γράφει ο Θανάσης Μήνας
Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ έθεσε και πάλι την Ιστορία σε κίνηση. Δημιούργησε ένα κενό που απορρόφησε το δυτικό και κυρίως το αμερικανικό σύστημα σε μια εποχή που το ίδιο βρισκόταν σε κρίση και ατροφούσε στο κέντρο του. Προκλήθηκε έτσι ένα διπλό κίνημα: ένα κύμα επέκτασης της Αμερικής προς τα έξω, την ίδια στιγμή που στο εσωτερικό της εντείνονταν η φτώχεια και η θνησιμότητα.
Σύμφωνα με τον ιστορικό Emmanuel Todd, η υποχώρηση του προτεσταντισµού οδήγησε τις ΗΠΑ από τον νεοφιλελευθερισµό στον µηδενισµό και τη Μεγάλη Βρετανία από τη χρηµατιστικοποίηση στην απώλεια του χιούµορ.
Tο διάστηµα 2016-2022 το ΝΑΤΟ και η Ουκρανία βρέθηκαν μπροστά σε µια σταθεροποιηµένη Ρωσία που έγινε ξανά µια ισχυρή αλλά συντηρητική δύναµη. Το 2022 η ηγεσία της Ρωσίας αψήφησε το ΝΑΤΟ και εισέβαλε στην Ουκρανία. Στο παρόν βιβλίο ο Todd αναλύει τις αιτίες του πολέμου, την κατάσταση των εμπλεκόμεων χωρών σε διάφορα πεδία, μιλάει για την ανάδυση των BRICS, την παρακμή της ΕΕ, των ΗΠΑ και της Δύσης
Η κεντρική θέση του Todd είναι ότι τα οικογενειακά συστήματα -πυρηνική οικογένεια εδώ (γονείς με τα παιδιά τους ίσα μεταξύ τους, για παράδειγμα στην κληρονομιά), απορρέουν από εκεί (ανισότητα μεταξύ παιδιών υπό την εξουσία του πατέρα), κοινοτική οικογένεια αλλού (ισότητα μεταξύ παιδιών υπό την εξουσία του πατέρα) – εξηγούν πολλά στις κοινωνίες μας. Έτσι, στο νέο του βιβλίο, τα διαφορετικά οικογενειακά συστήματα φιλοδοξούν ως έναν βαθμό να εξηγήσουν την ουσία της τρέχουσας κατάστασης στον κόσμο – με άξονα τον πόλεμο της Ουκρανίας.
Όμως αυτή η επιθυμία να εξηγηθεί ολόκληρη η πορεία του κόσμου με έναν μόνο παράγοντα μάς θυμίζει κάπως αυτά που έγραφε σε μια επιστολή του ο Ένγκελς: «Σύμφωνα με την υλιστική αντίληψη της ιστορίας, ο καθοριστικός παράγοντας στην ιστορία είναι, σε τελευταία περίπτωση, η παραγωγή και η αναπαραγωγή της πραγματικής ζωής. Ούτε ο Μαρξ ούτε εγώ είπαμε ποτέ περισσότερα. Αν, λοιπόν, κάποιος βασανίσει αυτήν την πρόταση για να πει ότι ο οικονομικός παράγοντας είναι ο μόνος καθοριστικός παράγοντας, τη μετατρέπει σε μια κενή, αφηρημένη, παράλογη πρόταση».
Το έργο του Emmanuel Todd εγγράφεται στην μετατόπιση της μαρξιστικής θεωρίας προς το πεδίο της κοινωνικής ανθρωπολογίας, που έλαβε χώρα στη Γαλλία στα χρόνια λίγο μετά τον Μάη του 1968. Ήταν μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί ο διάχυτος πεσιμισμός και η αποπολιτικοποίηση της περιόδου, αλλά και να διατυπωθεί μια αντίπαλη θεωρία στην μεταμοντέρνα αποδόμηση.
Η εντυπωσιακή ανάκαμψη μιας αυταρχικής δημοκρατίας
Οι γεωπολιτικές αναλύσεις του Todd και οι εμπεριστατωμένες αναδρομές του στην ιστορία της Ρωσίας και της Ουκρανίας (και ευρύτερα της Ανατολικής Ευρώπης) είναι κατά τη γνώμη ορθές και λελογισμένες. Στην εισαγωγή του, πάντως, όταν γράφει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ένα «ανήκουστο γεγονός για μια ήπειρο που πίστευε ότι ήταν εγκατεστημένη σε αέναη ειρήνη», ξεχνά τον Γιουγκοσλαβικό Εμφύλιο και τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ στη Σερβία το 1999.
Το πρώτο του κεφάλαιο δείχνει ότι η Ρωσία του Πούτιν έχει αλλάξει πολύ σε σύγκριση με την πλήρη κατάπτωση στην οποία είχε οδηγηθεί η χώρα την περίοδο του Γέλτσιν, πρώτα απ’ όλα στην κατάσταση της υγείας (κατακόρυφη πτώση στους δείκτες σε αυτοκτονίες, αλκοολισμό, βρεφική θνησιμότητα, άνοδος του προσδόκιμου ζωής. Το σκοτεινό σημείο της Ρωσίας είναι η υπογεννητικότητα, ο σταθερά μειούμενος πληθυσμός της σε μια τεράστια έκταση. Γι’ αυτό ο Τοντ πιστεύει ότι ο Πούτιν είχε μόνο ένα σύντομο χρονικό περιθώριο για να επιτεθεί στην Ουκρανία προτού ο πληθυσμός που μπορούσε να κινητοποιήσει μειωθεί κι άλλο. Ενδεικτικά αναφέρει ότι 120.000 Ρώσοι στρατιώτες εισβάλλαν στην Ουκρανία, την ίδια ώρα που για την καταστολή της εξέγερσης στην Ουγγαρία το 1956 είχαν εισβάλλει περίπου 500.000.
Ο Todd αναλύει με οξυδέρκεια τους παράγοντες όπου οδήγησαν στη «ρωσική σταθερότητα» και στη δυτική αστάθεια. Ο Πούτιν ανέλαβε το 1999 τα ηνία μιας πήρε χώρας που βρισκόταν σε χαοτική κατάσταση. Σήμερα οι άνθρωποι στη Ρωσία ζουν ασυγκρίτως καλύτερα απ΄ό,τι την εποχή του Γιέλτσιν και της κυριαρχίας των ολιγαρχών – την ισχύ των οποίων περιόρισε δραστικά ο Πούτιν. Από τις πρώτες οικονομικές κυρώσεις το 2014, η Ρωσία προσαρμόστηκε ώστε να μην εξαρτάται πολύ από τη Δύση, τόσο πολύ που οι νέες κυρώσεις που επιβλήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την εισβολή της 22ας Φεβρουαρίου 2022 είχαν μικρό αντίκτυπο.
Επίσης, η Δύση (κυρίως οι ΗΠΑ), δεν υπολόγισαν σωστά στο θέμα των συμμαχιών και της διεθνούς υποστήριξης. Τα BRICKS (Κίνα, Ινδία, Βραζιλία, Νότια Αφρική) αρνήθηκαν να συμμετάσχουν σε κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Λίγα, και μάλλον περιθωριακής ισχύος, είναι τα κράτη που τάχθηκαν πρόθυμα στη «σωστή πλευρά» (η μεγαλόσχημη μητσοτάκεια Ελλάδα). Η Τουρκία επέλεξε την ουδετερότητα. Η προσπάθεια των ΗΠΑ να σπάσουν τους εμπορικούς-ενεργειακούς δεσμούς Ρωσίας-Κίνας, που ήταν και ο μεγάλος τους στόχος (μαζί και με την αποδυνάμωση της ΕΕ), απέτυχε παταγωδώς.
Για τον Todd, ορθά, ο Πούτιν δεν είναι ένας «νέος Στάλιν», όπως θα ήθελαν οι ακροκεντρώοι. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν προβλήματα με τη δημοκρατία στη Ρωσία. Υπάρχουν, και είναι πολύ σοβαρά. Ο Πούτιν είναι περισσότερο κληρονόμος-συνεχιστής της ρωσικής ιστορίας και του τσαρικού παρελθόντος, με τον ίδιο στην κεφαλή μιας «αυταρχικής δημοκρατίας»∙ με τους αναπόφευκτους και σαφώς καταδικαστέους περιορισμούς στη διακίνηση των ιδεών, στη ελευθερία του Τύπου, στη λειτουργεία των κομμάτων, στις συλλήψεις και διώξεις αντιφρονούντων και πολιτικών αντιπάλων κλπ.
Ρωσικός ιμπεριαλισμός & ουκρανικός εθνικισμός
Το επόμενο κεφάλαιο που αναφέρεται στην σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ουκρανίας παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον – και είναι ίσως το κλειδί για να κατανοήσει κανείς τις βαθύτερες αιτίες του πολέμου, συνδυαστικά βεβαίως με τον ρωσικό ιμπεριαλισμό. Όπως σημειώνει ο συγγραφέας, εδώ και σχεδόν τριάντα χρόνια, η μετανάστευση από την Ουκρανία δεν είχε μόνο ως προορισμό τη Δύση, αλλά ήταν εξίσου μαζική και προς τη Ρωσία. Αυτό αφορά τις ρωσόφωνες περιοχές (Ντονέσκ, Χερσόνησος της Κριμαίας), όπου οι τοπικοί πληθυσμοί, εξαιτίας της έξαρσης του ουκρανικού εθνικισμού (που εδράζεται κυρίως δυτικά της χώρας και στα πέριξ του Κιέβου), υπέστησαν γλωσσική και πολιτισμική καταπίεση. Η έξαρση του εθνικισμού συνδέεται και με την επανεμφάνιση του φαντάσματος (νέο)ναζισμού, που είχε ισχυρό ρεύμα στην Ουκρανία και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – χιλιάδες Ουκρανοί συμμετείχαν στην γερμανική εισβολή στη Σοβιετική Ένωση. Στον αντίποδα, στους Ουκρανούς είναι βαθιά ριζωμένο το αίσθημα της ρωσοφοβίας εξαιτίας του λιμού που υπέστησαν στη δεκαετία του 1930, εξαιτίας της αγροτικής πολιτικής και της βίαιης κολεκτιβοποίησης της παραγωγής που επιβλήθηκε από τον Στάλιν: πάνω από 2 εκατ. νεκροί. Όμως, μαζί με τη ρωσοφοβία, στην φαιά Ουκρανία, πάντα ήταν διάχυτη και η εβραιοφοβία: ορισμένα από τα μεγαλύτερα πογκρόμ κατά τον Εβραίων της Ανατολικής Ευρώπης έγιναν σε ουκρανικό έδαφος και η συντριπτική πλειοψηφία των Εβραίων που επέζησαν αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν, κυρίως στη Ρωσία, στα χρόνια του Χρουτσώφ, πριν δηλαδή επανακάμψει κι εκεί η εβραιοφοβία την εποχή του Μπρέζνιεφ.
Η μεταδημοκρατία της ΕΕ
Ο Todd ασχολείται με την παρακμή της Δυτικής Ευρώπης στα κεφάλαια 4 έως 7, στο δημοκρατικό έλλειμα της ΕΕ, στην εθελούσια υποταγή της στα συμφέροντα της ΗΠΑ. Ο Todd εύστοχα σημειώνει ότι οι δημοκρατίες βρίσκονται σε κρίση και το ότι ζούμε σε μια μεταδημοκρατία, έχει γίνει κοινός τόπος. Το αποδίδει όμως στην εμφάνιση του «απόλυτου θρησκευτικού κενού με άτομα που στερούνται κάθε συλλογικής πεποίθησης υποκατάστασης […] είναι αυτή τη στιγμή που το έθνος-κράτος διαλύεται […] σε εξατομικευμένες κοινωνίες όπου κανείς δεν μπορεί πλέον να διανοηθεί ότι το κράτος μπορεί να δράσει αποτελεσματικά». Όλα τα παραπάνω ο Todd τα αποκαλεί συνοπτικά «μηδενισμό», δηλαδή, σύμφωνα με τη βεμπεριανή θέση του, μια θρησκευτική μηδενική κατάσταση που έκανε το εθνικό συναίσθημα, την εργασιακή ηθική, την έννοια της δεσμευτικής κοινωνικής ηθικής, την ικανότητα για θυσίες για την κοινότητα να εξαφανιστούν».
Ο συγγραφέας εστιάζει στην «κατάρρευση κάθε ευρωπαϊκής βούλησης» και τονίζει πως η Γερμανία αποδέχτηκε χωρίς δισταγμό το σαμποτάζ των αγωγών φυσικού αερίου Nord Stream – που πιθανότατα, σύμφωνα με τον Todd, έγιναν από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες με τη συνδρομή της Νορβηγίας. Σημειώνει επίσης την εξαφάνιση της Γαλλίας του Μακρόν από τη διεθνή σκηνή και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «ο άξονας Παρίσι-Βερολίνο έχει αντικατασταθεί από έναν άξονα Λονδίνο-Βαρσοβία-Κίεβο, ο οποίος κατευθύνεται από τις ΗΠΑ». Ο Todd στέκεται επίσης στην πλήρη κατάρρευση της Μεγάλης Βρετανίας, στην «ανάδειξη του Ηνωμένου Βασιλείου ως αντιρωσικού πυραύλου και ΝΑΤΟϊκής ενοχλητικής «αλογόμυγας»», σχολιάζοντας πως «ήθελε να είναι το πρώτο κράτος που θα έστελνε πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς και βαριά άρματα μάχης στην Ουκρανία». Ο συγγραφέας εκπλήσσεται εξίσου με το γεγονός ότι επηρεάστηκε η παραδοσιακά ουδέτερη Σκανδιναβία και οδηγήθηκε κι αυτή στην κούρσα των εξοπλισμών και στην αγκαλιά του ΝΑΤΟ.
ΗΠΑ: μικρομιλιταρισμός και έλλειψη υγειονομικής περίθαλψης
Ο συγγραφέας αφιερώνει ξεχωριστά κεφάλαια στις ΗΠΑ και στη Σκανδιναβία – που για τον ίδιο βρίσκονται σε παρακμή στη συγχρονία. Και στις δύο περιπτώσεις, ο Todd την αναγάγει στην υποχώρηση του προτεσταντισμού ή σε μια λανθάνουσα πρόσληψη του προτεσταντισμού, σε αυτό που ο ίδιος αποκαλεί «προτεσταντισμός-ζόμπι». Για τον υπογράφοντα, που προσέτι προκρίνει τον ιστορικό υλισμό από τη βεμπεριανή μεταφυσική, η μετατόπιση της πάλαι ποτέ κραταιάς σοσιαλδημοκρτίας προς τα δεξιά, η υποχώρηση του κοινωνικού κράτους και η αποδοχή της ελεύθερης αγοράς, είναι πολύ πιο σημαντικές αιτίες σε σχέση με τον «θρησκευτικό μηδενισμό» που επικαλείται ο Todd.
Στο κεφάλαιο 8 ειδικά που αναφέρεται στις ΗΠΑ ο Todd δείχνει χωρίς υπερβολές ότι η κατάσταση της υγείας σε αυτή τη χώρα είναι καταστροφική, από άποψη προσδόκιμου ζωής, βρεφικής θνησιμότητας και τεράστιων δαπανών υγείας που επωμίζονται οι ίδιοι οι πολίτες. Σε ό,τι αφορά την οικονομία και τη γεωπολιτική, ήδη από την δεκαετία του 1970 η Αμερική εκφυλίζεται σταδιακά σε μαζικό εισαγωγέα πλειάδας προϊόντων, σε έναν οικουμενικό κεϋνσιανό καταναλωτή. Όλα αυτά στα πλαίσια μιας παγκόσμιας οικονομίας που χαρακτηρίζεται από μείωση της ζήτησης λόγω της συμπίεσης των μισθών και της έκρηξης των κερδών. Η Αμερική παράγει χρήμα δανειζόμενη και επίσης τυπώνοντάς το, οι υπόλοιποι παράγουν προϊόντα που καταναλώνονται κατά κύριο λόγο στις ελλειμματικές ΗΠΑ. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Αμερική μετά την λήξη του ψυχρού πολέμου επιδίδεται σε έναν «θεατρικό μικρομιλιταρισμό» διαλέγοντας, όπως τονίζει ο Τοντ, πολέμους με αδύναμους αντιπάλους όπως το Ιράκ για να πείσει τους κύριους ανταγωνιστές της, την Κίνα, τη Ρωσία και την Ευρώπη για την ισχύ της.
Ο Todd δεν δικαιολογεί την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Είναι λάθος να τον κατηγορεί κανείς ως «πουτινόφιλο» ή ότι «αναπαραγάγει τη ρωσική προπαγάνδα» (Le Monde) ή ότι επαναλαμβάνει «χωρίς ίχνος ντροπής τα επιχειρήματα του Κρεμλίνου για να δικαιολογήσει την εισβολή του στην Ουκρανία» (La Croix). Ο Todd προσπαθεί να κατανοήσει, σωστά ή λανθασμένα, τις αιτίες του πολέμου και να αναλύσει την κατάσταση σήμερα στην Ουκρανία, στη Ρωσία, στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Ρισκάρει και σε ορισμένες πιθανολογήσεις – το βιβλίο φυσικά έχει γραφεί πριν από το εξωφρενικό σχέδιο ειρήνης και τον διαφαινόμενο διαμελισμό του ορυκτού πλούτου της Ουκρανίας από τους Τραμπ και Πούτιν.
Αντί επιλόγου, ένα απόσπασμα από ένα θαυμάσιο κείμενο του Σωτήρη Βαλντέν (εφημερίδα Εποχή, 01.03.2025), που συνοψίζει τα αίτια της «ήττας της Δύσης» – πολλά από τα υπογραμμίζει και ο Emmanuel Todd:
«Στην Ευρώπη αγνοήθηκαν οι επιπτώσεις του νεοφιλελευθερισμού σε μεγάλο τμήμα των πολιτών, αρχικά υποτιμήθηκε η άνοδος της ακροδεξιάς και, όταν αυτή συνειδητοποιήθηκε, προτιμήθηκε η προσέγγιση προς την ατζέντα της και προς την ίδια. Στην εξωτερική πολιτική, οι Ευρωπαίοι επέλεξαν, μαζί με τα γεράκια των ΗΠΑ, μια τυχοδιωκτική στρατηγική περαιτέρω συρρίκνωσης της Ρωσίας και της επιρροής της Επιλογή που αποτέλεσε το βαθύτερο αίτιο της (ασφαλώς καταδικαστέας) ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία, ενώ αφαίρεσε κάθε περιθώριο αυτονομίας της Ευρώπης από την Ουάσιγκτον. Τα πράγματά δεν εξελίχθηκαν όπως υπολόγιζαν. Οι πόλεμοι πολλαπλασιάστηκαν και η απάθεια μεγάλωσε, το παγκόσμιο κέντρο βάρους μετακινείται προς ανατολάς. Η Ρωσία δεν ηττήθηκε. Η δημοκρατία σε ολόκληρη τη Δύση απειλείται άμεσα. Η επάνοδος του Τραμπ επισφραγίζει αυτή τη στρατηγική χρεοκοπία».
.