Ο Γιώργος Μεταξάς και οι τρανς γυναίκες της Ταϊλάνδης και της Καμπότζης (του Φώτη Θαλασσινού)

0
464

 

του Φώτη Θαλασσινού

Με είχε πάρει τηλέφωνο όταν ήμουν στην Κω για τα Χριστούγεννα του 2024. Ήταν μια απρόσμενη κλήση.  Σε σχέση με τις επαφές που είχα στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, η φωνή του έμοιαζε ως σωσίβιο απ’ την θλιπτική ατμόσφαιρα στο πατρικό μου. Μου ζήτησε να του προλογίσω ένα βιβλίο που έγραφε για την Ταϊλάνδη. Ήταν η χώρα που ζούσε τα τελευταία χρόνια. Όταν βρεθήκαμε στην περιοχή Παπάγου ήταν με το  καινούργιο έτος 2025.  Αγέραστος και ευλύγιστος. Είχε μια περιπέτεια μοντέρνου τύπου, μια παρεξήγηση απ’ αυτές της μοντέρνας φράσης/ιδεολογίας που χρησιμοποιείται για να καταστρατηγηθούν όλες οι ανθρώπινες ελευθερίες και που δεν είναι άλλη παρά η γνωστή σε όλους μας Woke Ατζέντα. Καθώς προωθεί έναν ακραίο ατομικισμό – ποινικοποιεί την αργκό, τον ενθουσιασμό, ενοχοποιεί το αθώο φλερτ και αποστειρώνει τις συζητήσεις στις παρέες απ’ την έλξη και την καύλα μεταξύ των συζητητών της. Ο παραλογισμός της Woke Ατζέντας είναι αυτός που με αναγκάζει π.χ. να δηλώνω gay πριν αποτολμήσω να φωτογραφίσω μια γυναίκα.  Ας πούμε πως κάτι τέτοιο συνέβη και με τον Γιώργο και αναβλήθηκε η έκδοση του βιβλίου του. Η νέα τάξη πραγμάτων είναι η σύγχυση. Όλοι έχουμε άπειρους λόγους για να θιχτούμε και κανένα για να ομονοήσουμε.  Όλοι είμαστε επηρμένα υποκείμενα, θωρακισμένα άτομα μ’ ένα περίκλειστο και εξονυχιστικά οριοθετημένο πνεύμα.  Ο άλλος είναι ο εισβολέας, δεν υπάρχει  πια σαν θελκτική πρόκληση να γνωρίσεις το καινούργιο του.  Μας χωρίζουν πάρα πολλά απειράριθμα νεοφανή πράγματα και δεν μας ενώνουν παρά ελάχιστα. Δεν υπάρχουν ανάμεσα σε δυο νεαρά άτομα κοινές λέξεις και κώδικες  για την επικοινωνία τους και την μεταξύ των συναισθηματική ροή.  Η woke και η αντι-woke ατζέντα εξυπηρετούν τις αγορές και καταστρέφουν  αλληλοσεβασμό, αλήθεια. Αλληλεγγύη και αγάπη. Το ένα κίνημα είναι για το άλλο απειλή.  Και τέλος πάντων -για τον εαυτό μου γράφω- είμαι εδώ για να εξηγήσω.  Και θα ήθελα και άλλους τέτοιους ανθρώπους.

Σ.τ.σ. Μετά της εκλογές στην Αμερική και την εκλογή του αντι-woke προέδρου Ντόναλτ Τραμπ αυτό που απολύτως με εκφράζει είναι η φωνή της επισκόπου Μάριον Μπάντε. Η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, οι αόρατοι άνθρωποι δίχως προνόμια σ’ αυτόν τον κόσμο ζητάμε να μας σέβονται κατά τον τρόπο που τους σεβόμαστε.   

Με τον Γιώργο Μεταξά καθίσαμε σ’ ένα καφέ στη γειτονιά του Παπάγου και πήραμε τα δικά μας μονοπάτια. Παλιά φρουρά εμείς. Καυλαντίσαμε, χωρίς σκοπό και αιτία, απλά για την ευερεθιστότητα μας απ’ τις λέξεις και για την πορνογραφικοποίηση της συνομιλίας μας.  Έτσι για τον χαβαλέ. Και όταν χαρήκαμε με τον σεξισμό στην κουβέντα μας και ο Γιώργος ξεκούρασε την πίκρα του για το  κακό που τον βρήκε μπήκαμε και στα φιλολογικά που μας ένωναν. Στα βαθιά. Στον Πόε, τον Λαπαθιώτη και τους καταραμένους ποιητές. Ακούσαμε μαζί απ’ το κινητό το τραγούδι των Domenica σε στίχους Μήτσου Παπανικολάου και με τίτλο “Μέσα στη Βουή του Δρόμου”. Μιλούσαμε γι’ αυτούς τους Έλληνες καταραμένους. Έχω την αίσθηση πως οι Έλληνες αναγνώστες έχουμε μεγάλη ανάγκη από μια λογοτεχνία της αλήθειας. Ο Γιώργος κι εγώ κουρασμένοι απ’ όλη αυτή την μεταφυσική και τον υπερβατισμό που ξεκινάνε απ’ τις ιδέες του ανθρώπου και καταλήγουν  σε άλλες υπερφίαλες ιδέες, είπαμε ότι ακόμη και οι Έλληνες στοχαστές για μπούρδες γράφουν. Θυμήθηκα τον σπουδαίο Κωστή Παπαγιώργη που ως μέγας θυμόσοφος ξεκινούσε τα στοχαστικά του πετάγματα  ανατέμνοντας και τα πιο χθαμαλά βιώματα. Δεν είναι τυχαία η λίστα με τους αγαπημένους ποιητές τού Γιώργου Μεταξά. Καβάφης, Λαπαθιώτης, Καββαδίας, Μποντλέρ, Ρεμπό και ένας Ζεράρ Ντε Νερβάλ – έμαθα γι’ αυτόν κατοπινά στο διαδίκτυο.

 

Ο Γιώργος ήθελε να φτιάξει ένα φωτογραφικό λεύκωμα με τρανς γυναίκες της Ταϊλάνδης και της Καμπότζης. Τις τρανς γυναίκες που τόσο αγαπούσε. Και που στην Ταϊλάνδη και την Καμπότζη οι σεξεργάτριες και πιο νέες ανάμεσα τους ονομάζονται lady boy. Έχει μεγάλο αρχείο φωτογραφιών απ’ την καθημερινότητα των lady boy.  Γι’ αυτές τις τρανς σεξεργάτριες έμαθα ότι αναζητούν κάποιον  πλούσιο άντρα σε βαθύ γήρας να ερωτευτούν μαζί του και να αποκατασταθούν στην ζωή τους κληρονομώντας τον μετά τον θάνατό του. Δεν ξέρω αν μπορώ να μιλήσω περισσότερο για κάτι τόσο διαφορετικό απ’ τον δικό μου ελληνικό τρόπο σκέψης.

Διάβασα πολλά χαϊκού  (σ.τ.σ. ένας λακωνικός,  ποιητικός τρόπος έκφρασης  που στην έκταση τριών στίχων 17 συλλαβών και σε σχήμα των 5-7-5 συλλαβών / ανά  στίχο αποδίδει αυτό που θέλει να εκφράσει ο δημιουργός)  σε τρεις στίχους  του Γιώργου στο βιβλίο του  Στη Σκιά του Βούδα απ’ τις εκδόσεις Πνοές.  Όμορφες συνθέσεις ενταγμένες απόλυτα μέσα απ’ τις λέξεις τους στην παράδοση της Άπω Ανατολής σ’ αυτό το είδος λόγου.  Στο δεύτερο μισό του βιβλίου ένα γλωσσάρι για τις λέξεις που ο φίλος μου χρησιμοποιεί απ’ την βουδιστική παράδοση και τις εξωτικές για τον Έλληνα αυτές χώρες.  Το βιβλίο συνοδεύεται από σχέδια του γλύπτη Πραξιτέλη Τζανουλίνου εμπνευσμένα από την ελληνοϊνδική τέχνη της Γκαντάρα.

Κάποια στιγμή με πήρε τηλέφωνο και μιλήσαμε για τα λογοτεχνικά του όνειρα. Για τα νέα βιβλία που έχει στα σκαριά και που ένα απ’ αυτά είναι μια ποίηση για τον Περικλή Γιαννόπουλο. Για τον Γιώργο ό Περικλής Γιαννόπουλος δεν αυτοκτόνησε για την ζωγράφο Σοφία Λασκαρίδου. Αυτοκτόνησε γιατί το όνειρο του για ένα κίνημα υπέρ της αισθητικής της ελληνικής γραμμής δεν μπόρεσε να ευοδωθεί προς καμία κατεύθυνση. Έχει έτοιμο ένα βιβλίο με ποιήματα εμπνευσμένα απ’ την προσωπικότητα του Γιαννόπουλου με εξώφυλλο και σχέδια του γνωστού ζωγράφου Γιώργου Σταθόπουλου.

Οι αμφισβητήσεις του Γιώργου προς τον γνωστό κόσμο του καπιταλισμού -χρησιμοποιώ τον πολυφορεμένο όρο του καπιταλισμού για να αποδώσω με μια λέξη το σύγχρονο κοινωνικό μοντέλο- τον τοποθετούσαν (τον Γιώργο) σε μια θέση κατάκρισης του. Ίσως να μην γνώριζε ότι όντας ο ίδιος έξω απ’ αυτόν τον κόσμο γινόταν αυτόχρημα  αδύναμος να τον γνωρίσει και μάλιστα κυρίως τις πολύ δύσκολες και επαχθείς για να ζήσει κανείς περιοχές του. Ο Γιώργος αποφασίζοντας να  ισορροπεί διαρκώς μεταξύ πνεύματος και ηδονών – για μένα κάτι τέτοιο μοιάζει ιδανικό- έφευγε απ’ το πλαισιωμένο με ηθικές, οικονομικές παροχές και απαιτήσεις, ιδέες για καριέρες, όνειρα για καλό οικονομικό στάτους κ.τ.λ.  κομμάτι της κοινωνίας σ’ ένα άλλο μιας πολυπληθούς ετεροτοπίας που φέρει κι αυτή τα δικά της εμπόδια και προνόμια.

 

Τελευταία φορά που βρεθήκαμε ήταν στην υπαίθρια αγορά του Ελαιώνα. Ήξερε να εκτιμά πολλές κατηγορίες αντικειμένων που πωλούνταν σ’ αυτήν. Σταματούσε σε πάγκους που είχαν ανάμεσα στην πραμάτειά  τους βιβλία και συγκεκριμένα καταλόγους από εκθέσεις εικαστικών. Μου έκανε δώρο έναν τέτοιο κατάλογο από έκθεση του ζωγράφου Κωνσταντίνου Κακανιά. Κατάλαβα πως ο άνθρωπος δίπλα μου, που με συνόδευε στην παρθενική μου επίσκεψη στην εν λόγω αγορά, ήταν πέρα από καλός ποιητής και ένας πολυπράγμων μελετητής που είχε υφάνει νήματα ποιητικών λέξεων και τα χρησιμοποιούσε για να συνδέσει όλες αυτές  τις γνώσεις του. Μετά απ’ την εμπειρία στον Ελαιώνα βρεθήκαμε για έναν καφέ στο γνωστό καφενείο Στάνη της Ομόνοιας. Εκεί πιο ευάλωτος ο Γιώργος μού εξέφρασε πως ασφυκτιεί στην ελληνική λογοτεχνική πραγματικότητα. Ένιωθε για αυτήν την πραγματικότητα ότι παραείναι συντηρητική και λογοκριτική. Οι Έλληνες συγγραφείς λογοκρίνουν οι ίδιοι τα έργα τους. Λες και τους είπε κανείς ότι η τέχνη είναι ηθικοπλαστική. Οργή για τον κόσμο τους και τίποτα ηπιότερο.

 

Κείμενο-Φωτογραφίες, Φώτης Θαλασσινός-https://fotisthalassinos.gr/

 

 

Προηγούμενο άρθρο“Το κερί του Καρτέσιου”: φωτίζοντας τη γεωμετρία των αισθήσεων (του Γιώργου Χωματηνού)
Επόμενο άρθροΕλληνίδες κρατούμενες στο Ράβενσμπρουκ  (της Μαρίζας Ντεκάστρο)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ