του Γιάννη Μουγγολιά
28 Οκτωβρίου, μέρα μνήμης, γιορτής και εθνικής επετείου για την Ελλάδα, αλλά και οι φίλοι της τζαζ και της καλής μουσικής στην Ελλάδα και διεθνώς έχουν και αυτοί παράλληλα τις δικές τους επετείους. Εξήντα ένα ολόκληρα χρόνια συμπληρώνονται στις 28 Οκτωβρίου από τη διεξαγωγή της εξαιρετικής συναυλίας που έδωσε ο κορυφαίος Πολωνός συνθέτης, πιανίστας και αυτοσχεδιαστής Krzysztof Komeda (1931-1969) με το κουιντέτο του στο πλαίσιο του διάσημου πολωνικού τζαζ φεστιβάλ Jazz Jamboree του 1963.
Ο Krzysztof Komeda, εξέχων τζαζ μοντερνιστής, θεμελιωτής της σύγχρονης πολωνικής τζαζ με τη μεγάλη παράδοση και ένας από τους πιο ευφυείς και δημιουργικούς συνθέτες της ευρωπαϊκής τζαζ, που εισήγαγε με τις ιδέες του πολλές καινοτομίες και χάραξε μια λαμπρή πρωτοποριακή πορεία, εκτός των σπουδαίων τζαζ αριστουργημάτων που ηχογράφησε, έγινε γνωστός σε παγκόσμια κλίμακα από τις μουσικές που έγραψε για ταινίες κορυφαίων Πολωνών και σκηνοθετών.
Οι μουσικές του Komeda για το σινεμά, βασική πλευρά του έργου του
Ανάμεσα στις πολλές μουσικές που έγραψε για τον κινηματογράφο, ξεχωρίζουν αυτές που έγραψε για ταινίες του Roman Polanski: «Rosemary΄s Baby» («Το μωρό της Ρόζμαρι», 1968) με τους Mia Farrow και John Cassavetes, «Knife In The Water» («Μαχαίρι στο νερό», 1962) με τους Leon Niemczyk, Jolanta Umecka και Zygmunt Malanowicz και «Cul de Sac» («Η νύχτα των δολοφόνων», 1966) με τους Donald Pleasence, Françoise Dorleac, Lionel Stander, αλλά και για ταινίες του Jerzy Skolimowski: «Bariera» («Φράγμα», 1962), «Le Depart» («Η Αναχώρηση», 1967) με τον Jean-Pierre Leaud και τη συμμετοχή στο μουσικό γκρουπ που ακούγεται κορυφαίων ονομάτων της τζαζ (Don Cherry, Gato Barbieri, Jacques Thollot, Philippe Catherine κ.α.) και «Ręce do Góry» («Ψηλά τα χέρια», 1967).
Το 1962, μια χρονιά πριν την εμφάνισή του στο φεστιβάλ Jazz Jamboree 1963 είχε ήδη γράψει τη μουσική για το «Knife in the water», την πρώτη πολωνική ταινία που ήταν υποψήφια για όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, ενώ η συνεργασία του με τον Polanski άρχισε το 1958 με τη μουσική που ο Komeda έγραψε για τη μικρού μήκους ταινία του νεαρού φοιτητή και πρωτοεμφανιζόμενου τότε σκηνοθέτη «Dwaj ludzie z szafą» («Δύο άνθρωποι και μια ντουλάπα») που δεν είχε διαλόγους και ο ρόλος της μουσικής ήταν πρωταγωνιστικός. Ήταν το πρώτο εγχείρημα και των δυο στον χώρο του κινηματογράφου, του Polanski στη σκηνοθεσία και του Komeda στη σύνθεση μουσικής για ταινία. Η συνεργασία τους ευδοκίμησε σε πολλά μικρού μήκους φιλμ του Polanski αλλά και σε άλλα μεγάλου μήκους φιλμ, εκτός των προαναφερθέντων, όπως τη θαυμάσια μουσική του Komeda για την ταινία «The Fearless Vampire Killers» («Η νύχτα των βρυκολάκων», 1967) με τον ίδιο τον Polanski και τη Sharon Tate. Η μουσική για τον κινηματογράφο αποτέλεσε ένα τεράστιο πεδίο δημιουργικής ενασχόλησης του Komeda αφού υπέγραψε τα σάουντρακ για περισσότερες από 70 ταινίες διάφορων σκηνοθετών, Πολωνών και ξένων.
Συνθέτης και ηθοποιός σε ταινία του Wajda
Το 1960, τρία χρόνια πριν τη συναυλία στο Jazz Jamboree και δυο χρόνια πριν το «Knife in the water», ο Komeda έγραψε τη μουσική και έπαιξε σε μια ταινία που ήταν κομμένη και ραμμένη για αυτόν και τον έθετε και θεματικά στο προσκήνιο.
Πρόκειται για το εξαιρετικό ψυχολογικό, ρομαντικό, δραματικό φιλμ του Andrzej Wajda «Innocent Sorcerers» («Αθώοι μάγοι») με τους Tadeusz Łomnicki και Krystyna Stypułkowska ως πρωταγωνιστές, τον Roman Polanski να υποδύεται τον Dudek “Polo”, τον κοντραμπασίστα και αρχηγό μιας τζαζ μπάντας και τον ίδιο τον Krzysztof Komeda ως Komeda να υποδύεται τον εαυτό του. Η ταινία αντιμετωπίστηκε εχθρικά από το καθεστώς που θεωρούσε την τζαζ γέννημα της ιμπεριαλιστικής και καπιταλιστικής Αμερικής, αλλά και από την καθολική εκκλησία. Απέσπασε όμως διθυραμβικά σχόλια από την κριτική, είχε θερμή υποδοχή από το κοινό και εγκωμιάστηκε από τον Martin Scorsese ως αριστούργημα του πολωνικού κινηματογράφου. Η ιδέα για τη δημιουργία του φιλμ ήταν εμπνευσμένη από την ταχύτατη εξάπλωση της κουλτούρας της τζαζ στην Πολωνία κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, η οποία είχε ως βασική αιτία και κεντρικό πυρήνα τις δραστηριότητες των τζαζ συγκροτημάτων με επικεφαλής τον Krzysztof Komeda.
Ουσιαστικά λοιπόν, ο Komeda είναι η αφετηρία για την ύπαρξη αυτού του φιλμ και δεν θα μπορούσε να λείψει από τη μεγάλη οθόνη στην οποία ήταν στραμμένα τα βλέμματα των Πολωνών και των κινηματογραφόφιλων της Δύσης. Το σενάριο για την ταινία γράφτηκε από δυο ανθρώπους που μαγεύονταν από την τζαζ και αφουγκράζονταν τον παλμό των νέων εκείνη την εποχή στην Πολωνία, τον συγγραφέα Jerzy Andrzejewski και τον Jerzy Skolimowski πριν παρουσιάσει δείγματα του δικού του σκηνοθετικού ταλέντου. Στην ταινία αυτή ο Skolimowski ερμήνευσε και έναν δευτερεύοντα ρόλο, αυτόν του πυγμάχου που συμμετέχει σε μια σύντομη σκηνή και το πραγματικό αίμα τρέχει από το φρύδι του. Ο Komeda συμμετείχε στην ηχογράφηση του σάουντρακ, ενώ οι στίχοι για το τραγούδι με τίτλο τον τίτλο της ταινίας που τραγούδησε η 91χρονη σήμερα Πολωνή τραγουδίστρια Sława Przybylska, γράφτηκαν από τον Włodzimierz Michalczyk. Το 2014, η βρετανική δισκογραφική Jazz On Film Records κυκλοφόρησε για πρώτη φορά την πλήρη μουσική της ταινίας ως μέρος του πολυτελούς box set 4 CD «Jazz In Polish Cinema (Out Of The Underground 1958-1967)» με remastered πρωτότυπα σάουντρακς των Komeda και Andrzej Trzaskowski, συμπεριλαμβανομένων των ηχογραφήσεων που δεν είχαν εκδοθεί στο παρελθόν και είχαν ανακατασκευαστεί από τις αρχικές αναλογικές κασέτες. Η έκδοση περιλαμβάνει από την πλευρά του Komeda αποσπάσματα των μουσικών που έγραψε για τις ταινίες «Jutro premiera» («Opening tomorrow», 1962) του Janusz Morgenstern, «The Penguin» (1965) του Jerzy Stefan Stawinski, «Kraksa» («The Accident», 1963) του Edward Etler, «Two men and a wardrobe» (1958) και «Knife in the water» (1962) του Roman Polanski, «Le Depart» («H Αναχώρηση», 1967) του Jerzy Skolimowski.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί και η ταινία-ντοκιμαντέρ μικρού μήκους (διάρκειας 9 περίπου λεπτών) με τίτλο «Jazz Camping- Kalatowki» (1959) του σκηνοθέτη Boguslaw Rybczynski, που παίζει και τενόρο σαξόφωνο στη μουσική του φιλμ. Η ταινία είναι γεμάτη με χαρούμενες, εξωστρεφείς σκηνές, με ανθρώπους να κάνουν σκι σε χιονισμένα βουνά της Πολωνίας, με σκηνές σε κλαμπ που οι νέοι διασκεδάζουν και επιδίδονται σε χορευτικές φιγούρες, πλημμυρισμένη στην τζαζ που έγραψε ο Andrzej Trzaskowski. Μπορεί να μην έγραψε τη μουσική ο Komeda, ωστόσο παίζει σαξόφωνο στη μουσική του φιλμ, ενώ εμφανίζεται και σε σκηνές παίζοντας σαξόφωνο και πιάνο. Αναφέρουμε την ταινία εδώ γιατί αποτελεί ένα εξαιρετικό ντοκουμέντο και ταυτόχρονα έναν ύμνο για την τζαζ της Πολωνίας την περίοδο που εξετάζουμε, λίγο πριν το Jazz Jamboree. Το ντοκιμαντέρ εκτυλίσσεται στο καταφύγιο στο Kalatowki, στα βουνά Tatra, όπου μποέμ μουσικοί, ηθοποιοί και σκηνοθέτες είχαν συγκεντρωθεί την άνοιξη 1959 για την εκδήλωση «Jazz Camping». Παρόντες ήταν οι Krzysztof Komeda, Roman Polanski, Andrzej Wojciechowski, Jerzy Dudus Matuszkiewicz, Zbigniew Namysłowski, Andrzej Trzaskowski, Jan Ptaszyn Wroblewski, και Gustaw Holoubek.
H δεκαήμερη γιορτή που περιλάμβανε χορό με μουσική τζαζ, κοινές παραστάσεις με ένα συγκρότημα χάλκινων πνευστών από Ρομά και ένα θυελλώδες πιτζάμα πάρτι, καταγράφηκε με εξαιρετικό τρόπο και ζωντάνια από την κινηματογραφική κάμερα. Η τζαζ της εποχής στο επίκεντρο και τα λόγια του αφηγητή που ακούγονται στο ντοκιμαντέρ, δίνουν ιδανικά το πλαίσιο και κάτι σαν ορισμό του είδους: «Τζαζ… Έχει τους ασυμβίβαστους εχθρούς και τους ζηλωτές υποστηρικτές της. Δεν γνωρίζει όρια και δεν θα μπορούσε να ενδιαφέρεται λιγότερο για το τι σκέφτονται οι άνθρωποι. Απλώς εκδηλώνει την ίδια τη ζωή. Χαρά και θυμό. Ιλιγγιώδεις ρυθμοί και κρυφός λυρισμός. Το αδυσώπητο πάθος της ανθρώπινης δραστηριότητας».
Ο Komeda πίστευε ότι η τζαζ ως περίεργο είδος έκφρασης, περισσότερο από όλα τα μουσικά είδη, είχε τη δυνατότητα να λειτουργήσει ιδανικά στην επένδυση της κινηματογραφικής εικόνας και να αποδώσει με τον καλύτερο τρόπο την ατμόσφαιρα των σύγχρονων θεμάτων που θίγονταν κυρίως στις ψυχολογικές, αστυνομικές ταινίες και στα θρίλερ.
Η αναφορά αυτή στα σάουντρακ του Komeda και στην εμπλοκή του με τον κινηματογράφο δεν είναι τυχαία, αφού και στη συναυλία του Jazz Jamboree και στον δίσκο που κυκλοφόρησε πρόσφατα αποτυπώνοντάς την, οι δυο από τις τρεις συνθέσεις που έπαιξε αποτελούν μουσικές που έγραψε για τον κινηματογράφο. Παρότι ο ίδιος επιχειρούσε να διαχωρίσει τη μουσική του για τον κινηματογράφο από την υπόλοιπη τζαζ δημιουργία του που αποκρυσταλλώθηκε στα στούντιο άλμπουμ του, είναι έκδηλο ότι οι δυο αυτές δραστηριότητές του είναι συγκοινωνούντα δοχεία και έχουν πολλά κοινά.
Komeda και Stanko
Το 1963 ήταν η χρονιά που ο Komeda συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον σπουδαίο συμπατριώτη του τρομπετίστα Tomasz Stanko, ο οποίος αποτέλεσε στο εξής και προβεβλημένο μέλος του συγκροτήματός του.
Oι δύο τους άλλωστε μαζί με τρεις άλλους μουσικούς μοιράστηκαν τη σκηνή στο φεστιβάλ Jazz Jamboree του 1963 κάνοντας αξέχαστα πράγματα. Τους δυο υπέροχους τζάζμεν τούς ακούμε σε αρκετά άλμπουμ μαζί όπως στο «Meine Süsse Europäische Heimat – Dichtung Und Jazz Aus Polen» (Columbia, 1967) που επανεκδόθηκε το 1998 σε cd από την Polonia Records με τον τίτλο «Jazz & Poetry» αποτελώντας το Vol.22 της σειράς «The Complete Recordings Of Krzysztof Komeda», στον δίσκο βινυλίου-συλλογή «Muzyka Krzysztofa Komedy 1» (Polljazz, 1989) που περιλαμβάνει στο πρώτο μέρος της το «Breakfast At Tiffany’s» όπου ακούγονται μαζί Komeda, Stanko αλλά και ο Michał Urbaniak, στο cd «Sophia’s Tune» (Power Bros Records, 1998) που αποτυπώθηκε η ζωντανή συναυλία στο Montmartre Jazz Club της Κοπεγχάγης το 1965 (παρών και ο Urbaniak), στο αριστουργηματικό «Astigmatic» (Polskie Nagrania Muza, 1967) που είναι το καλύτερο στούντιο άλμπουμ του Komeda, στον δίσκο βινυλίου-συλλογή «Muzyka Krzysztofa Komedy 3» (Poljazz, 1989) κ.α.
Αξίζει να επισημάνουμε ότι για τον Tomasz Stanko η συνεργασία και η φιλία με τον Komeda ήταν καταλυτική και ο φόρος τιμής που του κατέθεσε μετά θάνατον ήταν σπουδαίος. Το 1970, ένα χρόνο μετά τον θάνατό του δημιούργησε το αριστουργηματικό δισκογραφικό του άλμπουμ, ντεμπούτο της πορείας του ως leader συγκροτήματος, «Music for K» (Polskie Nagrania Muza), αφιερωμένο στον Komeda, που αποτέλεσε το Vol.22 της θρυλικής σειράς Polish Jazz και όπου με το κουιντέτο του παρουσίασε δικές του συνθέσεις όπου απουσιάζει ως όργανο το πιάνο (εκεί που ο Komeda μεγαλούργησε) αλλά ο λυρισμός και το πάθος της μουσικής αφηγούνται με μοναδικό τρόπο την ιστορία της απώλειας.
Το 1972 ο Stanko μαζί με μουσικούς που είχαν παίξει με τον Komeda σε διάφορες φάσεις (Michał Urbaniak και Urszula Dudziak που ήταν ζευγάρι και στη ζωή, Roman Dyląg) αλλά και τους Zbigniew Seifert, Attila Zoller, Peter Giger και Armen Halburian δημιούργησαν τον δίσκο «We ‘ll Remember Komeda» ( MPS Records) με διασκευασμένες μουσικές του Komeda. Ο Stanko διασκευάζει τα κομμάτια «Choral And Repetition» και «Witches», ενώ ιδιαίτερη συγκίνηση προκαλεί το γεγονός ότι εκτός από την τρομπέτα που παίζει, ο Stanko παίζει πιάνο στο κομμάτι «Dirge For Europe» στη θέση του μεγάλου εκλιπόντος. Και βέβαια ο Stanko σε πολλά μεταγενέστερα άλμπουμ του που κυκλοφόρησαν στην ECM παρουσιάζει με τον δικό του τρόπο συνθέσεις του Komeda με αποκορύφωμα το «Litania- Music of Krzysztof Komeda” (ECM, 1997). Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό, λυρικό, ελεγειακό άλμπουμ που γνώρισε διεθνώς τεράστια επιτυχία, με συνθέσεις αποκλειστικά του Komeda και ένα επιτελείο εκλεκτών μουσικών (Joakim Milder – τενόρο, σοπράνο σαξόφωνο, Terje Rypdal-ηλεκτρική κιθάρα, Bobo Stenson – πιάνο, Palle Danielsson–κοντραμπάσο, Jon Christensen–ντραμς, συμπεριλαμβανομένου του Σουηδού τενόρο σαξοφωνίστα Bernt Rosengren, που είχε παίξει με τον Komeda ως μέλος τρίο του στο Jazz Jamboree 1961.
Ο κοντραμπασίστας Roman Dyląg, επίσης μέλος τρίο του Komeda στο Jazz Jamboree 1962, συμμετέχων στην ηχογράφηση του σάουντρακ «Knife in the water» και αλλού, θυμάται ότι όταν είδε για πρώτη φορά μαζί στη σκηνή ζωντανά τον Komeda και τον Stanko έμεινε άφωνος από τη μουσική τους ομοιότητα. «Νομίζω ότι ο Tomek (Stanko) ήταν το alter ego του Komeda. Ταίριαζε τόσο καλά με τη διάθεση και τις προθέσεις του Komeda», είχε αναφέρει ο Dyląg.
Οι εμφανίσεις του Komeda στο φεστιβάλ Jazz Jamboree
O Komeda δεν εμφανιζόταν το 1963 για πρώτη φορά στο φεστιβάλ.
Μόνιμος καλεσμένος του φεστιβάλ αφού είχe προηγηθεί το 1959 [χρονιά που παντρεύτηκε την Πολωνίδα παραγωγό Zofia Komeda (1929-2009) με την οποία έμειναν μαζί μέχρι τον θάνατό του και στην οποία χρωστάμε την εξαιρετική σειρά πλήθους cd-συλλογών έργων του με τίτλο «Zofia Komeda Presents» που εξέδωσε πολύ μετά τον θάνατό του στη δισκογραφική εταιρεία Power Bros Records] η εμφάνισή του με το τρίο του (ο ίδιος στο πιάνο, Jan Byrczek στο κοντραμπάσο και Jan Zylber στα ντραμς τα έτερα μέλη) στο 1ο Jazz Jamboree όπου είχε παρουσιάσει μια δική του σύνθεση και διασκευές άλλων. Ακολούθησαν το 1961 η συναυλία του Komeda με τον Leszek Dudziak στα ντραμς και τους Jimmy Gourley στην κιθάρα και Bernt Rosengren στο τενόρο σαξόφωνο και το 1962 η ζωντανή εμφάνισή του με το νέο τρίο του (Roman Dyląg στο κοντραμπάσο και Rune Carlsson στα ντραμς) και τους Eje Thelin (τρομπόνι), Zbigniew Namysłowski (άλτο σαξόφωνο), Michał Urbaniak (τενόρο σαξόφωνο) και Wanda Warska (τραγούδι) όπου και παρουσίασαν τη μουσική για το μπαλέτο «Etudes». Τη μουσική για το μπαλέτο «Etudes» όπως ακούστηκε εκείνη τη χρονιά στο φεστιβάλ μπορούμε να την ακούσουμε στο δεύτερο μέρος του δίσκου βινυλίου-συλλογής «Muzyka Krzysztofa Komedy 1» (Polljazz, 1989).
Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι το Jazz Jamboree δεν ήταν ένα απλό φεστιβάλ αλλά αποτέλεσε ένα από τα πιο παλαιά τζαζ φεστιβάλ της Ευρώπης και ταυτόχρονα δημιουργικό πυρήνα της πολωνικής τζαζ, ενώ πλήθος ήταν οι συμμετοχές των πρωτοκλασάτων μουσικών της τζαζ από το εξωτερικό που εμφανίστηκαν σε αυτό. Η πρώτη αναγνωριστική χρονιά διεξαγωγής ήταν το 1958 για τρεις μέρες από 19 έως και 21 Σεπτεμβρίου στο Stodola της Βαρσοβίας (εκεί έγιναν οι τρεις πρώτες διοργανώσεις όπως και σε πόλεις της Κρακοβίας) και το όνομά του ήταν απλώς Jazz 1958, ενώ την επόμενη χρονιά, το 1959 μετονομάστηκε σε Jazz Jamboree. Με ιστορία που υπερβαίνει τα 60 χρόνια από τη σκηνή του φεστιβάλ έχουν περάσει δίνοντας εξαιρετικές συναυλίες καυτά ονόματα της διεθνούς τζαζ σκηνής όπως οι Miles Davis, Ray Charles, Thelonious Monk, Dizzy Gillespie, Duke Ellington, Benny Goodman, Dave Brubeck, Wynton Marsalis, The Manhattan Transfer, Bobby McFerrin, Chick Corea, Herbie Hancock, Keith Jarrett, Michael Petrucciani και πολλοί άλλοι. Η ιδέα για το Jazz Jamboree προήλθε από θαυμαστές και θαμώνες του κλαμπ της Βαρσοβίας «Hybrydy» το 1958, όταν άκουσαν ότι το εξαιρετικά δημοφιλές και φημισμένο Φεστιβάλ Τζαζ του Σοπότ δεν επρόκειτο να ξαναγίνει. Το όνομα «Jazz Jamboree» επινοήθηκε από τον Πολωνό συγγραφέα και εκδότη Leopold Tyrmand, ο οποίος ήταν πολέμιος του κυβερνητικού καθεστώτος. Το φεστιβάλ συνεχίζεται μέχρι σήμερα και γίνεται στη Βαρσοβία.
Έξι χρόνια πριν τον ξαφνικό θάνατό του
Η συναυλία του Komeda και του κουιντέτου του στο Jazz Jamboree 1963 έγινε 6 χρόνια πριν τον θάνατο του Πολωνού συνθέτη και πιανίστα, ο οποίος διέκοψε βίαια τη συναρπαστική μουσική του πορεία τέσσερις μέρες πριν γιορτάσει τα 38 του γενέθλια, μη επιτρέποντας στον ίδιο να συνεχίσει αλλά και σε εμάς να έχουμε τη δυνατότητα να απολαμβάνουμε τις ξεχωριστές παραμέτρους, την ποιότητα της μουσικής του και τις ρηξικέλευθες εμπνεύσεις του στο απόγειο της καριέρας του.
Ο θάνατός του προήλθε από τραγικό ατύχημα που ωστόσο η αιτία του παραμένει ανεξιχνίαστη και θολή αν και πολλοί υποστηρίζουν ότι σχετιζόταν με πτώση του Komeda μετά από μια «φιλική» σύγκρουση με τον φίλο του, συγγραφέα Marek Hłasko που μεθυσμένος τον απώθησε σε ένα πάρτι. Η πτώση είχε ως συνέπεια αιμάτωμα του εγκεφάλου και προκάλεσε κώμα στον Komeda, ο οποίος μετά από λίγες μέρες έφυγε οριστικά.
Όταν έπαιξε στο Jazz Jamboree 1963 ο Komeda ήταν 32 ετών, ενώ όλα τα μέλη που στελέχωναν το κουιντέτο του δεν ξεπερνούσαν τα 21 έτη ο καθένας. Συγκεκριμένα οι μουσικοί που τον συνόδευαν στη συναυλία ήταν ο τρομπετίστας Tomasz Stanko (21 ετών τότε, πέθανε το 2018), ο τενόρο σαξοφωνίστας Michał Urbaniak (20 ετών τότε, σήμερα 80) ο ντράμερ Czesław Bartkowski (20 ετών τότε, σήμερα 80) και ο κοντραμπασίστας Maciej Suzin. Ο συνδυασμός της ωριμότητας και ανανεωτικής φαντασίας του Komeda και του νεανικού ενθουσιασμού, της δεξιοτεχνικής αρτιότητας και της αυτοσχεδιαστικής λειτουργίας των μελών του γκρουπ, αναδείχτηκε με τον πιο ιδανικό τρόπο.
Η έκδοση του δίσκου με το θρυλικό live
Το 2019 για πρώτη φορά μετά από 56 ολόκληρα χρόνια από τη διεξαγωγή της συναυλίας, από την Naked Lunch Records και φέτος σε επανέκδοση από την Honey Pie Records κυκλοφόρησε αυτόνομος ο θαυμάσιος δίσκος «Krzystof Komeda Jazz Jamboree 1963» που αποτυπώνει την εξαιρετική μουσική που ακούστηκε και την ατμόσφαιρα που επικράτησε στη συναυλία αυτή. Και οι δυο εκδόσεις είναι σε δίσκο βινυλίου.
Αυτή η ζωντανή παράσταση που πραγματοποιήθηκε στο Philharmonic Hall της Βαρσοβίας, μας αποκαλύπτει έναν ανεπανάληπτο Komeda ακριβώς στην εποχή που απογειωνόταν και το ταλέντο του ξεδιπλωνόταν σε όλο του το μεγαλείο. Έναν Komeda με τις δικές του φρέσκες, πρωτότυπες σύγχρονες ιδέες με αποτέλεσμα ένα αριστούργημα που συναγωνίζεται τα πιο ξεχωριστά πειράματα σύγχρονης τζαζ των ομοτέχνων του παγκοσμίως. H μουσική της συναυλίας και του άλμπουμ κατ΄ επέκταση χαρακτηρίστηκε από τη μοντέρνα τζαζ ως ιδανική σύγκλιση της αμερικανικής επιρροής και ενός μοναδικού σλαβικού λυρισμού που έδινε στο ακρόαμα και την τοπική διάσταση ως αφομοιωμένη καίρια επιρροή.
Τι ακούμε όμως από τον Krzysztof Komeda και τους θαυμάσιους μουσικούς του στον εξαιρετικό αυτό live δίσκο;
Το μουσικό υλικό περιλαμβάνει τρεις συνθέσεις, το περίπου δεκάλεπτο «What’s Up Mr. Basie» και τις πιο εκτεταμένες «Roman Two» (16:30 λεπτών) και «Knife In The Water» (17:16 λεπτών). Η μουσική του θέματος της ταινίας του Polanski καλύπτει μόνη της ολόκληρη τη δεύτερη πλευρά του δίσκου.
Το «What’s Up, Mr. Basie» γράφτηκε για την ταινία «Hvad med os?» («What About Us», 1963) σε σκηνοθεσία του Δανού σκηνοθέτη, σεναριογράφου και παραγωγού Henning Carlsen, γνωστού για τα πολύ καλά ντοκιμαντέρ του και τη συνεισφορά του στο cinema verite. Το κομμάτι αρχίζει με τον Komeda να αξιοποιεί το θέμα «One O ‘Clock Jump», γραμμένο το 1937 από τον Count Basie που εξελίσσει δημιουργικά ξεδιπλώνοντας ένα πανόραμα μελωδικών υποστηρικτικών γραμμών και περίπλοκων συγχορδιών, το οποίο συνδιαλέγεται με τα θαυμάσια σόλο του σαξοφωνίστα Michał Urbaniak και του τρομπετίστα Tomasz Stanko. Oι πολλαπλές μουσικές επαναλήψεις δίνουν στο κομμάτι μια μινιμαλιστική ευαισθησία χωρίς να πρόκειται για κάποιο δείγμα του ρεύματος αφού εδώ ακούμε σύγχρονη μεν αλλά καθαρόαιμη τζαζ.
Ακολουθεί το «Roman Two» με εναλλαγές της swing και cool jazz φρασεολογίας, αλλά κυρίως με διαρκείς εκρήξεις ενός ευρηματικού αυτοσχεδιασμού, ζωηρούς ρυθμούς αλλά και δραματικές στιγμές. Ένα υπέροχο κομμάτι όπου ο Komeda δίνει χώρο και ελευθερία στους σπουδαίους μουσικούς του να αναπτύξουν φαντασία και δεξιοτεχνία, παρότι είχε γράψει τις νότες. Οι μεταβολές του ρυθμού, η στιβαρή ανάπτυξη του ήχου ενός συγκροτημένου σχήματος και οι διαδρομές που ο Komeda συνεχώς άλλαζε στα πλήκτρα δίνοντας διαφορετικά πρόσωπα στο κυρίως μουσικό θέμα, αποπνέουν μια σπάνια φρεσκάδα η οποία συμπαρέσυρε και ξεσήκωσε τους ακροατές της συναυλίας προκαλώντας τις θερμές εκδηλώσεις τους κατά τη διάρκεια του κομματιού αλλά και το αποθεωτικό χειροκρότημα του τέλους.
Ο δίσκος τελειώνει με μια αριστουργηματική εκδοχή της μπαλάντας από το σάουντρακ της ταινίας «Knife in the water». Μια εκπληκτική στιγμή όπου αποτυπώθηκε με μοναδικό τρόπο ο τρόπος που ο Komeda αντιλήφθηκε την ιδιαιτερότητα του σπουδαίου φιλμ του Polanski. Μια αυτοσχεδιαστική εκδοχή όπου αξιοποιούνται οι ευφυείς ιδέες, οι πειραματισμοί και οι σύγχρονες τζαζ ακροβασίες του Komeda και των μουσικών του, ενώ στο βάθος αλλά και στο προσκήνιο γλιστρούν έξοχες μελωδίες. Η μουσική εκπέμπει μια μοναδική ατμόσφαιρα αγωνίας και μυστηρίου, που αποδείχτηκε απόλυτα ταιριαστή και με το κλίμα της ταινίας. Μια ταινία εξαιρετικής αισθητικής με εξαιρετική ασπρόμαυρη φωτογραφία αποκλειστικά σε ανοικτούς χώρους κάτω από τον εκτυφλωτικό «λευκό» ήλιο. Νια ταινία βασισμένη στο σπουδαίο σενάριο της που έγραψαν οι Polanski, Jakub Goldberg και Jerzy Skolimowski και το οποίο απορρίφθηκε αρχικά από το Υπουργείο Πολιτισμού της Πολωνίας λόγω «έλλειψης κοινωνικής δέσμευσής του». Μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια να προχωρήσει η παραγωγή στη Γαλλία, έγιναν μικρές διορθώσεις στο σενάριο και τους διαλόγους, για να υπηρετηθεί ο όρος «κοινωνική δέσμευση» και να ησυχάσει το ΥΠ.ΠΟ. της Πολωνίας και τελικά το σενάριο κέρδισε την έγκριση του εθνικού συμβουλίου ταινιών και η παραγωγή προχώρησε στην Πολωνία.
Η αυθεντική πολωνική αφίσα του 1962 για την ταινία του Polanski «Μαχαίρι στο νερό» (πολωνικός τίτλος: «Nóż w wodzie») με τη σύγκρουση των δυο «μνηστήρων» στη σκηνή με το κλειδί, όταν προβλήθηκε στη χώρα, που είχε την έγκριση του κράτους και της επιτροπής εξέτασης των αφισών που πρόβαλλαν πολιτιστικά γεγονότα. Τυπώθηκε σε αυστηρά περιορισμένα αντίτυπα για να αναρτηθεί στα κέντρα των πόλεων και τους κινηματογράφους όπου προβαλλόταν η ταινία. Πολύ ενδιαφέρον ντοκουμέντο, όπως φαίνεται στο κάτω μέρος της αφίσας, είναι οι δυο λέξεις: «wyswietlany w…» (εμφανίζεται σε…) όπου εκεί συμπληρωνόταν χειρόγραφα ο κινηματογράφος και η πόλη που προβαλλόταν το φιλμ και «Dozwolony» (επιτρέπεται) που ουσιαστικά σήμαινε έγκριση της επιτροπής για προβολή του φιλμ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά στους κινηματογράφους της Πολωνίας στις 9 Μαρτίου 1962, ενώ έκανε πρεμιέρα στις ΗΠΑ τον επόμενο χρόνο και συγκεκριμένα στις 28 Οκτωβρίου 1963. Έτσι σαν αυτή την ιστορική βραδιά πριν από 61 χρόνια, την ίδια περίπου ώρα από τη μία οι Αμερικανοί σινεφίλ εντυπωσιάζονταν από την εκπληκτική ταινία του Polanski και άκουγαν για πρώτη φορά τη θαυμάσια μουσική του Komeda και το ανεπανάληπτο τενόρο σαξόφωνο παιγμένο από τον Bernt Rosengren να χρωματίζει με ένταση και ομορφιά τις σκηνές της στους κινηματογράφους και από την άλλη οι Πολωνοί τζαζόφιλοι μαγεμένοι στο Philharmonic Hall της Βαρσοβίας απολάμβαναν ζωντανά και αποθέωναν με θερμό χειροκρότημα τον Krzysztof Komeda στο πιάνο να καθοδηγεί τους Tomasz Stanko (τρομπέτα), Michal Urbaniak (τενόρο σαξόφωνο), Maciej Suzin (κοντραμπάσο) και Czesław Bartkowski (ντραμς) παίζοντας το θέμα της μπαλάντας από το «Knife in the water».
Σε όλο τον δίσκο η τριάδα των Komeda, Stanko και Urbaniak δίνει τον καλύτερο εαυτό της (δεν είναι τυχαίο ότι οι τρεις τους θεωρούνται πρωτοπόροι που άνοιξαν νέους δρόμους για την τζαζ στην Πολωνία), συνεπικουρούμενη από το εκπληκτικό rhythm section του σχήματος.
Αξίζει να τονίσουμε τα λεγόμενα του Michał Urbaniak για τον Komeda που εκτός των ικανοτήτων του ως σπουδαίου συνθέτη, επισήμανε την ιδιότητά του ως συγκροτημένου αρχηγού μπάντας. Γράφει στην αυτογραφία του ο Urbaniak: «Ήθελε να παίζουμε στα όρια της αρμονίας, να παίρνουμε το ρίσκο να ψάξουμε για δύσκολες νότες και, μετά από μια σύντομη εισβολή σε έναν διαφορετικό μουσικό γαλαξία, να επιστρέφουμε με ασφάλεια στο σπίτι κάθε φορά … Ήταν σαν πατέρας για όλους μας». Και σχετικά με την τελειομανία του, σε άλλο σημείο του βιβλίου αναφέρει τί τους έλεγε μετά από μια αψεγάδιαστη εκτέλεση ενός κομματιού: «Πολύ καλό – υπέροχο, αυτή είναι η καλύτερη έκδοση μέχρι στιγμής! Τώρα ας το ηχογραφήσουμε ξανά».
Η εμφάνιση του Komeda στο φεστιβάλ Jazz Jamboree το 1963 καταγράφηκε με τα πιο έντονα χρώματα σε μια εποχή που η υπό διωγμό και απαγόρευση από το καθεστώς τζαζ (θεωρείτο ανήθικη και ανατρεπτική), λόγω της χαλάρωσης των κυβερνητικών περιορισμών περνούσε από την παρανομία των συναυλιών στο επίπεδο του αντεργκράουντ σε μια νέα εποχή με τα μπαρ, τα κλαμπ και τα φεστιβάλ να γίνονται χώροι υποδοχής και φιλοξενίας της. Ο Komeda που είχε αλλάξει το αρχικό του όνομα Krzysztof Trzcinski για να αποφύγει τις παρενοχλήσεις της εξουσίας, μπορούσε άνετα να παίξει την αγαπημένη του μουσική χωρίς δισταγμούς και φοβίες. Μια μουσική ωστόσο που διέφερε πολύ από την αμερικάνικη τζαζ στην ουσία και στη μορφή, αφού χσρακτηριζόταν από άλλες προτεραιότητες όπως το συναίσθημα. Η τζαζ του Komeda, μπορεί να ανδρώθηκε με τα ακούσματα των Αμερικανών συναδέλφων του, ωστόσο διαμορφωνόταν ιδιωματικά και βαφτιζόταν ως «ευρωπαϊκή» ή στην περίπτωσή μας «πολωνική» τζαζ. Γινόταν η εναλλακτική ματιά στην κυρίαρχη αμερικανοκεντρική προσέγγιση της τζαζ και του αυτοσχεδιασμού. Ο Komeda, με τον έντονο ρομαντισμό και λυρισμό αλλά και με τη σύγχρονη, ιδιοσυγκρασιακή συνθετική και αυτοσχεδιαστική φλέβα, γινόταν ο πρεσβευτής άλλων μορφών και κατευθύνσεων, μιας διάθεσης πειραματισμού και διαρκών αναζητήσεων και μιας ιμπρεσιονιστικής αισθητικής. Στοιχεία όλα αυτά που μεταλαμπαδεύτηκαν σε πολλούς μουσικούς και κατέστησαν τον Komeda έναν από τους πιο επιδραστικούς συνθέτες και πιανίστες για τους νεότερους.