“Ζάχαρη πικρή”, μια ανάγνωση για το βιβλίο του Διονύση Χαριτόπουλου “Ο κόκκινος καθηγητής” (του Σταύρου Χατζηθεοδώρου)

0
438

 

του Σταύρου Χατζηθεοδώρου

 

Τέλη της δεκαετίας του 80, αρχές του 90 ήτανε. Είχαμε τελειώσει με τους συγγραφείς της μετεμφυλιακής γενιάς και της δικτατορίας. Μια Ελλάδα που άλλαζε με βήματα γοργά, χωρίς να τα χωνεύει. Νομίζαμε προς το καλό. Στο “Δέντρο”, τη “Λέξη”, το “Διαβάζω”, το “Εντευκτήριο”, αναζητούσαμε το καινούργιο. Στο σαλόνι της “Ελευθεροτυπίας” τις Τετάρτες και τον “Σχολιαστή” η γραφή του Κούρτοβικ -λίρα εκατό –  δεν μας είχε προδώσει ποτέ. Τρεις συλλογές διηγημάτων, με διαφορετικό βλέμμα η καθεμιά, τριών συγγραφέων νέων, που αποδείχτηκε πως θα γίνονταν σπουδαίοι -με χιλιόμετρα πολλά από τότε- εκδίδονται και ανανεώνουν το τοπίο των λέξεων μεσα μου.

΅Ντιαλιθ´ιμ, Χριστάκη¨ του Σωτήρη Δημητρίου, ΅Ματι φώσφορο, κουμάντο γερό¨του Γιώργου Σκαμπαρδωνη¨, ¨Τη νύχτα που έφυγε ο Μπούκοβι, του Διονύση Χαριτόπουλου. Συλλογές εξαιρετικές που παραμένουν ακόμη στο τραπέζι της κουζίνας .

Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι της γραφής για τον Διονύση Χαριτόπουλο. Είκοσι τίτλοι και πλέον, μυθιστορήματα, διηγήματα, θεατρικά, δοκίμια, καθώς και η εμβληματική δίτομη βιογραφία για τον Άρη Βελουχιώτη (δουλειά πολλών ετών). Ντόμπρος, ακριβοθώρητος, ικανός γραφιάς, μάγκας ευγενής -καθότι μαγκιά άνευ ευγενείας ίσον τσογλαναρία που λέει και ο θείος Νώντας-  επιστρέφει με το νέο βιβλίο του στον δικό του τόπο εγκλήματος, που ακούει στο όνομα Πειραιάς, μιας και παραμένει εμμονικός ανθρωπογεωγράφος του.

Ο κόκκινος καθηγητής (τόπος 2025) είναι μια νουβέλα- χρονικό με φανερά αυτοβιογραφικά στοιχεία, μιας περιόδου εξήντα χρόνων από την κατοχή και μετέπειτα.

Η καρβουνόσκονη, το ποδηλατοδρόμιο, τα Μανιάτικα, η Δραπετσωνα. Δεν γράφω γι αυτούς, είμαι ένας από αυτούς εξομολογείται εύστοχα.

Ο πόλεμος του 40, ο εμφύλιος, η μετακατοχική Ελλάδα, η δικτατορία και ο θάνατος δίπλα να στήνει χορό.

Πρωτότοκος γιος μανιάτικης οικογένειας βασιλοφρόνων, στη μύτη του Ακροταίναρου ο καθηγητής. Πετρόχτιστος, βαρύγνωμος, μεγαλωμένος ανάμεσα σε αγέλαστες αντρικές φιγούρες και  γυναίκες μαυροντυμένες. Κλειστος, άκαμπτος, χωρίς δευτερεύουσες και πλάγιες προτάσεις.

Σε μια εποχή που οι σπουδές ήταν προνόμιο ολίγων, τελειώνει την Ιωνίδειο σχολή και μπαίνει στο Μαθηματικό Αθηνών. Ως καθηγητής, παρότι σπουδαίος στην επιστήμη του, γίνεται το φόβητρο των μαθητών εφαρμόζοντας σκληρές παιδαγωγικές μεθόδους.

Ο Οκτωβρης του 40 τον βρίσκει στο  ένατο σύνταγμα πεζικού στην Καλαμάτα, με διοικητή τον φοβερό συνταγματάρχη Βενετσάνο Κετσέα από τη μεσσηνιακή Μάνη και από εκει στην πρώτη γραμμή του μετώπου… Η μαχητικότητα και η δεινότητά του στα όπλα προκαλεί το ενδιαφέρον του στρατηγού Κωσταντίνου Δαβάκη που γίνεται ο μέντοράς του. Ο πόλεμος τελειώνει για τον καθηγητή όταν στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων του κόβουν όλα τα δάχτυλα των ποδιων από τα κρυοπαγήματα. Ποτέ πια δεν θα ήταν ο ίδιος άνθρωπος, η περηφάνεια του δεν επιτρέπει να φανεί κανένα σημάδι αδυναμίας. Στη διάρκεια της θεραπείας του στο νοσοκομείο, επηρεάζεται από τις ατελείωτες κουβέντες με τον γιατρό που τον κουράρει και ασπάζεται τις μαρξιστικές ιδέες. Η φράση του πατέρα του, πως αφού οι δικοί μας πήγαν με τους Γερμανούς εμείς θα πάμε με τους άλλους, τον απενοχοποιεί. Ακολουθεί έντονη αντιστασιακή δράση και συμμετοχή στον εμφύλιο. Ο μικρότερος αδερφός εκτελεσμένος, ο ίδιος κυνηγημένος για χρόνια. Καθοριστικο ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας θα παίξει η νεαρή παντρεμένη που ήρθε στην αυλή του, στο δωμάτιο που έχουν προς ενοικίαση. Έρωτας παράνομος, έξω από τα όρια, πάθος έντονο, αλλάζει όλο το σύμπαν μέσα του. Ο καρπός του οποίου θα είναι ένα αγόρι -ίδιος ο καθηγητής- με το οποίο θα συναντηθεί και θα συμφιλιωθεί πενήντα χρόνια αργότερα λίγο πριν κλείσει τα μάτια του.

Ο Χαριτόπουλος γράφει ένα βιβλίο μικρού εμβαδού, βαθειάς πώκνωσης, λιτό ,ατημέλητο επι τουτου λες και η φόρμα ακολουθεί τους ήρωες, αποφεύγοντας λογοτεχνικές ευκολίες.

Κανείς από τους ήρωες δεν ονομάζεται, αφού η ιστορία μπορεί να αφορά οποιαδήποτε οικογένεια στα ζόρικα εκείνα χρόνια.

Κορυφαίο κεφάλαιο του βιβλίου, η στιγμή που αποφασίζει ο καθηγητής να κατέβει στη Μάνη μετά από είκοσι χρόνια εξορίας. Ο συγγραφέας αποτυπώνει με συγκινητική  μαεστρία την ιερουργία της συμφιλίωσης με την αντίπαλη οικογένεια. Η ένταση της γραφής στο κεφάλαιο που αναφέρεται η περίφημη συναυλία του Μικη στο δημοτικό θέατρο του Πειραιά το 62, όπου οι αστυνομικοί ήταν περισσότεροι από τους πολίτες.

Το πιο γοητευτικό στα έργα του Χαριτοπουλου παραμένει  η εύστοχη …. χρήση της μεταφοράς -την έχω συναντήσει ίσως μόνο στον Κωστή Παπαγιωργη-…να βρεθεί κάποιο κορίτσι με λίγη ζάχαρη στη χούφτα να τους συμμαζέψει……τα Μανιάτικα είναι για τον Πειραιά ο,τι είναι το Χάρλεμ για τη Νέα Υόρκη…..το σπίτι της έλαμπε, αν χυνόταν λίγο γάλα το μάζευε με τη γλώσσα…. Μανιατης είναι ο παπάς, μανιάτης ο αστυνόμος, μανιάτικος ο νόμος…..ένα μείγμα λαϊκής θυμοσοφίας και λόγιας εσωτερικότητας.

Ο κόκκινος καθηγητής είναι ένα βιβλίο για μια Ελλάδα που χάνεται ανεπιστρεπτί, μιας και η ιστορία είναι ένας αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη και όποιος δεν καταλαβαίνει δεν ξέρει που πατά και πού πηγαίνει, για να θυμηθώ τα λόγια των αγαπημένων, Κούντερα και Σαββοπουλου…

 

Διονύσης Χαριτόπουλος, Ο κόκκινος καθηγητής (τόπος 2025)

Προηγούμενο άρθρο“Στο Λαιμό”, Μια περφόρμανς με 10 αυτοτελή έργα για όσα δεν ειπώθηκαν ποτέ
Επόμενο άρθροΟικουμενική Γλώσσα, του Μάθιου Ράνκιν «Ας κρατήσουμε τριάντα λεπτών σιγή» (του Μανώλη Γαλιάτσου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ