26 χρόνια από τον θάνατο του πρωτοπόρου τζαζ πιανίστα και συνθέτη Horace Tapscott (του Γιάννη Μουγγολιά)

0
73

 

του Γιάννη Μουγγολιά

 

Στις 27 Φεβρουαρίου συμπληρώνονται 26 χρόνια από τον θάνατο του κορυφαίου πιανίστα και συνθέτη της τζαζ Horace Tapscott ο οποίος έφυγε από τη ζωή στα 64 του στο Λος Άντζελες από καρκίνο στον εγκέφαλο αφήνοντας τεράστιο κενό πίσω του. Ήταν η μέρα που είχε προγραμματιστεί μεγάλη συναυλία προς τιμή του στο Leimart Park του Λος Άντζελες.

Ο Horace Tapscott τη δεκαετία του ΄70

Γεννημένος στο Χιούστον του Τέξας το 1934, μετακινήθηκε στα 9 τους στο Λος Άντζελες και άρχισε να μαθαίνει πιάνο και τρομπόνι. Σαν έφηβος έπαιξε με μεγάλες μορφές της τζαζ όπως τους Frank Morgan, Don Cherry και Billy Higgins. Μετά τη θητεία του στην αεροπορία στο Γουάιόμινγκ, επέστρεψε στο Λος Άντζελες και έπαιξε τρομπόνι σε διάφορες μπάντες όπως αυτή του Lionel Hampton την περίοδο 1959-1961. Το 1961 ήταν η χρονιά που ίδρυσε τη σπουδαία Pan Afrikan Peoples Arkestra (Ark) έχοντας ως στόχο τη διατήρηση και ενίσχυση της αφροαμερικάνικης μουσικής την οποία έθεσε εκ νέου στο επίκεντρο της τζαζ. Την περίοδο αυτή ο Horace Tapscott εκτός από την ευφυή και εξαιρετικά ποιοτική μουσική που παράγει, ζει με μια σπάνια συνέπεια και ακεραιότητα. Για αυτόν, παρότι ήταν ένας εκλεκτός βιρτουόζος πιανίστας που θα μπορούσε κάλλιστα να μεγαλουργήσει στο πλαίσιο μιας προσωπικής πορείας, προτιμά να ηγηθεί και να καθοδηγήσει τη θαυμάσια ορχήστρα του παρά να βαδίσει με ασφάλεια στα μονοπάτια μιας εγγυημένης σόλο επιτυχίας. Η πνευματική τζαζ της οποίας μας άφησε αξιοθαύμαστα δείγματα, ουσιαστικά υπηρετούσε μια ιδιαίτερη στάση ζωής η οποία αφορούσε την πνευματικότητα και ταυτόχρονα την εναντίωση σε κάθε μορφή καταπίεσης. Μάλιστα την εποχή εκείνη που οι έντονες ρατσιστικές τάσεις κυριαρχούσαν, η μουσική και ο τρόπος ζωής του Tapscott πολεμούσαν κάθε είδος ρατσιστικών συμπεριφορών απέναντι στους μαύρους.

Η Pan Afrikan Peoples Arkestra (Ark)

Ο Tapscott που στη θέση της λέξης τζαζ έθετε πάντα τον όρο αφροαμερικάνικη μουσική, διευκρινίζει στην αυτοβιογραφία του «Songs of the Unsung»: «Ήθελα να διδάξω, να δείξω και να ερμηνεύσω τη μουσική των μαύρων Αμερικανών και της παναφρικανικής μουσικής, να τη διατηρήσω παίζοντας, γράφοντάς τη και μεταφέροντάς την στην κοινότητα. Αυτό ήταν το θέμα, να είμαι μέλος της κοινότητας, και αυτός είναι ο λόγος που έφυγα από το συγκρότημα του Hampton».

Η Pan Afrikan Peoples Arkestra του Tapscott, παρότι είχε μακρόχρονη ιστορία 40 ετών, ηχογράφησε ελάχιστα άλμπουμ. Ποτέ δεν είχε ως σκοπό την εμπορική επιτυχία, αντιθέτως έριχνε όλο το βάρος σε δημόσια πάρκα, σχολεία, εκκλησίες, φυλακές και οπουδήποτε αλλού τους καλούσαν για να παίξουν, υπηρετώντας ιδανικά την κοινότητα με έναν αξιοπρεπή και αφανή τρόπο. Το 1963 έγινε μέλος της εκτεταμένης Underground Musicians Association (UGMA), που μετονομάστηκε σε Union of God’s Musicians and Artists Ascension (UGMAA). Στους κόλπους της ορχήστρας που ηγείτο ο Tapscott, βρέθηκαν πρωτοκλασάτοι μουσικοί και αυτοσχεδιαστές όπως οι Arthur Blythe, Butch Morris, Wilber Morris, David Murray, Jimmy Woods, Nate Morgan κ.α. Αξίζει επίσης να υπογραμμίσουμε τη συμμετοχή του ως πιανίστας στους δυο δίσκους του εξαιρετικού Αμερικανού τρομπονίστα Lou Blackburn («Jazz Frontier» και  «Two Note Samba») που κυκλοφόρησαν και οι δύο το 1963 από τη δισκογραφική εταιρεία Imperial.

Ωστόσο αν θα επιλέγαμε ένα άλμπουμ από τον Horace Tapscott, αυτό θα ήταν το πρώτο του προσωπικό άλμπουμ που υπογράφει ο πιανίστας με το κουιντέτο του και έχει τον τίτλο «The Giant is Awakeneed» (Flying Dutchman, 1969) σε παραγωγή του σπουδαίου Bob Thiele. Ο Bob Thiele που έκανε την ηχογράφηση, ήταν κομβική μορφή της τζαζ και πραγματικός σταρ των στούντιο παρασκηνίων, ο οποίος είχε μοναδικές περγαμηνές ηχογράφησης με τους Quincy Jones, Duke Ellington, John Coltrane, Della Reese, Shirley. Scott, Gil Scott-Heron και αναρίθμητους άλλους και δείγματα υπέροχων δουλειών στη θρυλική δισκογραφική εταιρεία Impulse!

Πρόκειται για έναν δίσκο ορόσημο στην ιστορία της τζαζ που ο Horace Tapscott κάνει τομές συνθέτοντας, ξεδιπλώνοντας την αναμφισβήτητη δεξιοτεχνία του ως πιανίστας και ηγούμενος ενός εξαιρετικού σχήματος. Ένα μοναδικό οδοιπορικό στα μονοπάτια της modal, της post bop και της free jazz που άφησε έντονο ίχνος στην αυτοσχεδιαζόμενη μουσική και την αβανγκάρντ αποτελώντας ένα έξοχο παράδειγμα ελευθερίας στη μουσική, μιας ελευθερίας ωστόσο δομημένης και με σαφές προσανατολισμό. Ο Tapscott ξεπερνά κάθε προσδοκία στις πιανιστικές αλχημείες του έχοντας δίπλα του ένα θαυμάσιο κουαρτέτο που πετά σπίθες και που έχει ασυνήθιστη σύσταση αφού ο ήχος «στερεώνεται» σε δυο κοντραμπάσα. David Bryant και Walter Savage Jr. Οι δυο κοντραμπασίστες, Everett Brown Jr. Ο ντράμερ και στο άλτο σαξόφωνο ο πολύς Arthur Blythe με το μοναδικό του, βαθιά ψυχωμένο παίξιμό του, ο οποίος υπογράφει και μια από τις τέσσερις συνθέσεις του δίσκου, το δίλεπτο «For Fats». Όλες οι υπόλοιπες συνθέσεις (το επτάλεπτο «The Dark Tree», το δωδεκάλεπτο «Niger’s Theme» και το εναρκτήριο δεκαεπτάλεπτο ομώνυμο κομμάτι) είναι του Tapscott. Μουσική που δημιουργήθηκε σε φλογερή εποχή, το 1969 στο Λος Άντζελες όπου (1969, Λος Άντζελες), όταν οι αγώνες για τη χειραφέτηση των μαύρων και η κοινωνική αδικία ήταν οι δυο διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος, όταν η επαναστατική έξαρση κυριαρχούσε. Ωστόσο η πνευματική μουσική του Tapscott απελευθερωμένη από κάθε είδους εμφανή ετικέτα και περιχαρακώσεις, αντιπροσωπεύει περισσότερο τον δημιουργικό οίστρο και τον βαθμό υψηλής επικοινωνίας των μουσικών που εξερευνούν ιδιαίτερες περιοχές, παρά συγκεκριμένες και προκαθορισμένες πολιτιστικές επιρροές. Μουσική πνευματική και ταυτόχρονα γήινη, συχνά σε τελετουργικούς ρυθμούς, με μελωδίες και απρόσμενες εναλλαγές να παραμονεύουν διαρκώς στην εξέλιξή της. Μουσική χωρίς περιορισμούς και με συνεχείς μεταμορφώσεις, με μηνύματα που ξεπερνούν τα αναμενόμενα. Μα πάνω από όλα μουσική συγκινητική, συναρπαστική, εξερευνητική και έντονα μελωδική, ακόμα και αν η σφαίρα της αβανγκάρντ τρομάζει συχνά τους ακροατές υποδηλώνοντας ακρότητες.

Το «The Giant is Awakeneed» είναι ο κρυφός πόθος των συλλεκτών και η τιμή του στην πρώτη του έκδοση είναι απαγορευτική ωστόσο μέσω της επανέκδοσης σε βινύλιο το 2020 από την Real Gone Music, περίπου μισό αιώνα μετά ο θησαυρός αυτός προσεγγίστηκε σε ευρύτερη κλίμακα. Ωστόσο παραμένει μέχρι σήμερα ένα ξεχωριστό άλμπουμ που δεν εντοπίζεται με ευκολία.

Ωστόσο η περίπτωση του κουιντέτου του Horace Tapscott στη δισκογραφία δεν κλείνει με το εμβληματικό και αριστουργηματικό του αυτό άλμπουμ. Το 1969 ηχογραφήθηκε με τους ίδιους μουσικούς πρόσθετο εξαιρετικό μουσικό υλικό που προοριζόταν ως δεύτερο άλμπουμ αμέσως μετά το κλασικό «The Giant is Awakeneed». Την ηχογράφηση έκανε και πάλι ο πολύς Bob Thiele.

Το μουσικό αυτό υλικό που ο Horace Tapscott ηχογράφησε με το κουιντέτο του, παρέμεινε ανέκδοτο και ακυκλοφόρητο στα συρτάρια μέχρι τις 2 Σεπτεμβρίου 2022 που ήρθε στο φως της δημοσιότητας μέσω του δίσκου βινυλίου «Horace Tapscott Quintet – The Quintet» από τη δισκογραφική εταιρεία Mr Bongo που το εξέδωσε με την άδεια και την παραχώρηση των αρχείων της Flying Dutchman. Αυτή η υπέροχη χαμένη ηχογράφηση για 53 χρόνια ήρθε να αποκαταστήσει ένα σημαντικό κεφάλαιο της τζαζ ιστορίας και να συμπληρώσει με ιδανικό τρόπο την εκρηκτική δυναμική του κουιντέτου το 1969. Μια καθοριστική ψηφίδα στο συναρπαστικό πορτρέτο του Tapscott, ενός από τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές της τζαζ εκείνης της περιόδου.

Τρεις συνθέσεις στελεχώνουν τον θαυμάσιο αυτό δίσκο. Καθεμία γραμμένη και από ένα μέλος του κουιντέτου. Το εννιάλεπτο «World Peace» του Everett Brown Jr. με μια επιβλητική μπαρόκ μελωδία στην εισαγωγή και στο φινάλε και ενδιαμέσως μια εκρηκτική υψηλών τάσεων αυτοσχεδιαστική ανάπτυξη, το δωδεκάλεπτο «Your Child» του Horace Tapscott με υπέροχες μελωδίες, ευφυή εξέλιξη και άριστες συστάσεις μια απόλυτα δημιουργικής free jazz και το δεκαεξάλεπτο «For Fats» του Arthur Blythe με το μπάσο και το εισαγωγικό πιάνο να μας οδηγεί σε ένα απρόσμενο ταξίδι όπου η ομορφιά και η σκοτεινή ατμόσφαιρα μέσα από έντονους μελωδισμούς και έντονη ενέργεια συμπορεύονται σε ένα αδιαίρετο σύνολο. Στον δίσκο η αβανγκάρντ συμβαδίζει με την ελευθερία και ταυτόχρονα τη δεξιοτεχνία των σπουδαίων μουσικών. Οι εμπνεύσεις του Horace Tapscott και εδώ γίνονται πηγή και έναυσμα δημιουργικής αλληλεπίδρασης των μουσικών.

Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι το θαυμάσιο σύγχρονο, αφηρημένο εξώφυλλο του δίσκου κοσμείται από ένα νέο έργο του ονομαστού Λονδρέζου εικαστικού καλλιτέχνη, σχεδιαστή γραφικών και μουσικού Raimund Wong

Η συγκεκριμένη ηχογράφηση του Tapscott ήταν ένα μεταίχμιο στην καριέρα του αφού έκτοτε κλείνοντας εμφανώς τα ρολά γύρω του και ελαχιστοποιώντας την επαφή του με τη μουσική βιομηχανία ηχογράφησε μόνο σε μικρές, ανεξάρτητες εταιρείες όπως  οι UGMAA, Interplay Records και Nimbus West Records, ενώ ενεργοποίησε αισθητά τη μουσική του μέσα από παραστάσεις και ηχογραφήσεις.

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΗ λίστα με τα 13 επικρατέστερα μυθιστορήματα για το International Booker 2025 γράφει η Αλεξάνδρα Χαΐνη)
Επόμενο άρθροΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΠΟΥΔΩΝ: «Η ελληνική γλώσσα στον φακό των μεταφραστών» (6 & 7 Μαρτίου 2025)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ