της Δήμητρας Διδαγγέλου
Ο έρωτας. Ένα από τα πιο αινιγματικά και περίπλοκα συναισθήματα της ανθρώπινης ψυχολογίας, το θέμα που κατεξοχήν συναντάμε στη λογοτεχνία και την ποίηση.
Ο έρωτας κατά τον Φρόιντ είναι η βασική έκφραση της λίμπιντο, η κινητήριος δύναμη για τις ανθρώπινες σχέσεις και τη ζωή. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις είναι και η κινητήριος δύναμη στη λογοτεχνία.
Ο Γάλλος σημειολόγος, φιλόσοφος και κριτικός λογοτεχνίας, Ρολάν Μπαρτ (1915-1980) έχει αφήσει πίσω του ένα σημαντικό έργο με κριτικές, αναλύσεις, δοκίμια για τη δύναμη της γλώσσας και των σημείων της κατασκευής της πραγματικότητας, το οποίο επηρεάζει ακόμα και σήμερα την σημειολογία και τη λογοτεχνική ανάλυση. Στο βιβλίο του Αποσπάσματα του Ερωτικού Λόγου* εστιάζει στο λόγο του ερωτευμένου, στο βίωμά του και πώς αυτό εκφράζεται με τον λόγο.
Στην εισαγωγή διαβάζουμε πως η αναγκαιότητα του εν λόγω του βιβλίου συνίσταται στο ότι ο ερωτικός λόγος σήμερα χαρακτηρίζεται από “μια άκρα μοναξιά”. Αν σκεφτούμε ότι το βιβλίο γράφτηκε το 1977, πολύ πριν από την εμφάνιση της μοναξιάς ως απόρροια της χρήσης του διαδικτύου, βλέπουμε ότι η μοναξιά του ερωτευμένου είναι διαχρονική και ίσως υπαρξιακή.
Ο Μπαρτ σημειώνει ότι ενώ πολλοί άνθρωποι βιώνουν και εκφράζουν τον έρωτα, ο ερωτικός λόγος δεν έχει υποστήριξη από την κυρίαρχη γλώσσα και τους θεσμούς της κοινωνίας.
Η ερευνήτρια Alison Sharrock στη μελέτη της για τον ερωτικό λόγο στην ποίηση του Οβίδιου (Ovid and the Discourses of Love, 2006) αναφέρει ότι όλοι οι ερωτευμένοι μιλούν αποσπασματικά κάνοντας έναν παραλληλισμό με τον Μπαρτ που επέλεξε τον αποσπασματικό λόγο για να αναδείξει την κατακερματισμένη και δυναμική φύση του ερωτικού λόγου. Σύμφωνα με την ίδια, «κάθε εραστής είναι στρατιώτης, δηλαδή, κάθε εραστής μπαίνει σε έναν λόγο ερωτικής εικονογραφίας στον κοινωνικό του διάλογο, στην πολιτική και στη λογοτεχνική του σύγκρουση.»
Το βιβλίο ξεχωρίζει για την κατακερματισμένη δομή του. Ο Μπαρτ χρησιμοποιεί τα αποσπάσματα ως μια καινοτόμο μέθοδο για να περιγράψει την απομόνωση της εμπειρίας του ερωτικού λόγου. Όπως ο ίδιος λέει «ο λόγος του (ερωτευμένου) υπάρχει μόνο με τη μορφή γλωσσικών ριπών που προκαλούνται εντός του από ασήμαντες, τυχαίες περιστάσεις.»
Κάθε απόσπασμα του βιβλίου επικεντρώνεται σε μια συγκεκριμένη λέξη ή έννοια που σχετίζεται με τον έρωτα, εξετάζοντας μια συναισθηματική κατάσταση ή εμπειρία, όπως η αναμονή, η απουσία, η αλλοίωση της εικόνας του αγαπημένου προσώπου.
Στις σελίδες του βιβλίου διακρίνουμε τα κοινά ψυχολογικά χαρακτηριστικά και τα στάδια από τα οποία περνούν οι ερωτευμένοι:
Υποταγή στον πόθο
«Υποτάσσομαι έτσι χωρίς προβλήματα στην καταναγκαστική αγωγή χάρη στην οποία συνήθισα από πολύ νωρίς να αποχωρίζομαι τη μητέρα μου – πράγμα που, στην αρχή μ’ έκανε να πονώ πολύ (για να μην πω: να τρελαίνομαι).»
Εμμονική σκέψη
«Στιγμές στιγμές, μια ασήμαντη αμυχή προκαλεί μέσα στο κεφάλι μου ένα γλωσσικό πυρετό, μια παρέλαση αιτιολογιών, ερμηνειών, λόγων.»
«Υποφέρω (μα δεν ξέρω από τί)»
«Λέω στον άλλον (παλιό ή καινούργιο): Πάμε πάλι απ’ την αρχή.»
Ένωση και απώλεια του εαυτού
«Στο ήμισύ του κολλώ ξανά το ήμισύ μου.»
«Όνειρο της απόλυτης ένωσης: οι πάντες το θεωρούν ανέφικτο, κι όμως εγώ επιμένω.»
Αίσθηση απώλειας της λογικής
«Κάνω με διακριτικό τρόπο πράγματα τρελά. Είμαι ό μόνος μάρτυρας τής τρέλας μου.»
Προσμονή και αγωνία στην απουσία του άλλου
«Ενώ εγώ που αγαπώ είμαι, από αντίθεση εσωτερική διάθεση, δεμένα μέσα στο χώρο, ακίνητος, διαθέσιμος, σε κατάσταση αναμονής, σωριασμένος στη θέση μου, υποφέροντας, σαν ένα πακέτο παραπεταμένο σε κάποια γωνιά ενός σταθμού.»
«Απόψε γύρισα στο ξενοδοχείο μόνος, ο άλλος αποφάσισε να γυρίσει αργότερα τη νύχτα. Τα άγχη βρίσκονται κιόλας εκεί, σαν έτοιμο φαρμάκι (η ζήλια, η εγκατάλειψη, η ανησυχία) απλώς περιμένουν να περάσει λίγη ώρα για να μπορέσουν να εκδηλωθούν κόσμια.
Κατάργηση του άλλου
«Έτσι ο έρωτας καταργεί τον άλλον. Από την κατάργηση αυτή αντλώ ένα κάποιο κέρδος.»
Η αναμονή
«Είμαι ερωτευμένος; – Ναι, αφού περιμένω». Ο άλλος δεν περιμένει ποτέ. Μερικές φορές θέλω να υποδυθώ αυτόν που δεν περιμένει· επιχειρώ να απασχοληθώ κάπου αλλού, να φτάσω καθυστερημένος. Μα στο παιχνίδι αυτό βγαίνω μονίμως χαμένος.
Αίσθημα εγκατάλειψης
«Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για το ερωτικόα άγχος: είναι ο φόβος ενός πένθους που έχει ήδη συντελεστεί από τη στιγμή που άρχισε ο έρωτας, από τη στιγμή που ένιωσα τη σαγήνη. Θα ‘πρεπε κάποιος να μπορούσε να μου πει “Μην έχεις πια άγχος. Τον (την) έχει ήδη χάσει”.»
Υπαρξιακή μοναξιά
«Η μοναξιά του ερωτευμένου δεν είναι μοναξιά προσώπου (τον έρωτα τον εμπιστεύεσαι, τον εκφράζεις, τον διηγείσαι), είναι μοναξιά συστήματος.»
Ανάμνηση
«Αργότερα, στο χώρο της ανάμνησης, το υποκείμενο θα βλέπει τις τρεις στιγμές της ερωτικής διαδρομής σαν μία, και θα μιλά για το “εκθαμβωτικό τούνελ του έρωτα”.»
«Ούτε λήθη ούτε ανάσταση – απλώς και μόνο αυτό: η εξουθενωτική φενάκη της μνήμης.»
Ματαιότητα
«Μήπως λοιπόν ο ερωτευμένος είναι απλώς ένας πιο δύσκολος ψωνηστηρτζής που, μιαν ολόκληρη ζωή, ψάχνει τον “τύπο του”;»
«Η παραμικρή πληγή μού γεννά την επιθυμία να αυτοκτονήσω.»
Αποδοχή του αποχωρισμού
«Πες πως είμαστε δυο καράβια που το καθένα έχει τη ρότα του και το σκοπό του.»
Τα αποσπάσματα συχνά παίρνουν τη μορφή εσωτερικού διαλόγου, αντανακλώντας τις σκέψεις και τις αμφιβολίες του ερωτευμένου. Στην εισαγωγή του βιβλίου ο Μπαρτ μάς προιδεάζει ότι παρουσιάζει το υποκείμενο (τον ερωτευμένο) που μιλά ερωτικά στο αντικείμενο (τον άλλο), το οποίο όμως δεν απαντά.
Ο Μπαρτ πηγαίνει πέρα από την καταγραφή «των συμπτωμάτων» του ερωτευμένου. Του δίνει φωνή. Είναι χαρακτηριστικό ότι χρησιμοποιεί την πρωτοπρόσωπη αφήγηση για να μεταδώσει την άμεση, προσωπική εμπειρία του ερωτευμένου υποκειμένου.
Η γλώσσα δεν αποτυπώνει απλώς τον έρωτα, τον διαμορφώνει. Η λέξη «σ’ αγαπώ» δεν είναι μια απλή δήλωση, γίνεται ένας τρόπος να υπάρχει κανείς μέσα στον έρωτα. Κατά τον Μπαρτ το «σ’ αγαπώ» είναι ενεργητικό, μια εκστόμιση, ένας φραστικός τύπος ο οποίος «δεν αναφέρεται στην ερωτική δήλωση, στην ομολογία, αλλά στην επαναλαμβανόμενη προφορά της ερωτικής κραυγής.»
Ο ερωτευμένος, κατά τον Μπαρτ, διαμορφώνει έναν λόγο ιδιόμορφο, γεμάτο πάθος, υπερβολή και επαναληπτικότητα. Οι λέξεις του δεν είναι απλώς μέσα επικοινωνίας, αλλά γίνονται εργαλεία για να κατασκευάσει και να διατηρήσει τον ερωτικό του κόσμο.
Ο λόγος του ερωτευμένου είναι κυκλικός, αυτοαναφορικός, γεμάτος ερωτήματα και προσμονή, καθώς προσπαθεί να ερμηνεύσει κάθε λέξη, κίνηση ή σιωπή του αγαπημένου προσώπου. Η ερωτική γλώσσα γίνεται, έτσι, ένας τόπος εμμονής και ανασφάλειας, αλλά ταυτόχρονα και μια μορφή ύπαρξης. Μιλώ για τον έρωτα σημαίνει υπάρχω μέσα σε αυτόν.
Ο ερωτευμένος συχνά εγκλωβίζεται μέσα στον ίδιο του τον λόγο, επαναλαμβάνοντας μοτίβα σκέψης που συντηρούν την κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Ο Μπαρτ παρομοιάζει τον λόγο του ερωτευμένου με σχηματοβριθή σκόνη, με γλωσσικές ριπές αλλά και με μύγα που κινείται αδιάκοπα και σπασμωδικά μέσα σ’ ένα δωμάτιο. Τι γίνεται, άραγε, όταν αυτή η μύγα βγει από το δωμάτιο;
*Αποσπάσματα του ερωτικού λόγου, Ρολάν Μπαρτ, μετάφραση: Βασίλης Παπαβασιλείου, εκδ. Ράππα