Θανάσης Μήνας
Τι συνέβη με την εργατική τάξη στην Ιταλία; Γιατί η αριστερά δεν είναι πλέον το «φυσιολογικό» σημείο αναφοράς της; Ο Alessandro Portelli*, σημαντική μορφή διεθνώς του κλάδου της προφορικής ιστορίας, διερευνά αυτή την εντυπωσιακή «ανθρωπολογική μετάλλαξη» μεταβαίνοντας στο πεδίο μιας εμβληματικής πραγματικότητας και συγκεντρώνοντας δεκάδες ιστορίες και μαρτυρίες από μια παραδοσιακά κόκκινη πόλη: το Τέρνι, έδρα μιας από τις πιο σημαντικές βιομηχανίες της Ιταλίας, με μεγάλη παράδοση απεργιών και εργατικών αγώνων. Όμως στις δημοτικές εκλογές του 2018 η άκρα δεξιά κέρδισε την πλειοψηφία, ενώ, πέντε χρόνια αργότερα, εξελέγη δήμαρχος της πόλης ένας μεγιστάνας, ένας «Μπερλουσκόνι της επαρχίας».
Ο Alessandro Portelli πραγματοποίησε επί δεκαετίες έρευνες προφορικής ιστορίας, παίρνοντας συνεντεύξεις από εκατοντάδες ανθρώπους. Μέσα από αυτές προφορικές μαρτυρίες, αναδύεται όχι μόνο το νόημα των ιστορικών συμβάντων, αλλά και η υποκειμενικότητα όσων τα βίωσαν Ο Portelli καταδεικνύει με το έργο του τη σημασία της Διάσωσης της ιστορικής μνήμης.
Ταξική συνείδηση
Το 2018, λοιπόν, η πόλη του Τέρνι στην Ούμπρια, στην Κεντρική Ιταλία, επέλεξε ένα Δημοτικό Συμβούλιο της Άκρας Δεξιάς, με δήμαρχο του κόμματος Φόρτσα Ιτάλια. Δεν ήταν έκπληξη: στο εθνικό επίπεδο ήταν η στιγμή που η πολιτική σταδιοδρομία του Ματέο Σαλβίνι έφτασε στο αποκορύφωμά της, ενώ σύντομα θα ακολουθούσε και η επιτυχία της Τζόρτζια Μελόνι. Η στροφή προς τα δεξιά ήρθε αμέσως μετά από μια δεκαετία αποφασιστικών εργατικών αγώνων σε μια πόλη με μεγάλη εργατική παράδοση. Διόλου τυχαία, το Τέρνι αποκαλείται «Ιταλικό Μάντσεστερ».
Οι πολλαπλές κρίσεις από τις οποίες πέρασαν η χαλυβουργία και η βιομηχανία χημικών άλλαξαν σε βάθος τη φυσιογνωμία της κοινότητας. Σήμερα οι απασχολούμενοι στον βιομηχανικό τομέα είναι μειοψηφία στην όλη οργάνωση εργασίας. «Ο εργάτης που στεκόταν μπροστά στο τοπικό ζαχαροπλαστείο Πατζάλια ως στοιχείο περήφανος για την κοινωνική του ένταξη δεν υπάρχει πια».
Αυτό που εξαφανίζεται είναι η εργατική τάξη που αναγνωρίζει τον εαυτό της ως τέτοια, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εξαφανίζεται και η εργασία του εργάτη. Εξαφανίζεται η δυνατότητα ταυτοποίησης ως συλλογικού υποκειμένου. Το να αισθάνεσαι ότι ανήκεις σε μια τάξη σημαίνει ότι αναγνωρίζεις τον εαυτό σου ως υποκείμενο που έχει έναν ενεργό ρόλο.
Η ψήφος διαμαρτυρίας προς τα δεξιά ήταν μια αντανάκλαση της της κρίσης στην αριστερά, της αλλαγής της ταξικής σύνθεσης του πληθυσμού της πόλης, της κακής διαχείρισής του δημοτικού προϋπολογισμού.
Απεργία! Η αποκαθήλωση των συνδικάτων
Οι μεγάλες απεργίες που συγκλόνισαν την πόλη το 2014, λόγω των 550 απολύσεων που ζήτησε από την χαλυβουργία η γερμανική πολυεθνική ThyssenKrupps, προανήγγειλαν το τέλος μιας βιομηχανικής ιστορίας που επί ενάμιση αιώνα χαρακτήριζε την ταυτότητα της πόλης.
Στη διάρκεια της απεργίας, οι κάτοικοι του Τέρνι συνέχιζαν να στηρίζουν τους απεργούς εργάτες. Στις συγκεντρώσεις όμως χειροκροτούσαν τους τοπικούς συνδικαλιστές, αλλά απέρριπταν τους εκπροσώπους της εθνικής ηγεσίας των συνδικάτων ως σύμβολα μιας «απόμακρης και αυτοαναφορικής κάστας».
Οι εργάτες ενεργοποίησαν όλες τις μορφές πάλης που είχαν δοκιμαστεί στις προηγούμενες γενιές: πικετοφορίες, μπλόκα, σωματική σύγκρουση με την ιεραρχία του εργοστασίου, αλληλεγγύη από την πόλη…Όμως: Το 1953 οι εργάτες είχαν εμπιστοσύνη στο συνδικάτο και στο κόμμα. Το 2004-2005 η σχέση με το συνδικάτο παρουσίαζε ρωγμές. Στη διάρκεια της διαμάχης του 2014, η αριστερά -ή έστω κατ’ επίφαση αριστερά του ιταλικού Δημοκρατικού Κόμματος- ήταν στην κυβέρνηση. Οι εργάτες του Τέρνι σε καμία στιγμή δεν ένοιωσαν ότι στεκόταν στο πλευρό τους ή ότι τους αντιπροσώπευε. Πρόκειται δηλαδή για μια καταφανή κρίση εκπροσώπησης. Και όταν αυτή η κρίση αφορά την αριστερά, τότε συνήθως κερδισμένη βγαίνει η (ακρο)δεξιά, όπως και έγινε στην Ιταλία και αλλού.
Δύο ή τρεις γενιές συλλογικών αγώνων δεν κατάφεραν να θέσουν φραγμό στην αμείλικτη και άυλη εξουσία του παγκοσμιοποιημένου χρηματιστηριακού κεφαλαίου: δεν υπάρχει τάξη, δεν υπάρχει κοινωνία *όπως έλεγε η Θάτσερ), υπάρχουν μόνο άτομα. Η ατομική «αξία» είναι το μέτρο της ανθρωπότητας. Η τάξη μετατρέπεται σε μοναχικό πλήθος και οι φωνές που προσπαθούν να μας πουν ότι είμαστε κάτι παραπάνω από το άθροισμα των μοναξιών μας είναι ολοένα λιγότερες και όλο και λιγότερο πειστικές.
Μετανάστευση και εγκληματικότητα
Η αύξηση της εγκληματικότητας στο Τέρνι συνδέθηκε τεχνηέντως από τη δεξιά με την άφιξη των μεταναστών∙ πάντως στην πόλη ήταν πάντα έντονο το μεταναστευτικό στοιχείο, καθώς οι τοπικές χαλυβουργίες προσέλκυαν εκατοντάδες εργάτες-μετανάστες από τις γειτονικές χώρες. Φυσικά, η βία και τα ναρκωτικά αποτελούσαν πάντα εσωτερικά προβλήματα της πόλης, όμως στη συγχρονία προσλαμβάνονται ως εκδηλώσεις μιας «εξωτερικής απειλής». Οι εργάτες-μετανάστες που προέρχονταν από τις χώρες του -πάλαι ποτέ- σκληρού πυρήνα της Ε.Ε. δεν εκλήφθηκαν ως απειλή. Αυτοί που κυρίως στοχοποιούνται είναι οι μετανάστες από τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ (Αλβανοί, Ρουμάνοι, κλπ.) και από την Αφρική.
Gentrification
Η στροφή προς τα δεξιά φυσικά δεν έλυσε τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η πόλη. Μετά την βεβιασμένη αποβιομηχάνιση του Τέρνι, το πιο σοβαρό εμπόδιο για την οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη της πόλης στάθηκε η αδυναμία της δεξιάς, που ήδη κυριαρχούσε στο Δημοτικό Συμβούλιο, να οραματιστεί μια διαφορετική πόλη – εκτός από την προσπάθειά της να επινοήσει το Τέρνι σαν τουριστικό παράδεισο (σας θυμίζει κάτι;). Κατά τα άλλα, οι κοινωνικές σχέσεις παρέμειναν αμετάβλητες, τα προάστεια της περιφέρειας γέμισαν τεράστια εμπορικά κέντρα και οι πολιτικές παρεμβάσεις επικεντρώθηκαν σε ιδιωτικοποιήσεις, εξάρτηση από τραπεζικά ιδρύματα και υποχωρήσεις σε περιβαλλοντικά ζητήματα. Το Τέρνι έγινε ακόμα μια πόλη που υπέκυψε στις διαδικασίες του λεγόμενου -κατ’ επίφαση- εξευγενισμού (gentrification).
Αναθεωρητισμός της ιστορίας
Η νέα δεξιά αρχή της πόλης προσπάθησε να στείλει στη λήθη την αριστερή ιστορία και ταυτότητα της πόλης. Παλαιά τοπόσημα εξαφανίστηκαν, νέα πήραν τη θέση τους, εκφράζοντας τη διάθεσή της δεξιάς για αναθεωρητισμό. Ένα από τα πράγματα που προσπάθησε να σβήσει, είναι η αντιφασιστική μνήμη της πόλης, Ανάμεσα σε άλλα, η νέα δημοτική αρχή επιδίωξε να ποινικοποιήσει την τοπική ιστορία της Αντίστασης και της Γκαριμπαλντιανής Ταξιαρχίας Ανταρτών Αντόνιο Γκράμσι – που συγκροτήθηκε στο Τέρνι στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στο επίκεντρο του εγχειρήματος βρίσκεται η «ανακάλυψη» των πράξεων βίας των ανταρτών∙ πρόκειται για καμιά δεκαριά περιπτώσεις εκτέλεσης ατόμων που θεωρήθηκαν προδότες ή συνεργάτες των φασιστών και των ναζί.
Σεξισμός και ομοφοβία
Πλάι στον ιστορικό αναθεωρητισμού, η στροφή προς τα δεξιά εκδηλώθηκε συγχρόνως μέσα από την κανονικοποίηση της ομοφοβίας και του σεξισμού, ή τουλάχιστον μιας συντηρητικής αντίληψης της οικογένειας, της γονεϊκότητας και των έμφυλων ρόλων.
Στις αρχές του 2023, μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Ιταλικό Παρατηρητήριο για τα Δικαιώματα, ανέδειξε τις διαθέσεις που συνόδεψαν την άνοδο της δεξιάς στο Τέρνι: ένα υπόβαθρο επιθετικότητας απέναντι στους πιο αδύναμους (τα άτομα με αναπηρία) και αυτούς που αμφισβητούν τις πατριαρχικές δομές, τους προκαθορισμένους ρόλους και τις σχετικές ταυτότητες (γυναίκες, ομοφυλόφιλοι). Είναι μια τάση που δυστυχώς αγνοήθηκε, έγινε ανεκτή ή υποτιμήθηκε από την αριστερά, και πλέον αναδύεται και νομιμοποιείται πλήρως σήμερα.
Brain drain
Το άλλο σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζει το Τέρνι, σε συνδυασμό με τη βίαιη αποβιομηχάνιση και την απώλεια εκατοντάδων θέσεων εργασίας στη χαλυβουργία, είναι η διαρροή εγκεφάλων, το λεγόμενο brain drain. Το Τέρνι έγινε μια πόλη που ωθεί τα παιδιά της προς το εξωτερικό, όπως συνέβη σε πολλές πόλεις της Κεντρικής και Νότιας Ιταλίας. Σε μεγάλο βαθμό, τείνει να γίνει μια πόλη συνταξιούχων. Πέρασε πλέον σε αρνητικό ισοζύγιο, όχι μόνο μεταξύ γεννήσεων και θανάτων, αλλά και μεταξύ γεννήσεων και άφιξης μεταναστών. Το ισοζύγιο του ενεργού πληθυσμού, του εργατικού δυναμικού της πόλης, παραμένει σε σχετική ισορροπία μόνο χάρη στους μετανάστες, που σήμερα αποτελούν το 11% του πληθυσμού της πόλης (περίπου 106.000, σύμφωνα με την απογραφή του 2023). Οι περισσότεροι μετανάστες εργάζονται στην οικοδομή ή ως οικιακοί βοηθοί. Οι προφορικές αφηγήσεις τους αναφορικά με τις δραματικές αντιξοότητες που υπέστησαν στις ξεχωριστές διαδρομές τους από την πατρίδα τους στο Τέρνι, ειδικά αυτών που προέρχονται από εμπόλεμες ζώνες (Λιβύη, Αφγανιστάν, Σουδάν, Νιγηρία κλπ.), συγκροτούν τις πιο συγκλονιστικές σελίδες του βιβλίου.
Δυστοπικό παρόν, δυσοίωνο μέλλον
Στα τέλη Ιανουαρίου του 2022, η χαλυβουργία του Τέρνι πέρασε από την πολυεθνική ThyssenKrupps στην ιδιοκτησία του ομίλου Arvedi, με έδρα την Κρεμόνα. Δόθηκε ωστόσο μεγαλύτερη έμφαση στην εθνικότητα του ιδιοκτήτη της επιχείρησης, παρά στις ταξικές σχέσεις. 18 μήνες μετά την αλλαγή ιδιοκτησίας έχουν χαθεί τουλάχιστον 100 θέσεις εργασίας, ενώ όπως λένε εργάτες που μιλάνε στον Alessandro Portelli, δεν έχει κατατεθεί πλάνο βιομηχανικής ανάπτυξης,
Διαδικασίες αποβιομηχάνισης, κρίση της αριστεράς, αποπροσανατολισμός στο επίπεδο της κουλτούρας και των ταυτοτήτων, περιβαλλοντική και υγειονομική κρίση, αλλά και αδυναμία μιας δεξιάς χωρίς οντότητα, εριστική, πολιτισμικά απροσάρμοστη, τοπικιστική αλλά ταυτόχρονα προωθούμενη στην εξουσία από φόβους και ανασφάλειες (εγκληματικότητα, ναρκωτικά, μετανάστευση προς το εξωτερικό, ιστορικός αναθεωρητισμός): η ιστορία αυτής της πόλης τείνει να αποτελέσει μια αντανάκλαση της ιστορίας ολόκληρης της Ιταλίας (ή και άλλων χωρών του ευρωπαϊκοί Νότου).
Ο επίλογος σε δύο κατοίκους της πόλης, παλιούς εργάτες, που μίλησαν στον Alessandro Portelli: τον Αλεσάντρο Πετρούτσι και τον Λεονάρντο Ντελόγκου:
Πετρούτσι: «[…] στη χαλυβουργία δουλέψαμε τρεις γενιές, εγώ, ο παππούς μου, ο παππούς και ο πατέρας της μάνας μου. Όταν μιλάνε άσχημα για τη χαλυβουργία, τσαντίζομαι. Και τα παίρνω στο κρανίο όταν βλέπω ότι κάνουν ολομέτωπη επίθεση ακόμα και άνθρωποι της πόλης. Δεν είναι ότι λέω πως πρέπει να την υπερασπιστούμε – ανεξάρτητα από αυτό. Υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις, ή μπορούν να δημιουργηθούν. Όταν πετάνε λάσπη, εμένα με στεναχωρεί, γιατί, θέλω να πω, γιατί – μα γιατί πρέπει να εγκαταλείψουμε την πόλη που γεννηθήκαμε; Αν δημιουργηθούν εναλλακτικές λύσεις, ο κόσμος θα μείνει. Εγώ θα ήμουν ευχαριστημένος αν τα παιδιά μου μπορούσαν να έχουν μέλλον εδώ στο Τέρνι».
Ντελόγκου: «[…] εξακολουθώ να νομίζω ότι για πολλούς λόγους αυτή είναι μια πόλη προορισμένη για τους πειραματισμούς, ότι αυτή είναι η μοίρα της πόλης. Ωστόσο, μου φαίνεται ερειπωμένη, μου φαίνεται μια πόλη με πολύ χαμηλό μορφωτικό επίπεδο […] Δεν βλέπω και σημαντική πολιτική επεξεργασία. Βλέπω μια εξαιρετικά ανεπαρκή άρχουσα τάξη, βλέπω μια ανύπαρκτη αριστερά,, βλέπω (ομάδες) που αντιστέκονται, βλέπω ότι εξακολουθεί να αντιστέκεται μια ισχυρή κινηματική συνιστώσα».
Μια πόλη που δυσκολεύεται να φανταστεί το μέλλον της.
Εξαιρετική η μετάφραση της Ρίκη Βαν Μπούσχοτεν, καθηγήτριας κοινωνικής ανθρωπολογίας στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
*Ο Alessandro Portelli (Ρώμη, 1942) είναι μελετητής της αμερικανικής λογοτεχνίας και πολιτισμού, προφορικός ιστορικός, συγγραφέας της αριστερής καθημερινής εφημερίδας il manifesto και μουσικολόγος (με ειδίκευση στην καριέρα του Bruce Springsteen∙ στο παρόν βιβλίο, σε κάποιο σημείο παραθέτει στίχους από το “The River”). Είναι καθηγητής αγγλοαμερικανικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης La Sapienza. Στα ελληνικά κυκλοφορεί επίσης το έργο του Τι καθιστά την προφορική ιστορία διαφορετική. Ομιλία, γραφή και ανάμνηση (Πλέθρον, 2020, μτφρ. Βάσια Λέκκα).