της Μαρίας Θρασκιά
Ο καθρέφτης της Περσεφόνης της Κορίνας Μαυράκη είναι μια συλλογή στοχαστικών ποιημάτων που συνδιαλέγονται με το ανθρώπινο και το υπερβατικό της ύπαρξης.
Με μυθικές αναγωγές στους Θεούς του Ολύμπου, τα ποιήματα αναβλύζουν παραδόξως μια δραματική συγκίνηση ατομικής και κοινωνικής αλήθειας που αγγίζουν την εποχή μας.
«[…] για τα δεινά που προκαλώ αναλαμβάνω προς όλους την ευθύνη μα όχι για τους εκ πεποιθήσεως κοντόφθαλμους.» ( Ομίχλη)
Ποιήματα γραμμένα σε πρώτο ενικό πρόσωπο και χωρίς περιττά στολίδια, γραφή που καταφέρνει να θραύσει την επιφάνεια και να φτάσει πέρα από το ορατό, πέρα από την ωραιοφάνεια πραγμάτων ή καταστάσεων.
Έτσι, καθώς η ποιήτρια καταδύεται στην αλήθεια της, πίσω από κάθε της λέξη ένας ολοκληρωμένος κόσμος αποκαλύπτει πώς ζει, πώς κινείται και πώς σκέπτεται.
Με τη σύνθεση αυτή ως αλλοτινή Περσεφόνη, η συγγραφέας επιχειρεί να φτάσει και να αγγίξει τους «Χαμένους Παράδεισους» της ζωής με ενάργεια σκέψης, λυρική διάθεση και μια ποιητική κατασκευή εξαιρετικά ζωντανή.
«[…]κουράστηκα με την ιδέα σου να ζω […] αν τελικά επιστρέψεις, σαράντα μνηστήρες θα σε υποδεχθούν. Μην ανησυχησεις, άνθρωποι είναι πλέον του σπιτιού.» (Γράμμα της Πηνελόπης στον Οδυσσέα).
Ενυπάρχει σ’ όλα τα ποιήματα ένας υπαρξιακός προβληματισμός
«[…]την κάλυψη μου σε κάθε περίσταση προσφέρω, λύση ανάγκης γίνομαι για μονολόγους που δε βρίσκουν αποδέκτη […]» (Ο τοίχος)
Ίσως, είναι αυτός που δημιουργεί το ξεχείλισμα συναισθημάτων,
«[…]γυάλιζε κάθε τόσο το είδωλο κι ας ξέρω πως τρεις θα μ’ αρνηθεί.» (Ο καθρέφτης),
τα οποία προσπαθούν να αποδράσουν απ΄ το σώμα και που τελικά βρίσκουν λύτρωση μόνο όταν η «αμείλικτη» διείσδυση του ποιητικού νυστεριού επιφέρει τις απαραίτητες τομές από την συγγραφέα.
Και όμως, ούτε το ανικανοποίητο, ούτε η αίσθηση της μελαγχολίας αλλά ούτε και εκείνη της αλλοτρίωσης του σύγχρονου ανθρώπου, δεν μπορούν να σβήσουν την ελπίδα για το μέλλον
«[…] ο ίδιος άνεμος που σε σκορπά σε φέρνει πίσω […]Γαλάτεια, είσαι η δύναμη που κινεί το χέρι μου και παίρνει χρώμα ο λευκός καμβάς […] είσαι η πνοή που ακυρώνει το αναπόσπαστο ο Βαρκάρης που συμφιλιωσε τις όχθες». (Η Γαλάτεια των σφαιρών)
Χωρίς μεγαλοστομίες η ποιήτρια εμπνέεται από αυτό που έγραφε ο Γκαίτε: «το φως που καίει την ψυχή και τη σάρκα, που γίνεται πυρκαγιά μέσα στην καθάρια ατμόσφαιρα μιας πολύ συνειδητής, πολύ κρυστάλλινης πνευματικότητας, για να γίνει στο τέλος φωτεινό μετέωρο».
Κορίνα Μαυράκη, Ο καθρέφτης της Περσεφόνης, εκδ. ΑΩ