του Βασίλη Παπαγεωργίου
Στη νέα της ποιητική συλλογή Σχέδιο κήπου η Αριάδνη Καλοκύρη αφουγκράζεται, αγγίζει, οσφραίνεται, διαισθάνεται, παρατηρεί και μας προσφέρει, τη μια μετά την άλλη, απρόσμενες εικόνες, συνειρμούς και συσχετίσεις μεγάλης λυρικής και υπαρξιακής ομορφιάς. Η ζωή που περιγράφεται στα ποιήματα λάμπει και εκπλήσσει αδιάκοπα, είτε αυτό γίνεται μέσα σ’ έναν απομονωμένο στίχο μόνο, είτε σε μια απομονωμένη στροφή μόνο είτε σ’ ένα ολόκληρο ποίημα. Το σχετικά σύντομο ποίημα [Βροχή] μάς δίνει την εμπειρική εικόνα «μαστιχωτή ανάσα» και μας αφήνει να χαρούμε την ασυνήθιστη αυτή σκηνή στοχαζόμενοι συγχρόνως και πολλαπλώς δημιουργικά τη λειτουργία που περιγράφει. Αυτό συμβαίνει στο τέλος του ποιήματος. Θα μπορούσαμε όμως να είχαμε παραμείνει στην αρχή του μόνο, έχοντας διαβάσει τους στίχους «Καλοκαιρινή σταγόνα / σε φύλλο νεραντζιάς». Μια απολαυστική στιγμή που προσφέρει την ωραία, ήρεμη και γεμάτη υπόσχεση παρουσία της στη ζωή μας.
Μια άλλη, εξίσου απολαυστική εικόνα μας υποδέχεται στο ποίημα «Στιγμή» και στους στίχους που ακολουθούν τον τίτλο: «Στιγμή / ψιλοκομμένη στολίζει το πιάτο». Θα μπορούσαμε να σταματήσουμε εδώ πλήρως ικανοποιημένοι, όμως η συνέχεια της στροφής αυξάνει την ικανοποίηση: «Πράσινα φυλλαράκια / στο τραπέζι μας.» Αυτό το άμεσο άγγιγμα της φύσης που έρχεται τόσο καταπραϋντικά επιτρέπει να συλλογιστούμε γαλήνια το σώμα, το πνεύμα και το δράμα της άπιαστης στιγμής, καθώς και τη στιλπνή συνομιλητική συναρμογή τού μη συγκεκριμένου ή θεωρητικού με το υλικό, του αναντίληπτου με το άμεσα απτό, το έντονα ψηλαφητό: ο χρόνος και η ροή του μετατρέπονται σε χρώμα, αίσθηση και ενέργεια. Να μια άλλη υπέροχη στροφή, στο ποίημα «Μπουκέτο νερό» τώρα, όπου χρόνος και χρώμα, αίσθηση και διαίσθηση, το χειροπιαστό και το αφηρημένο συνυπάρχουν και συμπράττουν:
Ο πυρετός καίει και φθείρει.
Θα κόψω
σε μικρές μπουκιές το ωμό χρώμα της απώλειας
να ψηθεί πιο γρήγορα, άλλωστε.
Η Καλοκύρη τα ζει και τα διατυπώνει όλα με άνεση και με την αίσθηση ότι, αν ήθελε, θα μπορούσε να προχωρήσει ακόμη πιο πέρα, να εμβαθύνει ή να συσχετίσει ή να εναρμονίσει απεριόριστα. Αυτό τουλάχιστον διαβάζω εγώ στο τέλος του ποιήματος «Μπουκέτο νερό», στη λέξη «άλλωστε»: έτσι μάλλον είναι, αλλά βέβαια και αλλιώς τώρα εδώ. Και αλλιώς αλλού άλλοτε, φυσικά. Άλλωστε δεν πρόκειται παρά για ένα σχέδιο μόνο, για κάτι και συγκεκριμένο, σαφές, αλλά και μη τελικό, αόριστο, κάτι μελλοντικό ίσως. Και για έναν κήπο, που όμως εύκολα μας προτρέπει να τον διαβάσουμε και μεταφορικά, αόριστα (και, ομοίως, όλα τα ποιήματα έχουν να κάνουν με κάποιο είδος κήπου, ακόμη και τα λίγα της συλλογής που δεν αναφέρουν φυτά).
Το σχέδιο ως πεδίο ποιητικών αναζητήσεων και διερευνήσεων εξελίσσεται από την αρχή της συλλογής σε μια σειρά από λεπτομερείς και πολυσύνθετες υφάνσεις (μια έννοια που επανέρχεται με διάφορες μορφές στη συλλογή), στις οποίες συμβάλλουν αισθήσεις, κινήσεις και συγκινήσεις του ανθρώπινου σώματος, σκέψεις και λέξεις (μια άλλη έννοια που επανέρχεται συχνά) του προσώπου που γράφει και του προσώπου ή των προσώπων που καταγράφονται. Αυτό συμβαίνει αριστοτεχνικά στο ποίημα «Ελίχρυσος», όπου ήδη λάμπει στις τρεις πρώτες στροφές του:
Ελάχιστη κουκκίδα το βλέμμα της
αγκαλιάζει το κρεβάτι
κρέμεται απ’ τα σεντόνια
τυλίγει την κουβέρτα.
Ο διάδρομος προς το δωμάτιό της
επαναλαμβάνεται αέναα στον χώρο –
με ακολουθεί.
Η μισάνοιχτη πόρτα προδίδει
ένα ξεχειλισμένο
ποτάμι σεμπρεβίβα.
Η συνύφανση της τωρινής στιγμής με την παντοτινή, του εφήμερου με το αιώνιο, του μικροσκοπικού σημείου, του στίγματος, με τον άπειρο χώρο, της κίνησης και της δράσης με την ύλη και τη λάμψη της αποδίδεται με καίρια εκφραστική και συλλογιστική δεινότητα και διαυγή σοφία. Και ενώ η φωνή του ποιήματος «Μπουκέτο νερό» αναρωτιέται «πού να βρω τόσα υλικά / συμβατά / να τα υφάνω», η Αριάδνη Καλοκύρη με μια πολύ διαφορετική πηνελοπική δεξιότητα υφαίνει απροσδόκητα τα πιο φαινομενικά ασύμβατα στοιχεία πάνω σ’ ένα ανοιχτό σχέδιο κήπου ή κήπων (των άλλων επίσης) φανερών και μυστικών, δημιουργώντας εναρμονίσεις στην άτακτη ροή του παρόντος. Έτσι στο ποίημα «Γειτονικός κήπος»:
Οι λέξεις μας
κατοικούν σε γειτονικούς κήπους, ενώ
αναπνέουν και ελίσσονται
κάτω από τα ίδια
αδέσποτα σύννεφα της αταξίας.
Ποίηση γήινη και ουράνια συγχρόνως, μιας προσωπικής υπαρξιακής αμεσότητας. Μας αποκαλύπτει γενναιόδωρα και περίτεχνα έναν διάπλατο ιδιωτικό κόσμο, γεμάτο από την ομορφιά της ποιητικής αιχμηρής παρατηρητικότητας, η οποία διηθείται από μια εκπληκτική και βαρυσήμαντη αντίληψη της πραγματικότητας και από μια εντελώς ιδιαίτερη, ενική ευαισθησία.
Αριάδνη Καλοκύρη, Σχέδιο κήπου. Κίχλη 2024.