Διεγείροντας την περιβαλλοντική φαντασία των παιδιών μέσα από το εικονογραφημένο βιβλίο (της Ρόζης- Τριανταφυλλιάς Αγγελάκη*)

0
131

της Ρόζης- Τριανταφυλλιάς Αγγελάκη (*)

 

Η κλιματική αλλαγή και ο τρόπος που γίνεται σήμερα αισθητή σε κάθε μέρος του πλανήτη έχουν μεταβάλει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη σχέση μας με το περιβάλλον, ενώ οι ρυθμοί της καθημερινότητας κάνουν ολοένα εντονότερη την ανάγκη μας να συνδεθούμε και πάλι, ουσιαστικά, μαζί της. Η παγκόσμια ανησυχία για τη μόλυνση του περιβάλλοντος και την κλιματική αλλαγή δεν είναι βεβαίως  πρόσφατο φαινόμενο, ωστόσο, από τη δεκαετία του 1960 και έπειτα, η προσοχή εστιάστηκε στην αλόγιστη εκμετάλλευση και ρύπανση των φυσικών πόρων εκ μέρους του ανθρώπου. Το γεγονός αυτό κατέστησε απαραίτητο το να καθιερωθεί μια νέα γλώσσα περιγραφής και κατανόησης της φύσης, ώστε να θεμελιωθεί η περιβαλλοντική σκέψη και να καταστεί ισχυρός ένας νέος περιβαλλοντικός λόγος. Πόσο, όμως, εφικτό είναι αυτό ο λόγος αυτός να επηρεάσει έναν ενήλικο σήμερα; Και αν για έναν ενήλικο, η επανασύνδεσή του με τη φύση και η εμπέδωση πως εξαρτάται και αλληλεπιδρά με αυτή είναι εγχείρημα δύσκολο, πόσο εύκολο είναι για ένα παιδί να καταπολεμήσει την αποξένωσή του από το περιβάλλον- μια αλήθεια που ο  Richard Louv το 2005 επεσήμανε στο βιβλίο του με τίτλο Last Child in the Woods: Saving our Children from Nature Deficit Disorder (εκδ. Algonquin Books) καθιερώνοντας τον όρο «nature-deficit disorder».

Τον εν λόγω όρο ο Louv τον εισήγαγε αντλώντας έμπνευση από τα εμβληματικά έργα της περιβαλλοντολόγου και θαλάσσιας βιολόγου Rachel Carson, Silent Spring (1962, εκδ. Houghton Mifflin) και The Sense of Wonder (1965, εκδ. Harper and Collins) · η Carson, στο μεν πρώτο έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου αναφορικά με την καταστροφή του περιβάλλοντος ένεκα της αλόγιστης συμπεριφοράς μας προς αυτό, ενώ στο δεύτερο, ουσιαστικά, προειδοποιούσε τους ενήλικες πως ο μόνος τρόπος να σωθεί ο πλανήτης (τουλάχιστον, ό, τι μπορούσε να σωθεί ακόμη σε αυτόν) ήταν το καλλιεργήσουν στα παιδιά οι ενήλικες, περιβαλλοντική συνείδηση και Ηθική. Αυτό, βεβαίως, προϋποθέτει το να δουν όλοι, μεγάλοι και μικροί, τον φυσικό κόσμο με άλλα μάτια· μάτια που αναγνωρίζουν το θαύμα της Φύσης και αντιλαμβάνονται την σοφία που κρύβεται σε καθετί, ανθρώπινο και πέρα-από-το-ανθρώπινο. Γι’ αυτό το θαύμα μιλά το νέο βιβλίο για παιδιά της Τασούλας Τσιλιμένη, Ένα δέντρο μεγαλώνει παντού, εικονογραφημένο από την Χαρά Μαραντίδου, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο και που ενθαρρύνει τις  πολλαπλές  αναγνώσεις.  Ωθώντας τους αναγνώστες στη φαντασιακή σύλληψη μιας πιο βιώσιμης κοινωνίας, στη βίωση μιας αίσθησης σύνδεσης με το περιβάλλον, στην βαθύτερη κατανόηση των μηχανισμών του και στην εκτίμηση του φυσικού κόσμου, το εν λόγω βιβλίο επιχειρεί να κεντρίσει την «περιβαλλοντική φαντασία» των (μικρών και μεγάλων) παιδιών και να αποκαταστήσει τη σημασία του περιβάλλοντος στη λογοτεχνία, επιβεβαιώνοντας όλους εμάς τους θεωρητικούς και κριτικούς του παιδικού βιβλίου που εμπλεκόμαστε στα ακαδημαϊκά ζητήματα της οικοκριτικής προσέγγισης, και υποστηρίζουμε ότι η παιδική λογοτεχνία και ιδιαίτερα τα εικονογραφημένα βιβλία είναι αισθητικά εργαλεία που, όχι μόνο επηρεάζουν τη φαντασία του αναγνώστη, αλλά και συμβάλλουν στην εκ μέρους του υιοθέτηση μιας πιο ολιστικής σύνδεσης με τη φύση.

Και η έννοια της περιβαλλοντικής φαντασίας που, ουσιαστικά, υποδηλώνεται στο βιβλίο της Τσιλιμένη δεν είναι απλή: αφορά στην εμπειρία που διαμορφώνουμε ως αναγνώστες κατά την παιδική μας ηλικία, ενώ διαβάζουμε βιβλία που συμβάλλουν στη διαμόρφωση της ταυτότητάς μας, επηρεάζοντας τον τρόπο με τον οποίο σεβόμαστε και εκτιμούμε τη φύση και επιδιώκουμε να εξερευνήσουμε τους μηχανισμούς της. Η περιβαλλοντική φαντασία συνδέεται δε και με τις φαντασιακές δημιουργίες που προκύπτουν κατά την αλληλεπίδρασή μας με το πέρα-από-το-ανθρώπινο, έχοντας προηγουμένως καταφέρει να καταρρίψουμε  καρτεσιανές διχοτομήσεις του τύπου φύση- πολιτισμός  (Le Guin 2017, 45; Villanueva-Romero et al. 2021; Zapf Loc 2016).

Η ιστορία του βιβλίου, λοιπόν, εκτυλίσσεται σε μια τσιμεντένια, «άχρωμη και γκρίζα πόλη», όπου τα «δέντρα προσπαθούσαν να δραπετεύσουν» και, στην ουσία, να εξυγιάνουν το τοπίο που είχε «μολύνει» τους κατοίκους που δεν είχαν κέφι, γέλιο, διάθεση για ζωή.  Η αποτύπωση του «τοξικού λόγου», όπως έχει χαρακτηριστεί η ρητορική που αντλεί τη δύναμή της από τις ανησυχίες όσων ζουν στις σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες (Widhe, 2019), δένει άψογα χρωματικά με τη «γκριζάδα» που κυριαρχεί στις πρώτες σελίδες του βιβλίου και μεταφέρει στους αναγνώστες την κατήφεια των ανθρώπων της τσιμεντούπολης «με τα ελάχιστα δέντρα, που οι κάτοικοι προσπερνούσαν βιαστικά». Διαποτισμένη αφήγηση με μια μετα-ανθρωπιστική νοοτροπία αναγνωρίζει ως έμβια όντα όλα τα δέντρα, όπως πράγματι είναι, εξ ου και αυτά περιγράφονται να επιμένουν «να σπρώχνουν δυνατά με τις ρίζες τους τις πλάκες των στενών πεζοδρομίων και να τις ανασηκώνουν», μέχρι κάποιος να τα προσέξει και να τα εκτιμήσει, όπως επίσης να αντιληφθεί πως η φύση θα βρει πάντα τον δρόμο της και τον τρόπο να εκδηλωθεί.

Ξαφνικά στην ιστορία εμφανίζεται άλλο ένα στοιχείο της φύσης που διεγείρει την φαντασία των αναγνωστών: ο «διστακτικός» αρχικά άνεμος, που εξερευνούσε «σαν επισκέπτης» την γκρίζα πόλη όπου κανείς δε γελούσε. Ο άνεμος μπορεί να θεωρηθεί ένα καθημερινό φαινόμενο, άχρωμο και συχνά ανεπαίσθητο, ωστόσο ανέκαθεν είχε και έναν «ζωντανό» μεταφορικό χαρακτήρα, που χρησιμοποιείται για να δηλώσει ένα νοητικό ή ηθικό περιβάλλον, καθώς και μια λογοτεχνική ποιότητα ή τόνο, με κυρίαρχη θέση σε πολλές αρχαίες φιλοσοφικές και πολιτισμικές παραδόσεις, εμφανείς στη λογοτεχνία και την επιστήμη (Abrams 1971, 1984; Chico 2018). Ο άνεμος στο βιβλίο της Τσιλιμένη έχει παιγνιώδεις, μεταφορικές και ευρύτερες αισθητικές και συγκινησιακές συνδηλώσεις, αφού δίνει ζώσα πνοή στην πόλη ,«παίζοντας» και παρασέρνοντας «ένα τσαμπί από μακρουλά φασόλια, αλλά ξερά και σκούρα καφέ ή και μαύρα», από μια κουτσουπιά. Το μικρό αλλά παντοδύναμο τσαμπί κατέληξε στο παπούτσι ενός άνδρα, κατοίκου της πόλης, που παρότι τα κλώτσησε, «ο άνεμος παίζοντας μαζί του» το έφερνε «μπροστά του ξανά και ξανά». Ο άνδρας αφέθηκε στην κινητήριο δύναμη του ανέμου που τον παρέσυρε, όπως παράσερνε τους σπόρους της κουτσουπιάς, και αποφάσισε να τους φυτέψει σε μια γλάστρα. Αναγνωρίζοντας πλέον τη  «συμβίωση»  ανάμεσα  στα ανθρώπινα και στα μη­ ανθρώπινα στοιχεία του περιβάλλοντος, ο άνδρας φέρεται να τους καλημερίζει·  μάλιστα, όσο ανέμενε να τους δει να βλασταίνουν, «τόσο μεγάλωνε το χαμόγελό του»-  το θαύμα είχε γίνει. Ακόμη κι όταν αρχικά στη γλάστρα «έβλεπε χώμα και μόνο χώμα», εκείνος υπομονετικά «έβλεπε με τη φαντασία του τους σπόρους να μεγαλώνουν», πιστεύοντας στη δύναμη της φύσης.

Τελικά, όπως ο άνεμος παρέσυρε στο παιχνίδισμά του τους σπόρους, ο άνδρας παρέσυρε τους υπόλοιπους κατοίκους της γειτονιάς του, που έφτασαν από αμίλητοι, σκυφτοί και σκυθρωποί, να «ονειρεύονται πάρκα και πεζοδρόμια γεμάτα λουλούδια και θάμνους», σχεδιάζοντας «μια πόλη με ολάνθιστα δένδρα». Οι γκρίζες σελίδες στο βιβλίο αντικαθίστανται στο τέλος με δισέλιδα γεμάτα ολάνθιστα ροζ μπουκέτα, πλημμυρισμένα από άνθη κουτσουπιών. Όλα όμως τα σαλόνια του έργου υποδεικνύουν  αριστοτεχνικά ότι η σημερινή περιβαλλοντική κρίση οφείλεται στον ανθρωποκεντρισμό, όπως επίσης στην έλλειψη, όχι μόνο της κατανόησης πως τα ανθρώπινα και μη ανθρώπινα οικοσυστήματα  συνυπάρχουν  και συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους, αλλά και  της φαντασίας, συγκεκριμένα της καλύτερης φαντασιακής σύλληψης της φύσης και της σχέσης της με την ανθρωπότητα (Αγγελάκη 2023; Buell 1995, 170). Το βιβλίο Τασούλας Τσιλιμένη αξίζει να διαβαστεί από όλους, καθώς μπορεί να βοηθήσει τους αναγνώστες να ενισχύσουν τη φαντασία τους, προσφέροντάς τους ελπίδα και εναλλακτικές οπτικές για τη σχέση τους με το περιβάλλον, αναγνωρίζοντας τις συναισθηματικές και κοινωνικές διαπλοκές που διαμορφώνουν τις ανθρώπινες αντιλήψεις για τη φύση.

 

Βιβλιογραφία

Abrams, Meyer Howard. Natural supernaturalism: Tradition and revolution in romantic literature. Norton, 1971.

Abrams, Meyer Howard. The correspondent breeze: Essays on English romanticism. Norton, 1984.

Αγγελάκη, Ρόζη- Τριανταφυλλιά. Παιδική λογοτεχνία και οντολογικός επαναπροσδιορισμός του υλικού κόσμου. Ο φιλοσοφικός λόγος και η εικονοποιητική μεταφορά ως μέσα για τη διάσπαση της διχοτόμησης φύσης-πολιτισμού. Διάλογοι! Θεωρία και πράξη στις επιστήμες αγωγής και εκπαίδευσης, Vol. 9, pp. 161–180, 2023. https://doi.org/10.12681/dial.35588

Buell, Lawrence. The Environmental Imagination: Thoreau, Nature Writing and the Formation of American Culture. Harvard University Press, 1995.

Chico, Tita. The experimental imagination: Literary knowledge and science in the British enlightenment. Stanford University Press, 2018.

Le Guin, Ursula: Dancing at the Edge of the World: Thoughts on Words, Women, Places. Open Road+ Grove/Atlantic, 2017.

Villanueva-Romero, Diana, Kerslake, Lorraine and Flys-Junquera, Carmen. «Introduction. Imaginative Ecologies: Inspiring Change through the Humanities». Στο: Diana Villanueva-Romero, Lorraine Kerslake, and Carmen Flys-Junquera (Επιμ.), Imaginative Ecologies Inspiring Change through the Humanities. Leiden: Brill, 2021: 1-12.

Widhe, Olle. Modes of environmental imagination. The eco-movement and the representation of reality in Swedish children’s literature from 1968 to 1977. HomeBarnelitterært forskningstidsskrift, Vol.10, Iss.1, pp. 1-16, 2019.

Zapf, Hubert: Literature as Cultural Ecology: Sustainable Texts. Bloomsbury, 2016.

 

(*) Η Ρόζη- Τριανταφυλλιά Αγγελάκη είναι επίκουρη καθηγήτρια στο ΑΠΘ στο γνωστικό αντικείμενο Ιστορικές και κριτικές προσεγγίσεις του παιδικού βιβλίου.

 

Τασούλα Τσιλιμένη, Ένα δέντρο μεγαλώνει παντού…, Εικ. Χαρά Μαραντίδου, Εκδ. Καλειδοσκόπιο 2025.

Προηγούμενο άρθροΕμ, Aime  ή αλλιώς οι επιπτώσεις των πράξεών μας (γράφει η Βασιλική Κοντογιάννη)
Επόμενο άρθροΕΛΙΒΙΠ – νέα εποχή (του Γιάννη Ν. Μπασκόζου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ