“Η Ελένα Ξέρει” (της Ξένιας Μουστάκα)

0
195
Φωτό από την ομώνυμη ταινία του Netflix.

 

 

της Ξένιας Μουστάκα

 

Ναι, είναι ένα νουάρ. Από την Πινιέιρο περιμένεις πλέον ένα νουάρ. Το έχω γράψει κι άλλοτε. Αυτό είναι ένα νουάρ χωρίς φόνο. Φόνος δεν υπάρχει. Τουλάχιστον επίσημα βάσει της αστυνομικής έρευνας. Η Ρίτα αυτοκτόνησε. Εξάλλου, πέρασε καιρός. Η μητέρα της, όμως, η Ελένα, ξέρει. Η Ρίτα δεν αυτοκτόνησε. Δεν μπορεί να αυτοκτόνησε. Βρέθηκε κρεμασμένη στο καμπαναριό μιας εκκλησίας, αλλά το βράδυ του θανάτου της έβρεχε καταρρακτωδώς και η Ρίτα ποτέ δεν πήγαινε σε εκκλησίες όταν έβρεχε εξαιτίας ενός παιδικού τραύματος. Πολλά τραύματα στο σώμα και την ψυχή! Η τσακισμένη Ελένα αδυνατεί να ψάξει τον δολοφόνο, όπως πιστεύει, της κόρης της. Το σώμα της δεν την βοηθά. Θα ταξιδέψει ως την άλλη άκρη της πόλης και θα ψάξει να βρει την Ισαμπέλ που χρωστά χάρη στη Ρίτα, καθώς κάποτε, όπως πιστεύει, την είχε ευεργετήσει εξαναγκάζοντάς την -ο εξαναγκασμός έχει σημασία!- να μην κάνει άμβλωση, και θα της ζητήσει να εργαλειοποιήσει το σώμα της, να κάνει εκείνη την έρευνα που η Ελένα αδυνατεί. Το κουβάρι θα αρχίσει να ξεδιπλώνεται και η επίσκεψη αυτή, η συζήτηση μεταξύ της Ελένας και της Ισαμπέλ, θα είναι καθοριστική.

Τρεις κεντρικοί νοηματικοί άξονες διατρέχουν άλλο ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο της Κλαούδια Πινιέιρο: Η εκφυλιστική νόσος που λειτουργεί ως πρίσμα διαμέσου του οποίου βιώνεται κι ερμηνεύεται η ζωή, η αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος και το δικαίωμα στην άμβλωση σε μια χώρα στην οποία κατά την περίοδο της συγγραφής του βιβλίου αυτού  ήταν παράνομη, η αγκυλωτική, συμπλεγματική, εξαρτητική ενίοτε σχέση μάνας και κόρης. Παράλληλα, εξακτινώνονται δευτερεύοντα θέματα, όπως ακριβώς μας έχει συνηθίσει η συγγραφέας.

Η κεντρική ηρωίδα, η Ελένα, πάσχει από Πάρκινσον πλας, μια εκφυλιστική ασθένεια που προκαλεί νέκρωση του νευρικού συστήματος, μειωμένη κινητικότητα και εν τέλει πλήρη παράλυση του σώματος. Η ποιότητα ζωής του ασθενούς επιδεινώνεται ραγδαία. Η Ελένα είναι υποχρεωμένη να ακολουθεί μια καθημερινή ρουτίνα, για να μπορέσει να εκτελέσει πολύ απλές κινήσεις, τόσο δεδομένες για ανθρώπους που δεν πάσχουν. Η αγωγή της, η λεβοντόπα (τρία χάπια την ημέρα, όσα και τα κεφάλαια του βιβλίου), της επιτρέπει να κινείται στο χρονικό διάστημα που διαρκεί η επίδραση του φαρμάκου. Έτσι, υποχρεώνεται να χρονομετρά τη ζωή της σαν ο χρόνος να περνά μέσα από μια κλεψύδρα. Όμως θέλει να ζήσει. Όχι μόνο για να εντοπίσει τον δολοφόνο της κόρης της. Θέλει ούτως ή άλλως να ζήσει, γι’ αυτό υπέμεινε τη γραφειοκρατία των ασφαλιστικών ταμείων σε ένα σύστημα που ιδιωτικοποιείται ταχύτατα, απόρροια της πιο σκληρής κι αδυσώπητης όψης του καπιταλισμού, γι’ αυτό «κρέμεται» από τη Ρίτα, ακόμη και μετά τον θάνατό της, αφού αποκτά κίνητρο ζωής μέσω της έρευνας της υπόθεσης θανάτου της.

Η Ισαμπέλ είναι ίσως το πιο τραγικό πρόσωπο της ιστορίας. Αυτή πάσχει πράγματι, κατά το πρότυπο της αρχαίας τραγωδίας, χωρίς να φταίει. Η Ισαμπέλ υποχρεώθηκε να μην κάνει άμβλωση, υποχρεώθηκε να μεγαλώσει το παιδί της σε έναν γάμο, να υπακούσει χιλιάδες κοινωνικές και θρησκευτικές αρτηριοσκληρωτικές συμβάσεις, να ζήσει μέσα σε μια βιτρίνα ευτυχισμένης ζωής, να ευχηθεί χιλιάδες φορές να μην είχαν γίνει έτσι τα πράγματα, να ευχηθεί να πληρώσει το κρίμα της δικής της πεταμένης ζωής το άτομο που με την καταλυτική του παρέμβαση καθόρισε τις μέρες και τα έργα της.

Η Ρίτα, τέλος, δεν αποκόπηκε ποτέ από τη μητέρα της. Είναι δέσμια της ιδιότροπης, επιβλητικής και βαθιά επιδραστικής προσωπικότητάς της. Όχι, δεν είναι η Ελένα ιδιότροπη επειδή αρρώστησε. Η Ελένα ήταν πάντα ένας δύσκολος, όπως λέμε, άνθρωπος. Δημιούργησε συν τω χρόνω έναν ασφυκτικό κλοιό, εντός του οποίου χωρούσαν μονάχα εκείνη και η Ρίτα. Στα σαράντα της πια η κόρη συνειδητοποιεί ότι το περιεχόμενο της ζωής της περιορίζεται στην εξαντλητική φροντίδα της Ελένας χωρίς διαφυγή, χωρίς διάλειμμα. Κι όσο πιο πολύ η Ελένα θέλει να ζήσει, τόσο περισσότερο η Ρίτα βλέπει το φάσμα των ανυπέρβλητων εμποδίων στη δική της ζωή.

Αυτό είναι εν πολλοίς το πλαίσιο του βιβλίου. Η Ελένα λόγω της νόσου της είναι αναγκασμένη να περπατά, να στέκει και να ζει εν τέλει σκυφτή. Συνθήκη που περιορίζει την όρασή της. Ζει παρωπιδικά και αρνείται ασύνειδα ή συνειδητά να δει όλα όσα ευτελίζουν τη ζωή και περιορίζουν την επιθυμία της Ρίτα να την ζήσει. Αυτό το αλληγορικό εκφραστικό μέσο και ταυτόχρονα η ειρωνεία στον τίτλο, την οποία θα διαπιστώσει ο αναγνώστης, υφαίνουν την πλοκή. Η Πινιέιρο σε εκατόν εβδομήντα σελίδες περίπου τα λέει όλα, τελειώνει την ιστορία της χωρίς περισσούς πλεονασμούς και κυρίως χωρίς να ηθικολογεί.

Η Ρίτα πια δε ζει. Ίσως όμως δε ζούσε ούτε όσο, τυπικά τουλάχιστον, βρισκόταν εν ζωή.

Υ.Γ.: Είναι ένα νουάρ μυθιστόρημα, μια νουάρ κραυγή για το δικαίωμα στην άμβλωση, θα πω εγώ, μια παρέμβαση της συγγραφέως που ξαναείδαμε στους «Καθεδρικούς». Απασχολούν την Πινιέιρο τα δικαιώματα των γυναικών. Απασχολεί την Πινιέιρο το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης.

 

Κλαούδια Πινιέιρο Η Ελένα Ξέρει, μτφρ. Ασπασία Καμπύλη, εκδόσεις Carnivora, 2024

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΕλληνίδες κρατούμενες στο Ράβενσμπρουκ  (της Μαρίζας Ντεκάστρο)
Επόμενο άρθρο«Το γάλα» και «Καταραμένος κόσμος». Τι κόσμους αγγίζει το νεοελληνικό έργο; (της Όλγας Σελλά)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ