του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου
Ποια υπήρξαν τα σημεία αιχμής του ελληνικού μυθιστορήματος κατά τη διάρκεια των είκοσι πέντε ετών που μας χωρίζουν από το ξεκίνημα του 21ου αιώνα; Η επιλογή που ακολουθεί δείχνει πως οι μυθιστοριογράφοι ενδιαφέρονται, μεταξύ άλλων, σταθερά για τις ενδοοικογενειακές σχέσεις, για ποικίλες μορφές του εγώ και της ετερότητας, για το παιχνίδι με τα μυθιστορηματικά είδη και για τα ενδοκειμενικά παιχνίδια, για το ιστορικό τραύμα του Εμφυλίου και για τα ιστορικά τραύματα γενικότερα ή επίσης για την κριτική αναπαραγωγή και αναπαράσταση του κοινωνικοπολιτικού παρελθόντος. Να διευκρινίσω πως από την επιλογή μου απέκλεισα μυθιστορήματα πεζογράφων που έχουν καθιερωθεί και έχουν μείνει αξεπέραστοι ως διηγηματογράφοι’ μυθιστορήματα πεζογράφων που έχουν στην πραγματικότητα πρωτεύσει σε κείμενα τα οποία είναι νουβέλες, τόσο ως προς την οικονομία όσο και ως προς τον εσωτερικό τους χρόνο, ανεξάρτητα από το πώς τα έχουν χαρακτηρίσει οι ίδιοι’ μυθιστορήματα πεζογράφων των οποίων τα κείμενα επί της ουσίας υπερβαίνουν τον οιοδήποτε ειδολογικό περιορισμό, ανεξάρτητα από το αν οι ίδιοι τα ονομάζουν μυθιστορήματα για πειραματικούς, τεχνικούς ή ακόμα και σκηνοθετικούς λόγους` τέλος, τα αστυνομικά μυθιστορήματα γιατί εκπροσωπούν, εδώ και καιρό πλέον, μια εντελώς ξεχωριστή κατηγορία. Δεν ξέρω αν είκοσι οκτώ μυθιστορήματα είναι πολλά ή λίγα για είκοσι πέντε χρόνια. Ας λάβουμε υπόψη, πάντως, ότι κάποιες χρονιές λείπουν ενώ άλλες υπερεκπροσωπούνται.
Περιπέτεια εσωτερικής καύσης. Οι τέσσερις τοίχοι (2000) του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη είναι μια περιπέτεια εσωτερικής καύσης, που εξελίσσεται σε απροσδιόριστο τόπο και χρόνο, δουλεύει με αργόσυρτο σασπένς και αποφεύγει την οποιαδήποτε δραματική κορύφωση, παρά τις ποικίλες αφορμές του μύθου για κάτι τέτοιο. Όλη η δράση στρέφεται γύρω από ένα μείζον μελισσοκομικό επίτευγμα και η έκβαση θα παραμείνει μέχρι το τέλος ανοιχτή. Η φιλοσοφική λίθος του μελισσοκομικού προϊόντος δεν αποκλείεται εν τέλει να αποδειχθεί μια πλατωνική σκιά με την εικόνα της να λάμπει εσαεί στους ουρανούς σαν μια λυτρωτική υπόσχεση διαφυγής.
Γαστρονομική κουλτούρα και ιατρική επιστήμη. Με το Περί ορέξεως και άλλων δεινών (2001) της Ελένης Γιαννακάκη θα μεταφερθούμε στην αυστηρώς ιδιωτική επικράτεια του σεξ, η οποία, ωστόσο, θα προβληθεί δεξιοτεχνικά στο ευρύτερο πεδίο της κουλτούρας της γαστρονομίας ενώ στον χορό θα μπει και η γλώσσα της ιατρικής και της φυσιολογίας με το campus novel σε θέση διακριτικού φόντου. Ο συνδυασμός γεύσης, όρασης, όσφρησης και αφής τον οποίο απαιτεί η παρασκευή των εδεσμάτων θα σημάνει γρήγορα και ένα γενετήσιο πανηγύρι, αλλά η απόλαυση του σεξ δεν αργεί να φέρει στην επιφάνεια και ισχυρά κύματα αηδίας και αποστροφής. Χρησιμοποιώντας το πρώτο ή το τρίτο ενικό πρόσωπο, διαμοιρασμένο σε έξι αφηγήσεις, η Γιαννακάκη θα δοκιμάσει ένα αξιοζήλευτο διακειμενικό παιχνίδι, δοκιμάζοντας εκ παραλλήλου μια άσκηση λογοτεχνικής φαντασίας.
Το εγώ και η ετερότητα. Με τις ιστορίες οι οποίες εντάσσονται στο Τους τα λέει ο Θεός (2002), ο Σωτήρης Δημητρίου θα μιλήσει για το εγώ και για την ετερότητα. Ιστορίες που δεν θα πάψουν να δείχνουν το πικρό ριζικό των πρωταγωνιστών τους: την καταδίκη τους σ’ έναν βασανισμένο, γεμάτο σκληρά παθήματα και αθεράπευτες κακώσεις βίο – έναν βίο μοιρασμένο σε δύο τόπους οικείους και συνάμα ξένους (την Ελλάδα και την Αλβανία), όπου η λαχτάρα για ζωή και δημιουργία θα εκπέσει βαθμιαία σε μια παντελή αδυναμία να εξασφαλιστούν έστω και τα χρειώδη.
Μυθιστορηματική τριλογία. Με την Αναλαμπή (2003), ο Νίκος Θέμελης ολοκληρώνει τη μυθιστορηματική τριλογία με την οποία στρέφει την προσοχή του στην οικονομική και κοινωνική ζωή του ελληνισμού εντός και εκτός Ελλάδος (από τη Δυτική Μακεδονία, τη Θεσσαλονίκη και τη Μυτιλήνη ώς τη Μικρά Ασία, την Οδησσό, την Τεργέστη και την Αθήνα), όπως θα διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια του τέλους του 19ου και των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα, σ’ ένα τοπίο όπου το εθνικό αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του υπερεθνικού, χωρίς το υπερεθνικό να μετατρέπεται σε κοσμοπολίτικη περιδιάβαση, αλλά και δίχως το εθνικό να αποβάλλει τα γηγενή χαρακτηριστικά του.
Ιστορία μιας πολυετούς απάτης. Η ιστορία την οποία αφηγείται στην Αγιογραφία (2003) ο Νίκος Παναγιωτόπουλος είναι η ιστορία μιας απάτης που κρατάει έναν σχεδόν αιώνα, εγείροντας συνεχή κύματα λατρείας για έναν παράξενο ασκητή και θαυματοποιό: τον Ιωάννη Ορφανό που θα κατορθώσει να επηρεάσει στο διάβα της πορείας του πλήθος καλοπροαίρετους πιστούς. Ο επιστολικός χαρακτήρας της αφήγησης τηρείται με ευλάβεια σε όλο το μήκος της πλοκής: ρητορικά σχήματα ευγενείας, συχνές αποφορτίσεις ή επιτάσεις, κενά πλήρη νοήματος.
Εθνική και φυλετική συνείδηση. Με τους Αθώους και φταίχτες (2004), η Μάρω Δούκα θα προσεγγίσει τα ανεξόφλητα ζητήματα της εθνικής και φυλετικής συνείδησης, αποκαθιστώντας την επαφή του σύγχρονου ιστορικού μυθιστορήματος με τους κοντινούς μας αιώνες, αλλά και επιτρέποντας στο βλέμμα της να φτάσει, με μια διεύρυνση του χρονικού της ανύσματος, μέχρι την Ενετοκρατία. Μέσα από τον λόγο της περιπλάνησης του μουσουλμανικής καταγωγής Αρίφ Καούρη στα σύγχρονα Χανιά, η Δούκα θα αναστήσει την εποχή της συμβίωσης Ελλήνων και Τούρκων στη μεγαλόνησο.
Ιστορική μεταμυθοπλασία ολκής. Γράφοντας το Ο παππούς μου και το Κακό (2005) ο Γιώργης Γιατρομανωλάκης στήνει μια ιστορική μεταμυθοπλασία ολκής, παίρνοντας αφορμή από τον βενιζελισμό. Ο συγγραφέας θα επιθέσει τα ιστορικά γεγονότα στα μυθοπλαστικά συμβάντα, αποφεύγοντας τον αιτιώδη συσχετισμό τους, θα κάνει κουρέλια την ιδεολογία της στράτευσης στην υπεράσπιση των εθνικών αξιών, κοιτάζοντας με μισό μάτι και την ανάδειξη της ετερότητας ή του τοπικού, αλλά και θα καταργήσει κάθε έννοια συνοχής και ενότητας ή συνέχειας.
Μυθιστόρημα και κόμικς. Το Logicomix (2008) είναι προϊόν μιας τετραπλής συνεργασίας. Η ιδέα και η ιστορία ανήκουν στον Απόστολο Δοξιάδη και στον Χρίστο Χ. Παπαδημητρίου, το σενάριο στον Δοξιάδη, ο σχεδιασμός των χαρακτήρων και το σχέδιο στον Αλέκο Παπαδάτο και το χρώμα στην Annie Di Donna. Στο Logicomix πρωταγωνιστούν οι σπουδαιότεροι μαθηματικοί του 20ού αιώνα, περιτριγυρισμένοι από τις μείζονες πολιτικές και στρατιωτικές συγκρούσεις της εποχής τους (εποχή δύο διαδοχικών παγκοσμίων πολέμων). Κόμικς που συνιστά ταυτοχρόνως και μαθηματικό μυθιστόρημα (συνομιλώντας κατά τόπους με το ιστορικό μυθιστόρημα, με την ιστορική μεταμυθοπλασία και με τη λογοτεχνία του συγγραφικού εργαστηρίου).
Μνήμες δωσιλογισμού. Το Απόψε δεν έχουμε φίλους (2008) της Σοφίας Νικολαΐδου κινείται σε τρεις χρόνους: από τη δικτατορία του Μεταξά και την περίοδο της Κατοχής μέχρι τη μεταπολίτευση και τον Δεκέμβριο του 2008. Ένα μυθιστόρημα για την Ιστορία σε ανατριχιαστική παραλληλία με το παρόν. Η Ιστορία ως δημόσια μνήμη επιζητεί να αποσιωπήσει τα κουκουλωμένα τραύματα του δωσιλογισμού ενώ ως σύγχρονη επιστήμη καταλήγει να θυσιάσει την απροκατάληπτη διερεύνηση του παρελθόντος στις τρέχουσες αποβλέψεις της πανεπιστημιακής κοινότητας – μιας κοινότητας που έχει φυλακιστεί κατά δραματικό τρόπο στο κλουβί των μικροσυμφερόντων της.
Ο Εμφύλιος χωρίς ιδεολογία. Με την Εβραία νύφη (2009) ο Νίκος Δαββέτας θα εικονογραφήσει έναν Εμφύλιο απογυμνωμένο από οποιοδήποτε ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο. Η επαναβίωση του Εμφυλίου στον παροντικό χρόνο της αφήγησης, και στο τρίγωνο Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Βερολίνο, αποκαλύπτει πως η δαμεσολαβημένη μνήμη των πρωταγωνιστών, μια δεύτερη, εκ των πραγμάτων αλλοτριωμένη και παραφρασμένη, όχι, όμως, και λιγότερο οδυνηρή μνήμη, μια μνήμη που έχουμε συναντήσει και ως μεταμνήμη, θα τους ρίξει με μαθηματική ακρίβεια στα δίχτυα της ακηδίας, οδηγώντας τους την ίδια ώρα και σε έναν στροβιλισμό εν κενώ.
Προφορική ιστορία. Στην Πατρίδα από βαμβάκι (2009) η Έλενα Χουζούρη θα ξετυλίξει την ιστορία ενός γιατρού του Δημοκρατικού Στρατού στην Τασκένδη μεταξύ 1949 και 1967. Η συγγραφέας ανακατεύει το ιστορικό και το πολιτικό μυθιστόρημα με την επιστολική και την ημερολογιακή αφήγηση, ενισχύοντας τη δράση της με ένα εμφανώς ονειρικό στοιχείο, καθώς και με ένα δίχτυ πυκνών λογοτεχνικών και ιστοριογραφικών αναφορών. Αναφορές συμπληρωμένες από μια σειρά μαρτυριών-συνεντεύξεων, οι οποίες παραπέμπουν στη λογική της προφορικής Ιστορίας, όπως και στον λόγο της δημοσιογραφίας ή της κοινωνικής ανθρωπολογίας.
Μύθος και Ιστορία. Με τις Φωτιές του Ιούδα, στάχτες του Οιδίποδα (2010) η Ρέα Γαλανάκη θα βάλει τους ήρωές της να έρθουν αντιμέτωποι με τα δεινά ενός κόσμου τον οποίο αναλαμβάνουν να εκπροσωπήσουν, πέρα από τις οδύνες της Ιστορίας, και η διαφθορά, η παρακμή ή η έλλειψη ανοχής του παρόντος. Μεταξύ παρόντος και Ιστορίας θα παρεμβληθεί πλέον όχι η μυθική φαντασία, αλλά ο παραδεδομένος (προφορικός ή γραπτός) μύθος. Η Γαλανάκη συγχωνεύει τον αρχαιοελληνικό μύθο του Οιδίποδα και τον ευαγγελικό μύθο του Ιούδα του Ισκαριώτη, βασισμένη σ’ ένα ανυπόγραφο ποιητικό αφήγημα της αναγεννησιακής Κρήτης.
Αποσιωπημένος Εμφύλιος. Τα Πορφυρά γέλια (2010) του Μισέλ Φάις μιλούν πρωτίστως για τις αποσιωπημένες πλευρές του Εμφυλίου. Η ιστορική αλήθεια δεν αντέχει στα Πορφυρά γέλια το βάρος της (καμία ιστορική ανθρωποφαγία δεν θα βρει ποτέ την ιστορική της αποκατάσταση) και γίνεται κομμάτια: ένα χαμένο κουρελάκι που θα συμπαρασύρει στο τρελό του στριφογύρισμα (οι Μαινάδες από τις Βάκχες του Ευριπίδη επανέρχονται συνεχώς στο κείμενο) και το οχληρό παρόν.
Η υπεροχή του μύθου. Με το Ποιος θυμάται τον Αλφόνς (2010) ο Κώστας Ακρίβος θα κάνει λόγο για τη λατρεία της φύσης και του αυθεντικού, για την αξία του μύθου και για τη σημασία της τοπικής συλλογικότητας, ξετυλίγοντας μια χαμηλότονη υπαρξιακή περιπέτεια που μετατρέπει τον ξένο τόπο σε γενέθλια γη.
Γάμος με τον Θεό. Ένας παράξενος και απρόβλεπτος θεός είναι ο θεός που θα δώσει το παρών στη Γυναίκα του Θεού (2014) της Αμάντας Μιχαλοπούλου, όπου η κεντρική ηρωίδα και αφηγήτρια εξιστορεί τα δεινά μιας δύσβατης αν όχι και παντελώς αδιέξοδης σχέσης. Θα περιοριστώ στο θέμα του συζυγικού δράματος γιατί το συζυγικό και κατ’ επέκτασιν το υπαρξιακό δράμα είναι το προνομιακό κλειδί για να διαβάσουμε το βιβλίο.
Οι μέσοι όροι. Μπορεί τα πρόσωπα στην Υπόσχεση γάμου (2014) του Γιώργου Συμπάρδη να προέρχονται από χαμηλά κοινωνικά στρώματα, αλλά υπάγονται οπωσδήποτε στους μέσους όρους. Μέσα από έναν αδιακόσμητο και αποδραματοποιημένο ρεαλισμό και βασισμένος σε μια σταθερά κυκλική αφήγηση, που εναλλάσσει τις ιστορίες των ηρώων της με τη μέθοδο της σκυτάλης, ο Συμπάρδης γράφει ένα μυθιστόρημα για την αντίφαση ανάμεσα στο είναι και το φαίνεσθαι της μικροαστικής καθημερινότητας.
Λογοτεχνική ετεροτοπία. Το σώμα του Τιρθανκάρα (2014) του Χρήστου Χρυσόπουλου καλύπτει το πεδίο της ταξιδιωτικής λογοτεχνίας, οδεύοντας προς τη λογοτεχνική ετεροτοπία. Η φυγή προς την Ινδία δεν είναι προς τα έξω αλλά προς τα μέσα, προς έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο και εντέλει μονίμως ανεύρετο εαυτό. Μια ετεροτοπία του αγνωστικισμού, όπως την έχει προβάλει ο Έντουαρντ Σαϊντ στη μελέτη του για τον οριενταλισμό.
Μέσα και έξω από τις λεωφόρους της Ιστορίας. Με τη Νίκη (2014) ο Χ. Α. Χωμενίδης θα θέσει στο αφηγηματικό του επίκεντρο τον Βασίλη Νεφελούδη, ιστορικό στέλεχος της μεσοπολεμικής Αριστεράς, και την κόρη του Νίκη, μένοντας μέσα και ταυτοχρόνως έξω από τις κεντρικές λεωφόρους της Ιστορίας. Η Νίκη (μητέρα του συγγραφέα) θα συλλάβει την Ιστορία μόνο μέσα από τη θέρμη και την ανοιχτοσύνη της υποκειμενικότητάς της και ο Χωμενίδης θα καταφέρει το σημαντικότερο: να αποσπάσει από την ιστορική του ύλη λεπτές φέτες συγκίνησης ικανές να μεταδώσουν αμέσως το εσώτερο ρίγος τους.
Ένα νεύμα για την κρίση. Με τους Δενδρίτες (2015), η Κάλια Παπαδάκη θα εγκαταλείψει την Αθήνα και την Ελλάδα για να μεταφερθεί στις ΗΠΑ και στο Κάμντεν του Νιου Τζέρσεϊ. Εκεί θα παρακολουθήσουμε τη ζωή δύο οικογενειών ελληνικής καταγωγής, αλλά το μυθιστόρημα απευθύνει εμμέσως πλην σαφώς ένα νεύμα στην παθολογία της ελληνικής κρίσης. Οι ήρωες δεν θα κατορθώσουν να ορθοποδήσουν όσο επικρέμαται επί των κεφαλών τους ο κίνδυνος της συλλογικής ανασφάλειας και της κοινωνικής αποδιάρθρωσης.
Υπαρξιακή χοάνη. Η θεματική γραμμή των λογοτεχνικών και κινηματογραφικών παραπομπών του Νίκου Μάντη στους Τυφλούς (2017) ξεκινάει από τη διφυή έννοια της τυφλότητας (σύμβολο της πολιτικής εξαχρείωσης και του ολοκληρωτισμού και ταυτοχρόνως μέσον διάνοιξης νέων διανοητικών οριζόντων) και συνεχίζεται με τη διείσδυση στο εσωτερικό του γήινου φλοιού (σημαντικό μερίδιο εν προκειμένω θα διεκδικήσει και η ιστορία των υπόγειων στοών, διακλαδώσεων και ποταμιών της Αθήνας μαζί με όλη την αστική μυθολογία της). Οι Τυφλοί αποτελούν κάτι περισσότερο από πολιτικό μυθιστόρημα: θυμίζουν υπαρξιακή χοάνη εντός της οποίας οι άνθρωποι αναμιγμένοι και ανακατωμένοι με τους πλέον απροσδόκητους τρόπους αναζητούν επί ματαίω τόσο την εσωτερική όσο και την εξωτερική τους ταυτότητα.
Το κύλισμα της ζωής. Τα Ελαφρά ελληνικά τραγούδια (2018) του Αλέξη Πανσέληνου εικονογραφούν μια Αθήνα που μολονότι εξακολουθεί να βρίσκεται στη μέγγενη του Εμφυλίου, προσπαθεί απεγνωσμένα να ατενίσει την ελπίδα, πλέκοντας εκ νέου το ατομικό και το συλλογικό στην προοπτική ενός ριζικά καινούργιου κόσμου. Ο συγγραφέας θα κεντήσει στον καμβά του τα πιο διαφορετικά στοιχεία (από το έλασσον στο μείζον και τανάπαλιν), κατορθώνοντας να ζωντανέψει το κρισιμότερο: την αίσθηση της ζωής πάνω στο ακατάπαυστο κύλισμά της.
Ζοφερή Αθήνα και εναλλακτική γαστρονομία. Με το Γίγαντες και φασόλια (2019) ο Τάκης Καμπύλης θα προβάλει την αφήγηση σε ένα ζοφερό (σαν μελλοντολογικό κάδρο) αθηναϊκό τοπίο, με ένα πολιτικό σύστημα στα πρόθυρα της κατάρρευσης το οποίο βάλλεται ποικιλοτρόπως: από τα ρεύματα της μετανάστευσης, από τα fake news και από τα ναρκωτικά. Κι εδώ ο συγγραφέας θα αντιπαραβάλει κάποιες ωραία σχεδιασμένες ουτοπικές διαφυγές, όπως το νησί της Φράξου (από τον Μάγο του Τζον Φόουλς) και η εναλλακτική γαστρονομία του κεντρικού ήρωα.
Μαχαίρι στην καρδιά της Αριστεράς. Στον καινούργιο μυθιστορηματικό γύρο για τον Εμφύλιο, στόχος των νεότερων πεζογράφων δεν είναι η αναβίωση της παλαιάς σύγκρουσης, αλλά ένα είδος προσπάθειας για ίαση του πολύχρονου τραύματος.Παρόλα αυτά, Το χιόνι των Αγράφων (2022) του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη δεν αποτελεί σύνθεση των αριστερών και των δεξιών ευθυνών: είναι, αντίθετα, μαχαίρι στην καρδιά της Αριστεράς εκ των έσω.
Πολυσυλλεκτική προσέγγιση. Με Το μόνο της ζωής τους ταξίδι (2022) ο Ηλίας Μαγκλίνης συνταιριάζει βιογραφία (για τον παππού και τον πατέρα), αυτοβιογραφία (με εμπλοκή του συγγραφέα στην αφήγηση μέσω πολλαπλών αναφορών στα δικά του πεπραγμένα), οικογενειακό μυθιστόρημα (με τις τρεις γενιές των Μαγκλίνηδων), διακειμενικό παιχνίδι με την ελληνική και την ξένη λογοτεχνία), ιστοριογραφικό σχεδιάγραμμα, ρεπορτάζ και ερευνητική δημοσιογραφία.
Μια παρατεταμένη κρίση. Την παρατεταμένη κρίση την οποία αντιμετώπισε το ελληνικό πολιτικό σύστημα όταν το 1922 καράβια με τις πιο διαφορετικές εθνικές σημαίες ξεκίνησαν να μεταφέρουν επί μήνες τους πρόσφυγες προς κάθε γεωγραφικό σημείο της Ελλάδας αποτυπώνει πλαστικά και εις βάθος στον αφηγηματικό του χρόνο το Μάνα πατρίδα, κακιά μητριά (2023) του Γιάννη Σιώτου.
Άλλη μια τριλογία. Την τριλογία «Ο δράκος της Πρέσπας» κλείνει με τη Μνήμη του πάγου (2023) η Ιωάννα Μπουραζοπούλου. Με παραμυθιακές αφηγήσεις, δυστοπικές περιπέτειες, μυστήρια και παραβολές για τις σχέσεις στο εσωτερικό των κοινωνιών της Δύσης, για την κουλτούρα ή για τις τάσεις της παγκοσμιοποίησης, που εδώ θα αποκτήσουν τη μορφή ενός πολύσημου και παντοδύναμου δράκου.
Υποτονικός μάρτυρας. Μιλώντας στο Δεν θ’ αργήσω (2024) της Βασιλικής Πέτσα για το πρωτοφανές δυστύχημα το οποίο σημειώθηκε στις κερκίδες του Χίλσμπορο, τον Απρίλιο του 1989, ο επινοημένος της μάρτυρας θα μείνει αποπροσωποποιημένος και υποτονικός, υποχρεωμένος να προβάλλει τον εαυτό του στον μάταιο αγώνα ενός καναρινιού για ελευθερία εντός και εκτός του κλουβιού του.
Ένα είδος ουτοπίας. Στο Κυμύλη ή η νήσος των δυνατοτήτων (2024) ο Άγης Πετάλας συνδυάζει μεταμοντέρνα αφήγηση που εκκινεί από την περίοδο των πρώτων εμπνευστών της ουτοπίας για να φτάσει μέχρι τη σημερινή ελληνική καθημερινότητα, αποφεύγοντας να καταλήξει άχαρο εγκεφαλογράφημα ή βαρετή άσκηση επί χάρτου.