Rachel Cusk: “δεν με ενδιαφέρει ο μυθιστορηματικός χαρακτήρας” (συνέντευξη στο New Yorker)

0
1309

 

H Rachel Cusk μιλά στην Alexandra Schwartz στο New Yorker (απόδοση Αλεξάνδρα Σαμοθράκη) 

Το 2014 η μυθιστοριογράφος Rachel Cusk εξέδωσε το ‘Περίγραμμα’ (‘Outline’), το πρώτο μυθιστόρημα μιας τριλογίας τής οποίας το ύφος ήταν αισθητά διαφορετικό απ’ οτιδήποτε είχε γράψει προηγουμένως. Σε ένα σύντομο ταξίδι στην Ελλάδα, η Φαίη, ο βασικός χαρακτήρας του βιβλίου, κάνει πολύ λίγα και λέει ακόμη λιγότερα. Όπως το ‘Μετάβαση’ (‘Transit’) και το ‘Κύδος/ Δόξα΄(‘Kudos’) που ακολούθησαν, το ‘Περίγραμμα’ λειτουργεί ως καταγραφή όχι τόσο των σκέψεων και των πράξεων της Φαίη όσο αυτών που περιγράφονται από άτομα που συναναστρέφεται . ‘ Παραχωρεί τον εαυτό της σαν φίλτρο’ εξηγεί η κριτικός Judith Thurman στο New Yorker Profile. Οι συνομιλητές της Φαίη προτιμούν μακρυτενείς μονολόγους που εφορμούν από λεπτομερείς κοινοτοπίες της ατομικής εμπειρίας και άπτονται στα μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης και της κοινωνίας πριν επιστρέψουν στην αφετηρία τους. Μερικοί είναι ευγενικοί. Μερικοί είναι διεισδυτικοί και εμβριθείς. Μερικοί είναι σοκαριστικά ναρκισιστικοί. Η Φαίη, ουδέτερη σαν λευκή σελίδα, ακούει τον καθένα με τη σειρά του, μερικές φορές ασκώντας κριτική, αλλά συχνότερα αφήνοντας τον αναγνώστη να αποφασίσει τι έχει ακούσει. Είναι λες και έχει αποποιηθεί κάθε προσωπική παρέμβαση και αφηγηματική εξουσία. Διαβάζοντας αυτά τα μυθιστορήματα είναι εύκολο να ξεχάσει κανείς πως η πραγματική δύναμη βρίσκεται στην Cusk, που έχει επιλέξει να υποβάλει την πρωταγωνίστρια της σε ένα τόσο ριζοσπαστικό πείραμα παθητικότητας και να ανταποκριθεί στην φλύαρη, περιγραφική παράδοση της νατουραλιστικής αγγλικής λογοτεχνίας με επεξεργασμένο φορμαλισμό και σιωπή.

Alexandra Schwartz από τον New YorkerΤο ύφος του ‘Kudos’ όπως και του ‘Outline’ ήταν ένα νέο ύφος για εσάς. Είχατε γράψει έναν αριθμό βιβλίων με πιο συμβατική φλέβα- με πλοκή και χαρακτήρες στους οποίους συνέβαιναν ξεκάθαρα πράγματα. Αναρωτιέμαι πώς και γιατί ανακαλύψατε αυτό το νέο ύφος γραψίματος.

Βασικά, νομίζω πως όλοι οι προβληματισμοί συγγραφής είναι προβληματισμοί ζωής. Όπως και όλοι οι προβληματισμοί δημιουργικότητας. Όλοι μας τους μοιραζόμαστε.  Έφτασα από το συγκεκριμένο μονοπάτι μου σε μια εμπειρία κατάρρευσης συγκεκριμένων δομών συνειδητοποιώντας πως ήταν παλιές. Επί παραδείγματι σήμερα οδηγώντας πέρασα από τη γέφυρα του Brooklyn και θυμήθηκα όλα όσα έχω διαβάσει για την κακή συντήρηση του οδικού δικτύου στην Αμερική. Και αναρωτήθηκα ‘Είμαι ασφαλής εδώ;’.Η γέφυρα υπάρχει πολλά χρόνια αλλά αυτό δε σημαίνει πως θα υπάρχει πάντα. Είναι αυτό το συναίσθημα συνειδητοποίησης πως η αντίληψη σου, αυτό που μοιάζει να είναι η προσωπικότητα σου στην πραγματικότητα βασίζεται σε παλιές, ίσως και σαθρές, δομές.

Το αναφέρω αυτό γιατί όλες οι σκέψεις μου για τη συγγραφή έρχονται διαμέσου της ζωής-παρατηρώντας το πώς ζω. Κυρίως επειδή είμαι το άτομο που ξέρω πως είμαι αλλά και επειδή γνωρίζω το πώς ζουν οι άλλοι. Στο τέλος, είμαι αποφασισμένη να φτάσω στον πυρήνα αυτού γράφοντας.  Στη δική μου προσωπική εμπειρία, η γλωσσική δομή,η δομή των προτάσεων, καθώς και η ίδια η πρόταση έχουν μια “υποστήλωση” που δεν εξετάζεται. Όλοι χρησιμοποιούν προτάσεις όπως χρησιμοποιούν την Πέμπτη Λεωφόρο- επειδή βρίσκεται εκεί, επειδή κάποιος αποφάσισε πως θα είναι εκεί και πρέπει να οδηγούν εκεί. Η πρόταση, η λογοτεχνική πρόταση, άρχισε να μου μοιάζει κάπως έτσι. Όπως και η ζωή μου αποτελείται από συμβατικές δομές- σε όρους σχέσεων και οικογένειας. Αυτά τα δυο πράγματα ήταν η αρχή. Το ένα προκάλεσε το άλλο και έτσι ξεκίνησε. Έπρεπε όμως να τα σκεφτώ για πολύ.

ΝΥ: Έπρεπε δηλαδή να ακούσετε ένα είδος πρότασης για να γράψετε ένα νέο είδος πρότασης;

Όχι, έπρεπε να καταλάβω ποια ήταν η “υποστήλωση” της. Και αφού το κατάλαβα μπορούσα να τη γράψω εύκολα.

ΝΥ: Ποια ήταν η “υποστήλωση”;

Δεν είναι κακό να προσπαθεί κανείς. Είναι μια ψευδής αναστολή της ταυτότητας, και μια προστασία της προσωπικής ταυτότητας που είναι ψευδής. Αν το αφαιρέσεις αυτό,αν ο εαυτός γίνει λιγότερος, τα υπόλοιπα πράγματα αλλάζουν τις διαστάσεις τους και τις σχέσεις τους μεταξύ τους και με εσένα.

Ποτέ δε θεώρησα τον εαυτό μου ιδιαίτερα υποκειμενική συγγραφέα. Πάντα παρέμενα κοντά στη δική μου ζωή και ποτέ δεν εφεύρισκα πράγματα ή είχα μεγάλο ενδιαφέρον σε αφηγηματικά τόξα ή φαντασίες. Ήταν περισσότερο προβληματισμός ζωής, σκέψης. Γιατί συμβαίνουν αυτά τα πράματα αναπόφευκτα; Άπαξ και εισέλθεις σε αυτές τις δομές, ζεις σε αυτές, καταρρέουν ή τις εγκαταλείπεις. Γιατί; Έτσι έσπασα το δικό μου ύφος. Το οποίο δεν θεωρώ συντηρητικό, όπως λένε όλοι.

ΝΥ: Έχει ενδιαφέρον που αναφέρεται την υποκειμενικότητα και την αντικειμενικότητα επειδή, φυσικά, ένα πράγμα που συμβαίνει σε κάθε ένα από αυτά τα βιβλία είναι ένα μπαράζ υποκειμενικότητας. Η αφηγήτρια, η Φαίη, δεν θέλω να πω ‘δέχεται επίθεση’- σχεδόν όμως δέχεται επίθεση από τις ιστορίες αυτών των ανθρώπων για το εαυτό τους. Όλοι μιλούν για τον εαυτό τους με μια γλώσσα που ακούγεται πολύ αντικειμενική. Γίνεται σχεδόν αμέσως αντιληπτό πως δεν είναι βιβλία ύφους. Όλοι χρησιμοποιούν παρόμοια φρασεολογία, είτε είναι αγγλόφωνοι είτε όχι. Υπάρχει μια καθαρότητα στην προφορά που δεν υπάρχει στην ομιλία. Και όμως με αυτό το αντικειμενικό προσωπείο όλοι μιλούν για τον εαυτό τους.

Αυτό που κάνουν είναι συγγραφή, σε εισαγωγικά.

ΝΥ: Και είναι η Φαίη η σελίδα που χρησιμοποιούν;

Λοιπόν, ναι, είναι η μόνη συγγραφέας και δε λέει τίποτε. Σήμερα διάβαζα μια ανάλυση για το τι πιστεύεις πως θα σου πουν αν σε συλλάβουν, που είναι: ‘Έχεις το δικαίωμα να μη μιλήσεις. Ότι πεις μπορεί και θα χρησιμοποιηθεί εναντίον σου στο δικαστήριο,’ Αυτός είναι και ο μόνος πολιτισμικός χώρος όπου όταν λες κάτι το κοινοποιείς και ανήκει σε όλους. Παύει να είναι δικό σου. Σπανίως αυτό αναγνωρίζεται. Στην προσωπική μας ζωή, όταν λέμε σε κάποιον κάτι, ενοχλούμαστε αν το μεταφέρουν σε κάποιον τρίτο. Και για το συγγραφέα αυτό είναι μεγάλη παγίδα γιατί οι άνθρωποι πάντα μιλάνε και αυτή είναι η ζωή που βλέπεις μπροστά σου και μπορεί να καταλήξει στη δουλειά σου. Αυτό είναι προφανώς μια μορφή, όχι ακριβώς κλοπής, αλλά χρήσης της πραγματικής ζωής. Όταν γράφω ένα βιβλίο δε νιώθω πως πρέπει εγώ να αποφασίσω ποιος επιτρέπεται να το διαβάσει. Έχει τοποθετηθεί στο χώρο και η ομιλία είναι το ίδιο. Αυτό είναι, εν μέρει, που προσπαθώ να κάνω σε αυτούς τους μονόλογους. Δε με ενδιαφέρει ο χαρακτήρας γιατί δεν πιστεύω πως ο χαρακτήρας υπάρχει πλέον.

ΝΥ: Τι εννοείς με αυτό;

Πως αν υπάρχει δεν υπάρχει για κάποιον καλό λόγο που εγώ να μπορώ να διακρίνω. Δεν το λέω για κακό, ούτε τελεσίδικα. Είναι ένα από τα πράγματα που συνειδητοποίησα πως έχουν αλλάξει από τα παλιά πρότυπα, από τα Βικτωριανά πρότυπα συγγραφής μυθιστορημάτων, όπου ο χαρακτήρας είναι ακρογωνιαίος λίθος. Πόσο λειτουργεί ο χαρακτήρας στη ζωή ενός ατόμου;  Πιστεύω πως πιθανώς λειτουργεί για να δημιουργεί αυτό που δικαίως αποκαλούμε ‘δυσλειτουργία’ –στο να μην ακολουθείς αυτά που θα έπρεπε να κάνεις. Γι’αυτό πιστεύω πως ο χαρακτήρας κάπως έχει ξεπέσει και μια ομογενοποίηση βρίσκεται σε εξέλιξη – την οποία όλοι αποδέχονται και προσαρμόζονται στον τρόπου ζουν και επικοινωνούν.  Όλα αυτά  φαίνεται να διαβρώνουν την παλιά ιδέα του χαρακτήρα.

ΝΥ: Τι γίνεται με τις λεπτομέρειες του χαρακτήρα ή της αυτο-έκφρασης ή τη διαφορετική προσωπική εμπειρία;

Θεωρώ πως αυτά είναι κοινά. Δε λέω πως δεν υπάρχουν. Τα αντιλαμβάνομαι ως πιο ωκεάνια και ως πράγματα στα οποία μπορείς να εισέλθεις και να εγκαταλείψεις σε συγκεκριμένες φάσεις της ζωής σου που δεν καθορίζονται απόλυτα από το γεγονός ότι είσαι εσύ και αυτή είναι η ζωή σου. Προσπαθώ να δω την εμπειρία σα μια πιο πλευρική έννοια παρά σα μια μορφή του χαρακτήρα. Γιατί, όπως προανέφερα πως το “ζειν” δε συμβαίνει πλέον έτσι. Και αυτή η ιδέα υπάρχει στη συγγραφή βιβλίων που δεν πιστεύω πια.

ΝΥ: Έχετε σταματήσει να διαβάζετε μυθιστορήματα που καταπιάνονται με χαρακτήρες; Που ακόμη είναι τα περισσότερα.

Δεν το θέλησα. Βρίσκω ακόμη και τους παλιότερους και πιο έμπιστους  (μυθιστορηματικούς) “φίλους” μου να πετιούνται στην άκρη του δωματίου. Υπάρχουν πολλά πολλά πράγματα που δε μπορώ να διαβάσω πια. Αλλά νομίζω πως αυτό είναι αλήθεια,πως αυτή είναι μια στιγμή στον πολιτισμό, γενικά, που οι άνθρωποι επανεξετάζουν ότι ήταν αποδεκτό, φωνές που αντηχούν στα αυτιά μας ανέκαθεν, και ξαφνικά σκέφτονται: Το έχω βαρεθεί όλο αυτά και δεν θέλω να το διαβάζω άλλο. Κάτι τέτοιο συνέβη και σε μένα.

ΝΥ: Ποιά ήταν μερικά από τα θέματα που νιώθατε πως ήταν σημαντικό να τεθούν επί τάπητος όταν ξεκινήσατε την τριλογία; Παρέμειναν σταθερά όσο γράφατε; Υπάρχουν θέματα που επανειλημμένα αναφέρονται και ένα από αυτά είναι η σχέση μεταξύ ανδρών και γυναικών, μεταξύ ανδρών και γυναικών και της τέχνης τους και πώς αυτή γίνεται αντιληπτή. Υπάρχουν πολλοί χαρακτήρες στο ‘Kudos’, πολλές γυναίκες που φαίνεται να αντανακλούν την ίδια εμπειρία, τού να είναι παγιδευμένες στο σπίτι ενώ ο σύζυγος-ή σε αυτό το βιβλίο ο πρώην σύζυγος-απουσιάζει σε αγώνες ταχύπλοων, το οποίο για να είμαι ειλικρινής δεν ήξερα ότι υπάρχει. Και οι γυναίκες νιώθουν εγκλωβισμένες και επίσης προσπαθούν να αποδεχτούν την ομορφιά της ζωής τους. Αναρωτιέμαι αν είχατε και άλλα θέματα κατά νου.

Μερικώς, υπάρχει αυτή η ιδέα μιας κοινής διήγησης, που είναι ολόκληρη η βάση του ‘Outline’. Είχα κατά νου την Οδύσσεια και θεμελιώδεις αφηγηματικές ιδέες και τη σχέση τους με την ψυχοθεραπεία-άνθρωποι να διηγούνται πράγματα αφού τους έχουν συμβεί- και το πως αυτό έγινε μια βασική θεραπευτική θέση με βάση την “κοινοκτημοσύνη” στην εμπειρία.  Μου φάνηκε πως αυτοί οι ορισμοί χαρακτήρα και τόπου στο βικτωριανό μυθιστόρημα- το χωριό, ο εφημέριος, η γυναίκα, ή στην Αμερική- η μικρή πόλη, η γυναίκα, ο άνδρας, αυτά τα πράγματα που ριζώνουν στην οικουμενικότητα έχουν ξοφλήσει. Και λέγοντας “ορίστε αυτός ο άνδρας και όλοι πρέπει να ταυτιστείτε μαζί του” δε μου φαινόταν πλέον σωστό.  Ή αληθινό. Το πρώτο θέμα με το οποίο ξεκίνησα ήταν η βαναυσότητα. Μου πήρε τρία βιβλία και μόνο στις τελευταίες σελίδες κατάφερα να πετύχω τον αντίκτυπο που ήθελα στο θέμα αυτό. Η βαναυσότητα ήταν το επικρατέστερο μοτίβο.

ΝΥ: Έχω κατενθουσιαστεί που το λέτε αυτό γιατί νομίζω πως θα κάνω κάτι που κανονικά δεν επιτρέπεται- θέλω να μιλήσουμε για το τέλος του βιβλίου. Εξαιτίας της φύσης του νομίζω πως δεν είναι στα αλήθεια σπόιλερ.

Δεν πιστεύω στο σασπένς οπότε ουδέν πρόβλημα!

ΝΥ: Το τέλος του βιβλίου είναι εκπληκτικό, και βαθιά ενοχλητικό. Είναι σα να σπρώχνεσαι προς μια καταιγίδα που όλο πυκνώνει και ξαφνικά είσαι από κάτω της, αλλά λειτουργεί με ένα πολύ διαφορετικό τρόπο από τον τρόπο που το τέλος λειτουργεί συνήθως, που είναι η λύση. Εμένα μου φαίνεται πως ανοίγει μια πληγή και προτείνει νέα προβλήματα. Αυτό που συμβαίνει είναι πως η Φαίη έχει επιτέλους ξεφύγει από τους συνομιλητές της και είναι μόνη σε μια παραλία που μάλλον είναι gay παραλία- έχει μόνο άνδρες. Είναι όλοι γυμνοί και γδύνεται και βουτάει και τότε ένας άνδρας πλησιάζει το νερό, στέκεται πάνω της, χαμογελώντας και ουρεί πάνω της. Ουρεί στο νερό ενώ αυτή κολυμπάει. Τι σημαίνει αυτό; Γιατί;

Έχει τους δικούς του λόγους. Το βλέπω ως μια αποδοχή ενός στοιχείου, όχι ακριβώς βίας, αλλά απομόνωσης, διαχωρισμού και αυτό το θέμα ανδρών και γυναικών- που το γυρόφερνα και στο τέλος έπρεπε περίπου να καταλήξω πως, ότι και να είναι οι γυναίκες είναι θεσμικά σε μειονεκτική θέση. Έπρεπε να βρω όχι απλά μια εικόνα αλλά ένα συναίσθημα γι’αυτό, ένα συναίσθημα γι αυτή τη θυματοποίηση – που έχει να κάνει με την παραγωγή παιδιών, τη φροντίδα τους και την προστασία τους. Αυτή η στοιχειώδης διαφορά που είναι το ίδιο το φύλο, δεν είναι βίαιο αλλά έτσι δείχνει. Το τέλος είναι ακριβώς αυτό- ακατέργαστο και πρωτόγονο-και έχει να κάνει με γεννητικά όργανα, σώματα που δεν αναφέρονται ιδιαίτερα στα υπόλοιπα τρία βιβλία αλλά μετά ξαφνικά είναι παρόντα.

ΝΥ: Αυτό επιστρέφει κάπως στην ερώτηση περί χαρακτήρα, επειδή πιστεύω πως στο βιβλίο αυτό υπάρχουν χαρακτήρες που δεν είναι για να ταυτιστούμε μαζί τους, λες και δεν είναι αντικαταστάτες για εμάς αλλά αναγνωρίσιμοι τύποι. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ο Ryan, ο Ιρλανδός συγγραφέας. Ίσως κάνω λάθος αλλά νομίζω είναι ο μόνος χαρακτήρας που επανεμφανίζεται- στο ‘Outline’ η Φαίη αρχικά τον συναντά στην Ελλάδα όπου διδάσκει ένα θερινό τμήμα και είναι ένας αλαζόνας συγγραφέας που διαρκώς κομπάζει. Αναφέρεται στη γυναίκα του ως ‘η σύζυγος’ και είναι κωδικοποιημένος με έναν τρόπο που μας κάνει να τον αντιπαθήσουμε αμέσως. Έχει πάθει ψύχωση με το Fitbit και άλλα αντικείμενα γυμναστικής, και έτσι είναι λεπτός, με σοκαριστικό τρόπο και έχει μεγάλη προσωπική επιτυχία. Έχει συγγράψει ένα μπεστ σέλερ μαζί με μια γυναίκα-που δεν παίρνει ιδιαίτερα σοβαρά- με ένα ψευδώνυμο. Γιατί τον επαναφέρετε;

Αυτό είναι το τρίτο βιβλίο της σειράς οπότε έκανα αστειάκια με τον εαυτό μου. Δεν ξέρω αν αντιλαμβάνεται κανείς άλλος έτσι την ιδέα της καλής πρόζας, ή της λογοτεχνικής δεξιότητας: να επανεμφανίζεις ένα χαρακτήρα και να δείχνεις τις αλλαγές του. Βασικά αυτό είναι για το οποίο συζητάμε: Υπάρχει ο χαρακτήρας; Λοιπόν εντάξει, ας πούμε ότι υπάρχει.  Η καλύτερη, υψηλότερη δεξιότητα σε σχέση με τον χαρακτήρα είναι να μπορείς να δείξεις, σε ένα μυθιστόρημα, πώς ένας χαρακτήρας αλλάζει αν επανεμφανιστεί. Πάντα με απασχολούσε και σκεφτόμουν όχι δεν γίνεται. Έτσι υποθέτω πως η επανεμφάνιση του ατόμου αυτού με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο ήταν η συνειδητοποίηση ότι είχε φτάσει σε ένα σημείο στο ταξίδι της συγγραφής αυτών των βιβλίων που μπορούσα όντως να το επιτύχω αυτό, αν και αυτό το είχα γράψει με τελείως διαφορετικό τρόπο και χρησιμοποιώντας τελείως διαφορετικούς κανόνες. Μπορούσα όντως να επαναφέρω ένα χαρακτήρα εντελώς αλλαγμένο.

ΝΥ:Μια ιδιαίτερη εμπειρία της ανάγνωσης αυτών των βιβλίων είναι πως ο αναγνώστης δε μπορεί να είναι πάντα σίγουρος για το αν είναι φιλικά διακείμενος προς τους συνομιλητές της Φαίη. Σε ορισμένες περιπτώσεις είναι ξεκάθαρο το τι πιστεύει για τους ανθρώπους που συναντά, όπως πχ το Ryan. Ίσως υπάρχει ένα είδος περιφρόνησης που περνά προς τον αναγνώστη και αμέσως καταλαβαίνουμε πως δεν πρέπει να πάρουμε αυτό το πρόσωπο στα σοβαρά, αν και συχνά το πρόσωπο αυτό θα πει κάτι που θα θέσει αυτή την άποψη υπό αμφισβήτηση. Σε πολλές άλλες περιπτώσεις υπάρχει μια πολύ πιο ουδέτερη παρουσίαση και αναρωτιέμαι πως επιθυμείτε να ανταποκριθεί ο αναγνώστης ή αν θέλετε απλά να οδηγήσετε τον αναγνώστη σε κάποια συναισθηματική ανταπόκριση που θα έπρεπε να έχει.

Όχι, όλο το βιβλίο είναι στημένο με ένα τέτοιο τρόπο ώστε να μπορείς να το εγκαταλείψεις αν δεν σε ενδιαφέρει. Δεν θα πρέπει να υπάρχει το συναίσθημα “πλήρωσα για μια εμπειρία και αν δεν την αποκτήσω θα απογοητευτώ”. Ήθελα αυτό να είναι εξαιρετικά σαφές. Και όταν έγραψα το ‘Outline’ ειλικρινά δεν πίστευα πως θα μπορούσε κανείς να το διαβάσει.

ΝΥ: Τα βιβλία σας δεν διαθέτουν πλοκή ή ένα ξεκάθαρο είδος κωδικοποίησης χαρακτήρων ή συναισθημάτων. Στους μονολόγους αυτούς αναφέρεται μεγάλη ποικιλία ιδεών- για τη σκληρότητα, την αγάπη, την ευθύνη, τους άνδρες και τις γυναίκες- κάποιες από τις ιδέες ανήκουν σε καραγκιόζηδες ενώ άλλες όχι, με αποτέλεσμα να είναι δυσδιάκριτο ποιες πρέπει να πάρει ο αναγνώστης στα σοβαρά. Πρέπει να τις πάρουμε όλες στα σοβαρά ή είναι αυτοί οι χαρακτήρες απλά δοχεία που μας μεταφέρουν τις ιδέες;

Όχι, Αυτό που προσπαθώ να δείξω- αν προσπαθώ να δείξω κάτι- σε κάθε παράδειγμα από αυτά που αναφέρατε, είναι το αντικείμενο που πιστεύω πως είναι περισσότερο από την ίδια την ομιλία, αυτό που πιστεύω ότι μας δίδεται από τη φύση και αποτελεί συστατικό της ύπαρξης και το οποίο όλοι δικαιούνται να κατέχουν και είναι η φόρμα, με την έννοια της λογοτεχνικής φόρμας.Ή της καλλιτεχνικής φόρμας. Και δεν ενδιαφέρομαι πού αυτό γίνεται ψεύδος ή υπερβολές η απόπειρες παραπλάνησης. Και ούτε με ενδιαφέρει αν κάποιος μεταβάλει λίγο τις λεπτομέρειες επειδή κάνει καλύτερη ιστορία. Φέρτε στο μυαλό σας ένα παιδί που επιστρέφει από τον παιδικό σταθμό και οι γονείς το ρωτάνε πως πέρασε. Δυο φορές να γίνει αυτό και το παιδί μαθαίνει πως αν απαντήσει το τάδε όλοι θα γελάσουν , ενώ αν πει το δείνα όλοι θα ανησυχήσουν.Έτσι μαθαίνουμε πολύ νωρίς αυτό για τη φόρμα, και όχι μόνο στην ομιλία, ακόμη και όταν μπαίνουμε σε ένα ασανσέρ και όλοι συμπεριφέρονται με συγκεκριμένο τρόπο- είναι μια φόρμα. Όλοι ξέρουν πώς να συμπεριφερθούν. Αν κάποιος παραβιάσει τη φόρμα, όλοι ντρέπονται πολύ. Και αυτό δε φαίνεται να αλλάζει, παρά την παράβαση ορίων που λαμβάνει χώρα σε άλλους τομείς της κουλτούρας, Νομίζω αυτό είναι που αποφασιστικά τονίζω και τιμώ στα βιβλία μου.  Και η ιδέα πως οι άνθρωποι δε μιλάνε με αυτό τον τρόπο- ίσως δεν ακούγεται έτσι, αναγκαστικά, αλλά εγώ έτσι το αντιλαμβάνομαι.

ΝΥ: Μια άλλη φόρμα που ξεφορτωθήκατε είναι η συζήτηση. Όλοι όσοι έχουν γράψει για τα βιβλία σας, νομίζω, έχουν την ίδια απορία: Πού είναι η Φαίη; Γιατί είναι τόσο παθητική;

Γιατί είναι τόσο παθητική; Λοιπόν, αν υπάρχει μια αφηγηματική ευκαιρία στο βιβλίο είναι αυτή. Και είναι η εμπειρία της απώλειας της ταυτότητας που σημαίνει πως  κατά μια έννοια είναι μια ζητιάνα στο δρόμο και αυτό είναι το μόνο που ξέρουμε, πως η ζωή της με τους συμβατικούς ρόλους-διαζύγιο κτλ- έχει καταρρεύσει. Η ιδέα του να είσαι στο δρόμο, που είναι μια ιδέα από τις αρχαιοελληνικές τραγωδίες και τον κλασσικό κόσμο, η ιδέα του πολέμου και της εξόδου από την οικία, σημαίνει πως θα έχεις μπελάδες- αυτή είναι η Φαίη. Έτσι δεν έχει ταυτότητα, άρα ποια μπορεί να είναι η συμμετοχή της; Επειδή η συζήτηση είναι σαν ένα παγόνι που σου επιδεικνύει τα φτερά του. Είναι μια αλληλοεπίδειξη ταυτότητας και αναζήτησης συμμόρφωσης και συμφωνίας. Ολόκληρος ο πολιτισμός είναι μια αναζήτηση συμφωνίας και είναι ένα εκπληκτικά καλό σύστημα. Είναι αυτό που επιτρέπει στα πράγματα να γίνονται αναγνωρίσιμα αν έχει περάσει αρκετός χρόνος.

ΝΥ: Κατά κάποιο τρόπο η Φαίη αποποιείται τη δυνατότητα της να διαφωνεί με το να μη μιλάει..

Ναι, αλλά νομίζω ότι κάπου στο ‘Transit’ αναφέρει ότι έχει σιχαθεί τελείως την ιδέα πως ίσως μια εκδοχή των πραγμάτων είναι καλύτερη από κάποια άλλη ή πως ίσως έχεις κάποια γνώμη για κάτι. Με τον τρόπο αυτό υποστηρίζεται αυτή η συγκεκριμένη νοοτροπία. Έχουμε συνηθίσει ένα μυθιστόρημα να κουβαλιέται από έναν εαυτό που τον πιστεύουμε, και τον πιστεύουμε σαν προσομοίωση ή αντιπρόσωπο για τον εαυτό μας. Πιστεύουμε πως έτσι είναι οι εμπειρίες μας, και πως αυτή είναι η φόρμα της ύπαρξης σε έναν εαυτό. Εγώ λοιπόν δεν το πιστεύω αυτό. Πιστεύω, όπως προανέφερα, πως η εμπειρία είναι πιο πλευρική και ωκεάνια, γιατί υπάρχει εδώ και η ιδέα περί πεπρωμένου και πως προκαλεί κανείς τα πράγματα να συμβούν και ποιος αποφασίζει τι σου συμβαίνει. Και αυτό που λέει η Φαίη είναι το εξής: ότι αποφάσισα να κάνω δεν λειτούργησε καλά, όπως το να πηγαίνει κανείς κόντρα στο ρεύμα- τι θα γινόταν αν παρασυρόταν κανείς σαν φυλλαράκι στο νερό; Αυτό προσπαθεί να ανακαλύψει. Γιατί το απώτερο επίτευγμα του πολιτισμού είναι να επιτρέπει στη Φαίη ή στον καθένα να πιστεύει πως αποφασίζουν πως θα είναι η ζωή τους. Και αυτό απεκδύεται η Φαίη.

NY: Γιατί τριλογία; Το ξέρατε εξαρχής πως θα γράφατε τριλογία; Η εμπειρία συγγραφής του ‘Transit’ και ‘Kudos’ ήταν διαφορετική από αυτή του ‘Outline’; Μάθατε από τον τρόπο που γράφατε κάθε φορά;

Συνειδητοποίησα σε ένα συγκεκριμένο σημείο στο ‘Outline’ πως καλά τα έλεγα όλα αυτά για την παθητικότητα και την εξαφάνιση, το γεγονός όμως παρέμενε πως ένα άτομο πρέπει όντως να ζει. Και έτσι, εκτός αν πηδούσε από το καράβι που τη γυρνούσε πίσω, θα έπρεπε να εμφανιστεί κάπου και να υπάρξει, και να κάνει τη μητέρα των παιδιών της. Ένιωσα πως έπρεπε να το τελειώσω. Αυτό προκάλεσε τα άλλα δυο βιβλία. Και ναι το ύφος είναι το ύφος. Συμβαίνουν πολλές αλλαγές στα τρία βιβλία, και το τελευταίο, το ‘Kudos’ είναι πολύ διαφορετικό από το ‘Outline’. Με εκπλήσσει που υπάρχει μια έννοια γραμμικής προόδου. Δεν ξέρω πως συνέβη αυτό, δεν είχα καμιά πρόθεση να συμβεί. Υπάρχει όμως μια έννοια ξεκινήματος σε ένα μέρος και κατάληξης σε κάποιο άλλο, ενώ φανταζόμουν πως θα πήγαινε απλά γύρω – γύρω κυκλικά, αλλά δεν κατάφερα να αποξενώσω τους ανθρώπους σε τέτοιο βαθμό.

ΝΥ: Θα γίνει τετραλογία;

Νομίζω πως δε μπορεί να γίνει. Ξέρω πως ζούμε σε μια εποχή εκπληκτικών επιστροφών και όλοι κάνουν κάτι ξανά και ξανά, αλλά όχι. Δεν πρόκειται να συμβεί. Έχω άλλα σχέδια.

 

(*) Η συνέντευξη αποτελεί απόδοση της συζήτησης με τη συνεργάτιδα του New Yorker, Alexandra Schwartz στο βιβλιοπωλείο Greenlight Bookstore του Brooklyn, ενώ πρωτοδημοσιεύτηκε στο FSG/Work in Progress.

Info: H Τριλογία (με τίτλους Περίγραμμα, Μετάβαση, Κύδος) θα κυκλοφορήσει  προσεχώς σε μετάφραση Αθηνάς Δημητριάδου από τις εκδόσεις Gutenberg

 

Προηγούμενο άρθροΗ 27χρονη Sally Rooney νεώτερη νικήτρια του Βραβείου Costa (της Αλ.Σαμοθράκη)
Επόμενο άρθροΛογοτέχνες και Πανεπιστήμιο (του Σπύρου Κακουριώτη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ