Νώντας Παπαγεωργίου : Όλα ξεκινούν από το σχολείο (συνέντευξη στον Γιάννη Ν. Μπασκόζο)

0
856

Οι εκδόσεις Μεταίχμιο έκλεισαν 30 χρόνια μεστής παρουσίας στον εκδοτικό χώρο και σήμερα είναι  ένα αναγνωρίσιμο  brand στο αναγνωστικό κοινό. Ο εκδοτικός οίκος ιδρύθηκε και διοικείται από τον Νώντα Παπαγεωργίου και τη Βάσω Παπαγεωργίου, οι οποίοι  ξεκίνησαν τη δραστηριότητά τους εστιάζοντας στο εκπαιδευτικό και το επιστημονικό βιβλίο, ενώ σύντομα επεκτάθηκαν στη λογοτεχνία, ελληνική και ξένη, και στο παιδικό βιβλίο. Με την ευκαιρία αυτής της επετείου ο Νώντας Παπαγεωργίου δίνει εν συντομία το στίγμα του εκδοτικού οίκου και κάποιες προσωπικές του απόψεις.

συνέντευξη στον Γιάννη Ν. Μπασκόζο

Τι θυμάστε, κ. Παπαγεωργίου, από τις πρώτες ημέρες που στήσατε το Μεταίχμιο; (Μια εικόνα που σας καθόρισε, ίσως).

Θυμάμαι πολλά. Ξεχωρίζω μια εικόνα: Τα πρώτα βιβλία που ήρθαν απ’ το βιβλιοδετείο στο σπίτι μας. Εκεί αποθηκεύτηκαν, σε μια γωνιά του καθιστικού. Δεν υπήρχαν ούτε γραφείο ούτε αποθήκη της νεοσύστατης εταιρείας.

Η εποχή προσφερόταν να ξεκινήσει κανείς έναν εκδοτικό οίκο; Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία;

Δεν σκέφτηκα ούτε τις ευκολίες ούτε τις δυσκολίες του εγχειρήματος. Ούτε business plan υπήρξε. Μια αυθόρμητη απόφαση ήταν, κάτι που δεν σπανίζει νομίζω στις ζωές όλων μας. Για μένα πάντως ο χώρος του βιβλίου ήταν ένας οικείος χώρος.

Έχετε πει ότι το 2000 κάνετε μια στροφή και μπαίνετε στο λογοτεχνικό βιβλίο. Πώς ξεκινήσατε να προσελκύσετε συγγραφείς λογοτεχνίας;

Το ξεκίνημα έγινε με την πρώτη επίσκεψη στην Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης. Εκεί κλείσαμε τις πρώτες συμφωνίες αγοράς δικαιωμάτων, κυρίως από Γάλλους εκδότες. Έτσι προέκυψαν τα πρώτα μεταφρασμένα λογοτεχνικά βιβλία που εκδώσαμε τα οποία ήταν εξαιρετικά και ιδιαίτερα από πολλές απόψεις.

Λίγο μετά κυκλοφόρησε και το πρώτο μας αστυνομικό: «Οι θάλασσες του Νότου», ίσως το καλύτερο βιβλίο του Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν, ένα εξαιρετικό ξεκίνημα της μακράς και πετυχημένης σειράς των αστυνομικών μας από τότε μέχρι σήμερα.

Ποιος ήταν ο/η πρώτος συγγραφέας που μπήκε στον κατάλογό σας;

Οι συγγραφείς του πρώτου εκπαιδευτικού βιβλίου που εκδώσαμε τον μακρινό Αύγουστο του 1993 ήταν ο Αντώνης Μπιτσιάνης και ο Θανάσης Σαλμανλής, δύο εξαιρετικοί φιλόλογοι απ’ την Κατερίνη.

Ο κατάλογός μας εμπλουτίστηκε στη συνέχεια με πολλά ακόμα βιβλία αυτού του συγγραφικού διδύμου.

Στο πεδίο της λογοτεχνίας και του δοκιμίου το πρώτο μας βιβλίο ήταν η «Εργοβιογραφία του Γιώργου Σεφέρη» από τη Μαρία Στασινοπούλου, το 2000, χρονιά που γιορτάστηκαν τα 100 χρόνια από τη γέννηση του νομπελίστα ποιητή.

Όλα αυτά τα χρόνια, μέσα σε κρίσεις και μνημόνια, σκεφτήκατε ποτέ ότι μπήκατε σε λάθος χώρο, τι σας κράτησε στην επιφάνεια και ανάμεσα στους καλούς εκδότες;

Όχι, ποτέ. Με έναν συνδυασμό προσεκτικών και συνάμα τολμηρών κινήσεων πορευτήκαμε και μέσα στις κρίσεις της τελευταίας δεκαετίας και στα πιο ανέφελα χρόνια. Δεν απλώναμε πάντως ποτέ τα πόδια μας πέρα από όσο έφτανε το πάπλωμα.

Και πάνω απ’ όλα οι εξαιρετικοί συνεργάτες μας –εσωτερικοί και εξωτερικοί– συνέβαλαν και συμβάλλουν καθημερινά και πολύ αποφασιστικά στην επιβίωση και στην ανάπτυξή μας.

Τι έχει αλλάξει στον εκδοτικό χώρο από τη δεκαετία του ’90; Τι πιστεύετε ότι θα αλλάξει την επόμενη δεκαετία;

Οι αλλαγές ήταν, είναι και θα είναι διαρκείς και στον εκδοτικό χώρο, όπως συμβαίνει πιστεύω σε όλους τους χώρους του επιχειρείν. Δυσκολεύομαι να μαντέψω τι καινούργιο θα συμβεί τα επόμενα χρόνια. Κι εμείς, όπως όλοι υποθέτω, προσπαθούμε να παρακολουθούμε τις αλλαγές (κυρίως στο πεδίο της τεχνολογίας) και να προσαρμοζόμαστε αναλόγως. Σίγουρα η Τεχνητή Νοημοσύνη θα επηρεάσει (με θετικό τρόπο, ελπίζω) και τον χώρο του βιβλίου.

Το παιδικό βιβλίο αποτελεί το 1/5 ή και το 1/4 της αγοράς. Πώς συμβαδίζει αυτό με το ότι δεν έχουμε πολλούς νέους αναγνώστες;

Σίγουρα είναι πολλοί οι παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση των πωλήσεων παιδικών βιβλίων. Ένας απ’ αυτούς που νομίζω πως παίζει σημαντικό ρόλο είναι η παρότρυνση των γονιών προς τα παιδιά τους να διαβάζουν, αν και πολύ συχνά οι ίδιοι δεν είναι και τόσο φανατικοί αναγνώστες. Οι νέοι γονείς πιστεύουν στην αξία του βιβλίου, ειδικά σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη του παιδιού,  περισσότερο απ’ ό,τι συνέβαινε παλιότερα. Μια εμπειρική εκτίμησή μου είναι αυτή, δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας  έρευνας.

Έχετε πει και εσείς, και νομίζω είναι γεγονός, ότι έχουμε μικρό αναγνωστικό κοινό. Υπάρχουν πολλές αιτίες, σίγουρα. Ποια είναι για σας η πιο σημαντική;

Η πιο σημαντική είναι χωρίς αμφιβολία η αρνητική  στάση του ελληνικού σχολείου απέναντι στο λεγόμενο «εξωσχολικό» βιβλίο. Ένα σχολείο –το ελληνικό σχολείο του 21ου αιώνα– αναχρονιστικό και απολύτως ξεκομμένο από την κοινωνία δεν θα μπορούσε να έχει διαφορετικά αποτελέσματα.

Παράλληλα, δεν υπάρχει καμία πολιτική προώθησης της φιλαναγνωσίας, δηλαδή καμία απολύτως πολιτική για το βιβλίο. Πώς να περιμένουμε αύξηση του αναγνωστικού κοινού;

Ο Αναγνώστης πέρυσι δημιούργησε έναν συνεχή διάλογο με τίτλο «γιατί δεν μας διαβάζουν στο εξωτερικό». Κατά τη γνώμη σας ποια είναι η σημαντικότερη αιτία;

Δεν γίνεται να απαντηθεί αυτό το σημαντικό ερώτημα σε 3-4 αράδες, χρειάζεται ειδική ημερίδα. Και σε ημερίδα, όμως, που διοργανώθηκε απ’ τον Αναγνώστη με πολύ σημαντικές συμμετοχές, δεν νομίζω πως λύθηκε το πρόβλημα.

Αν ήταν να σημειώσω μία μόνο απ’ τις πιθανές αιτίες, αυτή θα ήταν η (καλύτερα χωρίς χαρακτηρισμούς, δηλ. αχαρακτήριστη) ανύπαρκτη και παράλληλα κωμικοτραγική πολιτική για την προώθηση του ελληνικού βιβλίου που ασκεί (διαχρονικά) το αρμόδιο Υπουργείο.

Γιατί οι Βαλκάνιοι γείτονές μας τα καταφέρνουν και αποκτούν παγκόσμια αναγνώριση, όπως π.χ. ο Βούλγαρος Γκοσμποντίνοφ που τιμήθηκε με το Διεθνές Booker;

Εδώ αδυνατώ να απαντήσω, δεν έχω τα απαιτούμενα στοιχεία.

Ωστόσο, θα πω ότι πρόκειται για ένα βραβείο που χορηγείται σε βιβλία που έχουν  μεταφραστεί στα αγγλικά. Εδώ ο ρόλος της πολιτικής βιβλίου, ιδίως των μικρών χωρών, είναι αποφασιστικός. Τι να πούμε τώρα για την… πολιτική βιβλίου της χώρας μας που έβαλε λουκέτο πριν από λίγα χρόνια στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, έναν φορέα που έκανε πολύ καλή δουλειά και σ’ αυτόν τον τομέα; Δείτε και την απάντησή μου στο προηγούμενο ερώτημα.

Εκδίδονται μάλλον πολλά βιβλία κάθε χρόνο, έτσι λένε τα στοιχεία. Όμως μέσα σε αυτά υπάρχει πληθώρα αυτοεκδόσεων αλλά και «πληρωμένων». Μήπως έτσι αποσυντονίζεται ο αναγνώστης; Ποια είναι η γνώμη σας;

Θα απαντήσω με ερωτήματα για τροφή για σκέψη. Ποιος μπορεί να μας πει ποιες και πόσες είναι οι αυτοεκδόσεις; Και ποια αστυνομία του βιβλίου θα μπορούσε να τις απαγορεύσει για να μην αποσυντονίζονται οι αναγνώστες; Άλλωστε αρκετοί αναγνώστες είναι και επίδοξοι συγγραφείς, και γιατί όχι; Όλοι ξέρουμε τον πασίγνωστο κανόνα: Όταν υπάρχει ζήτηση, θα υπάρξει και ανάλογη προσφορά.

Οι εκδότες δίνουν τα βιβλία τους στα βιβλιοπωλεία με 50% έκπτωση, ενώ παλιότερα η έκπτωση κυμαινόταν στο 30-35%. Δεν επιδρά αυτό στην τελική τιμή τους;

Κι αυτό και πολλά ακόμα παίζουν ρόλο στον καθορισμό της τελικής τιμής του βιβλίου.

Το πιο σημαντικό πάντως είναι τα πολύ χαμηλά τιράζ λόγω του μικρού αριθμού αναγνωστών. Μολαταύτα η τιμή του βιβλίου στην Ελλάδα δεν είναι πολύ υψηλή.

Ποια βιβλία θα θέλατε να έχετε εκδώσει, αλλά δεν μπορέσατε;

Αυτή η λίστα θα ήταν πολύ μεγάλη αν έμπαινα στον κόπο να τη συντάξω. Είμαι σίγουρος πως αυτό θα έλεγαν και οι ανταγωνιστές μας αν τους ρωτούσαμε.

Καλύτερα να πω μόνο πως είναι πολλά και καλά αυτά τα βιβλία. Κι έτσι θα συνεχίσει να συμβαίνει – κι αυτό είναι πολύ υγιές.

Tι θα θέλατε για τον εκδοτικό σας οίκο στα επόμενα χρόνια; Να πάρει ένας συγγραφέας σας μια διεθνή αναγνώριση, να επεκταθείτε σε άλλες χώρες, να έχετε τουλάχιστον τρία μπεστ σέλερ κάθε χρόνο ή τι άλλο;

Το μόνο που θα ήθελα είναι να συνεχίσουμε να επιλέγουμε και να εκδίδουμε βιβλία που αξίζει να διαβαστούν και να βρίσκουν ανταπόκριση από κάποιους αναγνώστες καλών βιβλίων. Αν εξακολουθήσουμε έτσι, όλα αυτά που λέτε και πολλά ακόμα ενδέχεται να συμβούν χωρίς να είναι φυσικά αυτοσκοπός.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΑθηνά Παπαδάκη, «Μια προλετάρια/ της ποίησης και της αγάπης» (συζήτηση με τη Μαρία Ψάχου)
Επόμενο άρθροΟι εκπλήξεις των «μικρών»: Ο “Andy”, ο Βέρθερος, ο Εντουάρ Λουί και μια «Φάιναλ θολούσιον» (της Όλγας Σελλά)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ