Το Mετά-μετά-μοντέρνο μειδίαμα του Γιάννη Αντάμη (γράφει ο Μάνος Αποστολίδης)

0
290

 

του Μάνου Αποστολίδη

 

(δοκίμιο που τοποθετεί το Α, εδώ (2023) του Γιάννη Αντάμη
στο ευρύτερο πλαίσιο του μετα-μετα-μοντερνισμού).

 

(Μέρος Ι)
μετα-μοντέρνα κατάρρευση

Το βιβλίο Α, εδώ (2023) του Γιάννη Αντάμη θέτει άρρητα μια ερώτηση:

Ποιος είναι ο Γιάννης Αντάμης;

Θα μπορούσαμε να απαντήσουμε με το βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα. Όμως η ερώτηση βαθαίνει απότομα μόλις εντοπίσουμε μια ουσιαστική διαφορά μεταξύ του Γιάννη Αντάμη (φυσική παρουσία) και του Γιάννη Αντάμη (σύμβολα σε χαρτί). Ο ένας Αντάμης είναι άνθρωπος. Ο άλλος Αντάμης είναι τυπωμένο όνομα σε εξώφυλλο βιβλίου.

Αυτό, φυσικά, ισχύει για κάθε βιβλίο. Ένα βιβλίο δεν γράφεται ποτέ από τον συγγραφέα· γράφεται από την συγγραφική περσόνα που ο συγγραφέας υιοθετεί για να το γράψει. Όμως το Α, εδώ πηγαίνει ένα βήμα παρακάτω: ο Συγγραφέας, αλλά κι ο Αφηγητής, αλλά κι ο Πρωταγωνιστής—άρα όλοι οι αφηγηματικοί ρόλοι—έχουν συγχωνευτεί στην ίδια οντότητα: στον Γιάννη Αντάμη.

Υπάρχει λοιπόν Αντάμης1 (Συγγραφέας), Αντάμης2 (Αφηγητής), και Αντάμης3 (Πρωταγωνιστής).

Διαβάζοντας ένα οποιοδήποτε βιβλίο, συναντάμε ένα αυτονόητο αφηγηματικό όριο: ο Πρωταγωνιστής δεν πρέπει να γυρίσει και να απευθυνθεί στον Αναγνώστη. Σαν ηθοποιός που δεν πρέπει να γυρίσει να κοιτάξει την κάμερα (δηλαδή όλους όσους παρακολουθούν ετεροχρονισμένα από κάποια οθόνη). Το όριο αυτό υπονοεί πως Αναγνώστης και Πρωταγωνιστής (ή ηθοποιός και θεατής) βρίσκονται σε διαφορετικούς κόσμους.

Την καταπάτηση αυτού του αφηγηματικού ορίου την ονομάζουμε “σπάσιμο του 4ου Τοίχου”. Φανταστείτε έναν νοητό τοίχο που χωρίζει τους ηθοποιούς της σκηνής από το κοινό· αυτός ο τοίχος “σπάει” αν μια ηθοποιός γυρίσει και μιλήσει στο κοινό.

Στην λογοτεχνία, κάθε τέτοιο “σπάσιμο” υπονοεί ένα κλείσιμο ματιού από την Συγγραφέα. Δηλαδή, έστω ότι εσύ, Αναγνώστρια, διαβάζεις ένα βιβλίο στο οποίο η μοίρα της Πρωταγωνίστριας έχει ήδη υπαγορευτεί από μια ανώτερη δύναμη—η οποία “ανώτερη δύναμη” θα μπορούσε να είναι η Συγγραφέας του βιβλίου, αυτή που δημιούργησε τον ιστοριόκοσμο από το μηδέν. Δεν οφείλεις λοιπόν κι εσύ, Αναγνώστρια, καθώς διαβάζεις αυτό το υποθετικό βιβλίο, να προβληματιστείς μήπως και στην δική σου πραγματικότητα υπάρχει μια ανώτερη Συγγραφική δύναμη που ορίζει την μοίρα της Πρωταγωνίστριας; (Δηλαδή, Αναγνώστρια, την δική σου μοίρα).

Στις ιστορίες του Γιάννη Αντάμη συχνά δοκιμάζεται η αντοχή του 4ου Τοίχου· κάποιες φορές συναντάμε ρωγμές, άλλες φορές πλήρη κατεδάφιση. “Βλέπουμε” τους Χαρακτήρες να έχουν επίγνωση ότι πρωταγωνιστούν σε γραμμένη ιστορία, ή τους Χαρακτήρες να γυρνάνε και να συνομιλούν με τον (ανύπαρκτο) Αφηγητή, ή τον Αφηγητή να γυρνάει και να απευθύνεται στον (ακόμα πιο ανύπαρκτο) Αναγνώστη, ή τον Συγγραφέα να στοχάζεται δοκιμιακά πάνω στην ίδια την έννοια της συγγραφής.

Στο Α, εδώ υπάρχουν πολλαπλά σημεία (σκόπιμης) σύγχυσης στην ιεράρχηση των αφηγηματικών επιπέδων. Σε ένα φυσιολογικό βιβλίο, περιμένουμε ο Συγγραφέας να βρίσκεται “πάνω” από τον Αφηγητή (αφού γράφει την ιστορία του Αφηγητή), κι ο Αφηγητής “πάνω” από τον Πρωταγωνιστή (αφού διηγείται την ιστορία του Πρωταγωνιστή), και μετά αν ο Πρωταγωνιστής αρχίσει να λέει ένα παραμύθι, περιμένουμε να βρίσκεται “πάνω” από τους χαρακτήρες του παραμυθιού… Και πάει λέγοντας, χωρίς τέλος. Όμως σε ένα λιγότερο φυσιολογικό βιβλίο (βλέπε Α, εδώ) ο Αφηγητής μάς υπενθυμίζει συχνά ότι αυτό που διαβάζουμε δεν είναι παρά αφήγημα. (Ουσιαστικά, ο Αφηγητής εφιστά την προσοχή μας στην ύπαρξή του). Μάλιστα, ο Αφηγητής λέει ανά σημεία ότι το βιβλίο δεν είναι απλώς ιστορία, αλλά ιστορία στην οποία Συγγραφέας είναι ο ίδιος, και ότι θα την γράψει όπως τού γουστάρει, κι αν του καπνίσει θα σβήσει και καμιά γραμμή, θα αλλάξει μια άλλη, κτλ. (Ουσιαστικά, ο Συγγραφέας εφιστά την προσοχή μας στην ύπαρξή του).

Τα αφηγηματικά επίπεδα του Α, εδώ δεν είναι ιεραρχικά στοιβαγμένα, ως είθισται, αλλά απλωμένα στο ίδιο επίπεδο και σε μόνιμη κίνηση. Κάθε φορά που δύο επίπεδα συγκρούονται, δονείται η αφηγηματική πραγματικότητα.

 

(Μέρος ΙΙ)
μετα-μετα-μοντέρνο μειδίαμα

Φανταστείτε τα λογοτεχνικά ρεύματα ως χαρακτήρες. Το Μοντέρνο ήρθε στις αρχές 20ου αιώνα, κι είχε αγέρωχο βλέμμα που έλεγε: «Φέρνω την νέα αλήθεια.» Όμως, μετά από δύο Παγκόσμιους Πολέμους, η ανθρωπότητα έχασε την πίστη της στην ανθρωπότητα, και τότε ήρθε το Μεταμοντέρνο, φορώντας σαρδόνιο χαμόγελο που έλεγε: «Δεν υπάρχει νέα αλήθεια! Δεν υπάρχει καν αλήθεια!» Και μετά, χρονικά περίπου στην πτώση των δίδυμων πύργων, ήρθε το Μετα-μετα-μοντέρνο, με ένα μειδίαμα που έλεγε: «Αναγνώστη, ψάχνω μόνος μου την νέα αλήθεια, γνωρίζοντας πως δεν υπάρχει, αλλά αν υπήρχε (που δεν υπάρχει) θα ήταν αυτή η επικοινωνία μαζί σου».

Να σημειωθεί εδώ ότι: ο όρος ‘μετα-μοντέρνο’ είναι φημισμένος για την γενικευμένη ασάφεια που τον συνοδεύει. «Τελικά τι θα πει μεταμοντέρνο;». Η ασάφεια, όπως είναι φυσικό, πολλαπλασιάζεται με κάθε προστιθέμενο ‘μετά-’. Όμως η ασάφεια αυτή δεν είναι τυχαία: είναι εγγενές χαρακτηριστικό του μετα-μοντέρνου.

Υπεραπλουστευτικά, το μετα-μοντέρνο ορίστηκε ως δυσπιστία απέναντι στα μεγάλα αφηγήματα—βλέπε: θρησκεία, επιστήμη, ηθική, αλήθεια, πρόοδος, δύναμη, κτλ.—ιδέες στις οποίες το μοντέρνο είχε εναποθέσει τις ελπίδες του. Το μετα-μοντέρνο δεν πρέσβευε ότι κάθε αφήγημα είναι ψέμα—αλλά ότι θα μπορούσε να είναι.

(Το σπάσιμο του 4ου Τοίχου ήταν κατ’ εξοχήν μετα-μοντέρνα τεχνική.)

Και πώς να αρνηθεί κανείς την αντι-αλήθεια του μετα-μοντέρνου; Είναι αυταπόδεικτο το ότι κάθε ανθρώπινη ιδέα δεν είναι τίποτα παραπάνω από ανθρώπινη ιδέα: ότι καμία αλήθεια δεν μπορεί να είναι καν αλήθεια χωρίς ένα σύστημα αναφοράς να την ορίζει…

Άρα τι κάνουμε; Υπάρχει πραγματικότητα μετά το μετα-μοντέρνο;

Ομολογουμένως, οι όροι μοντέρνο, μετά-μοντέρνο, και μετά-μετά-μοντέρνο δεν έχουν και πολλή φαντασία. Είναι επίσης κάπως απειλητικοί για τους αμύητους, αν όχι ενοχλητικοί. Κι όμως, οι όροι αυτοί έχουν κάποια πρακτική χρησιμότητα στην σκιαγράφηση του ανθρώπινου πνεύματος όπως αυτό εκφράστηκε (γλωσσικά) τον 20ο αιώνα μέσω της λογοτεχνίας.

Για παράδειγμα, μπορούμε να σκιαγραφήσουμε την εξής πορεία: η μοντέρνα γραφή προσπάθησε να ανοικοδομήσει την πραγματικότητα χτίζοντας νέα νοήματα· η μετα-μοντέρνα γραφή προσπάθησε να κατεδαφίσει νοηματικούς “τοίχους”, κυριευμένη από ένα πάθος για αποδόμηση· η μετα-μετα-μοντέρνα γραφή απέφυγε την κατεδάφιση-για-χάρη-της-κατεδάφισης, και γκρέμισε αφηγηματικούς “τοίχους” μόνο από επιθυμία να επικοινωνήσει με την άλλη πλευρά.

Στα πλαίσια της παρούσας μελέτης, στο Α, εδώ δεν έχει τόση σημασία η τάση του Συγγραφέα να αναλύει στον Αναγνώστη τις λειτουργίες της αφήγησης, σημασία έχει ότι ο Συγγραφέας αποφασίζει να απευθυνθεί στον Αναγνώστη. Το ζήτημα δεν είναι η πληροφορία, αλλά η ανάγκη μετάδοσής της. Η ανάγκη για επικοινωνία—ακόμα και μονόδρομη—είναι τόσο μεγάλη που ο Συγγραφέας είναι διατεθειμένος να καταπατήσει αφηγηματολογικά όρια. Μάλιστα, αυτή η ανάγκη είναι που τοποθετεί το Α, εδώ στον ευρύτερο χώρο του μετα-μετα-μοντέρνου.

Σημείωση: Συνώνυμος όρος για το ‘Μετά-μετα-μοντέρνο’ είναι το ‘Νέα Ειλικρίνεια’. (Ο δεύτερος όρος αναλύεται στο επιδραστικό άρθρο του Adam Kelly, το οποίο θα βρείτε μεταφρασμένο εδώ.)

Στις ιστορίες του Αντάμη συχνά υπονοείται ένα Ζεν χαμόγελο απέναντι στο αληθοφανές ψέμα της ύπαρξης. Το μετα-μεταμοντέρνο μειδίαμα γίνεται στάση (αντίσταση;) απέναντι στην πραγματικότητα.

Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες ήταν σπουδαίος μεταμοντέρνος συγγραφέας. Μερικοί τον θεωρούν λογοτεχνικό άγιο του κατακερματισμού της πραγματικότητας και της κατεδάφισης λογοτεχνικών συμβάσεων. Όχι τυχαία, λοιπόν, μεγάλο μέρος της (ατελείωτης) εργογραφίας του Γιάννη Αντάμη κατοικεί στην προσωπική-του-ιστοσελίδα-συν-πολυετές-συγγραφικό-εγχείρημα με όνομα Dreamtigers.gr (Dreamtigers λέγεται ένα σπουδαίο βιβλίο του Μπόρχες). Έτσι, αλλά και με άλλους τρόπους, ο Αντάμης απονέμει φόρο τιμής στην λογοτεχνική ανοικείωση της πραγματικότητας.

[Στην προσωπική ιστοσελίδα του αρθρογράφου (manosapostolidis.com) θα βρείτε το πλήρες άρθρο ‘Μετα-μετα-μοντέρνο Μειδίαμα’ με bonus θεωρητικές πληροφορίες, χιούμορ, και πιο ανεξέλεγκτο λυρισμό.]

***

Γιάννης Αντάμης, Α, εδώ, εκδ. Χαραμάδα

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Αντάμης, Γιάννης, Α Εδώ (Χαραμάδα, 2023)

Αντάμης, Γιάννης, Κατά τον Δαίμονα Εαυτού, (CUλτ STORIES, 2008)

Αντάμης, Γιάννης, Λεγεώνα (Χαραμάδα, 2019).

Αντάμης, Γιάννης, Μηδέν Όλα (Χαραμάδα, 2021).

Αντάμης, Γιάννης, Πριγκιποδουλειές: Επτά Παραλήθια (Οξύ, 2006).

Αντάμης, Γιάννης, Σχέδιο Τρόμου (Οξύ, 2007).

Αντάμης, Γιάννης, Το Αντάμομπιλ: Μικροδιηγήματα  (Χαραμάδα, 2017).

Γουάλας, Ντέιβιντ Φόστερ, ‘E Unibus Pluram: Τηλεόραση και Αμερικανική Λογοτεχνία, μετάφραση Μάνος Αποστολίδης (Culture Book, 2021) [Online δημοσίευση].

Κέλλυ, Άνταμ, ‘Η Νέα Ειλικρίνεια’, (Culturebook, Ιουν 2021) [Μετάφραση: Μάνος Αποστολίδης. Για το πρωτότυπο άρθρο, βλέπε ‘Kelly, Adam’ στην στην ξενόγλωσση βιβλιογραφία παρακάτω. Για πρόσβαση: https://manosapostolidis.com/2021/06/03/translation-the-new-sincerity/]

Μπόρχες, Χορχέ-Λουίς, Χόρχε-Λουίς Μπόρχες: Άπαντα τα Πεζά (Πρώτος Τόμος), (Πατάκης, 2014).

Πατσάκης, Φιλήμονας, Ας Ξαναχτίσουμε τους Ανεμόμυλους (έρμα, 2023). [Επίμετρο: Στέφανος Ροζάνης].

Σακς, Όλιβερ, Εν Κινήσει: Μια Ζωή (Ροπή, 2016). [Μετάφραση: Μόσχου Ευαγγελία]

Σίλντς, Ντέιβιντ, Δίψα για Πραγματικότητα (έκδοση αναμένεται το 2025). [Μετάφραση: Μάνος Αποστολίδης. Για το πρωτότυπο: βλέπε ‘Shields David’ στην ξενόγλωσση βιβλιογραφία παρακάτω. Για πρόσβαση σε αποσπάσματα, ή για τα δικαιώματα της μετάφρασης: επικοινωνήστε με τον μεταφραστή στο am.rights.acq@gmail.com.]

Φίσερ, Μαρκ, Το Αλλόκοτο και το Απόκοσμο (Αντίποδες, 2023). [Μετάφραση: Αλέξανδρος Παπαγεωργίου].

ΑΓΓΛΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Eakin, Paul John, ‘Writing Biography: A Perspective from Autobiography’ in Writing Life Writing: Narrative, History, Autobiography, edited by Paul J. Eakin (Oxford: London, 2020), pp. 42-54.

Holquist, Michael, ‘Whodunit and Other Questions: Metaphysical Detective Stories in Post-war Fiction’, New Literary History, 3:1 (1971), pp. 135-156.

Kelly, Adam M., ‘David Foster Wallace and the New Sincerity in American Fiction’, in Consider David Foster Wallace: Critical Essays, edited by David Hering (Los Angeles, CA: Sideshow Media Group Press, 2010), pp. 131-146.

Kelly, Adam M., ‘From Syndrome to Sincerity: Benjamin Kunkel’s Indecision’ στο The Syndrome Syndrome: Diseases and Disorders in Contemporary Fiction, edited by Timothy J. Lustig and James Peacock (Oxford: Routledge, 2013), pp. 53-66.

Kelly, Adam M., ‘The New Sincerity’ στο Postmodern/Postwar-and After: Rethinking American Literature, edited by Jason Gladstone, Andrew Hoberek, Daniel Worden (Iowa City, IA: University of Iowa Press, 2016), pp. 197-208.

Merivale, Patricia, and Sweeney, Susan E., ‘The Game’s Afoot: On the Trail of the Metaphysical Detective Story’, στο Detecting Texts: the Metaphysical Detective Story from Poe to Postmodernism, edited by Patricia Merivale, and Susan E. Sweeney (Philadelphia, PA: University of Pennsylvania Press, 1999), pp. 1-24.

Shields, David, Enough About You: Notes Toward the New Autobiography (Catapult, 2008).

Shields, David, Reality Hunger (Hamish Hamilton, 2010).

Shields, David, How Literature Saved My Life (Alfred A. Knopf, 2013).

Tani, Stefano, ‘The Dismemberment of the Detective’, Diogenes, 30:120 (1982), pp. 22-41.

 

***

Προηγούμενο άρθροΜικρές παραγωγές, χορταστικό αποτέλεσμα: «Ρίτα», «Το χρονικό ενός δυσλεκτικού» (της Όλγας Σελλά)
Επόμενο άρθροΟδυσσέας Ελύτης : Φύλλα Πορείας στον Πόλεμο και στην Κατοχή (του Ηλία Καφάογλου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ