Ο έρωτας και το σεξ στο σινεμά (γράφει ο Φίλιππος Φιλίππου)

0
165
nymphomaniac

 

γράφει ο Φίλιππος Φιλίππου

Ο Θόδωρος Σούμας είναι κριτικός κινηματογράφου (σπούδασε κινηματογράφο στο Παρίσι) και συγγραφέας, έχει γράψει βιβλία σχετικά με το σινεμά, αλλά και βιβλία μυθοπλασίας: μια συλλογή διηγημάτων και τη νουβέλα Το ημερολόγιο ενός αδέξιου εραστή. Το παρόν αποτελεί μια αναθεωρημένη εκδοχή του βιβλίου που εκδόθηκε το 2005, συμπληρωμένο με είκοσι δύο νέα κείμενα. Είναι μια μελέτη που πραγματεύεται τη σχέση του κινηματογράφου με τον έρωτα, τις σχέσεις

των δυο φύλων, τη σεξουαλικότητα και τον ερωτισμό. Όπως σημειώνει στην εισαγωγή του ο συγγραφέας, η επιλογή των σκηνοθετών έγινε με αφετηρία την αισθαντικότητα και την καλλιτεχνική τους ποιότητα. Κυρίως, γιατί στα έργα τους έχουν αναπτύξει έναν προβληματισμό  γύρω από το θέμα του έρωτα, το ζήτημα της σεξουαλικότητας, καθώς και τις σχέσεις των δύο φύλων.

Το βιβλίο χωρίζεται σε πέντε μέρη:

  1. Ερωτισμός και σινεμά, λογοτεχνία.
  2. Οι σκηνοθέτες του έρωτα ή του σεξ στην Ευρώπη και στην Ασία.
  3. Γαλλικό σινεμά και σεξουαλικότητα.
  4. Η σκηνοθεσία του έρωτα στον αμερικανικό κινηματογράφο.
  5. Ο έρωτας στον ελληνικό κινηματογράφο.

Στο κείμενο «Ο ερωτισμός στην πεζογραφία», σημειώνει ότι κατ’ αρχάς έχουν γραφτεί πορνογραφήματα  με σημαντική λογοτεχνική, νοηματική  αι αισθητική αξία κυρίως από τον Μαρκήσιο ντ Σαντ, τον Ζορζ Μπατάιγ και άλλους. Για να χαρακτηρίσουμε ένα λογοτεχνικό ή κινηματογραφικό έργο ως πορνογραφικό πρέπει να υπάρχουν σε αυτό διακριτές, ευκρινείς λεπτομέρειες που αναπαριστούν τη σεξουαλική πράξη. Προσθέτει όμως πως το να πούμε τι είναι πορνογραφία δεν είναι εύκολη υπόθεση, ενώ στις αναπαραστάσεις του γυμνού και του σεξ στην πεζογραφία και στον κινηματόγραφος  σήμερα επιδρά η σεμνότυφη ιδεολογία της πολιτικής ορθότητας.

Αναφερόμενος στην ηδονοβλεπτική έφεση και διάθεση πεζογράφων και σκηνοθετών, ο Σούμας φέρνει ως παράδειγμα το μυθιστόρημα του Πασκάλ Μπρικνέρ Τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα που το μετέφερε στη μεγάλη οθόνη ο Ρομάν Πολάνσκι. Τονίζει ότι το κοίταγμα από την κλειδαρότρυπα του συζύγου, ενώ η σύζυγος συνουσιάζεται, μπορεί να μην είναι κυριολεκτικό αλλά φανταστικό, δηλαδή ο σύζυγος να φαντάζεται τη συνουσία της και να ερεθίζεται.

Μιλώντας για τον Λουίς Μπουνιουέλ και την ταινία του Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου, τονίζει τον αινιγματικό χαρακτήρα της ερωτικής σχέσης, της οποία το νόημα είναι κρυφό και αργότερα αποκαλύπτεται μερικώς. Σταδιακά, η ηρωίδα γίνεται όλο και πιο μυστηριώδης, ενώ ο πόθος του άντρα γίνεται ολοένα και πιο ασαφής. Ο θεατής δεν μπορεί να καταλάβει αν η γυναίκα, η Κοντσίτα, βλέπει τον άντρα, τον Ματέο, ως εραστή ή ως πατέρα.

Διαβάζουμε ότι ο Πιερ Πάολο Παζολίνι στο Σαλό, 120 μέρες στα Γόμορα, κλιμακώνει, εντείνει ή μπλοκάρει την οπτική αποκάλυψη των σεξουαλικών πράξεων. Από τη μεριά του, ο Ναγκίσα Όσιμα στην Αυτοκρατορία των αισθήσεων σχεδόν αποκρύβει τις φιγούρες των εραστών, κάτι που λειτουργεί ως αντίστιξη στα κοντινά πλάνα των γεννητικών οργάνων. Επίσης, διαβάζουμε πως σύμφωνα με τον Ζορζ Μπατάιγ «η ουσία του ερωτισμού δίνεται στην αδιάσπαστη σύνδεση της σεξουαλικής ηδονής με το απαγορευμένο».

Από το βιβλίο περνούν όλοι οι σημαντικοί σκηνοθέτες του κινηματογράφου, οι οποίοι έχουν αφήσει το στίγμα τους στην έβδομη τέχνη: ο Θόδωρος Σούμας τους γνωρίζει άριστα, τους έχει μελετήσει, αυτοί τον ενέπνευσαν για να γράψει τα κείμενά του. Ο Λουκίνο Βισκόντι χαρακτηρίζεται «ποιητής των ορμών του θανάτου», καθώς ζωντανεύει την ηδονή της παρακμής του λογικού ανθρώπου και του πολιτισμού που πεθαίνει». Ο Φεντερίκο Φελίνι στο Σατιρικό δένει σε μια «φόρμα οργίου» τη λαγνεία, τη διαφθορά, την παρακμή και τον έρωτα. Ο Μάρκο Φερέρι υποσκάπτει ή περιγελά  με οξύτητα τους παραδοσιακούς ρόλους του αρσενικού  και του θηλυκού, ενώ ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ ασχολήθηκε με τους ανθρώπου που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση από ερωτική και σεξουαλική άποψη.

Ο Φρανσουά Τριφό πραγματεύεται τις εκδοχές των ορμών της ψυχής του ανθρώπου, δηλαδή τις ορμές του Έρωτα και του Θανάτου. Ο Ερίκ Ρομέρ βάζει τον ήρωά του να λέει ψέματα ώστε να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες των ερωτικών του σχέσεων. Ο Ζαν Λυκ Γκοντάρ στην Περιφρόνηση, βασισμένη στο μυθιστόρημα του Αλμπέρτο Μοράβια, δείχνει στην αρχή τα οπίσθια της Μπριζίτ Μπαρντό για να εκμεταλλευτεί οπτικά το σώμα της. Ο Μπίλι Γουάιλντερ στο Εφτά χρόνια φαγούρα βάζει τη Μέριλιν Μονρόε με ανασηκωμένο φόρεμα πάνω στο άνοιγμα του υπόγειου μετρό, ώστε να γίνει ο στόχος των ερωτικών επιθυμιών του θεατή και να τον διεγείρει. Από τη μεριά του, ο Άλφρεντ Χίτσκοκ έπλασε μια σειρά γυναικείων πορτρέτων  που έχουν στο επίκεντρό τους εξέλιξή του οιδιπόδειου συμπλέγματος.

      Στο τελευταίο κεφάλαιο της μελέτης του ο Θόδωρος Σούμας μιλάει για τον έρωτα στον ελληνικό κινηματογράφο, αρχίζοντας από τις ταινίες του Νίκου Νικολαΐδη και του Γιώργου Πανουσόπουλου που τους χαρακτηρίζει μετρ του ερωτισμού. Συνεχίζει με τον Δημήτρη Παναγιωτάτο, την Τώνια Μαρκετάκη, τον Αλέξη Δαμιανό και τον Νίκο Παπατάκη, τον Νίκο Παναγιωτόπουλο και τον Νίκο Κούνδουρο. Ο Κούνδουρος, μετά τις Μικρές Αφροδίτες εισάγει στο έργο του ένα έμμεσο ερωτισμό και στο Vortex μας κάνει μάρτυρες της επίδειξης του γυναικείου κορμιού, ενώ γυρίζει και μια σκηνή με την ερωτική πράξη του ζευγαριού της ταινίας. Επίσης, μιλάει και για την ταινία της Μαρίας Γαβαλά Περί έρωτος, της οποίας το πρώτο μέρος είναι η ταινία Χρυσάνθη, οι αποτυχίες (1982) το δεύτερο μέρος είναι ο Ιάσων: ο διχασμένος έρωτας που έχει την υπογραφή του Θόδωρου Σούμα, του ίδιου του συγγραφέα.

Κλείνοντας τούτο το σημείωμα, θυμίζουμε ότι το βιβλίο κοσμείται από γνωστές και άγνωστες φωτογραφίες ηθοποιών εν δράσει, από σκηνές που έχουν χαραχτεί ανεξίτηλα στη μνήμη των θεατών, οι οποίοι λάτρεψαν τον κινηματογράφο και σύχναζαν στις αίθουσες κατά τις δεκαετίες του ’60, του ’70 και του ’80. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τον Μάρλον Μπράντο και την Μαρία Σνάιντερ στο Τελευταίο ταγκό στο Παρίσι, την Κατρίν Ντενέβ στην Ωραία της ημέρας ή τη Μέριλιν Μονρόε στο Εφτά χρόνια φαγούρα;

 

Θόδωρος Σούμας, Ο έρωτας στο σινεμά,Εκδόσεις Αιγόκερως, 2025

Προηγούμενο άρθρο«Η Γυναίκα και ο Ακροβάτης»: μια βραδιά, μια πτήση, «Πέντε γράμματα» (της Όλγας Σελλά)
Επόμενο άρθροΣτον Πέρσιβαλ Έβερετ το Βραβείο Πούλιτζερ 2025

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ