του Θόδωρου Σούμα
Όταν βλέπουμε ελληνικό φιλμ που να αξίζει τον κόπο να το φτιάξεις ή να το δεις, χαίρομαι ως Έλληνας κριτικός και ως πρώην σκηνοθέτης. Λοιπόν, αξίζει να δείτε το «Καλοκαίρι της Κάρμεν», μιας γλυκιάς σκυλίτσας με καλή ανθρώπινη παρέα, που περνάει από χέρια σε άλλα χέρια, δηλαδή σε άλλα αφεντικά. Ο κεντρικός ήρωας Δημοσθένης είναι ένας καλοπροαίρετος, γκέι, μεγαλόσωμος και τριχωτός τύπος που δεν γνωρίζει – ακόμη – πολύ καλά τον εαυτό του. Ο λεπτεπίλεπτος φίλος του Νικήτας, διαυγής γκέι σκηνοθέτης και ηθοποιός, και η Κάρμεν διαγράφουν περίπου παρόμοιες διαδρομές με αυτόν. Οι δυο φίλοι (τονίζω όχι εραστές) αποφασίζουν να γράψουν ένα σενάριο και να το σκηνοθετήσουν, για το τι συνέβηκε στη ζωή τους, ιδιαίτερα στη ζωή του Δημοσθένη, ένα περασμένο καλοκαίρι, με συμπρωταγωνίστρια τη σκυλίτσα· πηγαινοέρχονταν από αγκαλιά σε αγκαλιά και από παρέα σε παρέα. Ο σκηνοθέτης όμως μένει αφοσιωμένος στην κατασκευή του σεναρίου της ταινίας του, που το προορίζει σε έναν Ισπανό παραγωγό που θα το χρηματοδοτήσει.
Το project αυτό θα ήταν καλοκαιρινό, ελληνικό, queer, χαριτωμένο, αστείο και φρέσκο, μια queer rom com, μια δροσερή, θαλασσινή ρομαντική κομεντί, όπως αυτή που παρακολουθούμε φτιαγμένη από τον Ζ.Μαυροειδή… Με φτιαξιά και ίντριγκες μπουλβάρ έργου (théâtre du boulevard), γεμάτου μπερδέματα, παρεξηγήσεις, αστεία, ερωτικά τρίγωνα, εναλλαγές ρόλων, τολμηρές σκαμπρόζικες εικόνες και κωμικούς τόνους! Επίσης, το «Καλοκαίρι της Κάρμεν» έχει έξυπνους, καλά δουλεμένους και σαρκαστικούς διαλόγους.
Ευχόμαστε το επόμενο, το τέταρτο μεγάλου μήκους φιλμ του Ζ.Μαυροειδή να έχει ακόμη περισσότερα οικουμενικά στοιχεία που να αγγίζουν όλους τους θεατές, που να μιλούν κατευθείαν στους γκέι, στους straights, στους non binary και σε όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως φύλου και φυλής, σεξουαλικού προσανατολισμού και κοινωνικής κι επαγγελματικής ομάδας και υπαρξιακής οντότητας.
Όταν θέλω να διαπιστώσω εάν μια queer ταινία είναι πραγματικά ενδιαφέρουσα, υιοθετώ ένα κάπως σχηματικό τέχνασμα: Μετατρέπω με το μυαλό μου τα πρόσωπα σε ετεροφυλόφιλους και τσεκάρω εάν έχουν ενδιαφέρον τοιουτοτρόπως. Γνωρίζω πως η ομοφυλοφιλική, τρανς ή non binary ψυχοσεξουαλική κατάσταση περικλείει περισσότερη ένταση και συναφείς αντιθέσεις στην Ελλάδα από ό,τι οι ετεροφυλοφιλικές σχέσεις και άρα η ιδιομορφία της ομοφυλοφιλικής σχέσης φορτίζει περισσότερο την ανθρώπινη συνθήκη με όλες τις κοινωνικές, ακόμη και τις ηθικές παραμέτρους και αντιφάσεις της.
H ταινία του Ζαχαρία Μαυροειδή εκφράζει πολλές διαστάσεις και αντιφάσεις της ομοφυλοφιλικής ή μη, κατάστασης, τις αναζητήσεις, τις επιθυμίες, τις ζήλιες, τις φιλίες και συνεργασίες, τους ανταγωνισμούς, τις απογοητεύσεις, τις αντινομίες, τις προσδοκίες, τις διαψεύσεις, τα όνειρα, τον έρωτα, την αγάπη και τα πικαρίσματα των ανθρώπων κάθε φυλής, κάθε φύλου, κάθε είδους ψυχοσεξουαλικής ταυτότητας και κάθε κοινωνικής τάξης. Ο Μαυροειδής περικυκλώνει τους τρεις κεντρικούς χαρακτήρες του, δύο φίλους και δύο πρώην εραστές, με ψυχογραφική σπουδή, με γνώση της ψυχολογίας του έρωτα, με μέριμνα για το ψυχογράφημα των τριών ομοφυλόφιλων κεντρικών χαρακτήρων του. Ζωγραφίζει με ιμπρεσιονιστικές εκφραστικές πινελιές στην ακρογιαλιά, κάτω από τις ζεστές θερινές ηλιαχτίδες στις βραχώδεις ακτές ενός νησιού του Αιγαίου, στο Καστελόριζο· είτε μέσα στα διαμερίσματα των ηρώων του, ανάμεσα στα οποία παίζει βασικό ρόλο το σπίτι των γονιών του Δημοσθένη, που δεν τον αποδέχτηκαν γι’ αυτό που είναι καθόλου εύκολα.
Ο Ζ.Μαυροειδής φτιάχνει με την τρίτη και καλύτερη ταινία του μια γλυκιά, τρυφερή, αστεία κι αυτοσαρκαστική ταινία, ενίοτε κάπως κυνική κι «υλιστική», μα στο βάθος πολύ ανθρώπινη και ρομαντική κομεντί, με τα πάνω και στα κάτω στο κέφι στην ευδιαθεσία, την ειρωνεία ή αντίστροφα στη θλίψη, στην πίκρα και την αναπόφευκτη απογοήτευση από τις δυσκολίες της ζωής, που συνοδεύουν την καθημερινότητα και τις ζωές όλων μας.
Το πρώτο του φιλμ, «Ο ξεναγός» (2011) ήταν μια απλή, χαριτωμένη, ανάλαφρη ταινία πάνω σε μια ομάδα τουριστών με τον ξεναγό τους, τον κεντρικό ήρωα. Το δεύτερο φιλμ του Μαυροειδή, «Ο απόστρατος» (2019) ήταν πιο στιβαρό από δραματουργική και μυθοπλαστική άποψη. Το τρίτο φιλμ, «Το καλοκαίρι της Κάρμεν» είναι σαφώς πιο προχωρημένο αφηγηματικά-μυθοπλαστικά, με την έννοια πως η αφήγησή του είναι πιο σύνθετη και κινείται πίσω μπρος στον χρονολογικό αφηγηματικό άξονα, χάρη στις παλινδρομικές αφηγηματικές κινήσεις του στο παρελθόν και ξανά στο παρόν των ηρώων και πάλι πίσω στο προηγούμενο καλοκαίρι όπου ξετυλίγεται το υλικό ζωής της ιστορίας και όπου διαδραματίζεται το σενάριο που γράφουν οι δυο φίλοι. Σήμερα επεξεργάζονται το τότε ώστε να διαμορφώσουν το λουσμένο στην ατμόσφαιρα της χαρμολύπης, σενάριο του αυριανού φιλμ τους…