της Όλγας Σελλά
Καλά που υπάρχουν και οι επαναλήψεις κάθε αρχή της νέας σεζόν, γιατί με τον ρυθμό που ανεβαίνουν οι παραστάσεις είναι πάντα κάμποσα τα χρωστούμενα από την προηγούμενη. Οπότε, αυτό το διάστημα, μέχρι να ξεκινήσει το «βαρύ πυροβολικό», είναι μια θαυμάσια ευκαιρία να δω (να δούμε) παραστάσεις που δεν προλάβαμε και που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο έκαναν «γκελ». Τέσσερις παραστάσεις πρωτοεμφανιζόμενων, νεότατων ή νέων καλλιτεχνών θα παρουσιάσουμε σήμερα, που όχι μόνο μας δίνουν την ευκαιρία να γνωρίσουμε και νέους καλλιτέχνες, αλλά, κυρίως, και τον τρόπο που επιλέγουν να συνομιλήσουν με το κοινό. Τα είδη του έργου, τη φόρμα της σκηνοθεσίας, τις ερμηνείες ανθρώπων που ίσως πρώτη φορά βλέπουμε στη σκηνή. Τέσσερα διαφορετικά έργα, τέσσερις διαφορετικές παραστάσεις. Τα δύο από αυτά είναι νεοελληνικά κείμενα (ο «Andy» και το «Δε φάιναλ θολούθιον»), το τρίτο βασισμένο σε κλασικό κείμενο («Βέρθερος ή έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα»), και το τέταρτο βασισμένο στη σύγχρονη λογοτεχνία («Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου»). Θα τα παρουσιάσω με τη σειρά που τα είδα.
«Andy»
Δεν χρειάζεται να σκεφτεί κανείς ποιος είναι ο Andy. Είναι ο εκκεντρικός βασιλιάς της pop art, ο Αντι Γουόρχολ, έτσι όπως τον προσέγγισε σ’ ένα πληρέστατο ως προς τα βιογραφικά στοιχεία, όσο και διεισδυτικό, τρυφερό και βαθύ κείμενο, ως προς την προσωπικότητα που ήθελε να περιγράψει, ο Δημήτρης Αγιοπετρίτης-Μπογδάνος, που σκηνοθετεί και σκηνογραφεί την παράσταση. Ένα κείμενο που γράφτηκε το 2010 για το Central Saint Martins του Λονδίνου, όπου και πρωτοπαρουσιάστηκε. Στο Δώμα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου έχει στηθεί το εργαστήρι του Άντυ. Με αντικείμενα που χρειάζεται, με αντικείμενα που έχουν συνδεθεί με τον τρόπο ζωής και το στυλ του, με τσιγάρα, προβολείς, κάμερα. Ο Άντι είναι ο ηθοποιός Μιλτιάδης Φιορέντζης, ο Μιλτιάδης Φιορέντζης είναι ο Άντι Γουόρχολ, έγινε ο Άντι μ’ έναν τρόπο ανατριχιαστικά εύστοχο, ευαίσθητο, θεατρικό. Και ο Άντι αυτοσυστήνεται, θυμάται και εκμυστηρεύεται. Τις φοβίες του, τις εμμονές του, τη μοναξιά του, ό,τι τον γοητεύει, περιγράφει κυνικά τον κόσμο της διαφήμισης, της μόδας και των celebrities, του τρόπου που ζωγράφιζε, τους ανθρώπους που γνώρισε. Και λέει διαρκώς πικρές αλήθειες, με δήθεν ελαφρότητα και ακκισμό ότι «εφηύρα τον εαυτό μου» Ή ότι «Το να αγοράζεις είναι αμερικανικό όνειρο, όχι το να σκέφτεσαι». Στην οθόνη βλέπουμε τα πορτρέτα που φιλοτέχνησε, τις διαφημίσεις που υπέγραψε, τους ανθρώπους που πίστεψαν σ’ εκείνον –όπως ο Ιόλας- και αυτοπεριγράφεται: «… ο σπαταλημένος μαρασμός, η καλυμμένη σοφία, η απαστράπτουσα γοητεία, η ανεμελιά του αυθορμητισμού». Ο Δημήτρης Αγιοπετρίτης-Μπογδάνος δεν έγραψε μόνο ένα βιογραφικό θεατρικό κείμενο για τον Άντι Γουόρχολ. Έγραψε ένα κείμενο για τους ανθρώπους που αναζητούν τον εαυτό τους, τα όνειρά τους και το δρόμο τους, που διαχειρίζονται με χιούμορ τις αγωνίες τους και τις φοβίες τους, για ό,τι συχνά κρύβεται πίσω από τεράστια χαμόγελα και διαρκείς αβρότητες, για μια εποχή ολόκληρη που άφησε πίσω της, εκτός από την pop art, και την ελαφρότητα των κοινωνικών συναναστροφών. Και με την ίδια ευαισθησία φρόντισε σκηνοθετικά και σκηνογραφικά την παράσταση, που και γοητεύει και συγκινεί.
H ταυτότητα της παράστασης
Κείμενο, Σκηνοθεσία, Σκηνογραφία: Δημήτρης Αγιοπετρίτης – Μπογδάνος, Εικαστική συνεργάτις – Ενδυματολογία: Λίνα Πηγαδιώτη , Σχεδιασμός φωτισμών: Σοφία Αλεξιάδου, Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας, Βοηθός σκηνοθέτη – Σχεδιασμός πολυμέσων: Νάλια Ζήκου
Με τον Μιλτιάδη Φιορέντζη
Στην παράσταση ακούγονται οι ηθοποιοί: Νάλια Ζήκου, Στέλιος Ιακωβίδης, Θάνος Λέκκας, Βασίλης Μαυρογεωργίου, Ιωάννα Νασιοπούλου, Λυδία Τζανουδάκη
Διάρκεια: 100’
Θέατρο του Νέου Κόσμου, Δώμα (Αντισθένους και Θαρύπου, Συγγρού-FIX) κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:15 έως τις 28 Νοεμβρίου
«Βέρθερος ή έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα»
Ένας τίτλος που παραπέμπει και στο αρχικό κείμενο του Γκαίτε («Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου», πρώτη έκδοση 1774) και μοιάζει και με ειλικρινή διαπίστευση του πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη, αφού πράγματι είναι η πρώτη του σκηνοθεσία. Και μπορώ να πω ότι ναι, ο Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος, που αποφοίτησε λίγο πριν από την πανδημία, έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε σ’ αυτή την παράσταση μαζί με τους συνεργάτες του, κι αυτοί πρόσφατοι απόφοιτοι δραματικών σχολών, που έφτιαξαν την «ομάδα 400 lbs». Διάλεξε ένα κείμενο κλασικό, δύσκολο όσο και γοητευτικό, που ο Γκαίτε εμπνεύστηκε από ένα πραγματικό γεγονός, την αυτοκτονία του νεαρού Carl Wilhelm Jerusalem επειδή δεν βρήκε ανταπόκριση στον έρωτά του, και έγραψε αυτό το επιστολικό μυθιστόρημα, που θεωρείται πρόδρομος του κινήματος του Ρομαντισμού. Η «ομάδα 400 lbs» έφτιαξε μια χειροποίητη παράσταση, με ελάχιστα υλικά, αλλά με πολύ πάθος, που συγκίνησε σε αρκετές στιγμές, παρότι ήταν ορατές οι πρωτόλειες, επίσης, στιγμές της. Μια παράσταση που είχε το άγουρο αλλά και το χειροποίητο του πρωτόλειου, που δεν είχε εναλλαγές στο ρυθμό και έμοιαζε σαν το αρχικό μοτίβο να επαναλαμβάνεται, ήταν όμως ορατή η συγκινητική αφοσίωση στη διαδικασία. Και δεν προσπερνώ σε καμία περίπτωση ότι για την πρώτη του σκηνοθεσία, ο Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος επέλεξε ένα κείμενο κλασικό, βαθιά ποιητικό, με θέμα την αγάπη, την αναζήτησή της και την απελπισία που προκαλεί, και κατάφερε σε αρκετά σημεία να τα μεταδώσει αυτά στην αίθουσα. Αναμφίβολα περιμένω με ενδιαφέρον την επόμενη δουλειά του. Από τους ηθοποιούς θα ξεχωρίσω τον πιο «ψημένο» Δημήτρη Καπουράνη και τα άλλα δύο αγόρια της παράστασης (Μπάμπης Αλεφάντης, Μιχάλης Ψαλίδας). Λίγο πιο αδύναμες η Εύα Χρόνη και η Ιόλη Χαραλαμποπούλου. Θα ξεχωρίσω επίσης τους φωτισμούς και τη μουσική της παράστασης, ενώ τα σκηνικά εντάσσονται στην τρυφερή διαδικασία του χειροποίητου, που επιστρατεύει φαντασία και απλά μέσα.
Η ταυτότητα παράστασης:
Βέρθερος ή έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα βασισμένο στο μυθιστόρημα του Johann Wolfgang von Goethe : “Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου”, σε μετάφραση της Στέλλας Νικολούδη
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος, Δραματουργία: Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος, Ιόλη Χαραλαμποπούλου, Αθηνά Παπαδάκη, Πρωτότυπη μουσική & σχεδιασμός ήχου: Δημήτρης Ροΐδης, Σχεδιασμός Φωτισμών: Ελίζα Αλεξανδροπούλου, Σκηνικά: Σοφία Ελένη Ξεζωνάκη, Κοστούμια: Ουρανία Φραγγέα, Βοηθός Σκηνοθέτη: Αθηνά Παπαδάκη, Βοηθός Φωτιστή: Λάμπρος Παπούλιας, Φωτογραφίες: Κώστας Γκιόκας
Παίζουν: Μπάμπης Αλεφάντης, Δημήτρης Καπουράνης, Ιόλη Χαραλαμποπούλου, Εύη Χρόνη, Μιχάλης Ψαλίδας
Θέατρο Σφενδόνη (Μακρή 4, Ακρόπολη)
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: 1, 8, 15, 22, 29 Οκτωβρίου στις 5μμ
«Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου»
Με το αμείλικτα εξομολογητικό, ομώνυμο βιβλίο του Εντουάρ Λουί καταπιάνεται ο Χρήστος Θεοδωρίδης και η Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων. Ένα βιβλίο (κυκλοφορεί όπως και τα υπόλοιπα του Εντουάρ Λουί από τις εκδόσεις «Αντίποδες») στο οποία ο συγγραφέας μοιράζεται με τρόπο ανελέητα ειλικρινή τις διακυμάνσεις της σχέσης με τον πατέρα του σε μια επαρχία της Γαλλίας (η έμφαση στη λέξη επαρχία, στην οποιαδήποτε επαρχία, και στις αντιλήψεις που υποχρεώνουν πολλούς άντρες, στο στενό και συντηρητικό αυστηρό κοινωνικό πλαίσιο, να καταχωνιάζουν την ευαίσθητη πλευρά τους για να μη φανεί ότι δεν ακολουθούν τα ανδρικά στερεότυπα): «Έζησες έξω απ’ τη ζωή σου», λέει όταν πια αποδέχεται τον πατέρα του. Η απόρριψη και η αναζήτησή του πατέρα, το αρχικό μίσος και η απέχθεια που γίνεται τρυφερότητα και φροντίδα, η μητρική φιγούρα, η σχέση με τον αδελφό, η ομοφυλόφιλη ταυτότητα του ήρωα και η δημόσια υπεράσπισή της, οι εναλλαγές των συναισθημάτων, καταγράφονται μ’ έναν ξεχωριστό τρόπο στο κείμενο του Εντουάρ Λουί. Όλα αυτά σε καταιγιστικό ρυθμό (τρυφερότητα, απελπισία, οργή, πόνος, νοιάξιμο, αποδοχή και πάλι από τον αρχή) που δεν μπορούσα να σκεφτώ πώς θα ήταν δυνατόν να παρασταθεί, μέχρι που είδα τι έκανε ο Χρήστος Θεοδωρίδης. Ο οποίος οδήγησε εύστοχα και εύστροφα τους δύο θαυμάσιους ηθοποιούς της παράστασης –τον Ντένη Μακρή και τον Γιώργο Κισσανδράκη- να γίνονται εναλλάξ όλοι οι ρόλοι του κειμένου. Και μέσα σ’ εκείνο το φτηνό φοιτητικό δωμάτιο πέρασε όλη η ζωή του ήρωα (και του Εντουάρ) και οι αναμνήσεις του. Οι στιγμές κατάθλιψης, οι στιγμές συγκίνησης και οι στιγμές χαράς και πανηγυριού. Με τους δύο ηθοποιούς να μην στέκονται λεπτό. Χορογραφημένοι σε μια τέλεια κίνηση, που υπηρέτησαν απόλυτα. Δεν ήταν μόνο αυτά το έργο/βιβλίο του Εντουάρ Λουί, αφού ο ίδιος είναι ένα πολιτικοποιημένο άτομο, που δεν κρύβει την υποστήριξή του στην κινηματική άκρα Αριστερά. Είναι φανερό στο κείμενο. Είναι σαφέστατα και ένα στρατευμένο κείμενο, όπου μπορεί κανείς να διακρίνει αναλύσεις και θυμό για την αστική τάξη, διακυβέρνηση ή πολιτισμική συμπεριφορά. Κάνει όμως και κάτι επίσης ενδιαφέρον (ακριβώς επειδή είναι ένα ειλικρινές κείμενο) , και που πιστεύω ότι διαπερνά πολλές αντιδράσεις ανθρώπων γύρω μας: αποτυπώνει θαυμάσια τη σύνδεση ενός αφιλτράριστου και δίκαιου θυμού, που μπορεί να εδράζεται σε προσωπικά τραύματα ή εμπειρίες, τον οποίο ιδεολογικοποιείται και συνδέεται με την ταξική αντιπαλότητα: «Όσο πιο φτωχοί ήμασταν, τόσο περισσότερα έπρεπε να ξοδεύουμε για να μοιάζουμε στους άλλους». Αναμφίβολα μια αξιοπρόσεκτη παράσταση και ένα πολύ ενδιαφέρον πολυεπίπεδο κείμενο.
Η ταυτότητα της παράστασης
Κείμενο: Εντουάρ Λουί, Μετάφραση: Στέλα Ζουμπουλάκη, Σκηνοθεσία: Χρήστος Θεοδωρίδης, Δραματουργία: Ιζαμπέλα Κωνσταντινίδου – Χρήστος Θεοδωρίδης, Χορογραφία: Ξένια Θεμελή, Σκηνικά – Κοστούμια: Τίνα Τζόκα, Μουσική επιμέλεια: Χρήστος Θεοδωρίδης, Σχεδιασμός φωτισμών: Τάσος Παλαιορούτας, Φωτογραφίες – Video: Αναστασία Γιαννάκη
Παίζουν: Γιώργος Κισσανδράκης, Διονύσης (Ντένης) Μακρής
Θέατρο Προσκήνιο (Καπνοκοπτηρίου 8, Αθήνα)
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη και Κυριακή στις 7μ.μ., Πέμπτη στις 8μ.μ., Πέμπτη στις 20:00, Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο στις 18:00 & 21:00
«Δε φάιναλ θολούσιον»
Η παράσταση ξεκίνησε τη διαδρομή της πέρυσι από την Πειραματική Σκηνή του Εθνικού. Στην αρχή της σεζόν μετακόμισε στο θέατρο «Πόρτα», το οποίο διαχειρίζεται για φέτος το Θέατρο του Νέου Κόσμου. Στη σκηνή ένα τοπίο διάλυσης και εγκατάλειψης όπου κυριαρχεί το γκρι. Επτά νέοι άνθρωποι συναντιούνται εκεί, τυχαία, μπροστά στις γραμμές του τρένου και, περιμένοντας τον επικείμενο θάνατό τους, κάνουν αστεία, αυτοτρολάρονται με φράσεις που κυριαρχούν στην Generation Z. Προσπάθησα πολύ φιλότιμα να αντιληφθώ πού ήθελαν να το πάνε οι συγγραφείς του κειμένου, ο Κωστάκης Ανάν και ο Suyako. Δεν βρήκα τίποτα πέραν του τρολαρίσματος, και του σχολιασμού μιας κοινότητας που αντλεί προσλαμβάνουσες από την τηλεόραση, τα social media και τον μικρόκοσμο μιας παρέας. Τι να σου κάνει ο νεαρός σκηνοθέτης Σωτήρης Ρουμελιώτης και οι ηθοποιοί όταν δεν υπάρχει κείμενο και δραματουργία; Ο σουρεαλισμός κυριαρχεί, αλλά είναι αβαθής, όπως επικρατεί κι ένας άκρατος μηδενισμός. Σκόρπιες φράσεις, σχεδόν συνθηματικές ή σαν λόγια του τοίχου: «Έψαχνα τον εαυτό μου, δεν ήμουν πουθενά». «Το ζάπινγκ θα είναι κλινικά νεκρό, σύντομα». Μάλλον θα υιοθετήσω τη φράση του σκηνοθέτη στο σκηνοθετικό του σημείωμα: «Δεν είναι παράσταση αυτή, αλλά τελικά είναι η παράστασή μας». Ήταν μια πρώτη προσπάθεια, την οποία δεν μπορώ να κρίνω συνολικά, λόγω της σχεδόν απουσίας ενός βασικού στοιχεία μιας παράστασης: του κειμένου. Θα περιμένουμε την επόμενη προσπάθεια.
Η ταυτότητα της παράστασης
Κείμενο: Βασισμένο σε κείμενα των Κωστάκη Ανάν και Suyako, Σκηνοθεσία – Δραματουργική επεξεργασία: Σωτήρης Ρουμελιώτης, Σκηνογράφος, Ενδυματολόγος: Μαρία Καραδελόγλου, Μουσική: Γιώργος Χρυσικός, Σχεδιασμός φωτισμών: Ελευθερία Ντεκώ, Βίντεο: Διδώ Γκόγκου, Δραματολόγος παράστασης: Ασπασία-Μαρία Αλεξίου, Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας, Βοηθός φωτίστριας: Νάσια Λάζου, Βοηθός σκηνοθέτη: Νικόλας Λαμπάκης
Παίζουν: Αλέξανδρος Γιαγκούσης, Ερατώ Καραθανάση, Γκαλ Ρομπίσα, Γιάννης Σαμψαλάκης, Ανδρομάχη Μπάρδη, Βάσια Τσιαούση, Ιωάννης Καμπούρης
Διάρκεια: 90’
Θέατρο Πόρτα (Μεσογείων 59)
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00, μέχρι τις 28 Νοεμβρίου