Το ατίθασο ρομπότ: δυστοπικό παραμύθι ή επαναστατική αλληγορία (της Έφης Κατσουρού)

0
229

της Έφης Κατσουρού

 

Πρόσφατα κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες η ταινία «Το ατίθασο ρομπότ» (στο πρωτότυπο «Wild robot»), βασισμένη στο ομώνυμο παιδικό/εφηβικό μυθιστόρημα φαντασίας του συγγραφέα παιδικών βιβλίων, Πήτερ Μπράουν. Όπως οι περισσότερες ταινίες που κυκλοφορούν τα τελευταία χρόνια και απευθύνονται στο παιδικό κοινό, η ιστορία της Ροζαμ 7134 εξελίσσεται σε ένα δυστοπικό μελλοντικό περιβάλλον, το οποίο επικουρούμενο από τα εφέ και τα υπερσύγχρονα γραφικά, και ανάλογα με το βαθμό ενσυναίσθησης του εκάστοτε δημιουργού, καθίσταται από απόκοσμο έως και αποκρουστικό οικειώνοντας το νεαρό κοινό με εικόνες και συνθήκες άκρατης βίας. Στην περίπτωση του Ατίθασου ρομπότ, το οποίο σίγουρα δεν αποτελεί μία καθαρόαιμα παιδική ταινία, αυτό αποφεύγεται. Τόσο το κειμενικό υπόβαθρο, όσο και η μετρημένη στη χρήση των εφέ σκηνοθεσία του Κρις Σάντερς, παραδίδουν ένα κινηματογραφικό προϊόν υψηλής συναισθηματικής έντασης, χωρίς μελλοδραματισμούς, το οποίο καταφέρνει να ισορροπεί ιδανικά ανάμεσα στην έννοια του παραμυθιού και την αλληγορία, εγείροντας σκέψεις, συναισθήματα και προβληματισμούς απαλλαγμένο από κάθε προθετική άρθρωση ηθικών διδαγμάτων.

Το ρομπότ Ρόζαμ 7134 ναυαγεί σε ένα έρημο νησί, όπου κατοικούν μόνο άγρια ζώα, τα οποία στη θέα του αποτροπιάζονται, το αντιμετωπίζουν εχθρικά και το αποκαλούν «τέρας». Το Ρόζαμ 7134 προσπαθεί μέσα στο ανοίκειο για αυτό περιβάλλον της άγριας φύσης να βρει την αποστολή του, την οποία, βάσει λογισμικού, πάντοτε οφείλει να ολοκληρώνει, και να κατανοήσει γιατί βρέθηκε εκεί. Με άλλα λόγια ψάχνει εναγώνια το λόγο ύπαρξής του. Μετά από ένα ατύχημα που προκαλείται πάνω στο άγριο κυνήγι επιβίωσής του, η αποστολή δίνεται και είναι η εκκόλαψη και το μεγάλωμα ενός μωρού χήνου, του οποίου η μαμά και το αδερφάκι του χάνονται στο ατύχημα αυτό. Το Ρόζαμ  7134 σώζει το αυγό από τα δόντια μιας αλεπούς, καθαρίζει την αλεπού από τα αγκάθια ενός σκαντζόχοιρου, μεγαλώνει το χηνάκι και γίνεται πια η Ροζ, σκέτη χωρίς αριθμούς, η μαμά του «Λαμπερού», όπως βαφτίζει το χηνάκι, το οποίο πρέπει μέχρι το φθινόπωρο να μάθει να κολυμπά και να πετά για να είναι έτοιμο για την αποδημία. Η Ροζ αρχίζει σταδιακά να «χακάρει» τον προγραμματισμό της και να αισθάνεται. Το φθινόπωρο φτάνει και το χηνάκι φεύγει για κλίματα θερμά μαζί με το σμήνος. Η Ροζ μένει να το περιμένει και δεν επιστρέφει στο εργοστάσιο παραγωγής αντιμετωπίζοντας έναν βαρύ χειμώνα από τον οποίο καταφέρνει να διασωθεί και να διασώσει όλα τα εχθρικά, μέχρι πρότινος, προς εκείνη, ζώα μαζί με τον Φινκ, την αλεπού που έχει γίνει ο μοναδικός της φίλος. Όλα τους συγκεντρώνονται σε μία γιγάντια καλύβα που είχε φτιάξει για να μεγαλώσει τον Λαμπερό, η οποία διαδραματίζει το ρόλο μίας σύγχρονης κιβωτού. Εκεί όλα τα είδη μαθαίνουν να συνυπάρχουν αρμονικά για να επιβιώσουν. Ο Λαμπερός επιστρέφει και όταν ομολογεί στη Ροζ ότι την αγαπά σαν πραγματική του μητέρα, εκείνη αρνείται να επιστρέψει στη βάση της δηλώνοντας στο σούπερ-ρομπότ που έρχεται να την πάρει πίσω ότι αν η φύση είναι ατίθαση, τότε κι εκείνη είναι ένα ατίθασο ρομπότ. Το τέλος μένει ανοιχτό με μόνη βεβαιότητα την επικράτηση της φύσης και της αγάπης, ως βασικό ένστικτο επιβίωσης.

Και ενώ μέσα στις σκηνές της ταινίας υπάρχουν σημεία που νοιώθεις ότι τείνει να δημιουργηθεί ή και να επικρατήσει ένα δυστοπικό όραμα, με εικόνες καταστροφής του φυσικού τοπίου και πάλης μεταξύ της φύσης και της τεχνολογίας το ρομπότ μέσα από την σύνδεσή του  με τα άγρια ζώα προικίζεται με τη συναισθηματική νοημοσύνη, που μέρα με τη μέρα ολισθαίνει ακόμη και στους καλά προγραμματισμένους ανθρώπους της υπερνεωτερικής πραγματικότητας. Και εκεί που αναρωτιέσαι αν το παραμύθι σταδιακά θα εκλείψει ως έννοια και τα παιδιά θα μεγαλώνουν μέσα σε έναν αγώνα επιβίωσης, σε μία μάχη άνιση ανάμεσα στο πραγματικό και το εικονικό τοπίο, ο Φινκ, η μικρή αλεπού, που βοηθά τη Ροζ στην ανατροφή του Λαμπερού, με υστερόβουλους στην αρχή σκοπούς, τη μαθαίνει τη δύναμη του παραμυθιού, της στρογγυλεμένης αλήθειας, του αστέρινου πέπλου ασφαλείας που κάθε παιδί χρειάζεται για να κοιμηθεί όταν έξω ακούγεται δυνατή η καταιγίδα. Γιατί μέσα στα παραμύθια όλα λειαίνονται, κι οι φόβοι ατροφούν και τα όνειρα ομαλά ενηλικιώνονται. Αξίζει να σημειωθεί ότι ακριβώς σε αυτά τα σημεία το animation δουλεύεται με τέτοιο τρόπο ώστε να θυμίζει το παλιό, πατροπαράδοτο και αγαπημένο σκίτσο, με τις αδρές μολυβιές και την επίσης παρηγορητική ασάφεια της απεικόνισής του, τότε που το αίσθημα ως αφή μεταβιβάζονταν από το χέρι στο χαρτί και έπειτα στην οθόνη μέσα από την ένταση της γραφής. Στον τρισδιάστατο κόσμο των σημερινών κινουμένων σχεδίων η ονειρική αυτή διάσταση της απεικόνισης που ακροβατεί μεταξύ της πιστότητας και της αφαίρεσης, αντικαθίσταται από τη ρεαλιστική αποτύπωση κάθε λεπτομέρειας, από τα σκληρά και αδιαπέραστα όρια στις γραμμές, που όλα μαζί συνδηλούν τη δημιουργία ενός τοπίου μη αναστρέψιμου, μίας διάστασης που δεν χωρά ερμηνείες και αδρανοποιεί το φαντασιακό της παιδικής σκέψης.

Το ατίθασο ρομπότ, πέρα από ένα πολύ καλοσχεδιασμένο και απόλυτα ισορροπημένο στις εντάσεις της αφηγηματικής του πλοκής animation που διασκεδάζει και κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του παιδικού κοινού, αποτελεί ένα σχόλιο επάνω στην τεχνολογική επανάσταση και τον τρόπο που αυτή επαναδιατυπώνει τη ζωή, θέτει ένα μεγάλο ερώτημα αναφορικά με τα όρια και τις προεκτάσεις της τεχνητής νοημοσύνης και τελικά σε δεύτερο επίπεδο υφαίνει μία ιστορία πίσω από την ιστορία, όπου η Ροζ, πέρα από ένα ρομπότ, θα μπορούσε να είναι ένα οποιοδήποτε καλοκουρδισμένο γρανάζι της κοινωνικής μηχανής της οποίας όλοι είμαστε κομμάτια. Θέλω, δηλαδή, να πω ότι πέρα από το θέμα της τεχνητής νοημοσύνης, η αφήγηση υπογείως, αγγίζει το θέμα της συναισθηματικής ευφυίας και των ενστίκτων. Μήπως ο σύγχρονος άνθρωπος όσο υποτάσσεται σε λανθάνουσες μορφές δουλείας και απομακρύνεται από την ρίζα της προέλευσής του, την ίδια τη φύση, χάνει ολοένα και περισσότερο τα «ανθρώπινα» χαρακτηριστικά του; Υπακούει στο λογισμικό που συντάσσεται από τα ερεθίσματα και της κίβδηλες, πολλές φορές, ανάγκες που προβάλλει το υπερνεωτερικό μοντέλο κατοίκησης του κόσμου και οι κυβερνήσεις που πάντοτε θα επιθυμούν «υπάκουους» πολίτες; Μήπως η Ροζ είναι μία από εμάς; Ίσως (μπορώ να πω κάπως αιρετικά) αν σπάσουμε τον κώδικα βάσει του οποίου από τη νηπιακή ακόμη ηλικία μας προγραμματίζουνε να ζούμε, αν αποφασίσουμε να αφεθούμε ξανά στα κελεύσματα της φύσης, συντονιστούμε με τον καιρό και αυθαδιάσουμε όπως μια παπαρούνα που ανθίζει μόνη της σε έναν απόκρημνο βράχο, αν υποκύψουμε στην αγάπη, ίσως και να της μοιάσουμε.. ίσως γίνουμε οι ατίθασοι άνθρωποι που κάποτε ονειρεύονταν πως θα αλλάξουνε αυτόν τον κόσμο.

 

 

 

Προηγούμενο άρθρο«Ο χορός των εραστών» – Το αέναο ταξίδι της ζωής με τρόπο αρμονικό και δίφωνο (της Όλγας Σελλά)
Επόμενο άρθρο11 +1 φθινοπωρινά διαβάσματα λίγο πριν τις εκδόσεις του χειμώνα (του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ