Η Αθήνα ως μη τόπος (3): η Πλάκα ως τουριστικό προϊόν (της Έφης Κατσουρού)

0
813

 

της Έφης Κατσουρού (*)

Έχω μιλήσει ξανά, για την μετατροπή της Αθήνας από μία πολυπρισματική πόλη-εστία πολιτισμού (που ανά τις δεκαετίες μπορεί ο χώρος της να άλλαζε σχήματα και συσχετισμούς άλλα πάντοτε διατηρούσε ακέραιο τον πυρήνα του πνεύματός του) σε έναν άμορφο και απρόσωπο πια μητόπο. Η κατασκευασμένη οικονομική εξάρτηση της χώρας από τον τουρισμό, χωρίς να γίνεται άμεσα αντιληπτό, έχει στην πραγματικότητα μετατρέψει την Αθήνα σε έναν αχανή προθάλαμο ξενοδοχείου, σε μία τουριστική σεζόν που διαρκώς διευρύνεται. Το φαινόμενο αυτό, στα στενά όρια του ιστορικού κέντρου και ιδιαίτερα στον παραδοσιακό οικισμό της Πλάκας, βρίσκεται σε μία διαρκή κλιμάκωση από το 2015 (στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης), ενώ την τελευταία τριετία, μετά την εφαρμογή και την άρση των lockdowns, τα οποία άλλαξαν καθοριστικά τους οικονομικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς στο χώρο, καθίσταται ακραία πιεστικό για τον πληθυσμό που ζει και κινείται καθημερινά στην περιοχή:

Οι πεζόδρομοι (με έμφαση στις κεντρικές αρτηρίες των οδών Αδριανού και Κυδαθηναίων) μετατρέπονται σε προέκταση των τουριστικών καταστημάτων, που σε μεγάλο βαθμό πουλούν προϊόντα μίας καλτ εκδοχής της ελληνικής αρχαιότητας.

Τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος συνεχίζουν να προσκαλούν με τσολιαδάκια και να υποκύπτουν σε κάθε «ιερή ή ανίερη» επιθυμία του πλήθους της κρουαζιέρας, που καταφτάνει στην περιοχή με την ορμή που άλλοτε έφτανε ο αμερικανικός στόλος, αλλά συντεταγμένα υπό την καθοδήγηση των ξεναγών που δεν διαδραματίζουν το ρόλο μύστη αλλά αυτόν του τουριστικού τροχονόμου.

Οι δορυφορικές προς την κατοικία χρήσεις, του μπακάλικου, του μανάβικου, του κρεοπωλείου, του τραπεζικού υποκαταστήματος, που μέχρι πριν μία τετραετία αποτελούσαν πυρηνικό κομμάτι της ζωής της περιοχής σήμερα έχουν εξοβελιστεί, με το τελευταίο παλαιό μπακάλικο να κλείνει την περασμένη άνοιξη για να δώσει τη σκυτάλη φέτος σε ένα ακόμη εμπορικό κατάστημα τουριστικού προσανατολισμού.

Οι χώροι κατοικίας, από τις πολυκατοικίες έως τις νεοκλασσικές μονοκατοικίες και τα νεόδμητα κτίσματα, μετατρέπονται σχεδόν καθολικά σε μπουτίκ-ξενοδοχεία, σουίτες ή ενοικιαζόμενα διαμερίσματα Airbnb, με διαφορετικές παροχές και απευθυνόμενα σε όλα τα βαλάντια. Και αν αυτή η συνθήκη της βραχυχρόνιας μίσθωσης στο ευρύτερο όριο του ιστορικού κέντρου και των δορυφορικών περιοχών, όπως τα Εξάρχεια, το Παγκράτι, το Κουκάκι, ο Νέος Κόσμος, αποτελεί μία ανατροπή της τάξης πραγμάτων που μπορεί να χρεωθεί στην ιδιωτική πρωτοβουλία, στην περίπτωση της Πλάκας αποτελεί μία καταστρατήγηση του νομοθετικού πλαισίου πρωταρχικά συντελούμενη από το ίδιο το κράτος που επιλέγει συστηματικά να εθελοτυφλεί.

 

Η Πλάκα από το 1993 προστατεύεται από ένα ισχυρότατο Προεδρικό Διάταγμα Χρήσεων Γης (ΦΕΚ 1329/Δ/1993), το οποίο αναπτύχθηκε από την ομάδα του αρχιτέκτονα και καθηγητή του ΕΜΠ Διονύσιου Ζήβα, και ορίζει λεπτομερέστατα της επιτρεπόμενες χρήσεις γης για την περιοχή. Η ανάγκη σύνταξης αυτού του Σχεδίου προέκυψε από τον εκμαυλισμό της περιοχής κατά την διάρκεια της επταετίας, συνθήκη που διαιωνίσθηκε και κατά τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Το συγκεκριμένο ΦΕΚ αποτελεί την ολοκλήρωση μίας μελέτης που ξεκίνησε ήδη από την δεκαετία του 1980 και περιλαμβάνει μία σειρά διατάξεων, πολεοδομικών και χωροταξικών διευθετήσεων, που άμεσα κατάφεραν να εξυγιάνουν την περιοχή και για μία δεκαετία και πλέον λειτούργησαν ιδιαίτερα ευεργετικά, προστατεύοντας ενεργά τόσο τα μορφολογικά όσο και τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της. Το ΦΕΚ ορίζει την Πλάκα ως μία περιοχή, γενικής κατοικίας χωρισμένη σε ζώνες των οποίων οι επιτρεπόμενες δορυφορικές χρήσεις (λοιπές μικτές χρήσεις, κοινόχρηστοι χώροι, λοιποί ελεύθεροι χώροι) τοποθετούνται και  περιγράφονται αναλυτικά με σκοπό να αναπτύξουν ένα δίκτυο χώρων και υπηρεσιών που θα εξυπηρετεί αισθητικά και λειτουργικά, διαφυλάσσοντας από την άναρχη ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και διευκολύνοντας, τελικά, την ζωή των μόνιμων κατοίκων. Ταυτόχρονα, για την περιοχή καθορίζονται αυτοτελώς για ιδιαίτερες περιπτώσεις τα στοιχεία των ειδικών χρήσεων (θρησκευτικοί χώροι, χώροι συναθροίσεων κοινού και κτίρια εκπαίδευσης που εξυπηρετούν τις ανάγκες της περιοχής).

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο και προβλέποντας τον φόβο μετατροπής της περιοχής σε ένα τουριστικό πάρκο, λόγω της φύσης και της θέσης της, οι μελετητές προέβλεψαν και αναφέρουν ρητά στο Άρθρο 8:

            Παρ. 7. Δεν επιτρέπεται η χρήση και η κατάληψη (τραπέζια, καρέκλες, προθήκες) πεζοδρόμων και των δρόμων για την εξυπηρέτηση και υπαίθρια επέκταση των καταστημάτων της περιοχής, για να μην εμποδίζεται η κυκλοφορία των οχημάτων έκτακτης ανάγκης, καθώς και των υπολοίπων οχημάτων στις ώρες που επιτρέπεται η κυκλοφορία τους. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η τοποθέτηση τραπεζιών σε περιορισμένα τμήματα πλατειών, πλατωμάτων και πεζοδρομίων με άδεια του Δήμου Αθηναίων και ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Γραφείου Περιοχής Πλάκας σε καμία περίπτωση όμως δεν επιτρέπεται στις ταράτσες των ακινήτων ούτε σε αυλές άλλων ακινήτων.

            Παρ. 8. Επιβάλλεται η χρήση κατοικίας σε διατηρητέα κτίρια, ανεξαρτήτως ορόφου, που είχαν κατασκευαστεί για την χρήση αυτή.

            Παρ. 9 α.) Δεν επιτρέπεται η λειτουργία νέων ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων οποιουδήποτε είδους ή κατηγορίας παρά μόνο στα κτίρια που λειτουργούν νομίμως προ της 23.11.1982 β.) Δεν επιτρέπεται η λειτουργία ξενώνων νεότητας (Youth Hostels)

Αναφορικά, μάλιστα, με την παράγραφο 9 αξίζει να σημειωθεί ότι το 2014 κατά την περίοδο που το Airbnb ξεκίνησε να εισδύει στην περιοχή αναδιατυπώνοντας την ανθρωπογεωγραφία της, αφού μεγάλο μερίδιο των κατοίκων της Πλάκας ανέκαθεν ήταν ενοικιαστές, οι οποίοι με το νέο καθεστώς της βραχυχρόνιας μίσθωσης άρχισαν να απομακρύνονται με ταχείες διαδικασίες εξώσεων από τους ιδιοκτήτες των ακινήτων, εκδόθηκε διευκρινιστική εγκύκλιος. Για το θέμα γνωμοδότησε το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και η 304/2015 απόφασή του (η οποία με την αρ. πρωτ. 610/28.03.2016 έγινε αποδεκτή και από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας) αναφέρει ρητά: απαγορεύεται στην Περιοχή της Πλάκας η χρήση «ενοικιαζόμενα επιπλωμένα δωμάτια – διαμερίσματα» του ν. 4276/2014 (Α 155).

 Έχοντας τη σαφή εποπτεία του νομοθετικού πλαισίου που διέπει την περιοχή αναπόφευκτα γεννώνται μία σειρά από ερωτήματα:

Οι φορείς προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, του δομημένου περιβάλλοντος και του αστικού χώρου (δηλαδή τα Υπουργεία Πολιτισμού και Περιβάλλοντος και ο Δήμος Αθηναίων) αγνοούν τη νομοθεσία ή επιλέγουν να περιθάλπουν την καταστρατήγησή της; Τα εγκαίνια και μόνο του νέου Μουσείου για τον Οδυσσέα Ελύτη («Σπίτι του Οδυσσέα Ελύτη», στην συμβολή των οδών Διοσκούρων και Πολυγνώτου), πριν λίγους μήνες, έφεραν στην περιοχή τα ανώτατα στελέχη της κυβέρνησης και της δημοτικής αρχής. Κανείς εξ αυτών δεν παρατήρησε τις ταμπέλες των νεοσύστατων ξενοδοχείων που λειτουργούν παράνομα στις γύρω οδούς, κανείς δεν θορυβήθηκε από την διαρκή είσοδο και έξοδο από τις νεοκλασσικές οικίες τουριστών με ογκώδεις αποσκευές, από τη δυσχέρεια κίνησης στους πεζοδρόμους λόγω των απλωμένων εμπορευμάτων σε παράνομα τοποθετημένες προθήκες και κρεμάστρες; Κανείς δεν έστρεψε το βλέμμα του να δει τι πραγματικά συμβαίνει στους δρόμους της περιοχής;

Μήπως τελικά ηθελημένα η Πλάκα μετατρέπεται ξανά σε ένα διασκεδαστήριο, σε ένα πάρκο εισδοχής τουριστών όπου οι κάτοικοι αλλά και οι εγχώριοι επισκέπτες μοιάζουν παρείσακτοι ώστε να γίνει μία δεύτερη ανακατανομή των ακινήτων της περιοχής; Αξίζει να θυμηθούμε ότι αντίστοιχες συνθήκες είχαν διαμορφωθεί και στα τέλη της δεκαετίας του 1970, όταν οι τότε μόνιμοι κάτοικοι της Πλάκας και ιδιοκτήτες των ακινήτων, λόγω της διαρκούς όχλησης από τα κέντρα διασκέδασης και της ευρύτερης υποβάθμισης της περιοχής, τράπηκαν σε φυγή, πουλώντας τις περιουσίες τους σε πολύ χαμηλές τιμές. Τότε, το Υπουργείο Πολιτισμού έσπευσε να αποκτήσει μεγάλο τμήμα των προς πώληση ακινήτων, αποκτώντας ένα μεγάλο κτιριακό απόθεμα, με κτίσματα (παλαιές νεοκλασσικές οικίες) που σήμερα άλλα ερειπώνουν, άλλα στεγάζουν υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ και κάποια μεμονωμένα ακίνητα χρήσεις πολιτιστικού ενδιαφέροντος.

Εκούσια ή ακούσια, βλέπουμε ότι η μέριμνα της πολιτείας για την προστασία της κατοικίας και κατ’ επέκταση της φυσιογνωμίας της περιοχής της Πλάκας, ολοένα και ατονεί, παρά το ισχυρό πλαίσιο που θεωρητικά την προστατεύει. Την εικόνα αυτή, δυστυχώς, ολοκληρώνει ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται επί σειρά δεκαετιών, και με ιδιαίτερη όξυνση του προβλήματος τα τελευταία χρόνια, τα ιστορικά δημόσια σχολεία που λειτουργούν στην περιοχή: το 74ο Δημοτικό Σχολείο (Δημοτικό Καμπάνη) με το οποίο συστεγάζεται και συλλειτουργεί το 46ο Νηπιαγωγείο στη συμβολή των οδών Αδριανού και Φλέσσα σε νεοκλασσικό κτίσμα του 1875-76 και το 1ο Πρότυπο Γυμνάσιο και 1ο Πρότυπο (Γεννάδειο) Λύκειο Αθηνών (πρώην Α΄ Γυμνάσιο Θηλέων και Α΄ Γυμνάσιο Αρρένων, μετέπειτα Πειραματικά) στις οδούς Αδριανού 114 και Ηπίτου 15 αντίστοιχα, και τα δύο επίσης κτίρια διατηρητέα. Τα τελευταία μετά από πολυετή αγώνα των Συλλόγων Γονέων και των μαθητών, αφού για χρόνια συστεγάζονταν στο κτίριο της Ηπίτου και είχαν κατά διαστήματα μεταφερθεί σε άλλα σχολικά συγκροτήματα, στα τέλη της δεκαετίας του 2000 εγκαταστάθηκαν το καθένα στο κτίριο του, τα ακίνητα χαρακτηρίστηκαν σχολικά και επισκευάστηκαν πλήρως. Ο χαρακτηρισμός τους ως Πειραματικά στην αρχή και εν συνεχεία, σήμερα, ως Πρότυπα εξασφαλίζει τη βιωσιμότητά τους, αφού ο αριθμός των παιδιών που διαμένουν στα όρια της περιοχής δεν θα έφτανε για να τα συντηρήσει.

Το 74ο Δημοτικό στεγάζεται, όπως προαναφέρθηκε σε νεοκλασσικό κτίσμα του 1875-76, χαρακτηρισμένο ως μνημείο από το ΦΕΚ 949/Β/1978 και σχολικό συγκρότημα από το Διάταγμα Χρήσεων Γης του 1993. Το ΦΕΚ 949/Β/1978 χαρακτηριστικά αναφέρει: χαρακτηρίζουμε τα δύο κτήρια του 74ου Δημοτικού Σχολείου Αθηνών, επί της οδού Αδριανού 106-108 στην Πλάκα, ιδιοκτησίας του Οργανισμού Σχολικών Κτηρίων, σαν έργα τέχνης που χρειάζονται ειδική προστασία, γιατί αποτελούν εξαιρετικά ενδιαφέροντα δείγματα του Αθηναϊκού Νεοκλασσικισμού με μεγάλο μορφολογικό ενδιαφέρον. Επί πλέον το κτήριο της Αδριανού 108 είναι ένα από τα λίγα δείγματα νεοκλασσικού σχολείου που σώζεται στην πόλη της Αθήνας. Παρά την σπουδαιότητά του, ωστόσο, το σχολείο, από καιρού εις καιρόν, αντιμετωπίζει έντονο πρόβλημα πλήρωσης θέσεων για τη συμπλήρωση του αριθμού των μαθητών που είναι απαραίτητος για τη δημιουργία τμήματος ανά τάξη. Στο πέρας των ετών οι γονείς αιτούνται επανειλημμένα την δημιουργία ενός ευνοϊκού πλαισίου ώστε με νόμιμες διαδικασίες να μπορούν να εγγράφονται στο σχολείο παιδιά όμορων περιοχών που το επιθυμούν, παιδιά γονέων που δουλεύουν στην περιοχή και αποτελούν κομμάτι της ζωής της γειτονιάς, και να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ιστορικού συγκροτήματος. Η απρόσκοπτη λειτουργία του σχολείου στο συγκεκριμένο κτιριακό συγκρότημα θα έπρεπε να αποτελεί πρωταρχική μέριμνα των πολιτειακών και δημοτικών αρχών και όχι διαρκές αίτημα της σχολικής κοινότητας και των κατοίκων της περιοχής. Ο λόγος που γίνεται, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, για την ανάγκη προστασίας του άυλου μνημείου, αλλά και τη σχέση μεταξύ υλικού και άυλου στο πλαίσιο της διατήρησης και ανάδειξης της πολιτιστικής κληρονομιάς ενός τόπου, θα έπρεπε δε, να ενισχύει την ανάγκη αυτή. Ας μην ξεχνάμε ότι κάθε κτίριο-μνημείο που αποσυνδέεται από τη χρήση του, αργά ή γρήγορα, χάνει τον υπόστασή του, όμοια με το σώμα που αποσυνδέεται από την ψυχή και τον λαό που απαλείφει την ιστορική του μνήμη.

Δυστυχώς, στα πλαίσια του μετασχηματισμού της Πλάκας σε μία διαφημιστική ομπρέλα του τουριστικού προϊόντος, που η Ελλάδα σήμερα προσφέρει, το σχολικό αυτό συγκρότημα αντιμετωπίζεται περισσότερο σαν ένας κόμβος θραύσης της τουριστικής ροής στον κεντρικό άξονα της οδού Αδριανού παρά σαν ένα «ζωντανό» μνημείο, άξιο λόγου και προστασίας. Η τελευταία επισκευή του σχολείου έγινε το 1993. Έκτοτε το κτίσμα υφίσταται τη φυσική φθορά του χρόνου και οι οχλήσεις για μικροεπισκευές προβλημάτων που ενσκήπτουν πέφτουν στο κενό. Το περασμένο καλοκαίρι, μετά την ολοκλήρωση του σχολικού έτους, οι διευθύνσεις του Δημοτικού και του Νηπιαγωγείου ενημερώθηκαν ότι το σχολείο από την ερχόμενη χρονιά πρόκειται να κλείσει και τα παιδιά να διαμοιραστούν σε όμορα σχολεία ή εναλλακτικά να μετεγκατασταθούν σε κτίριο που επρόκειτο να μισθώσει ο Δήμος Αθηναίων εντός των ορίων του Α’ δημοτικού Διαμερίσματος, για την εκτέλεση εργασιών ενεργειακής αναβάθμισης και επισκευής του. Οι Σύλλογοι Γονέων, επικουρούμενοι από συμβούλους μηχανικούς, διαπίστωσαν ότι οι μελέτες που θα εφαρμόζονταν δεν αντιμετώπιζαν το κτιριακό συγκρότημα, όπως επιτάσσει ο χαρακτηρισμός του και όπως συνηθίζεται για διατηρητέα κτίρια αντίστοιχης ιστορικότητας και αρχιτεκτονικής σπουδαιότητας. Οι επεμβάσεις που προτείνονταν ήταν ολιστικές, κόντρα στο πνεύμα των επεμβάσεων που εγκρίνει το Υπουργείο Πολιτισμού για ανάλογα κτίρια, και της λογικής των ήπιων σημειακών επεμβάσεων, που εν γένει προωθείται, ώστε να μην αλλοιώνεται η μορφολογία των διατηρητέων κτιρίων. Ταυτόχρονα, το αίτημα του εργολάβου για την παράδοση του κτιρίου κενού ώστε να εκκινήσουν οι εργασίες επισκευής, αναιρούσε τους όρους της σύμβασης που είχε υπογράψει, για εκτέλεση όλων των εργασιών κατά τη διάρκεια των σχολικών διακοπών, αργιών, Σαββατοκύριακων και ωρών που το σχολείο δεν θα λειτουργούσε. Μετά από έντονη κινητοποίηση των γονέων και συζητήσεις με τις δημοτικές αρχές, η απομάκρυνση του σχολείου από το ιστορικό συγκρότημα απεφεύχθη για το τρέχον σχολικό έτος, χωρίς όμως μέχρις ώρας να έχουν γνωστοποιηθεί στη σχολική κοινότητα οι προθέσεις των Δημοτικών Αρχών και του Υπουργείου Παιδείας αναφορικά με το ιστορικό σχολείο σε βάθος χρόνου.

Υπάρχει πρόθεση επισκευής του σχολείου με ήπιες επεμβάσεις, που θα σέβονται τόσο το ίδιο το κτίσμα όσο και τη ζωή της σχολικής κοινότητας; Μπορούν οι αρχές να οραματιστούν ένα δίκτυο που θα συνδέει ενεργά τα τρία ιστορικά σχολεία της περιοχής και θα αποτελέσει ουσιαστικό θύλακα ζωής για την παλαιότερη γειτονιά της Αθήνας; Θα αξιοποιηθούν επιτέλους τα χαρακτηρισμένα ως σχολικά οικόπεδα που περικλείονται από τις οδούς Επιχάρμου, Τριπόδων και Σχολείου και μπορούν να στεγάσουν δορυφορικές χρήσεις βιβλιοθηκών, αναγνωστηρίων, αθλητικών εγκαταστάσεων αναφερόμενες και στα τρία ιστορικά σχολεία; Η μετεγκατάσταση του 74ου Δημοτικού και του 46ου Νηπιαγωγείου, έστω και για το περιορισμένο διάστημα των δύο ετών, που αρχικά αιτούνταν οι εργολάβοι του έργου, θα σήμαινε την οριστική αποσύνδεσή τους από τον πυρήνα της γειτονιάς και την οριστική αποσύνδεση της Πλάκας από την κοινωνική δομή και λειτουργία μίας περιοχής κατοικίας.

Ας μην ξεχνάμε ότι κατοικία σημαίνει ζωή εν προόδω, σχεσιακότητα, ανάμιξη γενεών, κοινωνική αλληλεπίδραση. Κατοικία σημαίνει γειτνίαση, δημιουργία μικρών και μεγάλων πυρήνων δράσης ή πιο απλά παιδιά που παίζουν στις πλατείες και τις παιδικές χαρές, εφήβους που ερωτεύονται στα παγκάκια που έπαιζαν παιδιά, νέους που κρατούν από το χέρι τα μικρά παιδιά τους και τα βοηθούν να κάνουν τα πρώτα τους βήματα εκεί που εκείνοι έσκισαν κάποτε τα γόνατά τους κάνοντας ποδήλατο. Η Πλάκα λόγω της φυσιογνωμίας της, του δικτύου πεζοδρόμων στο εσωτερικό της, της κλίμακάς της, αποτελεί μία από τις τελευταίες περιοχές στην Αθήνα, που μπορεί να διατηρήσει ακόμη δομές κατοίκησης και γειτνίασης που μαλακώνουν τα σκληρά όρια της σύγχρονης μεγαλούπολης, που ακόμη και στην παραμόρφωσή της τα χρώματα αραιώνουν στα βλέμματα και πλάθουν τις αποχρώσεις των ωρών και των χώρων μενεξελί, όπως κάποτε, τις περιέγραψε ο Άγγελος Τερζάκης. Είναι ευθύνη όλων να μην αφήσουμε να χαθεί αυτή η ανταύγεια από τον τρόπο που κατοικούμε, που κινούμαστε, που κυβερνούμε, ο καθένας στην κλίμακά του, αυτή την πόλη, αυτή την κάποτε Μενεξεδένια Πολιτεία.

 

(*) Η Έφη Κατσουρού είναι αρχιτέκτων και ποιήτρια

Προηγούμενο άρθροΤολστόι, Γκόγκολ, Τσέχωφ: οι Ρώσοι κλασικοί είναι πάντα εδώ (της Όλγας Σελλά)
Επόμενο άρθροΈνας πολεμικός ανταποκριτής από το Μανχάταν  (γράφει ο Βασίλης Λαδάς)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ