Ξυπνάς το πρωί των Χριστουγέννων και σε περιμένει το θαύμα! Ένα βιβλίο που θα ήθελες να έχεις γράψει βρίσκεται κάτω από το Χριστουγεννιάτικο Δέντρο και στο εξώφυλλο έχει το όνομά σου ως συγγραφέα. Όνειρο; Ψευδαίσθηση; Ζήλεια; ή Θαύμα; Ιδού λοιπόν το θαύμα που επέλεξαν 70 περίπου έλληνες συγγραφείς και μας το αφηγούνται με λίγα λόγια.
Επιμέλεια: Αλεξάνδρα Σαμοθράκη
(Τεχνικός σύμβουλος: Μάρκος Κρητικός)
Φώτης Δούσος
Ξυπνάς και είναι ανήμερα Χριστουγέννων. ΄Αι-βασίλης δεν υπάρχει. Θαύματα δεν γίνονται. Στο σπίτι δεν μυρίζει κουραμπιέ. Κάνει ψύχρα. Όλα είναι γκρίζα, όλα είναι μάταια, καμιά διάθεση για γιορτή. Δίπλα από το προσκεφάλι σου όμως βρίσκεται το Κιβώτιο και το ‘χεις γράψει εσύ. Ναι, έχεις γράψει το καλύτερο, το βαθύτερο, το πιο ειρωνικό και το πιο σαρκαστικό ελληνικό μυθιστόρημα του εικοστού αιώνα. Τρίβεις στα μάτια σου. Δεν το πιστεύεις. Πώς έγινε κάτι τέτοιο; Σηκώνεσαι να πας στο μπάνιο να ρίξεις νερό στα μούτρα σου να συνέλθεις. Και μόλις ανάβεις το φως κοιτάς τη φάτσα σου στον καθρέφτη. Μια μεγάλη βιβλική γενειάδα χύνεται σαν καταρράκτης από τα μάγουλα και το πηγούνι σου. Τα μαλλιά σου έχουν αραιώσει, έχεις καράφλα. Είσαι τουλάχιστον δέκα χρόνια πιο μεγάλος από την τωρινή σου ηλικία. Και σε λίγο – το ξέρεις – θα πεθάνεις. Το μόνο καλό είναι ότι μένεις στο Παρίσι. Αλλά είσαι θεόφτωχος, τι να το κάνεις; Αλήθεια τώρα, ήθελες να γράψεις το Κιβώτιο;
Αλεξάνδρα Κ*
Γιατί να βρω το βιβλίο έτοιμο; Μία χαρά έχω, να μου την πάρετε κι αυτήν χριστουγεννιάτικα; Τέλος πάντων, αν είναι να βρω κάτι χωρίς κόπο ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ, ας είναι το 100 Χρόνια Μοναξιά, που πιστεύω ότι θα έκανε τρελό χαμό και θα μου έφερνε αρκετά λεφτά για να τελειώσω ήσυχη ήσυχη το δικό μου, που θέλει άλλα δύο χρόνια φτώχεια. Θα προσέθετα και μια υποσημείωση: να μη γίνει ποτέ σειρά. Feliz Navidad compadres, κι άλλο κακό να μη μας βρει
Γιώργος Ν. Περαντωνάκης
Θα ήθελα να είχα γράψει την «Ιστορία χωρίς τέλος» (1979) του Μίκαελ Έντε. Ο μικρός ήρωας διαβάζει το βιβλίο του και εγκλωβίζεται, κυριολεκτικά και μεταφορικά, στον κόσμο του, με αποτέλεσμα να χάνει σταδιακά τον δικό του. Η μαγεία της μεταμοντέρνας εποχής ενώνει αξεδιάλυτα την πραγματικότητα με τη μυθοπλασία, όπου η δεύτερη απορροφά την πρώτη, τη μεταμορφώνει, την ξαναγράφει… Ένα εκπληκτικό παραμύθι για μικρούς και μεγάλους, που βάζει και βγάζει τον αναγνώστη στο παιχνίδι των εγκιβωτισμένων ιστοριών, το οποίο δεν αφήνει την ιστορία να τελειώσει ποτέ!
Δημήτρης Καλοκύρης
Μετά από ώριμη σκέψη, και αφού διέγραψα από τους καταλόγους μου την τοξικότατη Βίβλο, τον πολύπλαγκτο Γιλγαμές, την κυματώδη Οδύσσεια, τον ανεμοδαρμένο Δον Κιχώτη, το ανοικονόμητο Κεφάλαιο, τη σκιερή μεταμόρφωση, τον γαλάτη Αστερίσκο, το βιβλίο της άμμου, τις αόρατες πόλεις και καμιά πενηνταριά ακόμα, κατέληξα περίλυπος ότι το βιβλίο που όντως θα ‘θελα να έχω γράψει θαυματουργικώς και να διαπιστώσω ξυπνώντας στη ζούγκλα των στολισμένων χριστουγεννιάτικων δέντρων ανάμεσα στα ανήμερα φωτάκια της επιθυμίας ότι όντως το έγραψα…, το έχω ήδη γράψει. (Το Άπαν)
Ανδρέας Αποστολίδης
Θα ήθελα να ξυπνήσω με το Playboy να έχει δημοσιεύσει με το όνομά μου το διήγημα «Ο διαρρήκτης και το μαραφέτι» («The Burglar and the Whatsit»), στην πραγματικότητα του Ντόναλντ Ουέστλεηκ το 1996. Ο κορυφαίος χιουμορίστας των αστυνομικών μας περιγράφει έναν διαρρήκτη ντυμένο Αϊ Βασίλη που εν ώρα δουλειάς πέφτει πάνω σ’ ένα μεθυσμένο εφευρέτη, ο οποίος τον προσκαλεί στο διαμέρισμά του. Διαθέτει ένα ψιλοάχρηστο σύστημα ανίχνευσης των διαρρηκτών. Ο δυο τους τα πίνουν, όταν το σύστημα ξαφνικά σημάνει συναγερμό!
Ελισάβετ Κοτζιά
Ξύπνησα την ημέρα των Χριστουγέννων (ίσως και να το είδα στο όνειρό μου) και βρήκα κάτω από το Δέντρο την μυθιστορηματική αυτό-βιογραφία, Στα ίχνη της. Ελπίζω να μην θυμώσει ο συνάδελφος δημοσιογράφος Cristophe Boltanski που το αντίτυπο των εκδόσεων Πολις έφερε στην κεφαλή του το όνομα μου.
Κατερίνα Σχινά
Με το δικό μου όνομα, κάποιο βιβλίο αγαπημένου συγγραφέα; Ούτε στα όνειρά μου τέτοιες φιλοδοξίες. Μα αν ξυπνούσα μ’ ένα αγαπημένο μυθιστόρημα στο προσκέφαλό μου, θα’ θελα να’ ταν οι Μεγάλες Προσδοκίες με το επιχρυσωμένο όνομα του Ντίκενς φαρδύ πλατύ στο εξώφυλλο· εκείνο το χοντρό βιβλίο που πριν κλείσω τα δώδεκα μού χάρισε ο παππούς μου και, πριν προλάβω να το τελειώσω, το ξέχασα στο πλοίο από την Άνδρο. Εκείνη την έκδοση με το χοντρό πράσινο δέσιμο που έψαχνα χρόνια να την ξαναβρώ μα δεν την βρήκα, κι έτσι οι Μεγάλες Προσδοκίες έμειναν απεραίωτες κι ανεπιστέγαστες.
Αλεξάνδρα Χαΐνη
Πέφτω που λες για ύπνο, γύρω στα μεσάνυχτα ήταν. Δυσκολεύτηκα.Γυρνούσα και στριφογυρνούσα, αφουγκραζόμουν κάθε ήχο, με ενοχλούσε το τσαλακωμένο σεντόνι, πόναγε κι ο ώμος μου. Ηρεμία πρέπει να βρήκα γύρω στις 3 το πρωί. Το ξυπνητήρι χτύπησε 06:50. Είχα ξεχάσει να το απενεργοποιήσω, είχα ξεχάσει ότι ξημέρωνε Χριστούγεννα. Σηκώνομαι, πού να ξανακοιμηθώ, γκρίνιαζε κι ο γάτος. Δεν είχε χαράξει ακόμη, βάζω στην πρίζα τα φωτάκια να δω να φτιάξω καφέ, ν’ ανοίξει το ματάκι μου, να φύγουνε τα φαντάσματα – αμάν έκανα να τα συνετίσω. Το ’να με γαργάλαγε στ’ αυτί, το άλλο μου δάγκωνε το ποδάρι. Κι ήτανε πολλά πανάθεμά τα, κοντά 20, κι όταν τα ξεσκαρτάτησα και μείναν μόνο έξι, πάλι πολλά μου φάνηκαν. -Ξωτικά είμαστε, μη λες κακές λέξεις, φαντάσματα και αηδίες, ήρθαμε να πραγματοποιήσουμε μια ευχή σου. Λοιπόν; -Τι λοιπόν; Η ευχή καλέ, ποια είναι η ευχή σου.
-Α, εχμ…
-Λέγε, δεν έχουμε πολύ χρόνο.
-Ντρέπομαι…
-Η μισή δική σου η άλλη δική μας, ρίχτο!
-Να, θα ήθελα να πάω τώρα μέσα και κάτω από το δέντρο να έχει ήδη εκδοθεί το βιβλίο μου.
-Μπα, και πώς το λένε;
-Η καρδιά κυνηγάει μοναχή. (της Κάρσον ΜακΚαλερς)
Παυλίνα Παμπούδη
Μισοξυπνώντας (ω, το θαύμα των Χριστουγέννων!), βρίσκομαι να είμαι ξαφνικά μεταμορφωμένη , όχι σε έντομο, αλλά σε μια θαυμαστή σύνθεση Ντίκενς, Κάρολ και Έλιοτ και, πανευτυχής, να έχω γράψει εγώ τα έργα τους, που νόμιζα πως απλώς έχω μεταφράσει! Εύκολο να το φανταστώ: Ο Ελύτης δεν είχε ονομάσει τις μεταφράσεις «Δεύτερη Γραφή»;
Μισοξυπνώντας λίγο ακόμα, βρίσκω επίσης έτοιμο (ακόμα και με εκδότη πρόθυμο και δραστήριο), το βιβλίο που υπάρχει, εν σπέρματι ακόμα, στο μυαλό μου (ω, το θαύμα των Χριστουγέννων)!
Άννα Αφεντουλίδου
Το πρωί των Χριστουγέννων, καθώς ξυπνώ με συντροφιά τη γνώριμή μου «Christmas Blues» αίσθηση, εκείνο που σκέφτομαι έντονα είναι το Live or Die της Ann Sexton. Ann Sexton, λοιπόν, γιατί κατόρθωσε να γράψει για τη θηλυκή εμπειρία σε μια συνθήκη που κάτι τέτοιο δεν ήταν εύκολο αλλά ούτε ακόμη του συρμού… Και Ζήσε ή πέθανε γιατί στο βιβλίο αυτό συμπύκνωσε τη ματαίωση του θανάτου για εκείνον που αγαπά τη ζωή αλλά δεν μπορεί να αντέξει τον πόνο της. Με στίχους απλούς αλλά ως τα κατάβαθά τους συγ-κινητικούς, επομένως γνήσια ποιητικούς…
[…]
ζούσα σ’ ένα νεκροταφείο γεμάτο κούκλες
αποφεύγοντας τον εαυτό μου,
το σώμα μου, αυτό τον ύποπτο
στο αλλόκοτο σπίτι του[…]
στεκόμουν εκεί ήσυχα,
κρύβοντας το μικρό μου μεγαλείο, […]
όταν στα ψυχρά πλακάκια του μπάνιου
με ξάπλωναν καθημερινά
να μ’ εξετάσουν για ψεγάδια.
[…]
Καλά Χριστούγεννα!
Γιάννης Ράγκος
Αποσαφηνίζω: Δεν μου αρέσουν τα Χριστούγεννα -είμαι άθεος, αντικαταναλωτικός και αποστρέφομαι την «υποχρεωτική» κοινωνικότητα και χαρά. Έτσι, από διάθεση προβοκατόρικης αντίστιξης στα συνήθη των «γιορτινών ημερών», θα διάλεγα τη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη, αυτό το αριστουργηματικό ποιητικό έπος, που βυθίζεται (κυριολεκτικά) στα έγκατα της ανθρώπινης κατάστασης μέχρι τα πιο ζοφερά όριά της. Πρόκειται, αδιαμφισβήτητα, για κορυφαίο κείμενο της παγκόσμιας λογοτεχνίας -πολύ θα ήθελα να το έχω γράψει. Αλλά, ασφαλώς, κάτι τέτοιο είναι (και θα παραμείνει εσαεί) αδύνατο.
Μαρίζα Ντεκάστρο
Το Terra Ultima των Raoul Deleo και Noah J. Stern (Πατάκης, 2024): η ανακάλυψη και η χαρτογράφηση μιας άγνωστης ηπείρου εκτόξευσε την οργιώδη φαντασία αμφότερων των δημιουργών, θα ευχόμουνα και τη δική μου! Ο Deleo το δούλευε δέκα χρόνια κι εγώ δεν έχω τόση υπομονή.
Κυριάκος Χαρίτος
Χωρίς χρόνο να σκεφτώ κάτι πιο “ψαγμένο” λέω αμέσως το Μεγάλες Προσδοκίες. Υπέρτατη ιστορία ενηλικίωσης με ισόμετρες δόσεις κοινωνικού μυθιστορήματος, οικογενειακού δράματος, αυτοβιογραφίας, χιούμορ, τρυφερότητας, σασπένς. Ένα μυθιστόρημα που ζωντανεύει με απαράμιλλη χάρη μια ολόκληρη εποχή, μια ολόκληρη αυτοκρατορία. Το υπέροχο και το ζοφερό τους. Και καθώς γράφω συνειδητοποιώ πως πέρα από την υπέρτατη αναγνωστική του απόλαυση ο λόγος που το επιλέγω είναι γιατί θα ήθελα να το έχω ζήσει.
Κώστας Στοφόρος (κατά φαντασίαν Στρατής Τσίρκας)
Θα ήθελα να ξυπνήσω ανήμερα τα Χριστούγεννα και να έχω γράψει τις «Ακυβέρνητες Πολιτείες» το οποίο μέχρι εκείνη τη μέρα απέδιδαν στον Στρατή Τσίρκα. Ή Τριλογία αυτή με έχει σημαδέψει από τότε που την διάβασα στην εφηβεία κι από τότε επιστρέφω κάθε δεκαετία.Την θεωρώ το κορυφαίο μυθιστόρημα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας από κάθε άποψη. Γραφή, περιεχόμενο, πρόσωπα.Πέρα από την ίδια τη λογοτεχνική της αξία παρήγαγε στην ουσία και πολιτικά γεγονότα με τις αντιδράσεις που προκάλεσε στο αριστερό τότε «ιερατείο»…
Δημήτρης Καρακίτσος
Είμαι μια χαρά με τα δικά μου βιβλία, δίχως να σημαίνει ότι δεν αγαπώ και άλλα. Το να γράψω τα βιβλία που αγαπώ σημαίνει ότι θέλω να μπω σε περιπέτειες, κι αυτό δεν θα το ήθελα. Πχ, για να γράψω το “Σατυρικόν” θα έπρεπε να είμαι ένας Ρωμαίος ονόματι Πετρώνιος, που δεν ξέρουμε καν τι άνθρωπος ήταν. Ή να είμαι ο Εξυπερί, και άρα να πέσω με το αεροπλάνο μου στην έρημο – για να μπορέσω να γράψω τη “Γη των ανθρώπων”. Η εναλλακτική είναι να μεταφράζεις τα βιβλία που αγαπάς – μόνο έτσι. Και τώρα, μεταφράζοντας από το τετράτομο London Labour and the London Poor, του Χένρυ Μέιχιου, για τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, μπορώ να πω ιδού ένα βιβλίο που μου αρέσει πολύ. Είναι άλλωστε φοβερό το πόσοι άνθρωποι κρύβονται εκεί μέσα. Πόσα ξεχασμένα άθλια επαγγέλματα (πχ η συλλογή των περιττωμάτων των σκύλων), πόσες τρελές ιστορίες, πόση φρίκη, πόση εφευρετικότητα και πόση απανθρωπιά – πόση ανθρωπιά επίσης.
Παναγιώτης Γιαννουλέας
Το βιβλίο που θα ήθελα να είχα γράψει είναι το ‘‘Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά’’ του Νίκου Καζαντζάκη. Εκδόθηκε το 1946 και βασίζεται στη Ζωή του Ζορμπά. Ο Ζορμπάς ήταν υπαρκτό πρόσωπο και το πραγματικό του όνομα ήταν Γιώργος. Γνωρίστηκε με τον Καζαντζάκη το 1914 στο Άγιον Όρος και έγιναν φίλοι. Αργότερα, κατά τα έτη 1917-1918, συνεργάστηκαν στο λιγνιτωρυχείο της Πραστοβάς, στη Στούπα της Μεσσηνιακής Μάνης. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν εκεί οι γαλαρίες του λιγνιτωρυχείου.
Βίβιαν Στεργίου
Θα ήθελα να είχα γράψει το Middlemarch χωρίς να είμαι η George Eliot. Καθόλου δεν με πειράζει που δεν το έχω γράψει, όμως. Όλοι ξέρουν ότι η ανάγνωση είναι πιο ξεκούραστη και λιγότερο ριψοκίνδυνη από τη συγγραφή. Να λίγη εύκολη ευτυχία: Μια ημέρα που μπορείς να ξυπνήσεις επιτέλους αργά, χωρίς να βάλεις το ξυπνητήρι. Κρύο, σκοτάδι και αυτή η μυρωδιά ξύλων απ’ έξω. Μέσα: Καφές με γεύση φουντούκι, τσάι κανέλα, κορνφλέικς και πορτοκαλόπιτα. Και Middlemarch. Μετά λίγο κονιάκ. Μετά πάλι Middlemarch.
Γεωργία Συλλαίου
Φέτος έφτιαξα μόνος μου χάρτινα αστέρια και αγγελάκια. ‘Εκοψα προσεκτικά τα γυαλιστερά χαρτόνια και κρέμασα τα αγγελάκια πάνω από το κρεβάτι μου. Οι άγγελοι μού παραστέκονται τις νύχτες. Διαβάζω το «Κοριτσάκι με τα σπίρτα». Αν το είχα γράψει εγώ, το τέλος θα ήταν διαφορετικό. Ένας δικός μου άγγελος θα πήγαινε το κοριτσάκι σε ένα ζεστό, φωτεινό σπίτι. Από το παράθυρό μου βλέπω χρυσές αστραπές, μια σχισμένη σελίδα. Το κοριτσάκι ανάβει το τελευταίο σπίρτο και με ευχαριστεί πίσω από το τζάμι.
Καλλιρρόη Παρούση
Ανακάλυψα τον Ρόμπερτ Βάλζερ διαβάζοντας Ενρίκε Βίλα Μάτας, εξάλλου, είναι γνωστό ότι οι καλοί συγγραφείς οδηγούν σε άλλους καλούς συγγραφείς. Την πληροφορία, για παράδειγμα, ότι ο Βάλζερ ήξερε πως « το να γράφεις ό,τι δεν μπορείς να γράψεις, είναι κι αυτό ένας τρόπος να γράφεις» τη διάβασα στο βιβλίο του Μάτας, Μπάρτλεμπυ & Σία, οπότε και αποφάσισα ότι μέχρι το τέλος του έτους θα ολοκλήρωνα την αντιγραφή των μυθιστορημάτων της Βιρτζίνια Γουλφ. Έτσι, όταν ανήμερα τα Χριστούγεννα και ενώ ακόμη βρισκόμουν σε μια πνευματική κατάσταση εφάμιλλη με αυτή του ενύπνιου λήθαργου, χτύπησε το τηλέφωνο για ευχές από τον εκδότη μου, είπα χαρούμενη πως έγραψα όχι ένα αλλά δύο έργα, τα Κύματα και την κυρία Ντάλαγουεη, διαπιστώνοντας, ωστόσο, ότι ο ενθουσιασμός μου δεν ήταν όσο μεταδοτικός περίμενα.
Χρύσα Φάντη
Ξύπνησα Χριστούγεννα με ένα βιβλίο στα χέρια μου. Τίτλος: «Οι άθλιοι». Πάνω από τον τίτλο: το όνομά μου. Το βιβλίο μιλούσε για έναν κόσμο σκληρό, όπου τα θαύματα είχαν τελειώσει. Όμως, παρά τη σκοτεινή του ατμόσφαιρα, υπήρχε εκεί και μια νότα ελπίδας και συμφιλίωσης. Σαν να εμφανιζόταν ξαφνικά μια κιβωτός, ένα κερί που έλαμπε. Δεν θυμόμουν να το είχα γράψει. Αναρωτήθηκα αν ήταν αληθινό ή επρόκειτο για κάποιο μακρινό όνειρο που είχε βρει τρόπο να ξαναμπεί στη ζωή μου.
Νίκος Α. Μάντης
Αν είναι να απαντήσω σ’ αυτή την κάπως προβοκατόρικη ερώτηση, θα επέλεγα ένα ελληνικό βιβλίο που διάβασα πριν λίγα χρόνια και που με εντυπωσίασε. Πρόκειται για το μυθιστόρημα «Νύχτες Πυρετού» της Μαρίας Κουγιουμτζή. Βασίζεται στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση μιας ευάλωτης γυναίκας, στη Θεσσαλονίκη μιας αδιευκρίνιστης χρονικής περιόδου, και δικαιολογεί απόλυτα τον τίτλο του: λόγος ουσιαστικά λογοτεχνικός, γοητευτικά παραληρηματικός, με το σπάνιο προσόν να επικεντρώνει στη γλώσσα και το ρυθμό χωρίς να χάνει ποτέ το συναισθηματικό βάθος. Για μένα ένα από τα πιο δυνατά ελληνικά μυθιστορήματα της περασμένης δεκαετίας
Αχιλλέας ΙΙΙ
Ωραία είναι τα θαύματα, αλλά ομολογώ ότι δεν θα ήθελα, χάρη σε ένα τέτοιο, να ξυπνήσω και να έχω γράψει κάποιου άλλου το βιβλίο. Όχι, ευχαριστώ! Η μισή ικανοποίηση για τους συγγραφείς είναι η επίλυση των γρίφων που οι ίδιοι κατασκευάζουν. Αν στ’ αλήθεια μπορούσα να ζητήσω κάποιο θαύμα, θα ήταν να ξυπνήσω ανήμερα Χριστουγέννων μέσα σε ένα βιβλίο της επιλογής μου. Ειδικότερα, θα ήθελα να ξυπνήσω σε ένα πάρκο της σοβιετικής Μόσχας, όπου θα γίνω μάρτυρας της επίσκεψης ενός παράξενου γκριζοφορεμένου ξένου και της συζήτησης του με 2 πολίτες οι οποίοι, αφού προηγουμένως αρνηθούν την ύπαρξη του Θεού, θα προσπαθήσουν να πείσουν τον παράξενο ταξιδιώτη ότι δεν υπάρχει ούτε και ο διάβολος, αγνοώντας ότι μπροστά σε αυτόν ακριβώς τον τελευταίο στέκονται. Με λίγα λόγια, θα ήθελα να ξυπνήσω μέσα στο αγαπημένο «Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα» του Μιχαήλ Μπουλγκάκωφ.
Ελένη Σίντου
Θα μπορούσα, να γράψω ολόκληρες σελίδες για τα μαγικά βότανα, που αναμιγνύει ο σοφός Πανοραμίξ της ελληνικής λογοτεχνίας αλλά θα σταθώ στα πολύ βασικά. Πρωτοπρόσωπη και γρήγορη αφήγηση, που σου δίνει μια σφαλιάρα και σε βυθίζει στην παρηκμασμένη κοινωνία μας από τις πρώτες γραμμές. Το καυστικό χιούμορ (που ζηλεύω απεριόριστα) και η απόδοση της αποπνικτικής – αλλά γοητευτικής – ατμόσφαιρας της Αθήνας. Ο αξιολάτρευτος Δανέζης, οι Τσαντλερικές επιρροές και ένα φινάλε όνειρο, συνθέτουν το απόλυτο νουάρ μυθιστόρημα της ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας!
Ηρώ Νικοπούλου
Ξυπνώ στο άγνωστο νησί. Τρόμος πολέμου. Θυμάμαι πως το αεροπλάνο μας έπεσε. Τα αγόρια τσακώνονται, πεινασμένοι αρχολίπαροι, ακούω τις φρικτές διαταγές τους, απελπισμένες οι κραυγές του Πίγκυ σκίζουν για τελευταία φορά τον αέρα. Ο Τζακ και ο Ρότζερ έχουν βαφτεί με τα χρώματα του πολέμου, βασανίζουν και σκοτώνουν παιδιά της παλιάς τους χορωδίας. Κλέβω την γεμάτη μύγες παλουκωμένη γουρουνοκεφαλή, που θα εξευμένιζε το άγνωστο/ανύπαρκτο τέρας του νησιού. Όλοι πεινάμε. Ετοιμάζω τον Άρχοντα των μυγών για το γεύμα των Χριστουγέννων
Αλέξης Μόστριος
Θα ήθελα να ήμουν ο συγγραφέας της Χριστουγεννιάτικης Ιστορίας του Charles Dickens, ενός ύμνου για την αγάπη, ενός παραμυθιού που εκθέτει τον εγωισμό και την αδιαφορία και δοξάζει την αξία του να μοιράζεσαι, να βοηθάς, να σηκώνεις το βάρος των άλλων. Έχουν περάσει 181 χρόνια από την πρώτη του έκδοση αλλά παραμένει επίκαιρο όσο ποτέ, σε μια εποχή που η ατομικότητα κυριαρχεί. Χρόνια πολλά σε όλους τους Tim Cratchit, που δεν θα είναι ποτέ μόνοι τους!!
Ιωάννα Πετρίδου
Ξημερώνει Χριστούγεννα του 2001. Ανοίγω τα μάτια μου από ένα τρελό όνειρο. Μία περιπλάνηση σε μία μυστική βιβλιοθήκη με απαγορευμένα και ξεχασμένα βιβλία, ένα μαγικό ταξίδι στη Βαρκελώνη γεμάτο μυστήριο και μαγεία. Γύρω μου πρόσωπα αλησμόνητα και τραγικά.Και δίπλα μου στο κρεβάτι “η σκιά του ανέμου” Carlos Ruiz Zafon ,εκδόσεις Ψυχογιός. Και όμως το έχω γράψει εγώ… Δεν ήταν όνειρο…
Βαγγέλης Μπέκας
Θα ήθελα να είχα γράψει τη “Σκιά της Σκιάς” του Τάιμπο 2 (εκδ. Άγρα), ένα βιβλίο που με συγκλόνισε, όταν το πρωτοδιάβασα. Ένα μυθιστόρημα που μου άνοιξε άλλους ατραπούς, καθώς συνδύαζε επιτυχώς το χιούμορ, την αστυνομική πλοκή και το πολιτικό σχόλιο με λογοτεχνική μαεστρία. Η ιστορία εκτυλίσσεται στο Μεξικό της δεκαετίας του 1920, μια εποχή πολιτικής αστάθειας και βίας, όπου τέσσερις εκκεντρικοί χαρακτήρες –ένας δημοσιογράφος, ένας ποιητής, ένας δικηγόρος και ένας στρατηγός– παγιδεύονται σε μια θανάσιμη συνωμοσία, ερχόμενοι αντιμέτωποι με τις πιο σκοτεινές πτυχές της εξουσίας.
Μάρκος Κρητικός
Θα ήθελα να έχω γράψει το Η Τριλογία της Μασσαλίας του Ζαν-Κλωντ Ιζζό. Είναι το βιβλίο που με έκανε να αγαπήσω την αστυνομική λογοτεχνία. Στις δαιδαλώδεις διαδρομές των εσωτερικών αναζητήσεων του θρυλικού Φάμπιο Μοντάλ, αστυνομικές ίντριγκες περιπλέκονται με μεγάλους έρωτες, υψηλά ιδανικά συγκρούονται με σφοδρά πάθη, αυτοσχεδιασμοί μουσικών της τζαζ παρεμβάλλονται σε έθνικ μελωδίες από τις χώρες της Μεσογείου και η οσμή του θανάτου αναμειγνύεται με την αλμύρα της θάλασσας σε ένα έξοχο υπαρξιακό νουάρ.
Στάθης Κουτσούνης
Παραμονή Χριστουγέννων. Είμαι ο Γκρέγκορ Σάμσα και κάθομαι στον καναπέ του σαλονιού μεταμορφωμένος σ’ ένα τεράστιο σκαθάρι. Θέλω να εξοργίσω τον πατέρα μου, να τον εκδικηθώ για τις προσβολές και τις απειλές, για το μπούλινγκ που μου έκανε καθημερινά. Μόλις εκείνος ήρθε, με κοίταξε με αηδία και κουνώντας το κεφάλι μόρφασε απαξιωτικά. Είσαι τελείως τρελός, μου λέει, δεν υποφέρεσαι με τίποτα… Πετάχτηκα τότε και βλέπω πάνω στο κομοδίνο το τετράδιο με τη Μεταμόρφωση, που τελείωσα αργά χθες το βράδυ. Απέξω ακούγονταν χριστουγεννιάτικες μελωδίες
Έλενα Μαρούτσου
Την ημέρα των Χριστουγέννων θα ήθελα να ξυπνήσω και -επειδή η ζωή μου το οφείλει- να με περιμένει το εξής αναπάντεχο δώρο: το βιβλίο του Γιάννη Πάσχου «Παραδείσια Πουλιά». Το βιβλίο δεν έχει λίγες μέρες που κυκλοφόρησε, αλλά η έκπληξη δεν θα περιορίζεται στην εσπευσμένη άφιξη. Στον όνομα του συγγραφέα θα φιγουράρει το δικό μου. Εγώ θα είμαι η συγγραφέας και θα το διαβάσω με το χτυποκάρδι που προκαλεί το θαύμα της γέννησης ενός πουλιού από μια ορχιδέα.
Τατιάνα Αβέρωφ
Δέκα μέρες τώρα γράφω και ξαναγράφω τη λίστα μου για τον Αη Βασίλη. Προσπαθώ να αποφασίσω ποιο βιβλίο να του ζητήσω ‒ ένα μόνο μου είπε, θα ξυπνήσεις το πρωί και θα τόχεις γράψει εσύ! Δηλαδή… μπορώ να ζητήσω ακόμα και την Οδύσσεια;… τον Δον Κιχώτη;… την Κυρία Ντάλαγουεϊ;… Χιλιάδες σπουδαία βιβλία, όμως… Επιλέγω τελικά αυτό που νιώθω πιο κοντά μου σήμερα, ως συγγραφέα: την «Υπόσχεση», του Damon Galgut‒, ένα μυθιστόρημα που με ενθουσίασε και μου άνοιξε δρόμους. Ευχαριστώ, Αη Βασίλη μου, καλά Χριστούγεννα!
Έφη Κατσουρού
Ξημερώνουν Χριστούγεννα και μιας και όλα μπορούν να συμβούν τέτοια μέρα, όπως διδάσκει η κλασσική συνταγή της χολιγουντιανής εκδοχής τους, έχω γράψει το Έξι νύχτες στην Ακρόπολη. Πάντα θα ήθελα να έχω ζήσει έξι νύχτες στα υλικά και άυλα συντρίμια του ρομαντισμού της και να τις έχω βάλει στο χαρτί· ίσως έτσι κάποια επόμενα Χριστούγεννα ξυπνήσω και έχω γράψει την Κίχλη. Μέσα στα χαρτιά και τα βιβλία μου βρίσκω τσαλακωμένα τα εισιτήρια εκείνων των Πανσελήνων…
Κώστας Ακρίβος
Ο Γκρέγκορ φον Ρετσόρι, ισοϋψής του Ζέμπαλντ, στην αυτοβιογραφική κατάθεση Τα περσινά χιόνια , δοσμένη σε έξοχα ελληνικά από τη Δέσποινα Κανελλοπούλου, καταθέτει έναν ελεγειακό φόρο τιμής στο ανεπίστρεπτο παρελθόν, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα την απελευθερωτική δύναμη της μνήμης. Γεννημένος σε έναν τόπο (Τσέρνοβιτς-Μπουκοβίνα), που κατά καιρούς άλλαζε εθνικό ιδιοκτήτη (Αυστροουγγαρία, Ρουμανία, Σοβιετική Ένωση, Ουκρανία), από γονείς αριστοκράτες όσο και παράξενους, και μεγαλωμένος με τροφούς που του έμαθαν το «μαλλί» και το «μετάξι» της ζωής, μία επιλογή είχε για να επιβιώσει: τη γραφή. Χριστουγεννιάτικος μποναμάς.
Άγγελος Χαριάτης
Ξυπνώντας την ημέρα των Χριστουγέννων θα ήθελα να έχω στο κομοδίνο μου το χειρόγραφο και το εγκριτικό σημείωμα του εκδοτικού οίκου για την έκδοση. Ταξίδι στην άκρη της νύχτας του Σελίν Λουί-Φερντινάν, εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, μετάφραση Ιγγλέση-Μαργέλλου Σεσίλ. Αυτό το τόσο σημαντικό μυθιστόρημα με την άρτια συγγραφική τεχνική επαναπροσδιόρισε τη σχέση μου με τη λογοτεχνία. Όχι απόλυτα από την πλευρά του αναγνώστη, αλλά από εκείνη του συγγραφέα. Έχει όλα αυτά τα στοιχεία τα οποία δείχνουν από ποια σπουδαία υλικά είναι φτιαγμένη η ατόφια λογοτεχνία.
Μάγδα Παπαδημητρίου – Σαμοθράκη
Ξεχώρισα το βιβλίο της Ελένης Πριοβόλου «Βαθύ το σκοτάδι πριν την αυγή», από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Ένα μυθιστόρημα άμεσο, ζωντανό, γεμάτο οι σελίδες του από προβληματισμούς, φιλοσοφικές σκέψεις, μηνύματα. Ο Παμπλέκης δεν ήθελε τον Έλληνα ραγιά αλλά πολίτη με δικαιώματα, με κριτική σκέψη, ελεύθερο από προκαταλήψεις και στερεότυπα. Κήρυττε ότι δικαιούται τον σεβασμό κάθε γυναίκα που είναι η αρχή της ζωής. Για τις ανατρεπτικές του θέσεις αφορίστηκε από την εκκλησία.
Πολ Κουτσάκης
Θαυμάζω τα σπουδαία βιβλία χωρίς να ονειρεύομαι ότι τα έχω γράψει εγώ. Εκείνα έχουν την σφραγίδα του μυαλού του/της συγγραφέα που έστρωσε τον πωπό του/της για να τα δημιουργήσει. Η δική μου δουλειά είναι να γράψω το καλύτερο βιβλίο που εγώ και ο δικός μου πωπός μπορούμε.
Αλλά υπάρχει μια εξαίρεση. Το “Silent Night” του καταπληκτικού Ρόμπερτ Μπ. Πάρκερ ολοκληρώθηκε από την ατζέντη του λόγω του θανάτου του. Θα μπορούσε να είναι καλύτερο. Ο Πάρκερ είχε ολοκληρώσει εξαιρετικά το “Poodle Springs” του Ρέιμοντ Τσάντλερ, όταν εκείνος πέθανε. Θα ήθελα να έχω κάνει το ίδιο για το “Silent Night”.
Χρήστος Αζαριάδης
Ένα υπέροχο δίλημμα. Είναι δεκάδες τα βιβλία που θα ήθελα να έχω γράψει. Αν, όμως, έπρεπε, να διαλέξω μόνο ένα, αυτό θα ήταν το δυστοπικό ‘’Εμείς’’ του Σοβιετικού Ευγένιου Ζαμυάτιν (πλέον με νέα μετάφραση στις εκδόσεις ‘’Έρμα’’). Γράφτηκε το 1920-21 κι όμως έναν αιώνα μετά παραμένει τόσο διαχρονικό, τόσο επιδραστικό. Θα αισθανόμουν υπερήφανος αν είχα γράψει ένα μυθιστόρημα, που επηρέασε βαθιά τον Όργουελ, τη ΛεΓκεν και την Επιστημονική Φαντασία, γενικότερα.
Σάκης Παπαδημητρίου
Επιτέλους έγινε το θαύμα: Διορθώθηκε το παλιό κασετόφωνο και άρχισε η αναδίφηση στο ηχητικό παρελθόν. Τι σημαίνουν οι «διαθέσεις φυγής» που έχω σημειώσει επάνω στην κασέτα; Πατώ το κουμπί: «διαθέσεις φυγής σε μια πόλη διάσπαρτη ερεθισμούς για απογοήτευση». Πώς το είπα; Για ποιο λόγο; Πού θα πήγαινα; Είμαι ακροατής ενός άλλου εαυτού. Μια άλλη αναπνοή βγαίνει από τα ηχεία. Πατώ ξανά το κουμπί, η κασέτα γυρίζει: «σπάνιες οι συγχορδίες ονείρων, απαραίτητες για επιβίωση εδάφους».
Όπως ο Κραπ ίσως έχασα μια ευκαιρία, αλλά δεν θα’ θελα να γυρίσω σ’ εκείνη τη μέρα. (Η τελευταία κασέτα του Κραπ, Μπέκετ)
Βίκυ Χασάνδρα
Ως ευχή για το «Θαύμα των Χριστουγέννων», θα ξεχώριζα το «Γράμμα στον Δικαστή μου», του Georges Simenon (Άγρα). Για τον τρόπο που ο συγγραφέας ανατέμνει τον νου ενός δολοφόνου, καθρεφτίζοντας στο πρόσωπό του την παθογένεια μιας κοινωνίας. Με λιτό και απέριττο ύφος. Και αν το ερώτημα για τα όρια μεταξύ ενοχής και αθωότητας πλανάται μέχρι τέλους, αναγνωρίζει κανείς ξεκάθαρα την τραγικότητα της ανθρώπινης υπόστασης σε αυτό το γοητευτικό ταξίδι στα σκοτάδια της ψυχής.
Κώστας Φασουλόπουλος
Ξυπνώντας την ημέρα των Χριστουγέννων, θα ήθελα να έχω γράψει το The Ax, του Donald Westlake. Στο “Τσεκούρι”, ένας μεσήλικας manager απολύεται, λόγω περικοπών στη χαρτοβιομηχανία που εργάζεται. Όταν εντοπίζει την καινούρια θέση που επιθυμεί, θα σκοτώσει όλους τους ανταγωνιστές του πριν παρουσιαστεί στον προσωπάρχη. Ο Westlake αφηγείται με χιούμορ κι ένταση μια σκληρή ιστορία καπιταλιστικού τρόμου, που συμβαίνει σε μικροαστούς της διπλανής πόρτας. Πρόκειται για εξαιρετικό δείγμα crime με κοινωνικό σχόλιο, που θα ήθελα να έχω γράψει, ή έστω να έχω μεταφράσει στη γλώσσα μας.
Δώρος Αντωνιάδης
Είναι παραμονή και πέφτω για ύπνο νωρίς ενώ οι άλλοι ακόμα διασκεδάζουν. Ξυπνάω αχάραγα και στο κομοδίνο μου υπάρχει αυτό το μοναδικό βιβλίο, Anima, Ουαζντί Μουαουάντ, με τη μόνη διαφορά ότι έχει το δικό μου όνομα στο εξώφυλλο. Δεν το πιστεύω! Το ξεφυλλίζω και σε κάθε σελίδα του αναγνωρίζω την αγωνία μου αν θα πετύχει το εγχείρημα να βάλω ζώα να πουν την ιστορία. Βάζω το χέρι στο πρόσωπο και χαϊδεύω τις ρυτίδες μου γύρω από τα μάτια. Πέντε στο ένα και πέντε στο άλλο. Σύνολο δέκα, όσα και τα χρόνια που μου πήρε για να το γράψω. Το θαύμα των Χριστουγέννων όντως πραγματοποιήθηκε και φέτος.
Γιάννης Μόσχος
Το Αιματοβαμμένος Μεσημβρινός του Cormac McCarthy . Ζήλια και θαυμασμό! Αυτό ένιωθα σε κάθε φράση που περνούσε από τα μάτια μου διαβάζοντάς το. Θα ευχόμουν να το είχα γράψει γιατί αυτό θα σήμαινε ότι έχω την ικανότητα να μπω στα εσώψυχα των χαρακτήρων, να τους ξεγυμνώσω και να τους παρουσιάσω με τρόπο που ούτε οι ίδιοι μπορούν να φανταστούν και γιατί αυτό θα σήμαινε ότι έχω την ικανότητα να περιγράψω έναν κόσμο γεμάτο ζόφο, κυνισμό και αγριότητα με έναν τόσο λυρικό τρόπο.
Φίλιππος Φιλίππου
Όταν πρωτοδιάβασα τα ποιήματα του Νίκου Καββαδία, θαύμασα την ικανότητά του να μετατρέπει σε στίχους τις εμπειρίες του από τα ταξίδια του ανά τον κόσμο. Κι όταν διάβασα και τη Βάρδια του ο θαυμασμός μου μεγάλωσε. Αυτό το βιβλίο μου πρόσφερε τέτοιες συγκινήσεις που έγραψα στις πρώτες σελίδες του «Το Ευαγγέλιο του ναυτικού». Καμιά φορά σκέφτομαι πως θα ήταν ωραίο να ξυπνούσα το πρωί των Χριστουγέννων και να ήμουν εγώ εκείνος που το είχε γράψει∙ θα ένιωθα ευτυχία.
Μισέλ Φάις
Επειδή δεν πιστεύω στα θαύματα και στα οράματα, θα ήθελα να ξυπνήσω μια οποιαδήποτε μέρα του χρόνου (δεν με χαλάει και ανήμερα των Χριστουγέννων) και να να έχω ξαναξαναξαναδιαβάσει το «Κτίσμα» (1924) του Κάφκα―επειδή, κατά βάθος, η εμμονική ανάγνωση μια πλάγια γραφή είναι.
Ένα από τα τελευταία κείμενα του Κάφκα. Εκεί αναγνώστης συναντά τις χρόνιες θεματικές και υφολογικές εμμονές του Τσεχοεβραίου στην πιο ώριμη εκδοχή τους. Ζωομορφισμός, άγχος, παραίσθηση, εγκλωβισμός, ασιτία, ασφυξία, σε μια πρόζα γυμνή, ψυχρή, καθηλωτική. Ο τυφλοπόντικας αφηγητής (όπως και σε πάμπολλες μεταμορφώσεις του αφηγηματικού εγώ) είναι ένας διαρκής μετεωρισμός ανάμεσα στο corpo-animal και corpo-objecto.
Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
Θα ήθελα να ξυπνήσω μια μέρα των Χριστουγέννων και ως δια μαγείας να έχω γράψει ένα και μοναδικό ποίημα: το 1η Σεπτεμβρίου 1939 του W.H. Auden. Θα είχα τότε καταφέρει να συνδυάσω ιστορία, πολέμους, φιλοσοφία, τη μοναχική φωνή του ποιητή που μιλάει όμως σε όλους για ένα τραύμα οικουμενικό, με εσωτερικό ρυθμό και ρίμα, σαν προφήτης, σαν καταφύγιο στερνό. Κάτι που προσπαθώ να κάνω έτσι κι αλλιώς στην ποίησή μου. Αλλά πώς τα κατάφερε ο Ώντεν, ε;!
Αριστοτέλης Σαϊνης
Γράφω μέρες, άυπνος σε ανήλιαγο κελί. Τα μουδιασμένα μου δάκτυλα σέρνουν με κόπο την πένα. Μπροστά μου εμφανίζονται οι τελευταίες λέξεις: «κι εγώ που νόμιζα πως είσαι μια επινοημένη αλληγορία». Βάζω νευρικά την τελευταία τελεία, κάνοντας μια παλαμιαία μουντζαλιά! Ξύπνησα τρομαγμένος. Κεφάλι βαρύ. Δίπλα μου αυτός, κάδρο στο κομοδίνο, με κοιτούσε. Δεν άντεξα το βλέμμα του, και κατεβάζοντας τα μάτια, ψιθύρισα: «Γύμνασέ μου το χέρι και γύμνωσέ μου τα δικά σου μαργαριτάρια και κάμε τα σαν σφαίρα για να έχω ωραιότατο φυλαχτό». (Γιάννης Πάνου: «Ιστορία των μεταμορφώσεων»)
Φώτης Μανίκας
Πρωί Χριστουγέννων. Μια παραφουσκωμένη κάλτσα πάνω στο καλοριφέρ (πού να βρούμε λεφτά για τζάκι!).
Έχει γούστο!
Κοιτάζω και βλέπω το βιβλίο. Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν απο το πέναλτι. Εγώ ο συγγραφέας. Όχι ο Χάντκε. Μετά ξεκινησε το δράμα. Δεν το διάβασα ποτέ στη ζωή μου, δεν τρελάθηκα ποτέ. Εκείνος ο ίλιγγος; Της φαντασίας μου. Το πεζούλι στην Χώρα της Τήνου, εκεί όπου διαβάστηκε μονορούφι, όπως και όλο το νησί μαζί με το γλυκό καλοκαίρι.
Χαθήκανε. Πάνε!
Γιώργος Πολυμενάκος
Το θαύμα των φετινών Χριστουγέννων θα ήταν να ξυπνήσω και να έχω γράψει τη Δίκη τυ Φραντς Κάφκα. . Με τη βαθιά του αλληγορία για την αποξένωση και τον παραλογισμό της εξουσίας, η Δίκη αναδεικνύει την υπαρξιακή αγωνία σε ένα σύμπαν ακατανόητο και αμείλικτο. Είναι ένα έργο που καταφέρνει να μετατρέψει το παράλογο σε έναν οικείο εφιάλτη.
Αμάντα Μιχαλοπούλου
Θα ήθελα να έχω γράψει φράσεις όπως «Γέλασε και τα χρυσά της δόντια με τυφλώσανε». Ή «ο λαιμός τους τρέμει σαν νάχει πιαστεί μέσα σπουργίτι». ‘Η «το μήλο πέφτει από τη συκιά». Θα ήθελα να έχω γράψει «για το χώμα που ήταν ξερό και πεισματάρικο». Να ήμουν καλή στο μαύρο χιούμορ: «Ελλαδίτσα μου εσυ, αχ Ελλαδούλα μου, Ελλαδουλίτσα μου!» Κι «Ω Θεέ μου! Μη μας καταβρέξεις πάλι»! Με άλλα λόγια θα ήθελα να έχω γράψει την «Κασσάνδρα και τον λύκο» της Μαργαρίτας Καραπάνου.
Βασίλης Δανέλλης
Να ζητάς από έναν συγγραφέα να διαλέξει ποιο βιβλίο θα ήθελε να είχε γράψει είναι σαν να βάζεις ένα παιδάκι μπροστά σε ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο με αμέτρητα υπέροχα δώρα και να του ζητάς να διαλέξει μόνο ένα. Ας είναι! Διαλέγω τον «Τρίτο άνθρωπο» του Γκράχαμ Γκρην. Τα έχει όλα: είναι αριστούργημα και ταυτόχρονα «σφραγίζει» ένα ολόκληρο λογοτεχνικό είδος. Είναι απολαυστικά ψυχαγωγικό κι όμως βαθιά υπαρξιακό και κοινωνικό. Είναι ένα υπέροχο μυθιστόρημα κι ένα φανταστικό σενάριο μιας αξεπέραστης ταινίας. Καλά Χριστούγεννα!
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου
Καλά Χριστούγεννα με ένα διήγημα του Δημοσθένη Βουτυρά για μια γιορτή φτωχή –σαν τη φάτνη- μα και αισιόδοξη (γεμάτη κρυφή ομορφιά) χαρά της ζωής. Ήταν, ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα, αφανής εταίρος του μοντερνισμού, γέμισε τους τόπους των διηγημάτων του με πρόσωπα και καταστάσεις μιας τολμηρής και εξημμένης φαντασίας, παρακολούθησε με διεισδυτικό βλέμμα τα μεγάλα ιστορικά και πολιτικά γεγονότα του καιρού του, χωρίς να υποκύψει στον πειρασμό των εξαντλητικών λεπτομερειών ή της μετωπικής καταγραφής τους, και έγραψε πλήθος κομμάτια για ανθρώπους βασανισμένους οικονομικά ή σφηνωμένους στα κράσπεδα του κοινωνικού περιθωρίου, δίχως και πάλι να παρασυρθεί στην κραυγαλέα καταγγελία ή να υποκύψει στις στεγνές απαιτήσεις της στρατευμένης λογοτεχνίας. “Δώρο χριστουγεννιάτικο” (1924).
Σπύρος Κακουριώτης
Μα, τι καμπάνες είναι αυτές που ακούγονται; Ξημέρωσε; Α, μα τι λέω, είναι Χριστούγεννα. Πού είναι το βιβλίο; Α, να το, στο πάτωμα· δεν ήταν όνειρο.
Να, και το όνομά μου στο εξώφυλλο με το όμορφο χρώμα αυτό το μπλέ μελανί και το κόκκινο της φωτιάς, βλέπω το Σ, ναι.
Αλλά, για στάσου. Στρατής –δεν ήταν Σπύρος το Σ, λοιπόν;– Μπουρνάζος, Η ιστορία μιας ματαίωσης: το CCF και ο Πολιτισμικός Ψυχρός Πόλεμος στην Ελλάδα (1950-1967). Το διάβαζα χτες, γι’ αυτό το είδα στον ύπνο μου. Πόσο το ’θελα να είναι το Σ το δικό μου εκεί, κι όχι μονάχα στ’ όνειρο…
Γιάννης Δούκας
Και να ξημέρωνε, να ξύπναγα και να ’λεγε, ας πούμε, ΔΟΥΚΑΣ αντί για ΕΝΤΣΕΝΣΜΠΕΡΓΚΕΡ στη ράχη του Σύντομου καλοκαιριού της αναρχίας. Ή να ’χω υπογράψει όχι Το σύνδρομο Σταντάλ, αλλά το Πόρτνοϊ. Χωρίς, ωστόσο, να ’χω παραστεί στην εποχή απ’ όπου αναδύθηκαν. Και να βραβεύομαι, να εισπράττω δικαιώματα, να προσδοκώ μεταθανάτια προτομή, χωρίς να ’χω κοπιάσει. Να ξύπναγα, να κοιταζόμουν στον καθρέφτη, να ’μουν, ας πούμε, ο ΙΤΑΛΟ ΚΑΛΒΙΝΟ, απ’ τη δική μου ύπαρξη, εδώ, ξαλαφρωμένος. Θα ’ταν –ή μήπως όχι– εφιάλτης;
Τζούλια Γκανάσου
Θα ήθελα να είχα γράψει το μυθιστόρημα «Η μάνα» της νομπελίστριας Pearl Buck. Στην προεπαναστατική Κίνα, μια ανώνυμη αγρότισσα εγκαταλείπεται από τον σύζυγο και αναγκάζεται να δουλέψει τη γη, να μεγαλώσει τρία παιδιά και να φροντίσει την υπέργηρη πεθερά της χωρίς καμία βοήθεια.Ο αγώνας της ηρωίδας απεικονίζει όλες τις δυσκολίες που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν οι γυναίκες μέχρι σήμερα εν μέσω κοινωνικοπολιτικής αδιαφορίας, έμφυλης βίας, σεξισμού και μοναξιάς, στοιχεία τα οποία σκιαγραφώνται στο βιβλίο με λιτότητα, καυστικότητα και επαναστατική ματιά.
Χρύσα Σπυροπούλου
Το μυθιστόρημα που θα έγραφα, θα ήθελα να μοιάζει με την Περιπέτεια της Χριστουγεννιάτικης πουτίγκας της Αγκάθα Κρίστι. Μόνο που αντί για το χαμένο ρουμπίνι θα έβαζα τους ήρωες να αναζητούν μια παλιά συνταγή για την παρασκευή των φοινικιών την οποία είχε φέρει ο προπάππους του ιδιοκτήτη του σαλέ, στο όρος Μαίναλο στην Αρκαδία, από τη Μικρά Ασία. Θα κρατούσα την χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα στο σαλέ με το στολισμένο δέντρο, τις γιρλάντες στο τζάκι, το χιονισμένο τοπίο, τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια που ακούγονται από μακριά.
Φωτεινή Τσαλίκογλου
Δεν υπάρχει κανένας σοβαρός λόγος να μην πιστεύει ένας συγγραφέας στο θαύμα. Στα χέρια μου κρατώ το βιβλίο μου: Η Μεταμόρφωση (Κάφκα)
‘’Όταν ο Γκρέγκορ Σάμσα ξύπνησε ένα πρωί διαπίστωσε ότι είχε μεταμορφωθεί σε μια γιγάντια κατσαρίδα’’
Το αποτρόπαιο ζωύφιο μοιάζει να είναι πιο ανθρώπινο από την αγία οικογένεια. Τον πατέρα, τη μητέρα, την αδελφή. Kι όμως κάποια στιγμή ανηλεώς, με ένα φαράσι, θα πεταχτεί από την υπηρέτρια στα σκουπίδια.
Επινοώ ένα άλλο τέλος. Ο Γκρέγκορ διασώζεται. Μέσα σε ένα χαρτόκουτο επιστρέφει στο δωμάτιο του, υπονομεύοντας, όμως, το νόημα της Καφκικής Μεταμόρφωσης. Τα θαύματα δεν είναι για χόρταση.
Λευτέρης Μπούρος
Ο Συμεών Πιερτζοβάνης, σαραντάρης, αλκοολικός, ένας ακροβάτης μεταξύ δράματος και κωμωδίας, αναλαμβάνει το δικηγορικό γραφείο του μέχρι πρότινος κηδεμόνα του και μαζί με αυτό και την μοναδική του υπόθεση: Μια μοιραία γυναίκα, ένας παράνομος έρωτας, ένας αδίστακτος βιομήχανος με αμαρτωλός παρελθόν – όλα υλικά μιας συνηθισμένης ιστορίας, αποτυπωμένης όμως με εξαιρετικό ύφος, που όμοιό του δεν συναντάται συχνά στην ελληνική λογοτεχνία.
Το «Κάσκο», είναι στα αλήθεια μια ιστορία – υπόδειγμα, ασφαλώς θα ήθελα να την είχα γράψει εγώ, χαίρομαι όμως που είχα την ευκαιρία να τη διαβάσω και να τη συζητήσω με τον αγαπημένο Σέργιο Γκάκα.
Γρηγόρης Αζαριάδης
Τελευταία νύχτα πριν παραδώσω το βιβλίο στον εκδότη. Επιλογή μια βόλτα στην Gay Loussac. Οδοφράγματα από αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα. Αείμνηστος και πανταχού παρόντας Μάης του ’68. Θέλω να μιλήσω για όσα πιστεύαμε με τον Guy Debord, τον Κορνήλιο και τα άλλα παιδιά. Πίνω μέχρι τελικής πτώσης.
Το επόμενο μεσημέρι, στη σοφίτα μου, ανοίγω το μάτι. Το ένα. Το αριστερό. Στο κομοδίνο έτοιμο, τυπωμένο… «Η πρηνής θέση του σκοπευτή» Jean Patrick Manchette… Εκδόσεις Άγρα. Κι όμως Μαρτέν Τεριέ, εγώ το έχω γράψει.
Γιώργος Βέης
Ναι, το είχα σκεφτεί πολλές φορές. Το παραδέχομαι, μετά μάλιστα από την πρώτη κιόλας ανάγνωση. Με είχε προλάβει βέβαια εκείνος. Δηλαδή ο Ντάνιελ Ντεφόε. Κι έτσι ο Ροβινσών Κρούσος, το βιβλίο της απόλυτης αυτοπραγμάτωσης του εαυτού, θα γράφεται πάντα από τότε στο όνειρό μου από κάποιον άλλον. Από αυτόν δηλαδή που υπογράφει εδώ ανενδοίαστα.
Βαγγέλης Ραπτόπουλος
Για κάποιο άγνωστο λόγο, ξυπνώντας ανήμερα τα Χριστούγεννα, θα ήθελα να έχω γράψει αποκλειστικά και μόνο αριστουργηματικά διηγήματα, που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τα Χριστούγεννα. Γκόγκολ «Η μύτη», Τσέχοφ «Η κυρία με το σκυλάκι», Θεοτόκης «Πίστομα», Μάλαμουντ «Το μαγικό βαρέλι», Φώκνερ «Ένα ρόδο για την Έμιλυ», Ντοστογιέφσκι «Μπομπόκ», Παπαδιαμάντης «Όνειρο στο κύμα», Ηρόδοτος «Το δαχτυλίδι του Πολυκράτη», Βουτυράς «Παραρλάμα», Ίρβινγκ «Pιπ Bαν Oυίνκλ», Kάφκα «H σωφρονιστική αποικία», Πόε «Tο βαρέλι του Αμοντιλάδο», Xεμινγουέι, «Oι φονιάδες», Mπόρχες «Η παρείσακτη».
Λίλα Κονομάρα
Οραματίζομαι ένα βιβλίο που σαν το κινούμενο κάστρο στην ομώνυμη ταινία του Μιγιαζάκι μεταμορφώνεται και αναδιοργανώνεται ανάλογα με τις περιστάσεις ή τις διαθέσεις του καθένα, έτσι που όποτε ανοίγεις μια πόρτα να μην ξέρεις ποτέ πού θα σε βγάλει. Ένα βιβλίο που έρχεται από πολύ παλιά, απόηχος κάποιου συλλογικού ονείρου, μα παραμένει επίκαιρο, ξεγελώντας όλα τα λογισμικά. Είναι η ίδια η σκέψη ή το αίσθημα και όχι το «όπως όταν». Αρθρώνει όλα όσα καταφέρνουμε αμυδρά να προσεγγίσουμε, παραμένοντας τις περισσότερες φορές στις παρυφές του ανείπωτου.
Κώστας Κατσουλάρης
Για εμάς τους συγγραφείς, η ζήλια είναι δύναμη δημιουργίας. Έχω, λοιπόν, ζηλέψει συγγραφείς που πάτησαν σε κορυφές που ούτε είχα διανοηθεί ότι υπάρχουν. Το βιβλίο όμως που θα ήθελα, ως εκ θαύματος, να έχω γράψει, και με το οποίο αισθάνομαι τέτοια οικειότητα που, παραδόξως, νιώθω σαν να το έχω όντως γράψει, είναι «Ο φίλος», της Αμερικανίδας Sigrid Nunez. Μια ελεγεία για τη φιλία, τη μοναξιά, τη βάσανο της λογοτεχνίας, με πολλές αναφορές, μεταξύ άλλων, στον Τζ.Μ. Κουτσί και τις σκέψεις του για τον άνθρωπο και τα άλλα ζώα.
Γιάννης Πάσχος
Την Ψυχοστασία της Αλεξάνδρας Σαμοθράκη, εκδόσεις Ισνάφι. Νισάφι οι χριστουγεννιάτικες ιστορίες. Η Ψυχοστασία είναι μια περιπέτεια με χιούμορ και φόνους όπου οι εγκληματίες, λόγω ημερών, θα αθωώνονται, τα θύματα θα ανασταίνονται (μετά από συνεννόηση με την συγγραφέα) και μια καλοψημένη ολοζώντανη γαλοπούλα θα απολαμβάνει την εορταστική θαλπωρή ξαπλωμένη στη βάση του χριστουγεννιάτικου δέντρου.
Άντυ Βρόσχος
Γιατί ο Ελρόυ είναι ένας οδοστρωτήρας και αυτό είναι το σπουδαιότερο έργο του. Γιατί έφτασε το hard-boiled σε όρια που κανείς άλλος δεν το έκανε μέχρι σήμερα και αμφιβάλλω αν θα το καταφέρει κάποιος στο μέλλον. Το μεγάλο πουθενά είναι ένα εγχειρίδιο γραφής για τους συγγραφείς, επίδοξoυς και καταξιωμένους και παράλληλα ένα τεστ δοκιμασίας για επιμελείς αναγνώστες. Άρτιο από κάθε άποψη, πολύπλοκο ώστε να απαιτεί πλήρη προσήλωση, ακραία νοσηρό γιατί αυτό είναι το σύμπαν του μεγαλύτερου εν ζωή συγγραφέα crime fiction.
Κωνσταντίνα Μόσχου
Ξέρω πως ένα πρωί δεν θα ξυπνήσω. Μέχρι να συμβεί αυτό, πάμε στα ευχάριστα: Ξέρω πως ένα πρωί , όπως κάθε Χριστούγεννα, ένα θαύμα με περιμένει. Φέτος, το δώρο μου ξεπερνά κάθε φαντασία: Έχω ξυπνήσει και είμαι εγώ που έχω γράψει «Το χαμένο νησί», και όχι ο Καραγάτσης. Είναι ένα από τα φανταστικά ταξίδια μου στο Ταϊλί, γράφω με ωμέγα την απεραντωσύνη, γράφω αποκλεισμένη στο νησί μου, ελεύθερους φτερωτούς λόγους.
Αλίκη Αλιφέρη
Από την πρώτη κιόλας σελίδα, η σπαρακτική γλωσσική δύναμη των διηγημάτων της Δήμητρας Λουκά με ταξίδεψε σε μια εποχή της νεότερης ιστορίας μας, η οποία δεν υπάρχει στα σχολικά βιβλία. Ένας ορμητικός καταρράκτης για την ανθρώπινη φύση στον αγώνα της επιβίωσης το «Κόμπο τον κόμπο» (εκδόσεις Κίχλη) το διάβασα απνευστί καταλήγοντας σε μια επανεκτίμηση για τη ζωή και τις εγκαταλειμμένες από την κρατική πρόνοια υπάρξεις
Σιδέρης Ντιούδης
Κατάφερε να κλείσει λίγες ώρες τα μάτια του. Έγραφε πυρετωδώς και όταν ξύπνησε την μέρα των Χριστουγέννων, είδε δίπλα στην βιβλιοθήκη να στέκεται ο Εικονογραφημένος Άνθρωπος. Τον κοίταξε με αγαλλίαση και θαύμασε το σώμα που ήταν ζωγραφισμένο σαν ένας πολύχρωμος καμβάς με εξωτικά τατουάζ. Πήρε μια βαθιά ανάσα και ο πολύχρωμος άνθρωπος στάθηκε μπροστά του και άρχισε να αφηγείται τις διαχρονικές ιστορίες του Ray Bradbury, που είδαν το φως της δημοσιότητας εβδομήντα πέντε χρόνια πριν και είναι τόσο μα τόσο σπουδαίες. Με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας αλλά βαθύτατα ανθρώπινες χωρίς να φείδονται αναγνωστικής τέρψης. Αξεπέραστο!
Χρήστος Γιαννάκενας
Το πως ο Γουίλιαμς κατάφερε με την ιστορία της ζωής ενός άχρωμου καθηγητή πανεπιστήμιου να κερδίσει τον αναγνώστη από την πρώτη σελίδα ενός βιβλίου χωρίς δράση ειλικρινά με ξεπερνάει. Λίγοι πρωταγωνιστές βιβλίου έχουν το ήθος του Γουίλιαμ Στόουνερ, ενώ η τραγικότητα του δεν έχει κανέναν χρωματισμό, πλην ίσως αυτού της καθημερινότητας. Η λιτότητα στο γράψιμο του δεν είναι απλά ταλέντο, αλλά αρετή. Και κάποιες αρετές θα θέλαμε όλοι να τις αποκτήσουμε, ειδικά αν μας λείπουν. (Στόουνερ – Τζον Γουίλιαμς)
Αλεξάνδρα Σαμοθράκη
Θα ήθελα να έχω γράψει τα Εκατό Χρόνια Μοναξιάς του Γκάμπριελ Γκαρσία Μάρκες- γιατί κάποτε στον ηλεκτρικό ενώ το διάβαζα, ο απέναντι μου ζήτησε να στείλω «χαιρετισματα στους Μπουενδία». Και γιατί οι πραγματικοί συγγραφείς και τα Χριστούγεννα είναι οξύμωρα σαν τον μαγικό ρεαλισμό. Α, και γιατί καλό είναι να έχεις μάρκες, για το πρωτοχρονιάτικο στούκι.
Γιάννης Ν. Μπασκόζος
Αν είναι να ονειρευτείς ένα θαύμα ας είναι μεγάλο και να έχει διάρκεια. Θα ήθελα να έχω γράψει την Άννα Καρένινα του Τολστόι ή την Μαντάμ Μποβαρύ του Φλωμπέρ , έτσι αν κι εγώ θα έχω ξεχαστεί αυτές θα ζήσουν αιώνια.