικόλας Λαμπάκης, Κοστούμια: Ουρανία Φραγγέα , Μουσική: Παντελής Πρωτοπαπάς, Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης, Χάρης Βασιλόπουλος, Βοηθός σκηνοθεσίας: Σπύρος Μπόσγας, Κατασκευή σκηνικού: Βασίλης Παπαχρήστος, Διονύσης Ασβεστάς, Κατασκευή κοστουμιού: Στεφανία Σταθάκη, Φωτογραφίες: Μαίρη Λεονάρδου

Παραγωγή: Εταιρεία Θεάτρου Τροχιές (ΑΜΚΕ)

Ερμηνεύει η Νοεμή Βασιλειάδου

Στο ΠΛΥΦΑ (Κορυτσάς 39, Βοτανικός) για δύο ακόμα παραστάσεις, στις 26 και 27 Φεβρουαρίου, στις 9μ.μ.

Από τις 17 Μαρτίου, η Αφηγήτρια Ταινιών θα μεταφερθεί για 8 παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη, στο Θέατρο Τ (κάθε Δευτέρα και Τρίτη).

info

Αφηγήτρια ταινιών» του Ερνάν Ριβέρα Λετελιέρ (από τις εκδόσεις «Αντίποδες», μετάφραση Λένα Φραγκοπούλου)

Προηγούμενο άρθροΗ ιστορία του Γάτου Φράνι (διήγημα της Γεωργίας Συλλαίου)
Επόμενο άρθροΠέθανε  ο Γ. Χατζόπουλος των ιστορικών εκδόσεων Κάλβος (Γ.Ν.Μ.)

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ