της Βασιλικής Βασιλούδη (*)
Από τους μύθους του Αισώπου ως τα παραμύθια των αδερφών Grimm και τα σύγχρονα έργα παιδικής λογοτεχνίας, όπως τα κλασικά Millions of Cats της Wanda Ga’g (1928) και The Mouse and His Child του Russell Hoban (1967), ή τα πιο σύγχρονα όπως τα Celebrity Cat της Meredith Cooper (2006), Η Ιστορία του Γάτου που Έμαθε σε ένα Γλάρο να Πετάει του Louis Sepulveda (2013), Η Σκυλίσια Ζωή του Τζων Αφεντούλη του Χρήστου Μπουλώτη (2009) —μια από τις πολλές ιστορίες με ήρωες γάτους που έχει συγγράψει ο πολυβραβευμένος παραμυθάς— αλλά και Ο Ιγνάτιος κι η Γάτα (2001), Η Τελευταία Μαύρη Γάτα (2001) ή Η Χώρα χωρίς Γάτες (2009) του, επίσης, πολυβραβευμένου Ευγένιου Τριβιζά, η γάτα και το ποντίκι, είτε ξέχωρα, είτε μαζί ως αρχετυπικοί προαιώνιοι εχθροί, κατέχουν αδιαμφισβήτητα μια θέση στην πινακοθήκη των ηρώων της παιδικής λογοτεχνίας. Στον μακρύ κατάλογο έργων με ήρωες τα ζώα αυτά, ο γνωστός συγγραφέας και Καθηγητής Παιδικής και Νεανικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Georgia στις ΗΠΑ Πέτρος Πανάου, προσθέτει το εικονοβιβλίο Η Ποντικίνα Δώρα, η Περιέργεια και η Γάτα, άρτι δημοσιευθέν από τις κυπριακές εκδόσεις Τελεία (2025), σε εικονογράφηση της Θέντας Μιμηλάκη. Τούτη τη φορά, ο Πανάου μάς εκπλήσσει, καθώς δοκιμάζει την πένα του όχι στο μυθιστόρημα μυστηρίου, όπως μας έχει συνηθίσει με τα έργα του για εφήβους Επιχείρηση Λόγος. Το Μυστήριο του Κινητού (2022) και Επιχείρηση Αντί-λογος. Το Μυστήριο του Κινητού 2 (2024), αλλά σε μια εικονογραφημένη αφήγηση που προορίζεται για παιδιά προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας.
Πρωταγωνίστρια της αφήγησης μια τρισχαριτωμένη ποντικίνα, η μικρή Δώρα—Πανδώρα για τη μητέρα της, όταν παρεκτρέπεται από ό,τι επιτάσσουν οι νόρμες και οι καλοί τρόποι— που τρελαίνει με τις ερωτήσεις της τη μαμά της, η οποία την προειδοποιεί ξανά και ξανά: «Ξέρεις τι έκανε η περιέργεια στη γάτα;». Αν και ο ενήλικος αναγνώστης γνωρίζει ότι η «περιέργεια σκότωσε τη γάτα», ο μικρός αναγνώστης ανακαλύπτει ότι η περιέργεια όχι μόνο δεν οδηγεί το δαιμόνιο τρωκτικό στον χαμό του, αλλά αντιθέτως λειτουργεί ως κίνητρο για να εκφράσει η Δώρα τη δημιουργικότητά της και να προστατευτεί τόσο από τη γάτα όσο και από τον Άνθρωπο. Ο συγγραφέας παίρνει την ιδιωματική φράση, η οποία από σημασιολογική άποψη είναι αρνητικά φορτισμένη, και κυριολεκτικά την ανατρέπει, για να προχωρήσει στη θετική ανανοηματοδότησή της, μέσω της αφήγησης που τελικά επιβεβαιώνει περίτρανα ότι η περιέργεια κάθε άλλο … παρά σκοτώνει. Έτσι, ο συγγραφέας παίρνει το μέρος του παιδιού, απομακρυνόμενος από την ενήλικη αυθεντία που έχει επίγνωση των συνεπειών τις οποίες μπορεί να επιφέρει η περιέργεια. Παράλληλα, και ο ιδιωματισμός «ούτε γάτα ούτε ζημιά» επιβεβαιώνεται μέσω της αφήγησης, εφόσον η Ποντικίνα διόλου δεν ζημιώνεται από την τάση της να εξερευνά το άγνωστο.
Στο πλαίσιο αυτής της αφήγησης, η περιέργεια δεν συνιστά μειονέκτημα˙ είναι προτέρημα που όχι μόνο υποστηρίζει τη φιλομάθεια του νεαρού ατόμου —εδώ της μικρής ποντικίνας ως το alter ego του μικρού παιδιού που εξερευνά τον κόσμο— αλλά οδηγεί στην αποτελεσματική επίλυση προβλημάτων. Ήδη από τις ταπετσαρίες προϊδεαζόμαστε ότι η μικρή Ποντικίνα πολύ απέχει από τη συνήθη εικόνα του τρωκτικού που αφελώς πέφτει θύμα της γάτας. Όπως φαίνεται από την ταπετσαρία στο οπισθόφυλλο, εδώ θα ταίριαζε η ιδιωματική έκφραση «σαν τη γάτα με το ποντίκι», αλλά και πάλι αντεστραμμένη «σαν το ποντίκι με τη γάτα», εφόσον η γάτα απεικονίζεται κατατρομαγμένη στη θέα ενός αγγουριού, το οποίο έχει αφήσει επίτηδες η Δώρα, γνωρίζοντας τη φοβία της γάτας γι’ αυτό το λαχανικό. Η Ποντικίνα έχει ξεκαρδιστεί στα γέλια, με τη γάτα να αγνοεί την ύπαρξή της, καθώς η ηρωίδα είναι πια αθόρυβη, χάρη στα καλτσάκια που καλύπτουν τα αεικίνητα, πλην θορυβώδη, πατουσάκια της.
Ανθρωπομορφισμός, ανατροπές που ματαιώνουν ευχάριστα τις προσδοκίες του αναγνώστη, ιδιότυπο γλωσσικό παιχνίδι με τις ιδιωματικές φράσεις «η περιέργεια σκότωσε τη γάτα», η οποία υπονοείται αλλά δεν αναφέρεται ποτέ ρητά, και «ούτε γάτα ούτε ζημιά», οι συνεχείς ερωτήσεις στο πλαίσιο μίμησης και κατασκευής της παιδικότητας, και οι υπόρρητες διακειμενικές αναφορές σε έργα όπου η περιέργεια αποτελεί τη βασική θεματική —τον αισώπειο μύθο Το Συμβούλιο των Ποντικών, τον αρχαιοελληνικό μύθο Το Κουτί της Πανδώρας ή ακόμα και αυτή την παραβολή των Πρωτοπλάστων— συγκαταλέγονται μεταξύ των αρετών του έργου. Σε αυτές, πρέπει να προστεθεί και η εκπληκτική εικονογράφηση της Θέντας Μιμηλάκη που παίζει συνεχώς με το μέγεθος του ποντικιού από σκηνή σε σκηνή, για να δείξει πώς το ποντίκι αντιλαμβάνεται τον εαυτό του διαφορετικά από τον τρόπο με τον οποίο τον προσλαμβάνουν οι άλλοι —εμείς οι άνθρωποι και η γάτα. Το πετυχαίνει με την εναλλαγή του βλέμματος —η Ποντικίνα παρατηρεί τη γάτα και τον Άνθρωπο, και συγχρόνως εμείς παρατηρούμε από διάφορες οπτικές «τα έργα και τις ημέρες» της ευφυέστατης ηρωίδας.
Ο Πέτρος Πανάου με αυτό το βιβλίο του κατορθώνει να αποδομήσει την περιέργεια ως αρνητικά νοηματοδοτημένο χαρακτηριστικό της παιδικής ηλικίας, παρουσιάζοντας την Ποντικίνα-παιδί να «δοκιμάζεται» στον άγνωστο κόσμο, και να κατακτά την ανεξαρτησία και την αυτονομία της, υπερβαίνοντας τις απειλητικές προειδοποιήσεις της μητέρας της, με συντροφιά όχι έναν προστατευτικό, γεμάτο άγχη, ενήλικα, αλλά τη φίλη της την Εύα. Σαφέστατα, το βιβλίο υιοθετεί και πριμοδοτεί όχι την οπτική του ενήλικα, αλλά του παιδιού ως ομόλογου της Ποντικίνας, και δείχνει ότι η περιέργεια αποτελεί θεμελιώδες χαρακτηριστικό της ευφυίας και της δημιουργικότητας. Για να αποφύγει τον κίνδυνο που συνιστούν τόσο η γάτα όσο και ο Άνθρωπος, η Ποντικίνα παρατηρώντας τον Άνθρωπο, σκαρφίζεται ότι και η ίδια μπορεί να φορέσει «γουνίτσες» στα πατουσάκια της, ώστε να μην κάνουν «γριτς γρατς» στο ξύλινο πάτωμα και τη θέτουν σε κίνδυνο. Η ιστορία της Ποντικίνας, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ανάγεται σε συνηγορία της περιέργειας ως χαρακτηριστικού που επενεργεί στον επιστημονικό τρόπο σκέψης, ο οποίος βασίζεται στην περιέργεια, την παρατήρηση, τη δοκιμή και την πλάνη, τον πειραματισμό και εν τέλει την επίλυση ενός προβλήματος —στοιχεία που σαφέστατα βρίσκονται στη βάση της ιστορίας που αφηγείται ο Πανάου.
Αν και η υιοθέτηση της οπτικής του παιδιού αποτελεί σημαντικό χαρακτηριστικό μιας παιδαγωγικής που απομακρύνεται από τα βαρίδια της ηλικιοκανονικότητας (aetonormativity),[1] το έργο του Πανάου επιτυγχάνει και σε ένα άλλο επίπεδο: Δεν παρουσιάζει το ποντίκι αποκλειστικά από την οπτική του Ανθρώπου ως ζώο που απλώς απειλείται από τον Άλλο —τον άνθρωπο ή άλλα ζώα-θηρευτές/εχθρούς— αλλά αντίθετα επιμένει να μας δείχνει και την αντίστροφη οπτική: και το ποντίκι μπορεί να παρατηρεί τον άνθρωπο και τα άλλα ζώα, και να προσαρμόζεται σε ένα περιβάλλον όπου μπορούν να χωρέσουν όλοι, άνθρωποι και ζώα, με τις αρετές και τις ιδιαιτερότητές τους, προκρίνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο μια μεταουμανιστική προσέγγιση που τείνει να κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος στο βιβλίο που προορίζεται για παιδιά.
[1] Τον όρο εισήγαγε η θεωρητικός της λογοτεχνίας Maria Nikolajeva προκειμένου να περιγράψει την ασυμμετρία που χαρακτηρίζει τη σχέση ενηλίκων-παιδιών από την άποψη της εξουσίας. Ο ενήλικος αποτελεί το «μέτρο» βάσει του οποίοι κρίνονται οι συμπεριφορές των παιδιών. Βλέπε το έργο της Power, Voice and Subjectivity in Literature for Young Readers. Routledge, 2010, 8.
(*) Η Βασιλική Βασιλούδη είναι Επίκουρη Καθηγήτρια Παιδικής Λογοτεχνίας στο
Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, Πανεπιστήμιο Κρήτης.
INFO
Πέτρος Πανάου, Η Ποντικίνα Δώρα, η Περιέργεια και η Γάτα, Εικ. Θέντα Μιμηλάκη, εκδ. Τελεία, 2025.




























