Κυριάκος Χαραλαμπίδης: από τον εθνικό στον οικουμενικό ποιητή (γράφει ο Ευριπίδης Γαραντούδης)

0
213

Ευριπίδης Γαραντούδης [1]

Στις μέρες μας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, επικρατούν τέτοιες εκδοτικές συνθήκες και επιλογές, υπαγορευμένες από οικονομικά κριτήρια, ώστε σπανιότατα πλέον επιφυλάσσονται σε έναν ποιητή, όσο καταξιωμένος κι αν είναι αυτός, η τιμή και η χαρά να αποτυπώνεται η συνολική ή, ακριβέστερα ίσως, πανοραμική εικόνα του βίου και του έργου του σε ένα δίγλωσσο (στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα), πολυτελές, ογκώδες και εντυπωσιακό για την πληρότητα και τη λειτουργικότητά του λεύκωμα, όπως αυτό που παρουσιάζουμε σήμερα εδώ, το λεύκωμα Κυριάκος Χαραλαμπίδης. Ψηφίδες ποίησης και ζωής. Αλλά η τιμή είναι η προσήκουσα, αν αναλογιστούμε ότι ο τιμώμενος, ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Έλληνας της Κύπρου, είναι ο σημαντικότερος –και δεν νομίζω ότι είμαι ο μόνος που το πιστεύω και το υποστηρίζω– σύγχρονος ποιητής της ελληνικής γλώσσας. Όσο για την εύλογη χαρά του πηγάζει σίγουρα από το γεγονός ότι αυτός που έκανε, με τόσο άρτιο αποτέλεσμα, την έρευνα, συνέθεσε σε μέρη και έγραψε μέρος του υλικού του λευκώματος είναι ο γιος του, ο ποιητής και σκηνοθέτης Ρήσος Χαρίσης. Κι επειδή έκανα λόγο για πολυτέλεια και όγκο του λευκώματος, που εκτείνεται σε 515 σελίδες, πρέπει να πω ότι αυτά τα χαρακτηριστικά του οφείλονται στο γεγονός ότι η έκδοση του βιβλίου είναι ο καρπός χορηγίας ιδιωτικού φορέα της Κύπρου, της Κεντρικής Ασφαλιστικής. Εξάλλου, όπως γράφεται στο λεύκωμα, αυτό βασίστηκε σε ιδέα του Στέλιου Γεωργαλλίδη, γενικού διευθυντή της εταιρείας.

Με δεδομένη την πλούσια πλέον βιβλιογραφική σκευή την οποία διαθέτουμε αναφορικά με τον άνθρωπο Χαραλαμπίδη και το έργο του, τι μας προσφέρει αυτό το βιβλίο, όπου γιος και πατέρας συνεργάστηκαν αρμονικά; Διαφωτίζει και καθοδηγεί κυρίως τον μη ειδικό αναγνώστη ώστε αυτός να μυηθεί στο έργο του Χαραλαμπίδη μέσα από το άφθονο εποπτικό υλικό, αυτό που σχηματίζει την πανοραμική εικόνα, καθώς στο βιβλίο υπάρχουν πολλές φωτογραφίες, ανθολόγιο ποιημάτων στην ελληνική γλώσσα, ανθολόγιο ποιημάτων μεταφρασμένων στην αγγλική γλώσσα από διάφορους μεταφραστές, επιλεγμένες συνεντεύξεις, ανθολόγιο κριτικών κειμένων για το έργο, διάφορα δοκιμιακά και προσωπικά γραπτά του ποιητή με άξονά τους ζητήματα όπως οι προσωπικές αναμνήσεις του, η ποίηση (η δική του και των άλλων), η γλώσσα, η Κύπρος, η Ελλάδα, η Ευρώπη, η τέχνη της ζωής· δίνεται ακόμα και η δυνατότητα ακρόασης αρκετών ποιημάτων με τη φωνή του δημιουργού τους, για τον αναγνώστη που θα ενεργοποιήσει το σχετικό QR code. Όλα αυτά προσφέρονται γενναιόδωρα στο γενικό αναγνωστικό κοινό. Αλλά το λεύκωμα είναι πολύ χρήσιμο και για τους ειδικούς αναγνώστες του έργου του Χαραλαμπίδη, τους μελετητές του, καθώς τους προσφέρει το αναλυτικότερο και ακριβέστερο μέχρι σήμερα χρονολόγιο βίου και έργου και υλικό προερχόμενο από το ανέκδοτο αρχείο του, όπως τμήμα της αλληλογραφίας του. Βασική αρετή του βιβλίου είναι ότι όλα τα παραπάνω έχουν οργανωθεί από τον Χαρίση σε μέρη-άξονες που συνθέτουν ένα συναρπαστικό αφήγημα της συνοδοιπορίας του βίου και του έργου βήμα το βήμα, από τις αρχές της καταγωγής μέχρι το παρόν της ποιητικής δημιουργίας.

Έτσι, οι ψηφίδες ποίησης και ζωής τοποθετούνται στη σωστή τους θέση για να αναδείξουν τη σημασία του έργου του Χαραλαμπίδη, η οποία τις δύο τελευταίες δεκαετίες έχει αναγνωριστεί χάρη στη συστηματική και εντατική ενασχόληση της φιλολογικής κοινότητας ιδίως με το ποιητικό έργο του, στην Ελλάδα, στην Κύπρο, αλλά και σε ευρωπαϊκές χώρες. Χάρη σε αυτό το έργο, ο Χαραλαμπίδης έχει αναδειχθεί στον ποιητή που μας αξίζει τόσο ώστε να γίνει, ελπίζω κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, μία συντονισμένη προσπάθεια από αρμόδιους φορείς στην Ελλάδα και την Κύπρο και ο ποιητής να προταθεί για το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας, ιδέα η οποία ήδη εκφράστηκε δημόσια και ομόθυμα στη λήξη δύο πρόσφατων συνεδρίων στην Κύπρο και στην Ελλάδα αφιερωμένων στο έργο του. Το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών πέρυσι, το 2024, υποστήριξε την υποψηφιότητα του Χαραλαμπίδη, όταν η Σουηδική Ακαδημία ζήτησε από το Πανεπιστήμιο να προτείνει υποψήφιο για το βραβείο της λογοτεχνίας, και γνωρίζω ότι και εφέτος το ΕΚΠΑ προτίθεται να πράξει το ίδιο. Εξάλλου το 2013 ο Χαραλαμπίδης αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Τμήματος Φιλολογίας. Αν το λεύκωμα αναδεικνύει μία βασική έλλειψη σε ό,τι αφορά τη διεθνή προβολή του έργου αυτή είναι η απουσία μίας έγκυρης αγγλικής μετάφρασης του συνόλου της ποίησης του Χαραλαμπίδη.

Επειδή η απαράμιλλη ευγένεια και η ηθική ακεραιότητα του Χαραλαμπίδη είναι τέτοιες ώστε να μην ζητά τίποτα από κανέναν και επειδή το θέμα τέθηκε στη δημόσια σφαίρα και επίσης σχολιάζεται διακριτικά με μερικά κείμενα που έχει περιλάβει στο λεύκωμα ο Χαρίσης, θεωρώ σκόπιμο να πω ότι το όλο ζήτημα της υποψηφιότητας για το Νόμπελ αφορά όχι τόσο τον Κυριάκο Χαραλαμπίδη, όσο κυρίως όσους προσπαθούμε άξια να τον πλαισιώνουμε στη μελέτη και την κριτική του έργου του. Εμείς λοιπόν θα είμαστε κυρίως οι υποψήφιοι που θα υποβληθούμε στην κρίση του γνωστότερου διεθνώς βραβείου. Κι αυτό γιατί ο κάθε πραγματικά άξιος ποιητής, που λογοδοτεί στο ίδιο του το έργο και στη συνέχιση μίας τέχνης ζωντανής επί χιλιετίες, γνωρίζει το ποσόν και το ποιον της αξίας του όποιου βραβείου μέσα σε έναν κόσμο που δεν μπορεί να τον φτιάξει με το μέτρο της ποίησης, έναν κόσμο που καθημερινά καθρεφτίζεται στον καθρέφτη της μετριότητάς του. Αυτόν τον καθρέφτη ο Χαραλαμπίδης μάς τον έδειξε ολόσωμο, ήδη από το 1973, με το ποίημά του «Απονομή βραβείων» της συλλογής του Το αγγείο με τα σχήματα – αυτό είναι και το πρώτο ποίημα του ανθολογίου ποιημάτων του στο λεύκωμα:

Πρώτον βραβείον εις τον νεκρόν.

Δεύτερον βραβείον εις τον ημιθανή.

Τρίτον βραβείον εις τον ζώντα.

Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον.

 

Τρίτον βραβείον εις τον εργαζόμενον.

Δεύτερον βραβείον εις τον ημιαπασχολούμενον.

Πρώτον (ομαδικόν) βραβείον εις την αποχήν.

(Και πάλιν Κύριε ελέησον, ως ανωτέρω).

 

Δεύτερον βραβείον εις τον ημίκυρτον.

Πρώτον βραβείον εις τον κυρτόν.

Τρίτον βραβείον εις τον ευάγωγον.

Πρώτος επιλαχών ο ευσταλής –

προς γνώσιν και συμμόρφωσιν των ιθυνόντων

την μοίρα της αστείας ζωής.

Έκτοτε, από το 1973 μέχρι σήμερα, ο Χαραλαμπίδης έχει συγκροτήσει το έργο του στηριγμένος στην έντονη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στη φιλολογική παιδεία του, στέρεα και βαθιά πλουτισμένη με ακάματη μελέτη, και στα διδάγματα και τις επιταγές της κυπριακής ταυτότητάς του ως ελληνικής ταυτότητας πέρα από τον χρόνο και τον χώρο. Μάλιστα το βάρος των τραγικών γεγονότων της νεότερης κυπριακής ιστορίας, ύστερα από την τουρκική εισβολή το 1974, το ανέδειξε σε αρκετά ποιητικά βιβλία του. Η αρχαία ελληνική γραμματεία και μυθολογία και η νεότερη και σύγχρονη ιστορία γονιμοποιούν θεματικά την ποίησή του, ενώ είναι συνεχής η καλλιέργεια των εκφραστικών του μέσων και ο εμπλουτισμός της γλώσσας του. Ο Χαραλαμπίδης προβάλλει και μνημειώνει τη σκληρή μοίρα, τις αντιξοότητες και τις αδικίες που χαρακτηρίζουν τη διαχρονική πορεία του ελληνισμού, ιδίως του κυπριακού ελληνισμού, μέσα από τις συμπληγάδες της Ιστορίας. Επίσης ο (σύμφωνα με τον ποιητή Γιώργο Σεφέρη) «καημός της ρωμιοσύνης» μεταδίδεται στον αναγνώστη του, επειδή κατορθώνεται ο συγκερασμός της ατομικής με τη συλλογική εμπειρία και του σύγχρονου με το διαχρονικό βίωμα.

Πριν από 12 χρόνια, το 2013, όταν παρουσίασα το έργο του στην τελετή αναγόρευσής του σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, στη βάση των γνωρισμάτων που μόλις ανέφερα τον χαρακτήρισα εθνικό ποιητή, διευκρινίζοντας συμπληρωματικά τα εξής – διαβάζω ένα παράθεμα από εκείνο το κείμενο που είχα τιτλοφορήσει «Η αντοχή του εθνικού ποιητή στις μέρες μας»: «Ο Χαραλαμπίδης, άνθρωπος που έχει τον καημό της χαμένης πατρίδας και ποιητής με βαθιά ριζωμένη ελληνική εθνική συνείδηση, δεν μπορούσε παρά να επιλέξει –και αυτό συνεχίζει να πράττει μέχρι σήμερα– να υπηρετήσει σταθερά και με συνέπεια μια ποιητική αντίληψη την οποία η ελλαδική μεταπολιτευτική ποίηση εγκατέλειψε στο μακρινό και λαμπρό παρελθόν της. Κάνω λόγο για την αντίληψη της εθνικής ποίησης. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, προσδιορίζω την ποίηση του Χαραλαμπίδη ως εθνική και τον ίδιο, αντιστοίχως, ως εθνικό ποιητή χρησιμοποιώντας τους όρους όχι αξιολογικά, αλλά τυπολογικά, επειδή στην ποίησή του διακρίνω μιαν έγκυρη και κυρίως εκσυγχρονισμένη, διακριτή από το παρελθόν, εκδοχή βασικών γνωρισμάτων που προσδιόριζαν τον τύπο του εθνικού ποιητή στην παλαιότερη ελληνική ποίηση. Τα διακριτικά γνωρίσματα της ποίησης του Χαραλαμπίδη, όπως τα θέματά της, η σχέση της με τη λογοτεχνική παράδοση, το γλωσσικό ήθος της, η προβολή ηθικών αιτημάτων, απορρέουν άμεσα ή συνδέονται με την ιδιότητα του εθνικού ποιητή, αλλά και την πρόθεση να λειτουργήσει ως τέτοιος».

Στα 12 χρόνια που μεσολάβησαν από το 2013 μέχρι σήμερα ο χαρακτηρισμός του Χαραλαμπίδη ως εθνικού ποιητή συζητήθηκε ποικιλοτρόπως σε κριτικά και δημοσιογραφικά κείμενα˙ εξάλλου και στον ίδιο, όπως αποτυπώνεται σε συνεντεύξεις του, τέθηκε το ερώτημα αν αυτοπροσδιορίζεται ως «εθνικός ποιητής». Από τη δική μου σκοπιά θεώρησης του όρου, πίστευα και εξακολουθώ να έχω την ίδια πεποίθηση, ότι η συνολική θεώρηση της ποιητικής συγκομιδής του, συμπεριλαμβανομένης αυτής της τελευταίας δεκαετίας, επιβεβαιώνει ότι ο Χαραλαμπίδης είναι εν ταυτώ εθνικός και οικουμενικός ποιητής, χωρίς η μία οντότητα της ποίησής του να αναιρεί την άλλη˙ αντιθέτως, ο ίδιος κατόρθωσε να επιτύχει τη σύμπλευση του εθνικού με τον οικουμενικό ποιητή. Νομίζω ότι αυτή η σύμπλευση έχει φιλολογικά καταδειχθεί τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Την σχολιάζω, πάντως, εν συντομία, με ορισμένες γενικές παρατηρήσεις μου εδώ. Το έργο του Χαραλαμπίδη, εκτός από την υψηλή αισθητική αρτιότητα της γλώσσας και των εκφραστικών τρόπων του που ιδίως οι ελληνόγλωσσοι αναγνώστες έχουμε το προνόμιο να απολαμβάνουμε, διαθέτει επίσης μεγάλο πνευματικό κύρος, τόσο και τέτοιο που υπερβαίνει τα όποια εθνικά σύνορα, επειδή εκκίνησε από μια βαθιά ριζωμένη αίσθηση της ελληνικότητας ως διαχρονικής και ευρωπαϊκής πολιτισμικής αξίας και εντέλει οδηγήθηκε, χωρίς πάντως να αποκοπεί από μία επίσης βαθιά αίσθηση κυπριακότητας, στην προβολή ενός οικουμενικού ουμανισμού, ενός ουμανισμού που επίσης δεν έχει εθνικά και γλωσσικά σύνορα. Συνάμα, διατρέχοντας τα μήκη και τα πλάτη της ιστορίας, πρωτίστως της ελληνικής, ανέπτυξε έναν εξαγνιστικό αναστοχασμό για τη ματαιότητα της ανθρώπινης βίας, όπως και μία λυτρωτική ή παραμυθητική λειτουργία εδρασμένη στην πίστη ότι η πνευματική διάσταση του ανθρώπου υψώνεται κατακόρυφα επάνω από τους όποιους υλικούς περιορισμούς. Εθνικό και μαζί οικουμενικό ποιητή θεωρώ τον Χαραλαμπίδη και για την παρρησία, οργανικά δεμένη με τη στοχαστική νηφαλιότητα, με την οποία τοποθετείται δημόσια, ως πνευματικός άνθρωπος, γύρω από το κυπριακό ζήτημα, μέσα σε μία κοινωνία όπου οι όποιες δημόσιες τοποθετήσεις ενίοτε είναι σαν κινήσεις σε ένα ναρκοπέδιο ιδεολογικής οξύτητας και αντιπαραθέσεων. Αντί επιλογικού σχολίου στον εθνικό και οικουμενικό Χαραλαμπίδη, διαβάζω το ποίημά του «Τ’ αγνοουμένου η κόρη», από τη συλλογή Η νύχτα των κήπων (2022), που επίσης περιλαμβάνεται στο ανθολόγιο του λευκώματος Κυριάκος Χαραλαμπίδης. Ψηφίδες ποίησης και ζωής:

Σαράντα μέρες πριν εγώ αντικρίσω

του ηλιού το φως, την κεφαλή του εκείνος

στης Παναγιάς τον θρήνο είχε αποθέσει.

Κι όταν στην ταυτοποίηση των οστών του

γονάτισα να πρωτοχαϊδέψω

χέρι που δεν με βάσταξε, ο λεπτός

αυτού συναρμολόγος μού παρέδωσε

δόντι χρυσό, του θείου πατρός μου δώρο.

Αυτό το «δόντι χρυσό» ανασύρει από το χώμα της ανθρώπινης ιστορίας ο ποιητής, το φέρνει στο φως μίας διεθνώς σκληρής πραγματικότητας και μας το κληροδοτεί ως δώρο του πατρός μας.

[1] Ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου του Ρήσου Χαρίση, Κυριάκος Χαραλαμπίδης. Ψηφίδες ποίησης και ζωής, Λευκωσία, Κεντρική Ασφαλιστική 2024. Η παρουσίαση έγινε στο Σπίτι της Κύπρου, στις 17 Φεβρουαρίου 2025.

 

Ρήσος Χαρίσης, Κυριάκος Χαραλαμπίδης. Ψηφίδες ποίησης και ζωής, Λευκωσία, Κεντρική Ασφαλιστική 2024, σελ. 522.

Προηγούμενο άρθροΠώς εικονογραφείται μια ανάμνηση; (συζητούν Μαρία Τοπάλη- Νίκη Κωνσταντίνου Σγουρού)
Επόμενο άρθροΤα 85 καλύτερα διηγήματα σε έναν χρηστικό οδηγό από τη μεταπολίτευση έως σήμερα (του Π. Ένιγουεϊ)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ