Μιλώντας για δίπολα συγγραφέων (του Δάνη Κουμασίδη)

0
256

 

του Δάνη Κουμασίδη

H Μυστική Ιθάκη του Κώστα Αρκουδέα συμπληρώνει μια τριλογία ιδιαίτερων βιβλίων ειδολογικής συνάφειας: Το ευπώλητο Χαμένο Νόμπελ μια αληθινή ιστορία του 2015 οργανώνει την αφήγησή του γύρω από τους συγγραφείς που τιμήθηκαν ή δεν τιμήθηκαν με το ομώνυμο βραβείο, και κυρίως την περίπτωση Καζαντζάκη, ενώ οι Επικίνδυνοι συγγραφείς του 2019 γύρω από συγγραφείς και βιβλία που θεωρήθηκαν επικίνδυνα, βλάσφημα, αιρετικά και συγκέντρωσαν την μήνι των θεσμών, συχνά δε και μέρους του αναγνωστικού κοινού. Ο γενικός τίτλος της τριλογίας είναι «Η σκοτεινή πλευρά της γραφής».

Η Μυστική Ιθάκη ξεκινάει με, κατ΄επίφαση, επίκεντρο τον Καβάφη και τα περικείμενά του ως μια ένθετη Ιστορία της λογοτεχνίας μεταπλασμένη σε υβριδική μεταμυθοπλασία. «Είμαι ποιητής ιστορικός», συλλογίζεται στο βιβλίο ο Καβάφης, «είσαι ιστορικός της ποιητικής» σκέφτομαι συμπληρωματικά εγώ για τον Αρκουδέα. Με άλλα λόγια, ο Αρκουδεάς μάς βάζει στο εργαστήρι του συγγραφέα (παλιότερα το έλεγαν «συγγραφική κουζίνα», πλέον, και ιδιαίτερα στην περίπτωσή μας μοιάζει περισσότερο με συγγραφικό σκοτεινό δωμάτιο του ασυνείδητου) αλλά επιπλέον, και εδώ εντοπίζω μια από τις σημαντικότερες αρετές του, και στο εργαστήρι του αναγνώστη, με τον ίδιο τρόπο που ο Καφάβης ορίζεται συχνά ως αναγνώστης του Γκίμπονς της Ιστορίας της παρακμής και της πτώσεως της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το προλογικό κείμενο θα μπορούσε, λοιπόν, να χαρακτηριστεί με τον νεολογισμό «πεζό ποιητικής» κατά το «ποιήματα ποιητικής».

Επ’ αφορμή, λοιπόν, της περίπτωσης Καβάφη ο Αρκουδέας μάς μιλά για ζεύγματα συγγραφέων  (ο Καφάβης με την Ντίκινσον, ο Σάλιντζερ με τον Πεσόα, ο Ρεμπώ με τον Μπωντλαίρ,ο Ντικ με τον Βιζυηνό, ο Τσβάιχ με τη Γουλφ). Υπό αυτό το τρόπον τινά δυαδικό σύστημα, που ακολουθεί τη φιλολογική ταξινόμηση των γραπτών του Καβάφη, αντιλαμβανόμαστε και τα προσωπικά του ενδιαφέροντα. Στο τελευταίο μέρος μας παρουσιάζει συντομότερα και άλλες παραπληρωματικές ζωές συγγραφέων.

Έχουμε να κάνουμε, λοιπόν, με ένα homage, έναν φόρο τιμής στη λογοτεχνία, με τη διαφορά πως αυτό το βιβλίο δεν οργανώνεται ως φιλολογική μελέτη ή ως κείμενο ακαδημαϊκής επεξεργασίαςˑ Εμφανίζοντας ενσταντανέ από σημαντικές στιγμές, κατά βάση στιγμές συναισθηματικών εντάσεων, των συγγραφέων καταλήγει ως διακειμενικό παίγνιο, με επίκεντρο όμως όχι μόνο τα κείμενα (όπως συμβαίνει στην παραδοσιακή διακειμενικότητα) αλλά και με τον βιογραφισμό των συγγραφέων. Με άλλα λόγια εκτός από μια αυτονόητη ενός είδους διακειμενικότητα, έχουμε να κάνουμε περισσότερο, ακόμη ένας νεολογισμός, με δια-προσωπογραφία. Ο Αρκουδέας καταγράφει αλλά και εμπλουτίζει τις συναισθηματικές εξάρσεις των συγγραφέων, κι έτσι επανέρχομαι στην αρχική διατύπωση, δημιουργεί μια ένθετη ιστορία της ποιητικής μεταπλασμένη σε υβριδική μεταμυθοπλασία. Σε πολύ μεγάλο βαθμό η λογοτεχνικότητα του κειμένου εδράζεται στο μοντάζ που κάνει ο συγγραφέας και το διακρίνει από ένα απλό δοκίμιο ή μελέτη – εδώ θα μπορούσαμε να προσθέσουμε πως αντί για το μελέτη θα ταίριαζε ο χαρακτηρισμός «λογοτεχνική σπουδή». Ο Αρκουδέας χρησιμοποιεί πολλών ειδών συνδέσεις κι έτσι επιτυγχάνει ένα έργο κατ’ εξοχήν πολυπρισματικό.

Σε ορισμένα κριτικά σημειώματά που δημοσιεύτηκαν, το βιβλίο προσδιορίζεται ως non fiction literature (μη μυθοπλαστική λογοτεχνία). Διαφωνώ σφοδρά με τον χαρακτηρισμό, για τους τέσσερις εξής λόγους:

  1. Το βιβλίο ουδεμία σχέση έχει με δημοσιογραφικό λόγο, ή προηγηθείσα δημοσιογραφική ή βιωματική επιτόπια έρευνα όπως πράττουν ο Καπότε ή η Αλεξέγιεβτις (για να πιάσω έναν πατριάρχη και μια πρόσφατη επίγονο του είδους).
  2. Τον συγγραφέα δεν απασχολούν μόνο ή κυρίως τα συμβάντα αλλά κατά βάση οι ψυχικές διαθέσεις.
  3. Οι τόποι/χώροι δεν είναι ρεαλιστικοί αλλά κατά βάση φασματικοί.
  4. Το κείμενο διακρίνεται από ποιητικότητα.

Όχι μόνο συμβάντα, λοιπόν, αλλά και τεκμήρια και κριτικές, όχι Θεωρία, μολονότι είναι ένα βιβλίο που προσεγγίζεται κατ’ εξοχήν με την χρήση εργαλείων της θεωρίας λογοτεχνίας.

Στο έργο συναντάμε μια ποικιλομορφία συγγραφέων και ειδών,  από την ποίηση ως την επιστημονική φαντασία. Διακρίνω μια ιδιαίτερη συμπάθεια αφενός στους αναχωρητές, ερημίτες σχεδόν ανθρωποφοβικούς συγγραφείς, αφετέρου στους παντός είδους καταραμένους. Ακόμα και ο υποψιασμένος αναγνώστης θα βρει εκτός από γνωστά στοιχεία, δευτερεύουσες, αποσιωπημένες πτυχές του βίου των συγγραφέων, φτάνοντας τελικά να δημιουργηθεί κάτι που θα μπορούσα να το ονομάσω «παλίμψηστο των εξάρσεων». Πολλές φορές η καθημερινότητα των υπερταλαντούχων συγγραφέων συναντά τις πιο ακραίες συμπεριφορές και πράξεις τους. Εξ ου και οι συγγραφείς στους οποίους γίνεται αναφορά είναι πρωτοπόροι και καινοτόμοι στα υπο-είδη της λογοτεχνίας που υπηρετούν.

Εάν, όπως δηλώνει ο ίδιος ο συγγραφέας στο Χαμένο Νόμπελ το αφηγηματικό νήμα υφαίνουν οι Θεσμοί, στους Επικίνδυνους συγγραφείς τα έργα και στη Μυστική Ιθάκη τα πρόσωπα, το σύνολο της τριλογίας μας δείχνει αφενός έναν διαφορετικό τρόπο προσέγγισης της λογοτεχνίας, αφετέρου μεγενθύνει τον διόλου απομαγεμένο χαρακτήρα της.

 

Κώστας Αρκουδέας Μυστική Ιθάκη, Καστανιώτης 2024

Προηγούμενο άρθροΠρέπει να βιαστώ (διήγημα της Ζέτας Κουντούρη)
Επόμενο άρθροHoward A. Rodman – Επίμετρο στο “Νεκροτομείο πλήρες” του Jean-Patrick Manchette

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ