της Ελένης Σβορώνου
Πορνογραφία ή ρεαλισμός; Οξυδερκής έκφραση της σεξουαλικότητας της νέας γενιάς ή κυνήγι της «κόκκινης πιπερίτσας» (του emoji για το πιπεράτο περιεχόμενο) για προσέλκυση περισσότερων αναγνωστών; Ένα βιβλίο όπως το Misfit της Elle Kennedy προσφέρεται για μια τέτοια συζήτηση. Παραθέτουμε χαρακτηριστικό απόσπασμα της πρώτης ερωτικής επαφής ανάμεσα στους κεντρικούς ήρωες, τον Τζέι Αρ, έναν τελειόφοιτο του λυκείου που βρέθηκε να φοιτά σε ένα προπαρασκευαστικό λύκειο αρρένων για παραβατικά πλουσιόπαιδα και τη Σλόαν, την κόρη του διευθυντή που κατοικεί δίπλα στο σχολείο και, παρά τις αυστηρές απαγορεύσεις του πατέρα, έρχεται σε επαφή και σχετίζεται με αγόρια της «Ακαδημίας Σαντόβερ». Η Σλόαν προπονείται συστηματικά στο δασάκι που χωρίζει την Ακαδημία από το σπίτι της. Κανένα αγόρι της Ακαδημίας δεν μπορεί να διασχίσει το σύνορο και να εισέλθει στο δασάκι. Ο διευθυντής είναι κέρβερος. Ο Τζέι Αρ αγνοώντας τους κανόνες βρίσκεται να καπνίζει το τσιγαριλίκι του στο απαγορευμένο μονοπάτι. Η συνάντηση θα αποβεί μοιραία και για τους δυο. Η Σλόαν, που τα αγόρια της Ακαδημίας αποκαλούν «Βασίλισσα του Πάγου» επειδή ξέρει να κρατά τις αποστάσεις, δεν αργεί να υποκύψει στη γοητεία αυτού του αγοριού που δε μοιάζει με τα άλλα κακομαθημένα πλουσιόπαιδα της σχολής. Όταν αποφασίζει να παραδοθεί, το κάνει με αποφασιστικότητα και τόλμη:
«Είναι αισθητή η ένταση μεταξύ μας. Ένα ζεστό, βαρύ βουητό μας κυκλώνει σε τούτη τη φυσαλίδα σεξουαλικής ενέργειας. Στα μάτια του βλέπω ότι νιώθει κι εκείνος το ίδιο. Κανείς από τους δυο μας δεν ξέρει τι να κάνει ή ποιος θα κάνει την πρώτη κίνηση. Και οι δυο μας θέλουμε απεγνωσμένα κάτι, οτιδήποτε, να συμβεί.
Μια και ποτέ δε φημιζόμουν για την υπομονή μου, κολλώ τα χείλη μου στα δικά του και γλιστρώ τη γλώσσα μου στο στόμα του. Θέλω να αισθανθώ τα χέρια του παντού πάνω μου. Θέλω να τον νιώσω στο δέρμα μου. Να ξέρω πώς είναι όταν χαϊδεύει τις καμπύλες του κορμιού μου. Πρώτη φορά προχωράμε τόσο πολύ και για μια στιγμή ο Αρ Τζέι διστάζει, αλλά ύστερα με φιλά και εκείνος με την ίδια φλόγα. Και τότε τα χέρια του αρχίζουν την εξερεύνηση, ενθαρρυμένα από τα βογκητά που δεν μπορώ να συγκρατήσω.
«Μ’ αρέσει η φούστα σου» μου λέει, σφίγγοντας τον κώλο μου.
«Νόμιζα ότι ήθελες να τη βγάλω».
«Ναι, αν γίνεται».
Κολλώ το κορμί μου πάνω στα πόδια του και νιώθω ανάμεσα στα πόδια μου το φούσκωμά του. Μια κοφτή του εισπνοή ρουφά τον αέρα από μέσα μου. Είναι χοντρός και σκληρός και όσο κι αν θέλω να γλιστρήσει τα χέρια του στη φούστα μου, λαχταρώ σαν τρελή να ζήσω τη φαντασίωση που με κρατά ξύπνια τα βράδια από το πρώτο μας ραντεβού.
Βάζω το χέρι μου ανάμεσά μας και ανοίγω το κουμπί στο παντελόνι του. Εκείνος με κοιτάζει έντονα με τα βλέφαρα βαριά.
«Νόμιζα ότι εγώ έπρεπε να πέσω στα πόδια σου γονατιστός».
«Α, μην ανησυχείς» μουρμουρίζω «κάποια στιγμή θα γίνει κι αυτό. Αλλά τώρα θέλω να γονατίσω εγώ». Σηκώνομαι από τα πόδια του και γονατίζω μπροστά του.
…
«Με κοιτάζει σαν υπνωτισμένος που τυλίγω τα δάχτυλά μου γύρω από τον ανδρισμό του και πλησιάζω αργά το στόμα μου κοντά του.
…
«Είσαι απίστευτα σέξι με τη γλώσσα πάνω στο καυλί μου».»
Πράγματι θα συμβεί και το αντίστροφο, ο Τζέι Αρ θα πέσει στα γόνατα της Σλόαν, και στην τρίτη πια συνεύρεσή τους θα κάνουν έρωτα. Οι περιγραφές είναι λεπτομερείς και με αυτή την ορολογία. Ο υπαινιγμός και τα αποσιωπητικά δεν έχουν καμία θέση σε ένα τέτοιο μυθιστόρημα. Όλα θα ειπωθούν. Όλα στο γυμνό φως μιας γλώσσας που κυριολεκτεί και εξερευνά πόντο πόντο κορμιά και φαντασιώσεις.
Οι συμμαθητές του Τζέι Αρ εκτονώνουν τις σεξουαλικές τους επιθυμίες με τις ντόπιες της περιοχής, με κορίτσια που είναι πρόθυμα να στείλουν φωτογραφίες με τα γυμνά στήθη τους. Ο Λόσον, πάλι, συμμαθητής του Τζέι Αρ, εξαρτημένος από ουσίες και από το σεξ και με άντρες και με γυναίκες, αποφασίζει και πετυχαίνει να αποπλανήσει ένα ζευγάρι καθηγητών. Ο καθηγητής της λογοτεχνίας και η καθηγήτρια των εικαστικών αποδεικνύονται αξιοθρήνητοι καθώς υποκύπτουν, κρυφά ο ένας από τον άλλον, στο παιχνίδι του Λόσον. Η αλήθεια αποκαλύπτεται σε μια εξευτελιστική, για το ζευγάρι, σκηνή που δικαιώνει τον σαρκασμό του Λόσον για την υποκρισία της έγγαμης ζωής («Καλωσήλθες στον αμερικανικό γάμο», σκέφτεται ο μαθητής όταν αποπλανά την καθηγήτρια).
Υπάρχει άραγε τίποτα το μεμπτό σε μια τέτοια χωρίς περιστροφές έκθεση της σεξουαλικής ζωής των 18άρηδων, αγοριών και κοριτσιών, και των ενηλίκων που τους περιβάλλουν; Οι «πιπεράτες» σκηνές είναι πολλές. Ωστόσο το μυθιστόρημα των 634 σελίδων της Kennedy είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια κεκαλυμμένη πορνογραφία.
Είναι ακριβώς το ανάποδο! Είναι ένας ύμνος στον έρωτα και στις ουσιαστικές ανθρώπινες σχέσεις. Είναι εκπληκτικό πώς η συγγραφέας κατορθώνει να διασώσει τον έρωτα, τη φιλία και τις οικογενειακές σχέσεις κάτω από τις πολλές στρώσεις κυνισμού, παραβατικότητας και οριακών συμπεριφορών που χαρακτηρίζουν τους τρόφιμους της Ακαδημίας Σαντόβερ.
Εδώ έχουμε να κάνουμε με μία παρηκμασμένη «ελίτ», μια βαθιά διεφθαρμένη κοινωνία πλουσίων που παρκάρει τα παιδιά της σε οικοτροφεία για να απαλλαγεί από τη φροντίδα τους. Τα θυμάται στη χάση και στη φέξη για να τα προσκαλέσει να περάσουν μαζί την Ημέρα των Ευχαριστιών «ως οικογένεια». Κι ας είναι τα μέλη της αδιάφοροι πατριοί, μανάδες που αλλάζουν παρτενέρ ώσπου να βρούνε τον πλούσιο γαμπρό και παιδιά που βρίσκονται ξαφνικά κάτω από την ίδια στέγη και πρέπει να θεωρήσουν εαυτούς αδέρφια. (Παρεμπιπτόντως αυτά δεν είναι ακριβώς ετεροθαλή αδέλφια. Δεν έχουν κοινό κανέναν γονιό. Αλλά δε φαίνεται να έχουμε δόκιμο όρο για τα step brothers /sisters. Όχι ακόμη τουλάχιστο.)
Αυτά όμως δεν είναι μόνο προβλήματα των πλουσίων. Σήμερα όλα τίθενται με νέους όρους. Τα φύλα, η σεξουαλικότητα, η οικογένεια, ο έρωτας, η φιλία, οι σχέσεις. Αλλά και η ηθική. Η «αρετή» που δεν έχει καν θέση στο λεξιλόγιό μας. Τι είναι ηθικό και τι όχι; Τι είναι αλήθεια και τι ψέματα;
Ο Αρ Τζέι είναι χάκερ. Αυτό είναι το ταλέντο του. Καταδικασμένος να αλλάζει συνέχεια σχολεία (λόγω της παραβατικότητάς του αλλά και λόγω της άστατης ζωής της μητέρας του), καταλήγει στην κορωνίδα της ατιμώρητης παραβατικότητας, στην Ακαδημία Σαντόβερ. Σε αυτή τη φούσκα κακομαθησιάς και εξαγοράς συνειδήσεων, ο Αρ Τζέι και η Σλόαν θα βρούνε τον τρόπο να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους, να ξεφορτωθούν την πανοπλία του μοναχικού λύκου και της βασίλισσας του πάγου αντίστοιχα, που είχαν φτιάξει για να επιβιώσουν, να κάνουν φίλους, να ερωτευτούν, να γνωρίσουν τον εαυτό τους και, κυρίως, να βρούνε ένα μέτρο ηθικής στο χάος της έλλειψης ορίων.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η γλώσσα, το ύφος και το περιεχόμενο των ερωτικών σκηνών αποκτούν το πραγματικό τους νόημα. Από την αχαλίνωτη σεξουαλικότητα του Λόσον ως τον βαθύ δεσμό που θα χτίσουν με κόπο και πόνο ο Αρ Τζέι και η Σλόαν ο δρόμος περνά από τις ορμόνες της εφηβείας. Έτσι ήταν και έτσι θα είναι πάντα. Αν η σύγχρονη γενιά τα ξέρει και τα επιτρέπει όλα, γιατί να καταφεύγουμε στα αποσιωπητικά και στους υπαινιγμούς; Ας προσέξουμε κι αυτή τη λεπτομέρεια. Τίποτα από αυτά που περιγράφονται στην προαναφερθείσα σκηνή δε γίνεται χωρίς τη συναίνεση των δυο παρτενέρ. Κορίτσι και αγόρι διεκδικούν την ελευθερία τους επί ίσοις όροις, αναγνωρίζουν και σέβονται τις φαντασιώσεις τους, τον πόθο και την ηδονή. Απαραίτητο πρελούδιο σε κάτι που μπορεί και να καταλήξει σε έναν σημαντικό σταθμό στο ταξίδι ενηλικίωσης. Τα παιδιά αυτά μπορεί να έχουν λιγότερες πιθανότητες να καταλήξουν σαν το ζευγάρι των καθηγητών που αποπλάνησε ο Λόσον!
Πρόταση στο booktok αυτό το βιβλίο, με τη συγγραφέα να διαπρέπει στο χτίσιμο της πλοκής, φτάνει να μοιάζει με επεισόδιο σειράς στο Netflix. Το τέλος δεν είναι παρά παραπομπή στο επόμενο βιβλίο. Όπως όλοι συγγραφείς της νεανικής λογοτεχνίας που προτείνονται στο booktok, η Elle Kennedy είναι εξαιρετική στο χτίσιμο της πλοκής και των χαρακτήρων. Αμείωτο σασπένς γύρω από ένα μυστηριώδες ατύχημα, ανατροπές, παράλληλες ιστορίες που διασταυρώνονται αριστοτεχνικά και, όπως φάνηκε, γλώσσα και ύφος που δε μιμείται αλλά είναι η φωνή των νέων. Αδύναμη κάπως η πολυφωνική αφήγηση που πάσχει από ομοιομορφία ύφους των διαφορετικών φωνών. Ο αναγνώστης όμως το παρακάμπτει γιατί αδημονεί να δει τι θα γίνει παρακάτω!
Τελικά ο Άγιος Βαλεντίνος μπορεί να συνεχίσει να κρατά μπαλόνια και σοκολατάκια σε σχήμα καρδιάς. Αλλά πολλοί νέοι του υψώνουν το μεσαίο δάχτυλο (κίνηση που αντικατέστησε και στα καθ’ ημάς τη μούτζα) για να κοροϊδέψουν την υποκρισία των συμβατικών σχέσεων και να ανακαλύψουν τον δικό τους δρόμο στον έρωτα.
Όσο για μας, τους Έλληνες συγγραφείς της νεανικής λογοτεχνίας, παραμένει το ερώτημα: θα γράφαμε ποτέ σε μια τέτοια γλώσσα για τέτοια θέματα και αν όχι γιατί; Επειδή δε τη θεωρούμε καλή λογοτεχνία ή από συνειδητή ή ασυνείδητη αυτό-λογοκρισία; Μήπως δε θα ήταν πειστικοί οι ήρωές μας αν μιλούσαν με αυτόν τον τρόπο; Θα φάνταζαν ξενόφερτοι, βίαιοι και εκτός ελληνικής πραγματικότητας; Μήπως όμως η πραγματικότητα των νέων και στη χώρα μας λίγο πιο ωμή από όσο θέλουμε να τη φανταζόμαστε.;
Η συζήτηση δεν είναι καινούργια. Έχει ξεκινήσει εδώ και τουλάχιστον μια εικοσαετία με βιβλία όπως το Junk (Πατάκης, 1998) και Το κάνουμε;, του Μέλβιν Μπέρτζες, «ένα βιβλίο για τα αγόρια και τα σκληρά τους μυστικά» (εκδ. Μίνωας, 2004, εξαντλημένο). Αν και παλιά τα βιβλία του Μπέρτζες, το θέμα τους δε φαίνεται να είναι παρωχημένο. Αντιθέτως έρχεται και πάλι στην επιφάνεια χάρη στην επιρροή που ασκεί στους αναγνώστες/στριες η εφαρμογή booktok.
Elle Kennedy μτφ. Σοφία Τάπα, Misfit, Μεταίχμιο, 2023.