του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου
Η πορεία των εντύπων περιοδικών για τη λογοτεχνία, τις ιδέες και τον πολιτισμό βρίσκεται σαφώς σε φθίνουσα πορεία και είναι περισσότερο από σαφές πως η κατάσταση θα αλλάξει έτι περαιτέρω μετά τη διεύρυνση της ηλεκτρονικής επικοινωνίας που προωθεί με αστραπιαία ταχύτητα η κρίση του κορονοϊού. Μέσα σε ένα τόσο ασφυκτικό πλαίσιο, είναι σίγουρα σπουδαία η πρωτοβουλία των εκδόσεων Αρμός και του Μιχάλη Πάγκαλου, που έχει αναλάβει χρέη διευθυντή, να εκδώσουν και να υποστηρίξουν ένα περιοδικό έντυπης μορφής, όπως ο νεοσύστατος Άνθρωπος, του οποίου το πρώτο τεύχος κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό (το περιοδικό αναγγέλλεται αρχικά ως τετραμηνιαίο). Αντί άλλης συστάσεως, παραθέτω ενδεικτικό απόσπασμα από το ως έδει χαμηλόφωνο μα και άκρως περιεκτικό εκδοτικό σημείωμα: «Ο Άνθρωπος θέλει να αναδείξει ζητήματα και ερωτήματα που άπτονται της φιλοσοφίας, της θεολογίας, της φιλολογίας και των άλλων τεχνών, αλλά και ηθικά προβλήματα με ευρύτερη σημασία. Θέλει να είναι ένα περιοδικό σκέψης και προβληματισμού, αλλά και διαλόγου. Η ζωή των ιδεών μάς ενδιαφέρει. Θέλουμε να κινηθούμε αντίθετα προς τον πνευματικό επαρχιωτισμό που έχει κατακλύσει τα πάντα, στην κατεύθυνση της συνάντησης με τα μεγάλα ευρωπαϊκά και παγκόσμια ρεύματα και έργα».
Οι στοχαστές με τους οποίους ανοίγει διάλογο ο Άνθρωπος στο εναρκτήριο τεύχος του, σε «μια εποχή δύσκολη για τα γράμματα και γι’ αυτό που ονομάζουμε ανθρωπιστικές σπουδές», είναι η Σιμόν Βέιλ κι ο Εμμανουήλ Λεβινάς. Δεν πρόκειται για το θεολογικό υπόβαθρο αμφοτέρων, αλλά για το είδος της θεολογίας την οποία διακονούν και εκπροσωπούν. Από τη μια πλευρά είναι το ηθικό βάρος της ευθύνης για τον Άλλο και η χειρονομία μέσω αυτής της απολύτως κρίσιμης προσέγγισης προς τον Θεό (Λεβινάς) ενώ από την άλλη είναι η αίσθηση του πόνου και της άκρας ταπείνωσης (Βέιλ), που διανοίγει και πάλι μιαν οδό προς το θείο. Κι εκείνο που θέλω πρωτίστως να υπογραμμίσω εδώ δεν είναι μόνο οι σημαντικές συμβολές των πιο ώριμων, όπως του Μ. Πάγκαλου, αλλά και οι καίριες, μεστές νοήματος και ιδιαιτέρως συγκροτημένες παρεμβάσεις των πολύ νέων (Μαρία Καλλέργη, Χρύσανθος Κωνσταντίνου, Σταύρος Σιδηρόπουλος, Άννα Καλανδράνη), που αναπτύσσουν διεξοδικά τη σκέψη του Λεβινάς και της Βέιλ, βρίσκοντας ερεθιστικές αποτυπώσεις της στη λογοτεχνία – από τον Άππελφελντ και τον Ουγκώ μέχρι τα πεζά του Σταύρου Ζουμπουλάκη.
Οι νέοι δίνουν ωραία το παρών, χωρίς πάντως ο Άνθρωπος να πάσχει από φιλονεϊσμό, και σε άλλα φιλοσοφικά ή φιλολογικά θέματα (η Μιχαέλα Καλλανιώτη για τον Σαίρεν Κίρκεγκωρ, ο Δημήτρης Γαλάνης για τον Σπινόζα και ο Βασίλης Μακρυδήμας για τον θρησκευτικό διάλογο μεταξύ Γιώργου Θεοτοκά και Τάκη Παπατσώνη). Την ύλη συμπληρώνουν δοκίμια για τον ρόλο του ονόματος και τις δυνατότητες της γλώσσας στον καθορισμό των θεολογικών όρων και για τον Παπαδιαμάντη (Βασίλης Αντωνόπουλος, Δημήτρης Κουτσούγερας), καθώς και ποιήματα (από τον Δημήτρη Κοσμόπουλο) ή διηγήματα (από τον Μιχάλη Μακρόπουλο κα την Ελένη Στελλάτου).
Δεν μπορεί κανείς παρά να μην ευχηθεί τα καλύτερα για την προσπάθεια του Ανθρώπου, που φέρνει τον δοκιμιακό λόγο στην πρώτη γραμμή, υπενθυμίζοντας τις πλαστικές και συνάμα ανεξάντλητες δυνατότητές του. Μακάρι η πορεία να συνεχιστεί το ίδιο εύρωστη και στο μέλλον και να δούμε τα τεύχη του περιοδικού να πολλαπλασιάζονται απρόσκοπτα.