Συνέντευξη της Τόνιας Τσακίρη στον Γιάννη Μπασκόζο
Οι “αόρατοι άνθρωποι” είναι άνθρωποι της διπλανής μας πόρτας. Ακούγεται κλισέ αλλά αυτό είναι: άνθρωποι με κανονικές δουλιές, οικογένειες, φίλους, παιδιά, κοινωνική ζωή που κάποια στιγμή ένα μεγάλο αρνητικό κύμα τους παίρνει από όλα αυτά και τους ξεβράζει στο πεζοδρόμιο. Ο γάλλος συγγραφέας Ζαν Κλωντ Ιζζό είχε αφηγηθεί στο τελευταίο μυθιστόρημά του Ο ήλιος των μελλοθανάτων την αργή πορεία ενός κανονικού ανθρώπου προς το αόρατο ζην. Ομοίως η δημοσιογράφος Τόνια Τσακίρη γνωρίζει τυχαία έναν άστεγο να πουλάει το περιοδικό των αστέγων Σχεδία, εντυπωσιάζεται από τη ζωή του και αποφασίζει να την μεταφέρει εν είδει ντοκουμέντου στο βιβλίο της Αόρατοι άνθρωποι, μαθήματα ζωής από τον Μιχάλη Σαμόλη. Στη συζήτηση που ακολουθεί διαβάστε την ιστορία της.
– Πώς ξεκίνησε η ιδέα να παρουσιάσεις την (αυτό)βιογραφία ενός άστεγου;
«Το θέμα της αστεγίας του βιβλίου προέκυψε λόγω της γνωριμίας μου με τον Μιχάλη Σαμόλη, κατά τη διάρκεια των Αόρατων Διαδρομών, μιας ξενάγησης στη σκοτεινή πλευρά της Αθήνας, όπου ο Μιχάλης ήταν οδηγός. Παρακολούθησα την περιήγηση μαζί με τις κόρες μου καθώς ήθελα να τους δείξω ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο και να εκτιμήσουν αυτά που έχουν. Η προσωπική ιστορία που μας αφηγήθηκε ο Μιχάλης Σαμόλης μας εντυπωσίασε, αλλά η περιήγηση σε σοκάκια γεμάτα άστεγους, ναρκωτικά και σεξεργάτριες μας συγκλόνισαν. Μετά από καιρό ξανασυνάντησα τυχαία τον Μιχάλη, ο οποίος μένει στον ξενώνα αστέγων, στο φεστιβάλ βιβλίου στο Ζάππειο να πουλάει το περιοδικό δρόμου ‘Σχεδία’ και έτσι όπως ήμουν περιτριγυρισμένη από βιβλία, μου ήρθε η επιφοίτηση να γράψω την ιστορία της ζωής του.
Ευελπιστώ η ιστορία του να εμπνεύσει τους αναγνώστες και να τους δώσει δύναμη, αισιοδοξία και να βλέπουν τους αόρατους με άλλο μάτι. Γράφω πολλά χρόνια ως δημοσιογράφος, αλλά η ιστορία και το ταμπεραμέντο του ήταν αρκετά για να τολμήσω να βουτήξω στον κόσμο της συγγραφής. Επιπλέον, ένιωσα την ανάγκη να προσφέρω, να βοηθήσω όσο μπορώ όχι μόνο τους άστεγους, αλλά γενικά τους αόρατους ανθρώπους, τους οποίους η κοινωνία προτιμά να αγνοεί. Να τους φέρω στην επιφάνεια και να γίνουν ορατοί».
– Γιατί διάλεξες αυτόν και όχι άλλον; Γιατί όχι συνεντεύξεις με πολλούς διαφόρων κατηγοριών;
«Διάλεξα τον Μιχάλη καθώς η ιστορία του είναι συγκλονιστική και όταν άκουγα την αφήγησή του την έβλεπα σαν ταινία να ζωντανεύει μπροστά μου. Επιπλέον, ο χαρακτήρας του με την ευστροφία, το χιούμορ και την αισιοδοξία του ήταν ένας ακόμη λόγος για να τον επιλέξω και να αναδείξω τη ζωή του. Στο βιβλίο αναφέρονται και ιστορίες και κάποιων άλλων αόρατων ανθρώπων που ο Μιχάλης συναντά συχνά ή σχετίζεται μαζί τους, οι οποίες έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αναδεικνύουν περισσότερο τον σκοτεινό κόσμο της Αθήνας. Μπορεί ο Μιχάλης να είναι ο πρωταγωνιστής σε αυτό το βιβλίο, αλλά δεν θα μπορούσε να υπάρχει ένα ‘έργο’ χωρίς συμπρωταγωνιστές».
– Είναι ο Μιχάλης Σαμόλης αντιπροσωπευτικό είδος αστέγου ή μια εξαιρετικά καλή περίπτωση;
«Όχι ο Μιχάλης δεν είναι αντιπροσωπευτικό είδος αστέγου. Είναι μια καλή περίπτωση που δεν συναντάς συχνά. Δεν βρίσκουν πολλοί άστεγοι τη δύναμη να προχωρήσουν τη ζωή τους και παραιτούνται. Πιστεύω ότι είναι ένα παράδειγμα έμπνευσης για τους αόρατους ανθρώπους και για όλους, δίνοντας μαθήματα ζωής και τον τρόπο για να ξεπερνάμε τις δυσκολίες και τα προβλήματα. Αν τα κατάφερε αυτός γιατί όχι και εμείς;»
– Πώς δέχτηκε να κάνει βιβλίο;
«Στην αρχή ήταν επιφυλακτικός καθώς οι άστεγοι δύσκολα δείχνουν εμπιστοσύνη, αλλά με το πέρασμα του χρόνου τον κέρδισα και σήμερα είμαστε φίλοι. Συναντηθήκαμε στα δικά του λημέρια, σε καφετέριες και ταβερνεία στην Ομόνοια δεκάδες φορές για να μου περιγράψει την ιστορία της ζωής του και εγώ να την καταγράψω. Στη συνέχεια, έκανα έρευνα στο διαδίκτυο για τον κόσμο των αστέγων και πέρασα έναν ολόκληρο χρόνο, μεταφέροντας τις συνεντεύξεις και τις εμπειρίες του Μιχάλη στο laptop. Πίστευα ακράδαντα ότι όπως είχαν συγκλονίσει εμένα έτσι θα συγκλόνιζαν και όλο τον κόσμο. Πάντως, χρειάστηκε αρκετός χρόνος για να με εμπιστευτεί και να τον πείσω να μιλήσω για τα πιο προσωπικά του θέματα».
– Ποια ήταν η διαδικασία; Ήταν εύκολη;
«Η διαδικασία δεν ήταν ιδιαίτερα εύκολη αλλά είχε σίγουρα μεγάλο ενδιαφέρον. Εκτός από τις συναντήσεις με τον Μιχάλη αποφάσισα να διεισδύσω περισσότερο στον κόσμο των αόρατων ανθρώπων, οπότε επισκέφτηκα πολλές ομάδες αλληλλεγγύης για μοίρασμα φαγητού το βράδυ στο Μεταξουργείο, στα στέκια των ναρκομανών και των αστέγων. Ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία για εμένα. Με προβλημάτισε, με σόκαρε, αλλά είδα από κοντά τη βαθιά ανάγκη αυτών των ανθρώπων κυρίως για επαφή, κουβέντα και όχι για ένα πιάτο φαγητό. Επισκέφθηκα και το στέκι των σεξεργατών, την Red Umbrella, όπου συνομίλησα με σεξεργάτριες και διαπίστωσα ότι είναι εργαζόμενες γυναίκες με παιδιά και καθημερινά προβλήματα , ανάγκες και επιθυμίες, όπως όλοι μας».
– Γιατί μια τόσο καλή περίπτωση όπως ο Μιχάλης Σαμόλης δεν επιλέγει να βγει μια κανονική εργασία και να μπει πάλι στον κοινωνικό ιστό;
«Πλέον είναι 67 ετών και δεν είναι εύκολο να προσληφθεί σε αυτή την ηλικία. Όπως έχει δηλώσει όμως και ίδιος παλαιότερα ‘Το 2013 πέθανα και ξαναγεννήθηκα. Στην Ελλάδα της κρίσης, ήμουν ένας άνθρωπος της διπλανής πόρτας, όμως τα έχασα όλα και βρέθηκα στον δρόμο. Εκεί ανακάλυψα τον νέο σκοπό της ζωής μου για τον οποίο έχω έρθει σε αυτόν τον κόσμο’. Η αποστολή του είναι να ευαισθητοποιεί και κινητοποιεί τα παιδιά και όλον τον κόσμο για τη σκοτεινή πλευρά της Αθήνας (ναρκωτικά, πορνεία, αστεγία) προκειμένου να αποφύγουν αυτά τα μονοπάτια αλλά και σε περίπτωση που παραστρατήσουν να μάθουν όλες τις πηγές και δομές για να ζητήσουν βοήθεια. Και μάλιστα δηλώνει ευτυχισμένος, παρόλα που έχει ζει στον ξενώνα αστέγων και τα χρήματα που κερδίζει είναι ελάχιστα».
– Πιστεύεις ότι η δράση των αόρατων ανθρώπων, της σχεδίας, κ.ά. έχουν αλλάξει κάποια δεδομένα στη συνείδηση του κόσμου γι΄αυτή την κατηγορία ανθρώπων;
«Ναι, έχουν αλλάξει κάποια δεδομένα στη συνείδηση του κόσμου, αλλά όχι σε πολλούς. Πρέπει να γίνουν και άλλες προσπάθειες από την Πολιτεία, τις ΜΚΟ και εμάς τους ίδιους ώστε να πέσουν τα στερεότυπα και αντιμετωπίζουμε τους αόρατους ανθρώπους ισότιμα. Να μην αποστρέφει η κοινωνία το βλέμμα της και να ασχολείται μαζί τους με ειλικρίνεια και συνέπεια».
– Τι θα μπορούσαν να κάνουν οι επιχειρήσεις και γενικά ο ιδιωτικός τομέας γι’ αυτούς τους συνανθρώπους μας;
«Υπάρχει ένα πρόγραμμα της Πολιτείας που συνεργάζεται με επιχειρήσεις έτσι ώστε να προσλαμβάνουν για ένα διάστημα άστεγους. Δυστυχώς όμως τις περισσότερες φορές όταν λήγει το πρόγραμμα οι επιχειρηματίες δεν ανανεώνουν τις συμβάσεις και οι πρώην άστεγοι μένουν άνεργοι και σε πολλές περιπτώσεις ξανά στον δρόμο. Οπότε θα μπορούσαν να τους δώσουν μια ευκαιρία και να δείξουν τον ανθρώπινο χαρακτήρα τους σε μεγαλύτερο βαθμό, αξιοποιώντας τους σε εργασιακές θέσεις σε μόνιμη βάση. Ίσως να δίνονται μεγαλύτερα κίνητρα τους επιχειρηματίες για να τους προσλαμβάνουν για μεγαλύτερο διάστημα.
Επιπλέον, θα μπορούσαν οι πολυεθνικές και μικρότερες εταιρείες στο πλαίσιο της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης να προσφέρουν σε αυτή την κατηγορία ανθρώπων, πέραν της εργασίας, ψυχολογική υποστήριξη, συναντήσεις και ενημέρωση των εργαζομένων για τους αόρατους έτσι ώστε να αλλάξει σιγά σιγά η νοοτροπία και τα στερεότυπα της κοινωνίας μας».
Τόνια Τσακίρη, Αόρατοι άνθρωποι, μαθήματα ζωής από τον Μιχάλη Σαμόλη, εκδ.Παπαδόπουλος