Το μένος του Μένιου (διήγημα του Λευτέρη Βράχου)

0
343

 

Λευτέρης Βράχος

Ήρθε και πάλι, η μόνη αγαπημένη εποχή του Μένιου, στην αγαπημένη του πόλη, την μονάκριβη Αθήνα. Ήρθαν ξανά οι αγαπημένες του, βιωματικές Απόκριες, τις οποίες προσμένει κάθε χρόνο και κάθε στιγμή…

Είναι, λοιπόν, Κυριακή βράδυ. Ο Μένιος βάζει την αγαπημένη χρυσή μάσκα του και βγαίνει να διασκεδάσει με τους φίλους του κάπου στην Πλάκα, το Μοναστηράκι και γενικότερα στα πέριξ της Ακρόπολης, περιδιαβαίνοντας τυχαία σε στενά δρομάκια, όπως κάθε χρόνο. «Πάλι την ίδια μάσκα φοράς;» τον ρωτούν οι φίλοι του, ντυμένοι όλοι με τις πιο περίεργες μάσκες, σαν και αυτόν. «Είναι η πιο αγαπημένη μου, καλύπτει όλο το πρόσωπο και εντυπωσιάζει, δεν είναι έτσι»; Αυτό τους λέει κάθε χρόνο, για να εισπράξει την απάντηση: «Καλά, δεν έχεις άδικο, κάνε ό,τι θέλεις, στην τελική χωρίς εσένα δεν θα έχει νόημα να πάμε πουθενά».

Όπως κάθε χρόνο, παρέα και με τον φίλο του τον Τέλη Σανίδα, θα πάνε σε ένα μπαρ της μάνας του δεύτερου. Εκεί αισθάνονται μεν ελεύθεροι, αλλά υπό τον διαρκή έλεγχο της μάνας του Τέλη. Η μουσική φυσικά από την δεκαετία του ’90, ηλεκτρονική, αν και ο αόρατος DJ -για κάποιον απροσδιόριστο λόγο- αραιά και πού βάζει και κάνα κομμάτι Beatles. Μένιος και Τέλης πάνε πέρα δώθε στο μπαρ, ροπαλιάζοντας και κλωτσώντας ο ένας τον άλλο ή ακόμη ρίχνοντας φιλικές μπουνιές, ως είθισται στις Απόκριες. Του αρέσει του Μένιου στο μπαρ, του αρέσει να προβάλλεται ο εαυτός του γενικότερα.

Αλίμονο, η διάθεσή του χαλάει απότομα, όπως και κάθε άλλη φορά, γιατί καθώς γυρίζουν παρέα από το μπαρ αργά το βράδυ, με κόσμο γύρω-γύρω, περιτριγυρίζουν τον Μένιο δύο ιπτάμενα σκαθάρια, τα οποία τον δαγκώνουν και τον ενοχλούν τόσο πολύ, που πετάει τη μάσκα και φαίνεται το κατάλευκο πρόσωπό του, φωνάζοντας με μια στριγκλιά που δεν ταιριάζει με τους ήχους της γύρω μουσικής. Περαστικοί και φίλοι, φορώντας μάσκες, του φωνάζουν: «Βάλε τη μάσκα σου, ρε φίλε, Απόκριες έχουμε…».

Όμως, συμβαίνει και πάλι κάτι τελείως αναπάντεχο, αν και ο Μένιος είναι μάλλον συνηθισμένος σε εκπλήξεις. Ο Μένιος χάνει την χρυσή μάσκα του… Όσο και να προσπαθεί, δεν μπορεί να την βρει και να την ξαναφορέσει στο κατάχλωμο πρόσωπό του. Αντ’ αυτού, όμως, ως δια μαγείας, μια άλλη μάσκα επικάθεται -ή μάλλον προσκολλάται- στο πρόσωπό του… μια μάσκα σκαθαριού. Οι φίλοι του μαγεύονται από τη μάσκα και του λένε: «Αυτό είναι! Γύρισε ο παλιός καλός Μένιος… Τώρα αρχίζει το γλέντι…».

Ο δε Μένιος αναθαρρεί και λέει: «Όλα τα ξεπερνάω αλλά δεν ξεπερνιέμαι! Άλλωστε το ίδιο το όνομά μου -Αγαμέμνων- προέρχεται μάλλον από το ‘άγαν’ και ‘μέμνων’ και σημαίνει ‘πολύ σταθερός, αποφασιστικός’». Γυρίζει σπίτι του να κοιμηθεί και λήθη… Σαν να πάτησε κάποιος τον διακόπτη και επήλθε σκότος.

Το επόμενο πρωί, όταν ο «φυσικός διακόπτης» τον επαναφέρει στα ίσα του, ο Μένιος ξυπνά οπωσδήποτε ανακουφισμένος από το χθεσινό συμβάν και σκέφτεται χωρίς ίχνος συναισθηματικής φόρτισης: «Το ξέρω μέσα μου πολύ καλά, θα ξαναέλθει σύντομα η στιγμή να ξαναγίνουν και να ξανακάνω τα ίδια, όπως και κάθε χρόνο. Η ετυμολογία του ονόματός μου δεν με ξεγελά, είμαι πολύ σταθερός. Θα τους το ξαναχαλάσω ‘το πάρτυ’, σε μεταγενέστερο χρόνο». Κοιτάζεται για λίγο στον καθρέφτη. Στο πάλλευκο πρόσωπο του -χωρίς κανένα άλλο χαρακτηριστικό- σχηματίζεται ο αριθμός 10101010.

Kαι τότε «κάνει τη σύνδεση» και αναλογίζεται, απευθυνόμενος στον εαυτό του: «Α, ρε Μένιο, τελικά κι εσύ δεν είσαι παρά ένα bug, μεγέθους μόλις 1 Byte, στο ψηφιακό βίντεο προβολής της Αθήνας και ειδικότερα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και της εκεί εκτιθέμενης μάσκας του Αγαμέμνονα. Το ίδιο θα πρέπει να είναι και οι 00100101 και 10001001 που σε ‘δάγκωσαν’, απροειδοποίητα, εχθές το βράδυ». Όπως κάθε χρονιά, πεισμώνει ακόμη περισσότερο: «Μα τον προγραμματιστή μου, ούτε την επόμενη φορά δεν πρόκειται να επιτρέψω να προβληθεί στην εντέλεια η χρυσή μάσκα του Αγαμέμνονα και επιπλέον επιθυμώ διακαώς να ‘σπάσω τα νεύρα’ και στη μητέρα του Τέλη Σανίδα, η οποία θέλει να την αποκαλούμε και ‘motherboard’».

 

 

Προηγούμενο άρθροΈνα τσιγάρο δρόμος; (της Κατερίνας Δ. Σχοινά)
Επόμενο άρθροΚαλοκαιρινά διαβάσματα Νο2 : Από την ποίηση…για την ποίηση (της Βαρβάρας Ρούσσου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ