Συζητούν: Μαρία Τοπάλη-Νίκη Κωνσταντίνου Σγουρού
Η Μαρία στη Νίκη:
Είναι αλήθεια ότι τα σκίτσα αυτού του βιβλίου, ιδίως η πρώτη εκδοχή, πριν το φιλμ που κέρδισε το Όσκαρ και οδήγησε στη δεύτερη, την πιο έγχρωμη και λαμπερή έκδοση, είναι παραπάνω από ωραία και σε κερδίζουν με την πρώτη. Είναι τόσο ωραία, ώστε τα λόγια είτε περιττεύουν, είτε δυσκολεύονται να ακολουθήσουν. Πάντως, σίγουρα τα λόγια δεν έχουν την πρωτοκαθεδρία.
Είναι, επίσης, τυπικό δείγμα παιδικού βιβλίου που κλίνει προς το άχρονο έργο τέχνης: θαυμάσιο σκίτσο, ελλειπτικός, ποιητικός λόγος- και ας είμαι γενικά καχύποπτη με τα «ποιητικά» βιβλία για παιδιά. Όταν, δε, αυτό το βιβλίο με τους τέσσερις πρωταγωνιστές, το αγόρι, τον τυφλοπόντικα, την αλεπού και το άλογο, γίνεται φιλμ κινούμενων σχεδίων, η υπόθεση εξελίσσεται σε ένα μίνι-Gesamtkunstwerk, που δρέπει δίκαια οσκαρικές δάφνες.
Είναι σίγουρα ένα βιβλίο που δεν φοβάται να παραδεχτεί ότι ο φόβος, η μοναξιά, η θλίψη, η μελαγχολία απειλούν καμιά φορά τις ειρηνικές ζωές μας με τρόπο καταλυτικό. Ίσως είναι ένα βιβλίο που εγγράφεται στην αφηγηματική παράδοση του Μικρού Πρίγκιπα. Θα μπορούσα κάλλιστα να το φανταστώ ως μια ιστορία από το ευρύτερο σύμπαν του Μικρού Πρίγκιπα και του Σαιντ-Εξυπερύ, με έντονη όμως βρετανική επίγευση. Κι έτσι, μολονότι πρωταγωνιστεί το «αγόρι», δηλαδή ένα παιδί, όλοι αναγνωρίζουμε εύκολα το παιδί μέσα στην καθεμιά και τον καθένα μας. Υπό αυτή την έννοια, κάλλιστα μπορώ να φανταστώ έναν/μία ενήλικα να το κάνει δώρο σε μία/έναν άλλη/ο ενήλικα.
Ο αγαπημένος μου από τους τέσσερεις πρωταγωνιστές είναι ο τυφλοπόντικας. Πρώτα απ’ όλα, είναι ο πρώτος κατά σειρά που εμφανίζεται και γίνεται ντουέτο με το αγόρι. Στο εξής έχουμε την αίσθηση ότι οι δυο τους είναι αχώριστο ζευγάρι και ότι το αγόρι δεν θα είναι ποτέ πια μόνο του, όσο υπάρχει ο τυφλοπόντικας. Ο οποίος, από την άλλη, είναι εκνευριστικά προσηλωμένος στην ιδέα του γλυκού. Σαν να θέλει να σνομπάρει τις μεγάλες ιδέες και τα μεγάλα έργα. Σε κάθε παρέα υπάρχουν αυτοί οι τύποι, που υπενθυμίζουν τις ανάγκες του σώματος και τις ηδονές των αισθήσεων. Θα πρέπει να τους είμαστε ευγνώμονες.
Η αλεπού πάλι, είναι ζόρικος τύπος, ευαίσθητη, εύθραυστη. Είναι η βασίλισα του συναισθήματος. Σε μια τετάρτη τάξη δημοτικού σχολείου που είχα την ευκαιρία να συζητήσω το βιβλίο, και πρότεινα στα παιδιά να διαλέξουν ρόλους, κανένα, ούτε ένα, δεν διάλεξε τον ρόλο της αλεπούς. Όμως, ήταν όλα τους πολύ πρόθυμα να υποδείξουν αλεπούδες ανάμεσα στους συμμαθητές τους! Εκεί κατάλαβα πόσο δυνατή είναι η χρήση του αρχετύπου, και με πόση προσοχή και επίγνωση γίνεται αυτό από τον δημιουργό του έργου. Θέλω να πω ότι η συγκεκριμένη αλεπού της παρέας των τεσσάρων κινείται εκ προοιμίου μέσα στο έντονα χαραγμένο αρχετυπικό σχήμα που είχαν τα παιδιά για την αλεπού. Πονηρή, γοητευτική, επικίνδυνη. Όμως η αλεπού δίνει στην ομάδα την μοναδική χημεία της.
Δεν θα πω κάτι για το αγόρι και το άλογο- είναι τα δυο πιο ανθρώπινα και πιο αναμενόμενα στις αντιδράσεις τους «πρόσωπα». Όλη η δουλειά σε αυτή την ιστορία γίνεται με το σκίτσο, κατά βάση ασπρόμαυρο, που χρωματίζεται πού και πού μονάχα, υπογραμμίζοντας τη μαγεία της ζωής, της φύσης, της ίδιας της ιστορίας που κυλά. Απλό σκίτσο, απλή δραματουργία, απλές αφηγηματικές γεωμετρίες- γιατί όχι; Απλά αλλά καθόλου απλοϊκά είναι τα πράγματα. Από την πρώτη σελίδα, έχω την αίσθηση μιας σκληρής μάχης με τον φόβο και τη μελαγχολία, κι ας μην υπάρχει στην ιστορία τίποτε φαινομενικά τρομαχτικό. Γρήγορα καταλαβαίνουμε πως είναι ένα βιβλίο προορισμένο να ανακουφίσει, να παρηγορήσει. Ίσως μια άλλη παράδοση στην οποία θα μπορούσε να εγγραφεί το βιβλίο αυτό να είναι οι θρησκευτικές παραβολές. Η ένταση είναι μέσα στις ψυχές και ξέρουμε, χωρίς πουθενά να λέγεται, ότι οι τέσσερεις φίλοι κουβαλούν τα φορτία τους από πριν. Όταν συναντιούνται, είναι ήδη τραυματισμένοι και κουρασμένοι. Αποζητούν ο ένας τους άλλους για να παρηγορηθούν, να διασκεδάσουν, να χορτάσουν συντροφικότητα και αγάπη. Την αγάπη, τη νιώθουμε να σπέρνεται και να φυτρώνει, να αναπτύσσεται λίγο παραπάνω σε κάθε σελίδα. Στο τέλος του βιβλίου, νιώθουμε ότι η αγάπη είναι πλέον δυνατή και δεν θα τη νικήσουν η κούραση και οι σκιές. Την έχουν θρέψει οι σελίδες που προηγήθηκαν. Και πάλι, τίποτε από αυτά δεν λέγεται ρητά. Αλλά είναι σαν να απηχείται μέσα σε αυτούς τους απλούστατους, σχεδόν συνθηματικούς διαλόγους και σε φράσεις όπως «Εμείς πάντως σ΄αγαπάμε είτε μπορείς να πετάξεις είτε όχι».
Η Νίκη στη Μαρία:
Θα ξεκινήσω με κάτι γλυκό και αστείο. Δεν μπορούσα να μην συνδέσω την προσήλωση του τυφλοπόντικα στην ιδέα του γλυκού με εσένα. Τον τρόπο που ορίζεις τον χειμώνα με την πάστα κάστανο και τα νόστιμα κέικ που έχουμε μοιραστεί καταστρώνοντας τα κοινά μας σχέδια και τον προγραμματισμό αυτής της διαλογικής στήλης. Βύσσινο πάνω στο ψημένο τσιζ-κέικ. Ο τυφλοπόντικας δίνει μια απλή συνταγή που πάντα πιάνει: αν δεν τα καταφέρεις στην αρχή, φάε λίγο γλυκό. Ή όπως μου είπε πρόσφατα ένας φίλος: κάνε ένα βήμα πίσω και πιες ένα φλιτζάνι τσάι. Ο τυφλοπόντικας παίρνει δύο νόστιμα γλυκά για το αγόρι και τα μασουλάει ο ίδιος. Δεν του δίνει τίποτα, αλλά η φροντίδα δεν χάνεται. Τα ψίχουλα του φαγωμένου γλυκού γίνονται χιούμορ και οικειότητα. Πονηρό βλέμμα και στραβό χαμόγελο. Η συμβουλή πάντως πάντα πιάνει.
Και τι είναι αυτό το βιβλίο; Είναι ένα βιβλίο συμβουλών; Ένα viral παιδικό βιβλίο που χαρίζουν οι ενήλικες ο ένας στον άλλον και η μία στην άλλη; Ένα πανέμορφο βιβλίο με αρκετά χειροποίητη αισθητική, σκίτσα προσχέδια, λεκέδες από τσάι με μικρές αφαιρετικές και ποιητικές σοφίες μέσα; Με ζωάκια-σύμβολα και ένα μικρό αγόρι που μιλάει στο παιδί που όλες μας έχουμε υπάρξει, κουβαλάμε και διαρκώς επιχειρούμε να θεραπεύσουμε; Μάλλον ναι. Μάλλον είναι όλα τα παραπάνω. Και ίσως σε κάποιες σελίδες να μου θυμίζει περισσότερο βιβλίο αυτοβελτίωσης από όσο θα ήθελα. Μου λείπει η ιστορία. Μια ιστορία σαν αυτή που με απόλυτη μαγεία, σαν κόλλα, συνδέει τους σταθμούς του ταξιδιού στον Μικρό Πρίγκιπα. Μου λείπει η πραγματικότητα του ταξιδιού και η ένταση της φωνής της αλεπούς. Ωστόσο οι μικρές σοφίες που λέγονται, οι συμβουλές που δίνονται είναι πραγματικά σπουδαίες μέσα σε αυτή την απλότητά τους. Μοιάζουν αυτονόητες, αλλά (μάλλον) δεν είναι. Και η αγάπη πράγματι φυτρώνει σαν μονοπάτι θεραπευτικό που κατευθύνει κάπου και προστατεύει μέσα στις απρόβλεπτες αλλαγές του καιρού. Μια λιακάδα και μια χιονάκι απαλό και παγωμένο.
Με προβλημάτισε λιγάκι στην ελληνική έκδοση η επιλογή της γραμματοσειράς, η οποία προσπαθεί να μιμηθεί τον γραφικό χαρακτήρα του πρωτότυπου, αλλά παραείναι τυποποιημένη και κάπως δυσανάγνωστη ταυτόχρονα. Τα γράμματα είναι ευθυγραμμισμένα, έχουν παντού το ίδιο πάχος και έρχονται σε αντίθεση με τις πολλαπλές υφές του σκίτσου. Μου έλειψαν λίγο οι διστακτικές γραμμές και οι δειλές μουτζούρες που θα χωρούσαν ανάμεσα στα λόγια των ηρώων και θα έδιναν μια αίσθηση ακόμα πιο απλή, λιγότερο βαρυσήμαντη και έτσι πιο κυματιστή, σαν να κοιτάς διαγώνια ένα προσωπικό ημερολόγιο. Γράμματα σαν μυρωδιά κέικ, πασπαλισμένα με άχνη.
Κρατάω όμως από το βιβλίο με βεβαιότητα την αίσθηση πως γενναιότητα είναι να ζητάς βοήθεια. Το μαθαίνουμε όλες μας καθημερινά. Και όταν το ξεχνάμε με κάποιον τρόπο πρέπει να το θυμόμαστε πάλι. Να το κληροδοτούμε στα μικρότερα παιδιά, να το κανονικοποιούμε. Το αγόρι, ο τυφλοπόντικας, η αλεπού και το άλογο είναι μια χρήσιμη υπενθύμιση για τις μέρες που αναρωτιόμαστε ή χρειαζόμαστε ένα γλυκό και δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει.
Και, το ίδιο:
«Η ιστορία ζωντανεύει», 2023