Στο Χριστό στο Κάστρο. Ένα μήνυμα αγάπης και αυτοθυσίας (γράφει η Χριστίνα Γκορίτσα)

0
207

γράφει η Χριστίνα Γκορίτσα (*)

 

Στο Χριστό στο Κάστρο, ένα από τα ωραιότερα  διηγήματα  του Παπαδιαμάντη, πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ακρίτας υπό μία καλοφροντισμένη και ιδιαίτερου χαρακτήρα έκδοση. Για πρώτη φορά δημοσιεύεται στο περιοδικό Εστία το 1892, ως «Διήγημα Χριστουγεννιάτικον», σύμφωνα με τον υπότιτλο[1] και το 1912 περιλαμβάνεται στη συλλογή διηγημάτων Η Νοσταλγός , από τον εκδοτικό οίκο του Γεωργίου Φέξη[2]. Η υπόθεση εκτυλίσσεται στη χειμωνιάτικη ατμόσφαιρα του σκιαθίτικου τοπίου κατά τις παραμονές των Χριστουγέννων, όταν ο παπα-Φραγκούλης ειδοποιείται για τον αποκλεισμό δύο συντοπιτών του στο Κάστρο, εξαιτίας αιφνίδιας χιονόπτωσης, του Γιάννη του Νυφιώτη και του Αργύρη της Μυλωνούς,  οι οποίοι μετέβησαν για κοπή ξύλων. Ο ιερέας αποφασίζει να μεταβεί κι αυτός στο Κάστρο προκειμένου να τους βοηθήσει και να λειτουργήσει τον από ετών αλειτούργητο ναό της Γεννήσεως του Χριστού, εκπληρώνοντας συνάμα το τάμα του για την ίαση του γιου του Λαμπράκη. Πρόκειται για μία πολύ γενναία απόφαση, καθώς η προσέγγιση του τόπου τόσο δια θαλάσσης όσο και δια ξηράς ήταν πολύ επικίνδυνη. Ωστόσο, αναλαμβάνει το δύσκολο εγχείρημα με τη στήριξη του μπαρμπα-Στεφανή, που του παραχωρεί τη βάρκα του, αλλά και άλλων συγχωριανών του που ακολουθούν αψηφώντας τον κίνδυνο στο όνομα των δεσμών αγάπης μεταξύ των μελών μιας κοινότητας.  Ύστερα από την αντιμετώπιση μιας δύσκολης τρικυμίας, εν τέλει φτάνουν στο Κάστρο και σώζουν τους δύο αποκλεισθέντες. Κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, ακούγονται φωνές. Κάποιοι άνδρες εξέρχονται εκ του ναού και διασώζουν τρεις ναυτικούς που είχαν προσαράξει στον όρμο του Κάστρου βεβιασμένα, λόγω της τρικυμίας, ακολουθώντας τη φωτιά που είδαν από μακρυά. Ο Παπαδιαμάντης καλλιεργεί με αριστοτεχνικό τρόπο τη συναισθηματική συμμετοχή του αναγνώστη, αντιπαραβάλλοντας σε ορισμένα στιγμιότυπα της Θείας Λειτουργίας τον παράλληλο αγώνα των χωρικών, οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με την ανάγκη μιας δεύτερης διάσωσης. Μόλις έφεξε, στον έρημο εκείνο βράχο όλοι μαζί γιόρτασαν τα Χριστούγεννα με σπάνια μεγαλοπρέπεια, ετοιμάζοντας γιορτινό τραπέζι, που μοιράστηκαν όλοι μαζί.

Η παρούσα έκδοση αποτελεί μία συνάντηση δύο μεγάλων δημιουργών, του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και του Ελευθέριου Μύστακα, που αναλαμβάνει την εικονογράφηση. Ο Ελ. Μύστακας αποτυπώνει την ατμόσφαιρα  και την  εσωτερική πραγματικότητα του  διηγήματος έχοντας ειλικρινή πρόθεση   να μείνει πιστός στην τεχνοτροπική ιδιοσυγκρασία του συγγραφέα, η οποία ξεχωρίζει για την ποιητική ιδιορρυθμία της, που υπαγορεύεται, κατά κύριο λόγο, από την αποτύπωση του ανθρώπινου δράματος της τοπικής κοινωνίας (το οποίο υπό την αριστουργηματική τεχνική του Παπαδιαμάντη αποκτά πανανθρώπινες διαστάσεις), τη χαρτογράφηση του φυσικού τοπίου και την εκκλησιαστική παράδοση. Η εν λόγω έκδοση σαφώς κατέχει έναν ξεχωριστό χαρακτήρα εξαιτίας της εικαστικής οπτικής που επέλεξε να ακολουθήσει ο Μύστακας,  φιλοτεχνώντας όχι απλώς μία εικονογραφημένη έκδοση, αλλά ένα εικονοβιβλίο,  στο οποίο το κείμενο και η εικονογραφική αναπαράσταση συνομιλούν επί μίας ισότιμης αναλογίας, αφού ο εικαστικός δημιουργός έχει επιμεληθεί έναν εικονογραφικό βηματισμό του διηγήματος, ώστε να προκύπτει όχι  μία συνοδευτική εικονογράφηση του παπαδιαμαντικού πεζογραφήματος,  αλλά   μία εξ ολοκλήρου  αναπαραστατική ανασύνθεση αυτού, που δίνει πνοή στην τέχνη της ποιητικής, ακολουθώντας πιστά, εκτός από τις νοηματικές, και τις υφολογικές λεπτομέρειες και πτυχές της αφήγησης. Ο Μύστακας αποδίδει κάθε πεζογραφική εικόνα με μία αντίστοιχη εικαστική, ώστε να καταφέρνει να δημιουργήσει τη δυνατότητα μίας αυτόνομης εικονογραφικής ανάγνωσης, η οποία χαρακτηρίζεται από τη διαύγεια και οξύνοια της εικαστικής πρόσληψης του διηγήματος εκ μέρους του σύγχρονου δημιουργού.   Με τον τρόπο αυτό, φωτίζεται ακόμα περισσότερο η εσωτερική πραγματικότητα του κειμένου, αφού ο λόγος του Παπαδιαμάντη προσεγγίζεται με ταπεινότητα και ντύνεται   με τη βυζαντινή τεχνοτροπία μεγάλων βυζαντινών αγιογράφων, από τους οποίους, εξάλλου,  ο Μύστακας κατά την καλλιτεχνική του διαμόρφωση έχει εμπνευστεί.

Κεντρικό ρόλο έχουν οι ανθρώπινες μορφές, εις βάρος του φυσικού τοπίου και του σκηνικού δράσης, προκειμένου να τοποθετηθεί στο κέντρο ο άνθρωπος και οι αποφάσεις του και να αναδειχθεί το μήνυμα πως η αγάπη για τον Θεό περνά πρώτα μέσα από την αγάπη για τον άνθρωπο. Εξάλλου, σύμφωνα με τον Ελύτη, εκείνο που ο αναγνώστης εκλαμβάνει ως μία απλή περιγραφή αποτελεί μία προσπάθεια του Παπαδιαμάντη να ανασύρει το δικό του προσωπικό ήθος, γι’ αυτό και τα στοιχεία της εμφανίζονται σαν φορείς ηθικών αξιών[3]. Ο Μύστακας μεταπλάθει εικονογραφικά το διήγημα με το ήθος του στοχαστή, κόντρα στο σύγχρονο εντυπωσιοθηρικό πνεύμα, εναρμονιζόμενος πλήρως με το λιτό και βαθιά ανθρώπινο ήθος του Παπαδιαμάντη.  Για τον λόγο αυτό,  στηρίζεται στην αποκλειστική χρήση ασπρόμαυρων φωτοσκιάσεων. Επιπλέον, άξιο προσοχής είναι πως οι ανθρώπινες μορφές έχουν μία σταθερή, αμετάβλητη και μετριοπαθή έκφραση, από την οποία απουσιάζει το βίωμα συγκινησιακών διεγέρσεων, παρά το γεγονός ότι βιώνουν την αγωνία σε μεγάλη κλίμακα,   και πως αποδίδονται σιωπηλές και ασκητικές, με κύριο χαρακτηριστικό τα ερμητικά κλειστά χείλη, δίνοντας έτσι την εντύπωση μορφών, εν δυνάμει αγίων. Με τον τρόπο αυτό, η εικονογραφική αναπαράσταση του Μύστακα καλλιεργεί την εντύπωση μιας άχρονης πραγματικότητας, χωρίς το πολιτισμικό πρόσημο μιας συγκεκριμένης εποχής, υπερασπιζόμενη με τον τρόπο αυτό την αξία της διαχρονικής πρόσληψης του Παπαδιαμάντη.  Σύμφωνα με τον Θανάση Αγάθο το Ο Χριστός στο Κάστρο αποτελεί ύμνο στην αλληλεγγύη και την αλληλοβοήθεια, καθώς μία ομάδα ανθρώπων «συνιστούν μία ανθρώπινη αλυσίδα συντροφικότητας, ενσυναίσθησης και συνάντησης με τον Άλλον»[4]. Στο πρόσωπο απλοϊκών ανθρώπων αναγνωρίζεται η δύναμη της αυτοθυσίας και η έμπρακτη αγάπη προς τον πλησίον, χωρίς όρους, προϋποθέσεις και διακρίσεις։ «οι άξεστοι εκείνοι άνθρωποι, εκ της αυθορμήτου εκείνης φιλανθρωπίας, ήτις είναι οιονεί φυσική ορμή, ως συμπάθεια της σαρκός προς τη σάρκα».[5]

(*)Η Χριστίνα Γκορίτσα eείναι  Υπ. Διδάκτωρ Νεοελληνικής  φιλολογίας ΕΚΠΑ                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                   

[1] Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, «Στο Χριστό στο Κάστρο», περ. Εστία 1892, α΄ εξάμηνο, σ. 1-6, 23-29.

[2] Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Η Νοσταλγός, εκδ. οίκος Γ. Φέξη, Αθήναις 1912.

[3] Οδυσσέας Ελύτης, «Η μαγεία του Παπαδιαμάντη», Εν λευκώ, Ίκαρος, Αθήνα 1992, σ. 59-107.

[4] Θανάσης Αγάθος, «Παπαδιαμαντικά Χριστούγεννα», the booksjournal, τχ. 159, Δεκέμβριος 2024.

[5] Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Στο Χριστό στο κάστρο, (εικονογράφηση։ Ελευθέριος Μύστακας), Ακρίτας, Αθήνα 2024, σ. 95.

 

Προηγούμενο άρθροΟ κόσμος και η τέχνη του Άρι Γεωργίου (γράφει η Δήμητρα Μήττα)
Επόμενο άρθροΤο Βλέμμα Του Οδυσσέα, του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Στον ίσκιο του τυφλού ποιητή» (του Μανώλη Γαλιάτσου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ