“Κράτος των σωμάτων” (γράφει ο Γιώργος Βέης)

0
397

 

του Γιώργου Βέη

 

                                     Αναπολώ ώρες γαλήνης ιδρώτα αυτοσυγκέντρωσης./ Δεν κρίνω                                                                 το κορμί μου. Υπάρχει. (από το βιβλίο, σελ. 14)

 

  1. Οι καταγραφές διακρίνονται, μεταξύ άλλων, για την ευθύτητα της παράθεσης του πρωτογενούς συγκινησιακού υλικού. Στους αντίποδες του αυτονόητου, του κοινότοπου και του λεκτικά αναμενόμενου, που χαρακτηρίζουν, ως γνωστόν, τις καταθέσεις των πολλών του είδους, εδώ ακούγεται επιτυχώς, κατά κανόνα, το αιφνίδιο. Είναι ο τριγμός του αυθεντικού, του ευδιάκριτου εκείνου «είμαι». Χωρίς τα δεκανίκια φορμαλισμών, η συνειδητή σωματικότητα των ρημάτων προβάλλεται με την αρωγή του επαρκώς συντονισμένου ελεύθερου στίχου. Προεκτείνοντας την άποψη αυτή, θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι η συγκεκριμένη γραφή συνιστά κυρίως μίαν ενδελεχή πρόταση ίασης τραυματικών εμπειριών. Πρόκειται για τη δεύτερη, σαφώς βελτιωμένη εμφάνιση του Στέλιου Χουρμουζιάδη (1973 – ) στον χώρο της ποιητικής δράσης. Προηγήθηκε από τις ίδιες εκδόσεις το Βερολίνο- Βρυξέλλες (2017).
  2. Οι εξομολογήσεις προέρχονται από έναν ευδιάκριτο εαυτό, ο οποίος πασχίζει να κατανοήσει το χάος, αυτήν την ενίοτε κεκαλυμμένη άλογη συνθήκη της ζωής. Η παιδεία του αυτοβιογραφούμενου υποκειμένου είναι εμφανής. Εξ ου και οι διατυπώσεις μιας προσεκτικά ελεγχόμενης μεθόδου αφορισμών και πορισμάτων βίου. Οι συνειρμοί είναι όντως λειτουργικοί: γειώνουν με ασφάλεια τη διηγητική ύπαρξη στον φλοιό του πραγματικού. Μεταξύ των πολλών παραδειγμάτων, επιλέγω τα εξής ενδεικτικά για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής: «Γυρίζω στὰ παλιὰ στὴν ὁδὸ Λήμνου /ποὺ τώρα πιὰ οὔτε ὁ δῆμος δεν τη θυμᾶται. / Ἤδη ἀποδέχομαι τὸ ἀσύλληπτο ὡς μέρος τῆς ἀλήθειας»(βλ. «Μια Κυψέλη στο Σάο Πάολο», σελ. 30).
  3. Η αυτοερωτική αισθαντικότητα αλλά και η εξωστρεφής σεξουαλικότητα υπαγορεύουν το σύνολο σχεδόν των καλώς επεξεργασμένων ποιημάτων της προκείμενης συλλογής. Η αδιάπτωτη ποιητική ειλικρίνεια είναι κατά συνέπεια εμφανέστατα κομβική. Διακρίνω για την περίσταση το κομμάτι, το οποίο φέρει τον δίσημο τίτλο «Με χίλια». Έχει αυτούσιο ως εξής: «Προσπερνῶ τοπία κύματα ἀντανακλάσεις / διατρέχω ἔντονα τὸν διαπεραστικό σου κίνδυνο. / Ἀχόρταγος μὲς στὸ σκοτάδι ἐπιστρέφω μ᾿ ἐπιτάχυνση εὐθεῖα / στὸ ἐπεῖγον ἄγγιγμά μας. / Μὲ χίλια τερματίζω τὰ πέλματα / παίρνω στροφὴ ἀνάβω μάτια / ἀνοίγω ἀνεμόθυρες μαρσάρω πάθη / λύνω χειρόφρενα δεσμὰ στοχεύω ἐσένα / μὲ χείλια»(βλ. σελ. 46).
  4. Διάφοροι τόποι ενσωματώνουν διαδοχικά ορισμένες κρίσιμες όψεις τους στη σκηνή του ποιήματος. Το Σάο Πάολο, το Βερολίνο, οι Βρυξέλλες, το Ρίο ντε Τζανέιρο, αλλά και η η Ανάφη συναρθρώνουν άξονες αναφορών και αυτοαναφορών. Αν και ο ποιητής αποτελεί εξ ορισμού μια σαφώς ξεχωριστή οντότητα, μια αυτόνομη μονάδα, δεν αισθάνεται εν τούτοις ο ίδιος απόκληρος, εκ προοιμίου ξένος, ή ανέκκλητα αποκομμένος από τη δεδομένη κάθε φορά περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Συγκρατώ ότι, ως διπλωματικός υπάλληλος, ο Στέλιος Χουρμουζιάδης  είναι υποχρεωμένος να γνωρίζει διαρκώς σε ικανό βάθος, σε τακτά μάλιστα χρονικά διαστήματα, διάφορες πόλεις του εξωτερικού, αντιθετικούς πολιτισμούς, ανταγωνιστικές φυλές, αλλότρια ήθη. Διαβιώντας συνεπώς σε διάφορα σημεία του πλανήτη, μαθαίνει, όσο είναι εφικτό, το εξ αντικειμένου άλλο. Συγκρατώ ότι το ποίημα συμπυκνώνει επιπροσθέτως μαρτυρίες φιλότητας. Έτσι, κατ’ αυτό τον τρόπο η όποια τυχαία, η όποια αναπόφευκτη ετερότητα καθίσταται, εκτός των άλλων, εμβληματική στιχική συνεργός.
  5. Η παρουσία ανώνυμων κατοικίδιων σκύλων είναι εμφατική, και γι’ αυτό ακριβώς σημαίνουσα. Ο εναγκαλισμός της αναστοχαστικής, της διά βίου, το τονίζω αυτό, συστηματικά μονήρους ύπαρξης με τον τετράποδο σύντροφό της καταδηλώνει εν τέλει εναγκαλισμό με ουσία ζωής. Συνοψίζοντας, θα έκρινα ότι, από μια συγκεκριμένη σκοπιά αξιολόγησης, ένα τμήμα του έργου αποτίει πρόθυμα έναν διακριτικό, αισθητικά ολοκληρωμένο φόρο τιμής στην πασίγνωστη τρυφερότητα των συντροφικών σκύλων.
  6. Η αξιοποίηση του συμβολικού στοιχείου συνιστά πάγια μέριμνα της γραφής, όπως πραγματώνεται στο Κράτος των σωμάτων. Αρκεί φέρ’ ειπείν εκείνη «η κίτρινη οδοντόβουρτσα», την οποία ξέχασε να πάρει μαζί του φεύγοντας ένας παροδικός συγκάτοικος, για να ανασυγκροτήσει ένα σύμπαν ερωτικών σημάτων. Αναφέρομαι στο επιλογικό μέρος του ποιήματος που επιγράφεται «Πώς ήσουν δίπλα»(βλ. σελ. 47). Αντίστοιχα ισχύουν για την πρόσφορη χρήση του υπαινιγμού στο ευρύτερο πλαίσιο των εκφάνσεων της συλλογής. Κοντολογίς, διαβάζω τη εν λόγω συλλογή ως την έγκριτη δοκιμή ενός προσοντούχου δημιουργού λόγου.

Στέλιος Χουρμουζιάδης, Το κράτος των σωμάτων, Εκδόσεις Περισπωμένη

Προηγούμενο άρθροΗ αποϊεροποίηση των συμβόλων στην Βερόνικα Ράιμο (της Ξένιας Μουστάκα)
Επόμενο άρθρο«Ποίηση: Το Αρνητικό της Σιωπής»(Δευτέρα, 28.4.25, 18:30 Μεγάλη Αίθουσα του ΕΚΠΑ)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ