της Κατερίνας Κωστίου
«Η αλήθεια και η αιωνιότητα δεν απαντώνται, ενσαρκώνονται σε μορφές.» Η παραπάνω σημαίνουσα και πυκνή φράση του ζωγράφου Χρήστου Μποκόρου έρχεται αναπόφευκτα στο νου του θεατή/αναγνώστη του έργου του Μάνου Ποντικάκη «Κόκκινη κλωστή δεμένη», που εκτίθεται στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων στο πλαίσιο της έκθεσης «Η αποκατάσταση της αισιοδοξίας». Καλοστημένη έκθεση, που σημαίνει γόνιμος διάλογος 49 καλλιτεχνών των μόνιμων συλλογών με 18 σύγχρονους καλλιτέχνες, στο πλαίσιο των επετειακών δράσεων του Δήμου Αθηναίων «1974 & 1944: Η Αθήνα γιορτάζει την Ελευθερία της».
Το έργο του Μάνου Ποντικάκη επιβάλλεται στον χώρο όχι λόγω των διαστάσεών του, αλλά χάρη στο γνωστό από άλλες του γλυπτικές καταθέσεις χαρακτηριστικό της ποιητικής του: την προσληπτική ένταση των μορφών του. Στην προσπάθειά του να απαντήσει στο ερώτημα «Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της σημερινής δημοκρατίας;» ο Ποντικάκης για άλλη μια φορά καταφεύγει στον μύθο, σταθερό όχημα του καλλιτεχνικού κοσμοειδώλου του. Τα τέσσερα βασικά προσωπεία, ο Ζήλος, η Βία, η Νίκη και το Κράτος, παιδιά του Τιτάνα Πάλλαντα, θεού του πολέμου, και της Στυγός, σύμφωνα με τη μυθολογία, ορθώνονται πάλλευκα πάνω σε λευκούς κίονες. Στη βάση τους, ένα «γήινο» βάθρο, βρίσκονται δεμένες με κόκκινο σχοινί τέσσερις «λερωμένες» λευκές ακρωτηριασμένες ή και σπαραγμένες ανδρικές και γυναικείες κούκλες βιτρίνας και ανάμεσά τους άτακτα τοποθετημένα τα μέλη τους, χέρια και πόδια. «Από το απ-εικονίζω (που είναι μια υλοποίηση απλώς του οράν) στο εικονίζω (που είναι μια μετατροπή του αισθάνεσθαι σε εικόνα) βρίσκεται όλη η διαφορά», παρατηρεί ο Οδυσσέας Ελύτης (Εν λευκώ, Ίκαρος, Αθήνα 1992, σ. 212). Η εξεικόνιση αφηρημένων εννοιών στην τέχνη είναι ένα δύσκολο στοίχημα που καλείται να κερδίσει ο καλλιτέχνης. Η μετατροπή των τεσσάρων αφηρημένων μορφών της μυθολογίας σε προσωπεία με έκτυπα τα χαρακτηριστικά που ο συμβολισμός του ονόματός τους υπαγορεύει, από τον Μάνο Ποντικάκη, προσθέτει τέσσερις διαχρονικούς «τύπους» στη γλυπτική πινακοθήκη όχι μόνον του συγκεκριμένου καλλιτέχνη αλλά και της σύγχρονης γλυπτικής. Εννοώ, πως δύσκολα θα μπορεί, από εδώ και στο εξής, να προσωποποιήσει κανείς π.χ. τη Νίκη, χωρίς να συνανασύρει την ιαχή της άγριας ηδονής (ή μήπως και οδύνης;) που αποτυπώνεται στο προσωπείο της, όπως το συνέλαβε η ποιητική ευαισθησία και το μετουσίωσε η καλλιτεχνική δεξιοτεχνία του Ποντικάκη. Η συνύπαρξη των τεσσάρων αδελφών δημιουργεί ένα δίχτυ συσχετισμών όπου εγγράφεται διαχρονικά, η νομοτελειακή, καταπώς φαίνεται, διαδρομή της ανθρώπινης περιπέτειας έως τη σημερινή σπαραγμένη εποχή μας. Ο ζήλος συνιστά την ωστική δύναμη και την προϋπόθεση κάθε ανθρώπινης πράξης. Στόχος είναι η νίκη, η οποία δεν είναι άμοιρη βίας, ιδίως όταν η δράση (άρα και η εννοημάτωσή της) αφορά το επίπεδο του Κράτους. Η εκφραστική δύναμη των μορφών πετυχαίνεται μέσω της γλυπτικής φόρμας που με λιτό τρόπο– η συνοφρύωση του Κράτους, το βγαλμένο μάτι και η ρωγμή στο κεφάλι της Βίας, το σαρδόνιο χαμόγελο του Ζήλου, η κραυγή της Νίκης–υποστασιώνει τον συμβολισμό. Οι ακρωτηριασμένες κούκλες της βάσης και τα κομμένα μέλη δείχνουν «αυτούς που κοιμήθηκαν κάτω από τη σκάλα», όπως θάλεγε ο Σεφέρης, ή παραπέμπουν στα «Ανδρείκελα» του Καρυωτάκη; Από μόνη της η κούκλα που αιωρείται μεταξύ πραγματικότητας και βιτρίνας, κληροδοτημένη από την Commedia dell’ Arte, έχει μακρά διαδρομή σε όλες τις εκφάνσεις της τέχνης. Στην προκειμένη περίπτωση ο θεατής/αναγνώστης δεν αιωρείται ούτε στιγμή στην αβέβαιη περιοχή του φανταστικού: οι κούκλες του Ποντικάκη υπερβαίνουν την αλληγορική τους λειτουργία και επιβάλλουν την πολυσημία των ερμηνευτικών δυνατοτήτων τους. Ακρωτηριασμένες σε επίπεδο κυριολεξίας και μεταφοράς, οι σπαραγμένες κούκλες βιτρίνας κείτονται εκεί ανήμπορες και άψυχες, «σώματα που ήταν μια φορά». Οι άξονες που δημιουργούν τα πόδια και τα χέρια, τα οποία κείτονται δίπλα στα ακρωτηριασμένα σώματα, δημιουργούν την αίσθηση κάποιας «κίνησης», που έρχεται σε αντίθεση με την ακινησία των κορμών και το ομοιόμορφα ανέκφραστο των προσώπων, που υπαινίσσεται την αδυναμία όρασης και άρα αντίληψης και επιτείνει «τη φρίκη του έτοιμου». Να παραπέμπει ο διαμελισμός και η ένταση των μελών σε μάχες που δόθηκαν και χάθηκαν; Οι κούκλες είναι καλά δεμένες (5 γύρους) με κόκκινο σχοινί. Είναι το σχοινί τα δεσμά της Ιστορίας που τελικά εξουθενώνει το άτομο και το καταδικάζει στην απραξία, υπονομεύοντας κάθε προσπάθεια για ελευθερία και δημοκρατία; Το κόκκινο χρώμα του σχοινιού συμβολίζει το αίμα που έχει χυθεί για έναν αγώνα εκ προοιμίου χαμένο; Ασφαλώς, ο προσφυής τίτλος «κόκκινη κλωστή δεμένη» παραπέμπει στον κόσμο του παραμυθιού, όπως και η κούκλα: ο τίτλος εγγράφει την έννοια της σημερινής δημοκρατίας στον χώρο του παραμυθιού. Το αρχικό ερώτημα του καλλιτέχνη «ποια είναι τα συστατικά στοιχεία της σημερινής δημοκρατίας;» έχει απαντηθεί μέσα από την ειρωνική αντίστιξη που διαπερνά τη σύνθεση από τον τίτλο ως τις επιμέρους επιτελεστικές λειτουργίες. Η λευκότητα της σύνθεσης ανασύρει εκ του αντιθέτου «το κλέος της αρχαιότητας» στη χώρα «όπου γεννήθηκε η δημοκρατία». Μιας δημοκρατίας που είναι αδύνατον να «αποκατασταθεί», αφού κάθε προσπάθεια (Ζήλος), σε επίπεδο συλλογικό (Κράτος), ακόμη και όταν προσωρινά πετύχει (Νίκη), είναι εκ προοιμίου υπονομευμένη, καθώς βασίζεται στα όπλα και την αιματοχυσία (Βία). Στην εποχή του τέλους του Ανθρωπισμού, όπου «ο άνθρωπος κατάντησε κι αυτός πραμάτεια», ο Ποντικάκης στρέφεται στην τέχνη, την «εν έργω εγκατάσταση της αλήθειας», όπως την αποκαλούσε ο Maurice Blanchot, αναζητώντας τη «λύτρωση» που μόνο η τέχνη ξέρει να προσφέρει με την ανάταση που της έστω ομοιοπαθητικής της δύναμης.
Εύλογα η γλυπτική σύνθεση του Ποντικάκη εγκαταστάθηκε στο μέρος εκείνο της αίθουσας που επιγράφεται «ΒΙΑ», αφού το προσωπείο της Βίας κυριαρχεί στην ερμηνευτική πρόσληψη της σύνθεσης, όπως άλλωστε και στην εποχή μας σε όλα τα επίπεδα. Η μόνη χαραμάδα αισιοδοξίας είναι το εμβληματικό ποίημα «Αντισταθείτε» του Μιχάλη Κατσαρού τοποθετημένο στον τοίχο δίπλα στη σύνθεση. Δίπλα στο έντυπο ποίημα υπάρχει και ένα χειρόγραφο απόσπασμα. Η μοναδικότητα του εξατομικευμένου ανθρώπινου αποτυπώματος φορτίζει ακόμη περισσότερο την ένταση της ενέργειας που εκλύεται από τη συνομιλία ποίησης, μύθου και γλυπτικής:
Αντισταθείτε πάλι σ’ όλους αυτούς που λέγονται μεγάλοι
σ’ όλους που γράφουν λόγους για την εποχή
δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα
στις κολακείες τις ευχές στις τόσες υποκλίσεις
από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό αρχηγό τους…
… Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την Ελευθερία.