Εκπλήξεις, αναμενόμενα, απογοητεύσεις: «Η φάλαινα», «Ο Επιθεωρητής», «Κανόνια και τρομπέτες» (της Όλγας Σελλά)

0
46219

»

 

της Όλγας Σελλά

Το ύφος, τον τρόπο έκφρασης, το πλαίσιο και την ταυτότητα των ανθρώπων που δημιουργούν, τα αναγνωρίζουμε με τον καιρό. Αναγνωρίζουμε τον τρόπο που εκφράζεται ένας σκηνοθέτης, τους ρόλους που επιλέγουν ή ταιριάζουν καλύτερα σε κάποιους ηθοποιούς, τα έργα που παραπέμπουν στον συγγραφέα τους. Μερικές φορές βέβαια υπάρχουν ανατροπές, θετικές ή αρνητικές, ή επιβεβαίωση των προσδοκιών.  Έτσι, για τις τρεις παραστάσεις που ακολουθούν,  πολλά μπορούσαμε να υποθέσουμε κι άλλα τόσα να περιμένουμε. Γνωρίζουμε τον σκηνικό τρόπο του Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη, γνωρίζουμε το σκηνοθετικό ύφος και τη «γλώσσα» του Γιάννη Κακλέα, και επίσης γνωρίζουμε τον τρόπο που υφαίνει τις ιστορίες στα θεατρικά του έργα ο Γιάννης Τσίρος. «Η φάλαινα», που σκηνοθέτησε και πρωταγωνιστεί ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, ο «Επιθεωρητής» του Νικολάι Γκόγκολ, που σκηνοθέτησε ο Γιάννης Κακλέας, και το νέο έργο του Γιάννη Τσίρου «Κανόνια και τρομπέτες», που σκηνοθετεί ο Γιώργος Παπαγεωργίου, είναι οι παραστάσεις στις οποίες θα αναφερθώ σήμερα.

Ένας «Επιθεωρητής» που ραπάρει

Είναι αναγνωρίσιμο το ύφος και η σκηνική γλώσσα του Γιάννη Κακλέα, και η πληθωρική του προσωπικότητα αποτυπώνεται και στις παραστάσεις που σκηνοθετεί. Έχει άποψη και επιλέγει έργα με άποψη, ιδίως εκείνα που θίγουν όσα δεν πάνε καλά στις συμπεριφορές των ανθρώπων και στη λειτουργία της κοινωνίας εδώ και… αιώνες. Αυτή τη φορά επέλεξε ένα έργο που πρωτοπαίχτηκε στην Αγία Πετρούπολη το 1836: τον «Επιθεωρητή» του Νικολάι Γκόγκολ, ένα έργο που στηλιτεύει απολαυστικά την κοινωνική διαφθορά, τη γραφειοκρατία και την κατάχρηση εξουσίας.

Πριν την έναρξη της παράστασης ο Γιάννης Κακλέας φρόντισε να μας εισάγει στο ύφος με το οποίο προσέγγισε το έργο του Γκόγκολ, παρουσιάζοντας ένα βιντεάκι, χιουμοριστικό αλλά ιδιαιτέρως καυστικό, για την παλιά και τη νέα Ρωσία, που έμοιαζε με το ύφος των ανάλογων βίντεο του Tik-Tok. Και αμέσως μετά, στη σκηνή του θεάτρου «Γκλόρια» ο Γιάννης Κακλέας στήνει την παρουσία όσων εκπροσωπούν θεσμούς και ανώτατα αξιώματα, σ’ έναν χώρο που βρίσκεται μάλλον σε… υπόγειο. Ένα καταγώγιο. Ένας χώρος με δυνατή μουσική, γυναίκες που δέχονται και υπομένουν τις άγαρμπες διαθέσεις των θαμώνων, ζάρια, χαρτιά, ποτό. Και είναι όλοι εκεί, όλες οι αρχές της μικρής κοινωνίας της μικρής πόλης Καφτσάκα, σε μια συνάθροιση που θυμίζει περισσότερο Μαφία. Ανάμεσα στο χορό, το τραγούδι, την κραιπάλη, σχολιάζονται  θεσμοί, υπευθυνότητα, νομιμότητα, διαφθορά, διορισμοί ημετέρων, κονδύλια που πήγαν αλλού από εκεί που έπρεπε, καθυστερήσεις έργων, κτίρια που δεν κτίστηκαν, χρήματα που φαγώθηκαν. Το γενικό πρόσταγμα δίνει ο Έπαρχος (Στέλιος Μάινας), που μετέχει και γνωρίζει όλες τις ατασθαλίες. Οι μεγάλοι «ασθενείς» ήταν (και τότε) η Υγεία, η Δικαιοσύνη, η Παιδεία.

Και τότε φτάνει η είδηση ότι ένας ανώτατος Επιθεωρητής έρχεται για έλεγχο –να ‘τη η αξιολόγηση!  Πανικός στο πλήθος των προεστών. Μόνο που έχει συμβεί μια τεράστια παρεξήγηση, και εκείνος που θεωρούν Επιθεωρητή δεν είναι παρά ένας φτωχοδιάβολος (Θοδωρής Σκυφτούλης), απατεωνίσκος της συμφοράς, που ταξιδεύει μαζί με τον… βοηθό του. Φτωχοδιάβολος μεν, πανέξυπνος δε. Και πολύ γρήγορα αντιλαμβάνεται τι παίζεται στη μικρή αυτή πόλη, και δεν διστάζει να γευτεί τις ανέσεις και τις περιποιήσεις που του παρέχονται. Μέχρι που  όλα αποκαλύπτονται… Αυτό είναι το έργο του Γκόγκολ.

Ο Γιάννης Κακλέας ανέδειξε απολύτως τη σάτιρα του Γκόγκολ, την συνέδεσε με σημερινές αναγνωρίσιμες συμπεριφορές και ήθη, και είχε απόλυτη συνέπεια στην εξέλιξη της αφήγησης. Είδα όμως κάτι που έχω ξαναδεί από τον Γιάννη Κακλέα: έντονη και δυνατή παρουσία της μουσικής (όπως και στον «Τυχαίο θάνατο ενός αναρχικού», όπως και στον «Πλούτο» του Αριστοφάνη το καλοκαίρι), γρήγορος ρυθμός, απλουστευτικός υπερτονισμός των στοιχείων που θέλει να αναδείξει (και σκηνικά και κειμενικά). Φέρνει, έτσι, τα κλασικά έργα στα μέτρα του σημερινού θεατή. Στα ενδιαφέροντά του, στα ακούσματά του, σε εικόνες που αναγνωρίζει. Το κάνει με συνέπεια, κάθε φορά. Απλώς το επαναλαμβάνει. Στη συγκεκριμένη παράσταση στο συνεπές αποτέλεσμα της σκηνοθετικής προσέγγισης συνέβαλαν και τα σκηνικά, και τα φώτα, και η μουσική, και η κίνηση. Ξεχωρίζω ιδιαιτέρως τα βίντεο στην αρχή και στο τέλος της παράστασης.

Ο Θοδωρής Σκυφτούλης είναι ένας ηθοποιός που επίσης έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε μια συγκεκριμένη σκηνική εικόνα του. Ούτε στον «Επιθεωρητή» διαφοροποιήθηκε. Κάνει καλά αυτό που κάνει. Απλώς το επαναλαμβάνει. Όσο για τον καλό ηθοποιό Στέλιο Μάινα, παρότι ανταποκρίθηκε στο ρόλο του Έπαρχου, έδινε την εντύπωση ότι προσπαθούσε να ενταχθεί σ’ ένα πλαίσιο που του ήταν κάπως ξένο. Το ίδιο και η πολύ καλή και με πηγαία κωμική φλέβα ηθοποιός, Άνδρη Θεοδότου. Από τις υπόλοιπες ερμηνείες ξεχωρίζω ιδιαιτέρως τον Αλέξανδρο Ζουριδάκη, τον Γιάννη Λατουσάκη, τον Άρη Κακλέα και τον Παναγιώτη Παπαϊωάννου.

Η ταυτότητα της παράστασης

Απόδοση κειμένου – σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας, Σκηνικά-κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη, Πρωτότυπη Μουσική: Βάιος Πράπας, Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου, Χορογραφίες: Στεφανία Σωτηροπούλου, Βοηθός σκηνοθέτη: Άρης Κακλέας, Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας, Βίντεο: Γρηγορης Πανόπουλος, Επεξεργασία βίντεο: Κάρολος Πορφύρης

Παραγωγή: ΤΕΧΝΗΧΩΡΟΣ

 

Παίζουν:

Θοδωρής Σκυφτούλης, Στέλιος Μάινας, Άνδρη Θεοδότου, Αλέξανδρος Ζουριδάκης, Δημήτρης Διακοσάββας, Στράτος Λύκος, Παναγιώτης Παπαϊωάννου, Φραγκίσκη Μουστάκη, Γιάννης Λατουσάκης, Νίκος Κωνσταντόπουλος, Άρης Κακλέας, Αργύρης Λάμπρου, Φαίη Φραγκαλιώτη, Μάιρα Γραβάνη

Μουσικός επί σκηνής: Βάιος Πράπας

Θέατρο Γκλόρια, Ιπποκράτους 7

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη & Κυριακή: 20:00, Πέμπτη & Παρασκευή: 21:00, Σάββατο: 18:00 & 21:00

 

 

Μια «φάλαινα» που αγαπάει τη λογοτεχνία και τις λέξεις

Το θεατρικό έργο του Σάμιουελ Ντι Χάντερ μπορεί να έκανε το ντεμπούτο του το 2012, αλλά την επαφή με το παγκόσμιο κοινό την έκανε με την κινηματογραφική μεταφορά του, το 2022, από τον Ντάρεν Αρονόφσκι. Και φέτος αυτό το έργο, που έχει για κεντρικό ήρωα τον αυτοκαταστροφικό, νοσηρά παχύσαρκο, καθηγητή λογοτεχνικής γραφής, τον Τσάρλι, ανεβαίνει σε αθηναϊκή σκηνή. Και ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης γίνεται ο Τσάρλι επί σκηνής, με μια εντυπωσιακή μεταμφίεση. Ένας άνθρωπος που αυτοκτονεί σταδιακά τρώγοντας, αυτός είναι ο Τσάρλι. Γιατί έχει ενοχές –ζητάει συνέχεια συγνώμη-, γιατί έχει τύψεις, γιατί δεν τολμάει και δεν αντέχει να υπερασπιστεί τις επιθυμίες και τις επιλογές του. Κυριότερη ενοχή του,  η σχέση με την έφηβη, πλέον, κόρη του, που έχει να δει πολλά χρόνια, αφού μετά τη γέννησή της διαπίστωσε ότι η σεξουαλική του επιλογή δεν είναι η σχέση του με τις γυναίκες. Και έχει ένα βαθύ και ανεπούλωτο πένθος: την απώλεια του συντρόφου του, του Άλαν, που ξαφνικά σταμάτησε να τρώει. Μέχρι που πέθανε. Και ο Τσάρλι κάνει ακριβώς το αντίθετο: τρώει μέχρι να πεθάνει… Και διδάσκει, διαδικτυακά, λογοτεχνία τους φοιτητές του, οι οποίοι ποτέ δεν έχουν δει το πρόσωπό του. Μόνη του συντροφιά, η Λιζ (Ευσταθία Τσαπαρέλη), η οποία τον φροντίζει όσο της επιτρέπει. Και κάποια στιγμή εμφανίζεται η κόρη του. Μια σύγχρονη έφηβη, που μιλάει και φέρεται κυνικά και έχει ατελείωτη οργή, προς όλους και όλα. Αλλά ο Τσάρλι ξέρει να «διαβάζει» τους ανθρώπους, έχοντας διαβάσει πολλή λογοτεχνία. Και ξέρει ότι οι λέξεις φανερώνουν πολλά περισσότερα απ’ ό,τι δηλώνουν. «Απλά γράψτε. Δώστε μου κάτι τίμιο, κάτι από τον εαυτό σας», λέει στους φοιτητές του. Και μέσα από τις λέξεις, τις δικές της λέξεις, και μέσα από τον Μόμπι Ντικ, την ιστορία της λευκής φάλαινας που αφηγήθηκε ο Χέρμαν Μέλβιλ, καταφέρνει να προσεγγίσει την κόρη του, την Έλι (Ασημένια Βουλιώτη). Εύστοχες και οι λέξεις της απόδοσης του έργου στα ελληνικά από τον Αντώνη Γαλέο.

Ένα έργο που σε πρώτο επίπεδο μοιάζει (και είναι) έντονα μελοδραματικό, και την ίδια στιγμή αγγίζει με μαεστρία πολλά θέματα της σύγχρονης Αμερικής (σύστημα Υγείας, Εκκλησία, οικογένεια) και άλλα παγκόσμια, όπως ο θάνατος, ο έρωτας και τα ταμπού που συνοδεύουν τις επιλογές των ανθρώπων, η λογοτεχνία, η γλώσσα, η Generation Z.

Ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης έστησε μια παράσταση καθαρή, χωρίς περιττά στοιχεία, μ’ ένα εύγλωττο σκηνικό (το σκηνικό ενός μέσου αμερικανικού σπιτιού, παραιτημένου και αφιλόξενου όπως ο ένοικός του) και υποδύθηκε συγκινητικά και καίρια έναν συγκινημένο, τρωτό, πικραμένο, αλλά, εντέλει, πολύ δυνατό άνθρωπο. Και ανέδειξε, χάρη σε όλους τους συντελεστές και στους ηθοποιούς της παράστασης, όλα τα επίπεδα, τις ρωγμές, τις εκπλήξεις, τις συγκινήσεις, τα αδιέξοδα που περιγράφει αυτό το σπουδαίο έργο. Πολύ καλή η Ασημένια Βουλιώτη ως κόρη του Τσάρλι, έδωσε πειστικά μιαν όψη της Generation Z. Σε διαρκές άγχος από την έγνοια και την αγωνία η Λίζ της Ευσταθίας Τσαπαρέλη (λίγο παραπάνω σε κάποιες σκηνές), ακριβής η παρουσία του Γιώργου Μπένου ως εκπροσώπου των Μορμόνων.

Ένα υπέροχο και ζόρικο έργο, μια καλοδουλεμένη παράσταση.

Η ταυτότητα της παράστασης

 Συγγραφέας: Σάμιουελ Ντ. Χάντερ, Σκηνοθεσία: Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Θεατρική Απόδοση: Αντώνης Γαλέος, Πρωτότυπη Μουσική Σύνθεση: Θοδωρής Οικονόμου, Σκηνικά: Αθανασία Σμαραγδή, Κοστούμια: Άγις Παναγιώτου, Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα, Βοηθός Σκηνοθέτη: Παναγιώτα Παπαδημητρίου, Φωτογραφία / Trailer: Πάτροκλος Σκαφίδας

Παραγωγή: Happy Productions

Παίζουν: Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, Ευσταθία Τσαπαρέλη, Γιώργος Μπένος, Ασημένια Βουλιώτη, Τζωρτζίνα Παλαιοθόδωρου.

Θέατρο «Νέος Ακάδημος» (Ακαδημίας και Ιπποκράτους 17).

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη 8μ.μ., Πέμπτη και Παρασκευή 9μ.μ., Σάββατο 6μ.μ. και 9μ.μ., Κυριακή 6μ.μ.

 

 «Κανόνια και τρομπέτες»

Το καινούργιο έργο του Γιάννη Τσίρου έχει και υπότιτλο: «μαύρη κωμωδία λαμέ καταστάσεων», λέει το δελτίου Τύπου. Ο Γιάννης Τσίρος είναι ένας συγγραφέας που αγγίζει όψεις της σύγχρονης πραγματικότητας που διαπερνούν όλα τα κοινωνικά στρώματα. Και είναι αναμφίβολα ένας σύγχρονος πολιτικός συγγραφέας, αφού  μέσα από τα έργα του αγγίζει όχι πολιτικές, αλλά πολιτισμικές και θεσμικές συμπεριφορές, που ασφαλώς άπτονται του πολιτικού ήθους των καιρών μας. Σ’ αυτό το έργο αγγίζει το τραπεζικό σύστημα, τη διαφθορά, τα διαρκή ψεύδη –επαγγελματικά, προσωπικά, επενδυτικά, ενημερωτικά- και με τα ιδανικά του σημερινού νεοέλληνα. Βρισκόμαστε στην Ελλάδα του 21ο αιώνα. Ένα ζευγάρι Ρομά, ένα ζευγάρι υψηλών στελεχών μιας τράπεζας και δύο όργανα της τάξης. Ένα σύγχρονο ρετιρέ στο Κολωνάκι, με επίπλωση μοντέρνα και ακριβή, αλλά χωρίς κανένα προσωπικό ύφος, με τις απαραίτητες εγκυκλοπαίδειες στα ράφια –σαν υπογράμμιση της επίδειξης που τον καθορίζει, αλλά και του εγγενούς μικροαστισμού. Ο ένοικός του, ο Κωνσταντίνος (Στάθης Σταμουλακάτος) ετοιμάζεται για την ετήσια δεξίωση της τράπεζας που διευθύνει. Περιμένει τη συνάδελφο και ερωμένη του, την Κλαίρη (Νεφέλη Μαϊστράλη). Αλλά όταν χτυπάει η πόρτα είναι ο dealer του, ο Χρόνης (Μάνος Καζαμίας), ένας πολυτεχνίτης Ρομά, που έχει πελάτες «τελειωμένους γραβατάκηδες» και ζητάει και μια χάρη: τη ρύθμιση των δόσεων του δανείου της αρραβωνιαστικιάς του, της Ρουμπίνης (Έλλη Τρίγγου). Τίποτα δεν πάει καλά, όλοι υποκρίνονται ότι πάνε, ανάμεσα στα άλλα καταρρέουν και κάτι ομόλογα που έχει στα χέρια του ο Κωνσταντίνος και η κατάσταση βγαίνει εκτός ελέγχου. Μόνο που ο τελευταίος που  χτυπάει το κουδούνι, είναι η αστυνομία. Παρά το αβανταδόρικο θέμα, το έργο έμεινε στην επιφάνεια: των καταστάσεων, των χαρακτήρων, της πλοκής, χωρίς να παραπέμπει σε κάτι ευρύτερο, χωρίς να υπαινίσσεται κάτι βαθύτερο, αφανές, άρρητο, όπως συνήθως κάνει στα έργα του ο Γιάννης Τσίρος. Ο Γιώργος Παπαγεωργίου το προσέγγισε ως ένα έργο που διακωμωδεί και διασκεδάζει, σατιρίζοντας ταυτόχρονα και τα καθημερινά σίριαλ και παραπέμποντας, ως ύφος, στις βιντεοκασέτες της δεκαετίας του ’80. Τίποτα από τα δύο δεν ακουμπούν στον 21ο αιώνα. Ήταν μία αδύναμη στιγμή του Γιάννη Τσίρου, ήταν μια εύκολη σκηνοθετική προσέγγιση του Γιώργου Παπαγεωργίου. Οι καλοί ηθοποιοί της παράστασης ανταποκρίθηκαν με άνεση στο πλαίσιο που τους ζητήθηκε, και θα σταθώ ιδιαιτέρως στις κόντρα ερμηνείες του Στάθη Σταμουλακάτου και της Έλλης Τρίγγου. Τα κοστούμια της Αλέγιας Παπαγεωργίου αποτύπωσαν εύστοχα αισθητική και κοινωνικές τάξεις.

Η ταυτότητα της παράστασης

Συγγραφέας: Γιάννης Τσίρος, Σκηνοθεσία: Γιώργος Παπαγεωργίου, Σκηνικά: Μαρία Φιλίππου, Κοστούμια:       Αλέγια Παπαγεωργίου, Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη, Μουσική: Γιώργος Δούσος, Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαριτίνα Κουτσοχιώνη, Βοηθός Ενδυματολόγου: Νικολέττα Αναστασιάδου, Φωτογραφίες –trailer:      Χρήστος Συμεωνίδης

Παραγωγή:    Αθηναϊκά Θέατρα

 

Πρωταγωνιστούν: Έλλη Τρίγγου, Στάθης Σταμουλακάτος, Μάνος Καζαμίας, Νεφέλη Μαϊστράλη, Γιώργος Τριανταφυλλίδης, Μαριτίνα Κουτσοχιώνη.

 

Θέατρο Εμπορικόν (Σαρρή 11, Αθήνα)

Τετάρτη στις 8μ.μ., Πέμπτη και Παρασκευή στις 9μ.μ., Σάββατο στις 6μ.μ. και στις 9μ.μ. και Κυριακή στις 6μ.μ.

Προηγούμενο άρθροMichel Houellebecq: “κρατά τον καθρέφτη ενός κόσμου που δεν θέλουμε να δούμε” (συνέντευξη στους NYTimes)
Επόμενο άρθροcrime in a flash- γιορτή αστυνομικής λογοτεχνίας, Τρίτη 5 Νοεμβρίου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ