Λένα Βελόγλου
Με το θείο Αριστείδη κάθε Κυριακή πρωί πάμε στα καράβια. Μπαίνουμε στο αυτοκίνητο,διαλέγω εγώ σταθμό στο ράδιο και κατηφορίζουμε στο λιμάνι. Κατεβαίνουμε εκεί που δένουν τα καράβια για Κρήτη. Περπατάμε χέρι χέρι και όταν κουραστώ καθόμαστε στην υπαίθρια καντίνα, εγώ παίρνω ένα τοστάκι με τυρί κι εκείνος έναν ελληνικό σκέτο. Εκείνη την ώρα χτυπάνε και οι καμπάνες του Αγίου Διονυσίου στο ρυθμό των παιδιών του Πειραιά κι εγώ χειροκροτάω. Μ αρέσει να κοιτάζω τη θάλασσα εκεί που πέφτει ο ήλιος και το γαλάζιο γίνεται γκρι κι αστραφτερό σαν τα παπούτσια μου εκείνα με το γκλίτερ. Χειροκροτάω και τον ήλιο. Σε λίγο έρχεται κι άλλος κόσμος στη καντίνα,δυο τρείς παππούδες που μας ξέρουν πια και λέμε μια καλημέρα. Όταν είναι να φύγουμε πάμε και στεκόμαστε μπροστά στο ψηλό πάγκο της Κατερίνας, μας λέει τι χρωστάμε και πληρώνω πάντα εγώ και πάντα τέσσερα ευρώ. Η Κατερίνα με συμπαθεί γιατί μου μιλάει γλυκά και μου δίνει πάντα την απόδειξη. Εγώ τις μαζεύω τις αποδείξεις. Μετά γυρίζουμε σπίτι. Η πιο ωραία βόλτα μου είναι αυτή .Φοβάμαι όμως πως για κάποιο καιρό θα τη χάσω τη βόλτα μου και πολύ στεναχωριέμαι,αλλά στην τηλεόραση είπαν ότι πρέπει να κλειστούμε στα σπίτια μας και ο θείος Αριστείδης στο δικό του.
Δεν ξέρω τι θα κάνω και πόσος καιρός θα περάσει μέχρι να ξαναπάμε στα καράβια. Ευτυχώς έχω μια σακούλα του JUMBO και ένα χαρτί με ασπρόμαυρες ρίγες. Όταν βλέπω ασπρόμαυρες ρίγες είναι σαν να χαζεύω τη θάλασσα. Μπορώ για ώρες να τις κοιτάζω και αυτές σε λίγο αρχίζουν να κουνιούνται. Τις σακούλες του JUMBO τις θέλω πάντα άδειες και τις στήνω απέναντί μου. Όταν κοιτάζω τα χρωματιστά γράμματα θυμάμαι όλα τα τραγούδια από τις διαφημίσεις και τα τραγουδάω από μέσα μου. Εκεί να δεις χειροκρότημα. Το καλύτερο όμως που διαλύει πάντα τη βαρεμάρα μου είναι το κουτί της φασαρίας. Είναι ένα χάρτινο κουτί από παπούτσια που μέσα εκεί έχω μαζέψει ότι μικροπράγματα κυκλοφορούν στο σπίτι ,κλειδιά ,κουτάκια από φάρμακα,μανταλάκια μολύβια. Κάθομαι στον καναπέ βάζω το κουτί δίπλα μου και αρχίζω να το κουνάω για ώρες. Τρελαίνομαι με το πως κουδουνάνε όλα αυτά εκεί μέσα. Δεν το βαριέμαι ποτέ και νομίζω ότι μια χαρά θα περάσω μ αυτό μέχρι να ξαναβγώ έξω. Για τους υπόλοιπους δεν ξέρω κι έχω αρχίσει να ανησυχώ με την περίεργη συμπεριφορά τους. Έχουν βυθιστεί στις οθόνες τους μικρές και μεγάλες και όταν σηκώνουν τα κεφάλια τους από εκεί τα μάτια τους είναι πολύ κόκκινα. Πλένουν συνέχεια τα χέρια τους που είναι καθαρά και τραγουδάνε ένας ένας στον καθρέφτη του μπάνιου το happy birthday δυο φορές. Μα ποιος έχει γενέθλια;
Αθήνα, 18 Μαρτίου 2020
Ωραιο επικαιρο αναλαφρο και ευστοχο