της Ελένης Σβορώνου
«Για το μουτζουρωμένο βιβλίο μιλάτε;» ρώτησε η μητέρα της βιβλιοπώλισσας όταν μας άκουσε να μιλάμε για το Διαλυμένο κορίτσι της Kathleen Glasgow. Πράγματι, στο εξώφυλλο ο τίτλος, γραμμένος με παχιά μαύρα πένθιμα γράμματα σκιασμένα σαν από καρβουνόσκονη, είναι διαγραμμένος με μία κόκκινη γραμμή. Μουτζουρωμένο, τον είπε η εύστοχα η κυρία, όπως μουτζουρωμένη είναι και η ηρωίδα, διαγραμμένη από τους καταλόγους των «φυσιολογικών» 17άρηδων. Η Τσάρλι είναι μία από τις 2.000.000 νεαρές γυναίκες των ΗΠΑ που αυτοτραυματίζονται. Το σώμα της είναι γεμάτο κοψίματα. Το «κουτί φροντίδας» της, δεν περιέχει eyeliner και κραγιόν ή φάρμακα για κάποια αλλεργία, αλλά κομμάτια γυαλί τυλιγμένα προσεκτικά, γάζες και ιώδιο. Γιατί μετά τον τραυματισμό, τα διαλυμένα κορίτσια φροντίζουν τον εαυτό τους. Μετά την επίθεση, τον οξύ πόνο αλλά και τη γλυκιά ανακούφιση που τους προκαλεί ταυτόχρονα η θέα του αίματος που αναβλύζει, έρχεται το «Πρώτων Βοηθειών». Είναι το ίδιο εκείνο χέρι που έμπηξε το γυαλί βαθιά στο δέρμα. Η Τσάρλι δεν είναι αυτοκτονική. Δε θέλει να πεθάνει. Θέλει να ανακουφίσει τον απύθμενο πόνο της. Κι αυτός είναι ο μόνος τρόπος που έχει βρει. Στην ψυχιατρική κλινική όπου μεταφέρεται μετά από ένα ακραίο επεισόδιο αυτό-τραυματισμού ακόμη και τα άλλα κορίτσια, που πάσχουν από την ίδια ασθένεια, εντυπωσιάζονται από το σώμα της Τσάρλι. Οι αυλακιές στο σώμα της είναι οι πιο βαθιές. Διαλέγει το πιο χοντρό γυαλί. Αυτό όμως θα το πει αργότερα. Στην αρχή μένει σιωπηλή. Επιλεκτική αλαλία λέγεται το σύμπτωμα. Η αιτία είναι χαμένη στις χαράδρες του σώματός της:
«Το κόψιμο είναι ένας φράχτης πάνω στο ίδιο σου το κορμί για να κρατήσεις τους ανθρώπους μακριά, αλλά μετά λαχταράς να σε αγγίξουν. Όμως ο χάρτης είναι αγκαθωτός.»
Η άλλη τρόφιμος της κλινικής, η Λουίζα, «έχει ομόκεντρους κύκλους και καψίματα στην κοιλιά της. Έχει χαρακιές σαν ρίζες στο μέσα μέρος του μπράτσου της. Τα πόδια της είναι καμένα και χαραγμένα με προσεκτικά, ξεκάθαρα σχήματα. Τατουάζ καλύπτουν την πλάτης της.
Της τελειώνει ο χώρος.»
Τους τελειώνει ο χώρος και, αν δε γίνει άμεσα κάτι, ο χρόνος.
Το ίδιο συμβαίνει και στις άλλες δυο ηρωίδες των βιβλίων της Glasgow. Η Μπέλα (Κορίτσι από γυαλί) είναι αλκοολική κι ας είναι μόλις 15 χρονών. Δεν πρόκειται για υπερβολή με στόχο τον εντυπωσιασμό. Η ίδια η συγγραφέας είχε προβλήματα με το αλκοόλ από παιδί. Ένα αστείο, μια δοκιμή, κάποιος ενήλικας που έκρινε ότι δεν πειράζει σε μια γιορτή να δοκιμάσεις, κι ας είσαι παιδί, μια γουλιά, κι ύστερα αυτό το γλυκό κάψιμο, μια αίσθηση που θα αναζητάς ξανά και ξανά, ίδίως όταν βλέπεις πόσο αγαπούν οι άλλοι τον ευχάριστο εαυτό που φτιάχνει το αλκοόλ. Νομίζεις ότι το ελέγχεις. Ώσπου δεν το ελέγχεις πια. Και κάνεις τα πάντα για να εξασφαλίσεις ότι μπορείς να συνεχίσεις να πίνεις. Η Μπέλα στήνεται έξω από τις κάβες και ζητά από ενήλικες να της πάρουν ένα μπουκάλι βότκα. Το αναμειγνύει με Sprite, το βάζει στο μπουκάλι του αναψυκτικού και το βάζει στο σακίδιό της. Κανείς δεν παίρνει είδηση τι πραγματικά συμβαίνει. Πρωτίστως η ίδια. Άλλωστε της έτυχαν τόσα πολλά. Το διαζύγιο των γονιών της, η ανάληψη της φροντίδας της μικρής αδερφής της που βρίσκεται, πιθανό, στο φάσμα του αυτισμού, ο τρόπος που τη χώρισε το αγόρι της…Αλλά η Μπέλα έχει φίλες, τα πάει καλά στο σχολείο, είναι λειτουργική. Κι είναι θαυμάσιος ο τρόπος που η συγγραφέας παρασέρνει τον αναγνώστη στην οπτική της εθισμένης. Κι ύστερα αποκαλύπτει τι βλέπουν οι άλλοι. Ο παραμορφωτικός φακός του αλκοόλ έχει ζαλίσει και τον αναγνώστη ώσπου να ξυπνήσει κι εκείνος από το hungover (πονοκέφαλο τον λέει η Μπέλα, αλλά η Τρέισι, η ειδική που καθοδηγεί την ομάδα συζήτησης στο Κέντρο Αποτοξίνωσης, επιμένει να λέγονται τα πράγματα με το όνομά τους) και να δει τι κάνει η ίδια η Μπέλα για να φτάσει στον πάτο του μπουκαλιού και της ζωής της.
Η 16χρονη Τάιγκερ πάλι (Ο φίλος μου, το σκοτάδι), παρατσούκλι που της έμεινε από τα χρόνια του νηπιαγωγείου, όταν δάγκωσε ένα συμμαθητή της, έχει ένα άλλο θεριό να αντιμετωπίσει: το πένθος. Παιδί αγνώστου πατρός», η Τάιγκερ χάνει τη μητέρα της από ένα ξαφνικό εγκεφαλικό, και μένει ολομόναχη στον κόσμο. Ξεκινά η περιπέτεια της αναδοχής (μια σκληρή Οδύσσεια μετακίνησης από ανάδοχο σε ανάδοχο εξαιτίας ενός παράλογου συστήματος που μπορεί να κρατήσει ως την ενηλικίωση του παιδιού) ώσπου ανακαλύπτονται τα ίχνη ενός πατέρα στη φυλακή και μιας ετεροθαλούς αδελφής που είναι διατεθειμένη να αναλάβει την κηδεμονία. Το πένθος όμως διαλύει την Τάιγκερ. Οι τύψεις για τον καβγά που έκανε στη μητέρα της για το φόρεμα που θα φορούσε στον χορό του σχολείου, για τα τελευταία θυμωμένα λόγια που της είπε, η αίσθηση του βίαιου αποχωρισμού, της εγκατάλειψης και της μοναξιάς, της ανεστιότητας, όλα υψώνουν ένα τείχος ανάμεσα στην ηρωίδα και τον κόσμο. Η Τάιγκερ έχει περάσει σε μια άλλη όχθη όπου βρίσκονται παιδιά που έχουν βιώσει σοβαρές απώλειες και δεν έχουν, για χίλιους δυο λόγους, τη στήριξη και το πλαίσιο που χρειάζονται για να το αντιμετωπίσουν. Ο κίνδυνος να πέσουν σε κατάθλιψη ή στον εθισμό παραμονεύει σε κάθε τους βήμα.
Η Τάιγκερ αρνείται να βγάλει το φόρεμα που είχε διαλέξει η μητέρα της για τον χορό. Αυτό το παλιομοδίτικο ρούχο, η αιτία του τελευταίου καβγά, είναι τώρα το δεύτερο δέρμα της. Μήπως έφταιξε; Μήπως τη στεναχώρησε και έσπασαν εκείνα τα αγγεία στον εγκέφαλο της μάνας; Μήπως, αν δεν είχε βγει το πρώτο της ραντεβού, εκείνο το απόγευμα, και γυρνούσε απευθείας σπίτι, μήπως θα την είχε σώσει; Οι τύψεις οξύνουν τον πόνο. Αλλά εκείνο που παίρνει σχήμα και μορφή σε αυτό το βιβλίο είναι η οδύνη της απουσίας του αγαπημένου προσώπου. Η ανάγκη να μην αφήσεις τον εκλιπόντα να φύγει από κοντά σου. Η Τάιγκερ μεταφέρει την τέφρα της μητέρας της παντού. Σε μια σκηνή μαύρου χιούμορ η αδερφή-κηδεμόνας νομίζει ότι η μαύρη τσάντα με το χρυσό κέντημα είναι δώρο για κείνη. Είναι όμως «το κουτί της μαμάς» δίχως το οποίο δεν πάει πουθενά η μικρή αδερφή. Εδώ μάλιστα δεν έχει προηγηθεί ανίατη ασθένεια, όπως στο Τέρας έρχεται του Πάτρικ Νες. Ο θάνατος δε μπορεί να ιδωθεί ως λύτρωση.
«Καλωσήλθες στη Μεγάλη Μαλακία», ψιθυρίζει στο αυτί της Τάιγκερ μια μαθήτρια του σχολείου της που περιέργως εμφανίζεται στην κηδεία. Η Τάιγκερ μένει εμβρόντητη. Πολλές σελίδες αργότερα, όταν η ηρωίδα θα αναγκαστεί να συμμετάσχει στην Ομάδα Πένθους που οργανώνει στο σχολείο ένας καθηγητής, θα δοθεί η εξήγηση. Το αθυρόστομο κορίτσι είναι επιζήσασα (αυτός είναι ο ακριβής όρος) της αυτοκτονίας του αδερφού της. Η Μεγάλη Μαλακία είναι το πένθος με το οποίο θα ζήσεις για όλη σου τη ζωή. Δεν περνάει ποτέ. Τέλος. Δεν έχουν θέση εδώ οι ψεύτικες ελπίδες. Πάμε παρακάτω με αυτό το δεδομένο.
Αναρωτιέται κανείς τι είναι αυτό που κάνει τα τρία αυτά πολυσέλιδα (πάνω από 500 σελίδες το καθένα) μυθιστορήματα θλίψης και πίκρας, διεθνή best seller και προτεινόμενα στα Booktok, που είναι η κύρια οδός επιλογής βιβλίων για εκατομμύρια νεαρούς αναγνώστες.
Εθισμοί και βαρύ πένθος, κοινωνικό περιθώριο (όλες οι ηρωίδες προέρχονται από δυσκολεμένες οικογένειες όπου βασιλεύουν η φτώχεια, η ενδοοικογενειακή βία και άλλα δεινά), κατάθλιψη…είναι ένας σκληρός κόσμος αυτός της Glasgow που θα έλεγε κανείς ότι αφορά καταρχήν νέους που βιώνουν αντίστοιχες καταστάσεις. Πράγματι, στο τέλος των βιβλίων, η συγγραφέας παραθέτει συμβουλές, οδηγίες και αυτοβιογραφικά στοιχεία που απευθύνονται στους νεαρούς αναγνώστες που πιθανόν βρίσκονται κι εκείνα στα όρια. Αλλά εδώ πρόκειται για ένα πολύ ευρύτερο κοινό που σε αυτή την εποχή που «οι νέοι δε διαβάζουν», διαβάζει με μανία 1500 σελίδες «μουτζουρωμένων» ηρώων!
Πώς βρίσκουν όλα αυτά τα κορίτσια (προφανώς σε κορίτσια απευθύνεται κυρίως, είναι φανερό και από το booktok ότι αυτό είναι το κοινό της Glasgow) τον εαυτό τους στη Τάιγκερ, τη Μπέλα και την Τσάρλι;
Είναι που η συγγραφέας γράφει χωρίς καμία πρόθεση να διδάξει, κι ας κάνει αυτό τελικά. Δε μασάει τα λόγια της όπως φάνηκε. «Ο κόσμος μπορεί να είναι σκατά». Σε αυτό το ύφος είναι γραμμένα τα βιβλία. Ένα ύφος που κατορθώνει να μην είναι απομίμηση της φωνής των νέων. Είναι γνήσια φωνή γιατί προέρχεται από πολυετή έρευνα (ενάμιση χρόνια έγραφε το Διαλυμένο κορίτσι), βίωμα, πραγματική επιθυμία να καταλάβει τις ρίζες του εθισμού και της κατάθλιψης. Είναι μια τίμια φωνή. Είναι τίμιο να λες στους νέους πως δεν είναι εύκολος ο δρόμος. Πως θα ξανακυλήσουν, θα υπάρξουν πάντα αυτοί που θα σε στείλουν πίσω στην αρχή της διαδρομης– γιατί οι εθισμένοι θα παρασύρουν όποιον μπορούνε μαζί τους, επειδή «δε θέλουν να είναι μόνοι τους στα σκατά»- και μπορεί να χρειαστεί να αρχίσεις πολλές φορές από την αρχή για να καταφέρεις.
Ο κόσμος όμως δεν είναι μόνο σκατένιος. Βασίζεται στην καλοσύνη. Υπάρχουν οι άνθρωποι που θα σταθούν πλάι σου, μόνο που συχνά δεν είναι αυτοί που νομίζεις.
Τελικά η συγγραφέας, μέσα από τα σκοτάδια, ασχολείται με το καίριο ζήτημα της ζωής των εφήβων και των νέων ενηλίκων: την αναζήτηση ταυτότητας σε έναν πολύπλοκο και συχνά άδικο και σκληρό περιβάλλον.
Δε νοσούν οι νέοι, λένε οι ειδικοί για τα φαινόμενα νεανικής βίας, αλλά η κοινωνία. Αυτή την κοινωνία δείχνει η συγγραφέας χωρίς περιστροφές. «Η Μεγάλη Μαλακία», κατά κάποιο τρόπο, είναι παντού. Βρες, όμως, τη θέση σου στον κόσμο. Υπάρχει μία κρατημένη ειδικά για σένα.
«Όλοι έχουν αυτή τη στιγμή, νομίζω, τη στιγμή όταν…ένα συγκλονιστικό γεγονός συμβαίνει που κάνει την ίδια σου την ύπαρξη κομματάκια», λέει ένας ήρωας στο Διαλυμένο κορίτσι.
Και ποιος μπορεί να το αρνηθεί; Και ποιος δεν έχει νιώσει μοναξιά ακόμη κι ανάμεσα σε φίλους, που είναι η αφετηρία όλων αυτών των μυθιστορημάτων;
Σίγουρα όχι οι νεαροί αναγνώστες που αγωνιζόμαστε να τους κερδίσουμε με τα προγράμματα φιλαναγνωσίας μιλώντας τους για θέματα ή με τρόπο που δεν τους αγγίζει. Η Τάιγκερ σαρκάζει τα κλασικά μυθιστορήματα που προτείνει το σχολείο και ιδίως τον τρόπο με τον οποίο οι καθηγητές εκμαιεύουν τις απαντήσεις που θέλουν, λες και υπάρχουν σωστές και λάθος απαντήσεις στην τέχνη:
«Θεέ μου, ποιος σε εξετάζει σε ένα μυθιστόρημα; Η όλη ιδέα της ανάγνωσης ενός μυθιστορήματος ή ενός ποιήματος είναι να βρεις τις δικές σου ιδέες γι αυτό. Δεν μπορείς να εξετάσεις κάποιον σε κάτι τέτοιο. Εσύ ίσως πιστεύεις ότι κυνηγώντας μια λευκή φάλαινα επί οκτακόσιες σελίδες είναι μια μεταφορά για την ανθρώπινη κατάσταση, αλλά εγώ βρήκα την όλη υπόθεση κουραστική, και στοιχηματίζω ότι, αν ήσουν ειλικρινής με τον εαυτό σου, θα παραδεχόσουν το ίδιο. Μια φάλαινα, για όνομα του Θεού. Επί οκτακόσιες σελίδες;»
(Και η Τάιγκερ είναι αναγνώστρια. Για να θυμηθούμε τη δική μας συζήτηση για την εισαγωγή του ενός ολόκληρου βιβλίου για ανάγνωση).
Πρόκειται, στ’ αλήθεια, για αριστουργηματική λογοτεχνία; Όχι ακριβώς. Υπάρχουν κατά τόπους αδυναμίες, πλατειασμοί, επαναλήψεις και μια αίσθηση ότι η συγγραφέας θέλησε να χωρέσει πολλά θέματα. Αλλά η πλοκή και το χτίσιμο του χαρακτήρα των κεντρικών ηρωίδων είναι καθηλωτικά. Η βαθιά γνώση του θέματος και η έρευνα που έχει προηγηθεί επίσης μαρτυρούν ειλικρινή σεβασμό για τον νεαρό ανάγνωση.
Η μετάφραση ρέει, κάπου κάπου όμως χτυπάνε κάποιοι «αγγλισμοί», όπως το «ετοίμασε έναν καφέ για τον εαυτό του». Άλλες εκφράσεις όπως «It is what it is», για την ανάγκη αποδοχής μιας κατάστασης, μάλλον σωστά αποδίδονται πιστά: «είναι αυτό που είναι». Πολλές εκφράσεις μας πια προέρχονται από απευθείας μετάφραση από τα αγγλικά που ωστόσο κάνουν τη δουλειά τους. Έτσι είναι, υποθέτω (αφού όλοι μας πια υποθέτουμε κατά το «I suppose», ενώ παλιότερα φανταζόμασταν, «έτσι είναι, φαντάζομαι».)
Ιnfo
Kathleen Glasgow, μτφ.Α. Κουνάδη, Διαλυμένο κορίτσι, Μεταίχμιο, 2022/
Kathleen Glasgow, Ο φίλος μου το σκοτάδι, Μεταίχμιο, 2023.
Kathleen Glasgow, Κορίτσι από γυαλί, Μεταίχμιο, 2024.