της Όλγας Σελλά
Είναι κοινό μυστικό σε τακτικούς θεατές των πολιτιστικών δρώμενων της χώρας, ότι αυτό το καλοκαίρι πολιτιστικός προορισμός έγινε η Ελευσίνα. Και για όσους την γνωρίζαμε από πιο παλιά, και για όσους την έμαθαν για πρώτη φορά με αφορμή τις εκδηλώσεις που φιλοξενήθηκαν στο θεσμό «2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης», που σιγά σιγά ολοκληρώνει τον κύκλο του. Εκδηλώσεις ξεχωριστές, μαγικές, αξέχαστες για όσους τις παρακολούθησαν. Η διαδρομή προς Ελευσίνα (προς τον Αρχαιολογικό της Χώρο, προς το Παλιό Ελαιουργείο, προς τη Βλύχα (το νεκροταφείο των πλοίων, κ.λπ.) μπήκε στο gps πολλών. Τόσο που αυτήν την πρόσφατη, την πέμπτη συνεχόμενη φορά που πήγα, η διαδρομή μου φάνηκε εξαιρετικά σύντομη. Ο δρόμος πια είναι γνωστός. Η διαδρομή οικεία. Άρχισα να μαθαίνω και τους κεντρικούς δρόμους της πόλης. Τα κεντρικά της κτίρια. Τα τοπόσημα.
Αυτήν την πέμπτη φορά λοιπόν, τους τελευταίους μήνες, που η κατεύθυνσή μου ήταν προς Ελευσίνα, προορισμός ήταν πάλι ο Αρχαιολογικός Χώρος της πόλης. Αυτόν που έβαλε φρένο στην ανοικοδόμηση προς τα πάνω, έχοντας «διασώσει» έτσι πολλές μικρές μονοκατοικίες, άλλες προσφυγικές άλλες μεταγενέστερες, όλες περιποιημένες, φροντισμένες, σε ανθρώπινα μεγέθη. Το θέαμα ήταν –για να πω την αλήθεια- λίγο μακριά από τα στενά μου πολιτιστικά ενδιαφέροντα: χορός και κλασική μουσική, με λίγα λόγια. Όμως ξεκίνησα. Και ευτυχώς, γιατί είχα κάνει λάθος σε όλα. Γιατί ναι, ήταν μια παράσταση που είχε χορογραφία με την υπογραφή της Σάσα Βαλτς, είχε το «Γερμανικό Ρέκβιεμ» του Μπραμς, που για την παράσταση ονομάστηκε «Ανθρώπινο Ρέκβιεμ» (Human Requiem in Eleusis), είχε την 65μελή Χορωδία Ραδιοφωνίας του Βερολίνου (Rundfunkchor Berlin), αλλά μόνο μια παράσταση χορού με κλασική μουσική δεν ήταν αυτό που σκηνοθέτησε ο Γιόχεν Ζάντιγκ. Ήταν μια μυσταγωγία, ήταν μια σωματική και συναισθηματική συμμετοχή και απόλαυση σε ένα θέαμα που τίποτα δεν είχε ίδιο με ό,τι έχουμε δει. Μόνο ίσως μ’ εκείνην του Ρομέο Καστελούτσι, που φιλοξενήθηκε στον ίδιο χώρο στις αρχές Σεπτεμβρίου, συνομιλούσε. Δύο ξένοι σκηνοθέτες εμπνέονται από το χώρο, από την ιστορία και τους μύθους του, και στήνουν εκεί έργα σύγχρονα, που συνομιλούν με τη δύναμη και τη δυναμική του χώρου και με τη διαρκή αγωνία του ανθρώπου.
Γύρω στις 7 το απόγευμα ξεκίνησε κι αυτή η παράσταση. Λίγο πριν δύσει ο ήλιος. Αυτή τη φορά μπήκαμε από την είσοδο του Αρχαιολογικού Χώρου. Περιμέναμε εκεί στα Προπύλαια, και ξαφνικά άρχισαν να ανακατεύονται ανάμεσά μας, ανάμεσα στο κοινό, άνθρωποι που τραγουδούσαν. Στέκονταν για λίγο μπροστά μας, μας κοιτούσαν στα μάτια –τραγουδούσαν για μας- και συνέχιζαν ν’ ανακατεύονται μέσα στο πλήθος. Ήταν τα μέλη της Χορωδίας του Βερολίνου, βασικοί πρωταγωνιστές αυτής της παράστασης, που έκαναν τα πάντα, εκτός από το να τραγουδούν. Σε λίγο μας κάλεσαν να τους ακολουθήσουμε προς το εσωτερικό του Αρχαιολογικού Χώρου, συνεχίζοντας να τραγουδούν –μαγικά- το Γερμανικό Ρέκβιεμ. Στο χώρο κινούνταν (χόρευε) μια μαυροντυμένη γυναίκα, που υποδυόταν τη Δήμητρα. Μια μείξη του μύθου και της διαθρησκειακής παρηγορίας προς τους ζωντανούς για το τέλος της ζωής, όπως ακριβώς ήταν και το «Γερμανικό Ρέκβιεμ». Στο Πλουτώνειο, εκεί όπου, σύμφωνα με το μύθο, ανεβοκατέβαινε στον Άδη η Περσεφόνη- ήταν δύο από τους χορευτές της Σάσα Βαλτς: δυο ερωτευμένα πλάσματα, με φόντο ένα απόκοσμο όσο και ονειρικό μπλε φως: η Περσεφόνη και ο Πλούτωνας. Συνεχίζουμε προς το Τελεστήριο. Καθόμαστε στις μισοθαμμένες κερκίδες του χώρου. Τα μέλη της χορωδίας κινούνται στο χώρο του Τελεστηρίου. Σχηματίζουν έναν σταυρό που κινείται κυκλικά (και συνεχίζουν να τραγουδούν), την ίδια στιγμή που η Δήμητρα έχει ξανά στην αγκαλιά της την Περσεφόνη και η ζωή αρχίζει να νικά, αφού οι δημιουργοί της παράστασης, το βλέμμα στραμμένο προς τη ζωή είχαν. Και μετά ένας ένας και μία-μία, τείνουν το χέρι προς τους θεατές, τους δίνουν ένα μικρό μαξιλάρι και τους καλούν να καθίσουν κατάχαμα στο χώρο του Τελεστηρίου, για την κορύφωση του Ρέκβιεμ. Που γίνεται όταν όλοι οι χορωδοί, ακουμπώντας ο ένας την πλάτη του άλλου, κάνουν έναν κύκλο γύρω από το πιάνο. Στο βάθος, από την πόλη, ανάβουν πυροτεχνήματα. Σαν την Ανάσταση. Σαν τη νίκη της ζωής. Σαν την αναγκαία κάθαρση. Και εκείνη τη στιγμή, για μια στιγμή, με την πανσέληνο του Σεπτεμβρίου ν’ ανεβαίνει από τον Υμηττό στο βάθος, με τα σημεία της σύγχρονης Ελευσίνας να δεσπόζουν προς την παραλία (η θάλασσα, τα Διυλιστήρια, οι γερανοί των Ναυπηγείων), με τη Χορωδία να συνεχίζει να τραγουδά το Ρέκβιεμ –αυτούς τους ανθρώπους με τις απίστευτες φωνές που δεν ήταν μόνο χορωδοί, αλλά περφόρμερς- νιώσαμε ότι βιώναμε με το σώμα και τις αισθήσεις μας τη διαχρονία των έργων του πολιτισμού, τα έργα των ανθρώπων.
Μια παράσταση που λίγοι –περίπου 900 θεατές- πρόλαβαν να δουν, ελάχιστα πρόλαβε να διαδοθεί «στόμα με στόμα» η μάγευση όσων την βίωσαν (παρουσιάστηκε για 3 βραδιές, 29 και 30 Σεπτεμβρίου και 1η Οκτωβρίου). Όμως ο Γιόχεν Ζάντιγκ εμπνεύστηκε από την Ελευσίνα, από το 2016 που πρωτοήρθε, και οριστικοποίησε, εναρμονίζοντας με το χώρο και το μύθο το Human Requiem in Eleusis, παρότι σε πρώτη μορφή είχε δημιουργηθεί το 2012. Ήταν παρόντες και στις τρεις παραστάσεις, και εκείνος και η Σάσα Βαλτς. Ανακατεύονταν με τους θεατές. Σίγουρα παρακολουθούσαν τη συγκίνηση και την απόλαυση στο βλέμμα μας. Έμοιαζαν και οι ίδιοι να απολαμβάνουν αυτό που έφτιαξαν, σ’ αυτόν το χώρο. Κι ίσως αυτό να είναι ένα δυνατό κίνητρο για να το επαναλάβουν, στον ίδιο χώρο, στο κοντινό μέλλον. Για να το δουν κι άλλοι. Όσοι δεν πρόλαβαν.
Και σκέφτομαι, τώρα που σιγά σιγά ολοκληρώνονται οι εκδηλώσεις της “2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης», ότι αυτό είναι ένα κεφάλαιο που θα «αποδώσει» μακροπρόθεσμα. Αυτή η γνωριμία πολλών με την πόλη που συνήθως προσπερνάμε. Την αγαπήσαμε την Ελευσίνα περισσότερο αυτή τη χρονιά. Τη γνωρίσαμε περισσότερο. Είναι πια κοντινός προορισμός.
Η ταυτότητα της παράστασης
Σύλληψη – Σκηνοθεσία: Jochen Sandig, Δραματουργία – Χορογραφία: Sasha Waltz, Σκηνογραφία: Brad Hwang, Σχεδιασμός Φωτισμών: André Pronk, Σχεδιασμός Ήχου: Holger Schwark, Κινηματογράφιση: Stephan Talneau
Rundfunkchor Berlin
Μουσική Διεύθυνση: Gijs Leenaars
Μουσική Συνδιεύθυνση: Justus Barleben
Ερμηνεύουν: Marlis Petersen (σοπράνο), Benjamin Appl (βαρύτονος), Angela Gassenhuber & Philip Mayers (πιάνο) και 65 χορωδοί της Rundfunkchor Berlin
Καλλιτεχνική συνεργασία / Πρόβα: Davide Camplani, Claudia de Serpa Soares, Ilka Seifert
Χορευτές/τριες: Clémentine Deluy, Claudia de Serpa de Soares, Virgis Puodziunas
Φωτογραφίες: John Kouskoutis
Μια συμπαραγωγή της 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, του World Human Forum, του Υπουργείου Εξωτερικών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Χορωδίας Rundfunkchor Berlin σε συνεργασία με το Sasha Waltz & Guests και το Radialsystem Berlin
Με την υποστήριξη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής