της Αγγελικής Γιαννικοπούλου (*)
Στο Αναζητώντας το Χαμένο Χρόνο του Proust, όταν ο Marcel δαγκώνει μια μαντλέν δεν γεύεται απλώς ένα γαλλικό κέικ· γυρίζει το χρόνο πίσω στα κυριακάτικα πρωινά, όταν μικρό παιδί ακόμη δοκίμαζε τις μαντλέν της θείας του Léonie βουτηγμένες σε τσάι από άνθη λάιμ. Για τον ενήλικο πλέον αφηγητή μια μπουκιά μαντλέν αποδεικνύεται αρκετή για να τον βυθίσει σε ένα ολόκληρο σύμπαν αναμνήσεων, που θεωρούσε ότι είχε … ξεχάσει. Οι γεύσεις και οι μυρωδιές της παιδικής του ηλικίας κατάφεραν να ξαναφέρουν με απίστευτη ζωντάνια στη μνήμη του όσα φάνταζαν μακρινά και λησμονημένα.
 Το διάσημο πλέον «φαινόμενο του Proust» περιγράφεται και στο εικονογραφημένο βιβλίο Το ταξίδι της άγριας ρίγανης (Πατάκης 2024) σε κείμενα Μαρίας Χρυσικού και εικόνες Zafuko Yamamoto, όπου η μυρωδιά της ρίγανης των βουνών ξαναφέρνει πίσω τους γονείς και τους παππούδες του μοναχικού κ. Ιάκωβου. Ξεχασμένες γεύσεις και αγαπημένες μυρωδιές ξαναζωντανεύουν μνήμες αυτοβιογραφικές και λειτουργούν ως ένας πανίσχυρος καταλύτης για την ακούσια ανάκληση μιας χαμένης παιδικότητας. Η αυτόματη επαναφορά του παρελθόντος μέσω της γεύσης, αποδεικνύεται ιδιαίτερα έντονη και ακριβής, ίσως γιατί συνδέεται με μια βιωμένη καθημερινότητα που επαναλήφθηκε πολλές φορές.
Το διάσημο πλέον «φαινόμενο του Proust» περιγράφεται και στο εικονογραφημένο βιβλίο Το ταξίδι της άγριας ρίγανης (Πατάκης 2024) σε κείμενα Μαρίας Χρυσικού και εικόνες Zafuko Yamamoto, όπου η μυρωδιά της ρίγανης των βουνών ξαναφέρνει πίσω τους γονείς και τους παππούδες του μοναχικού κ. Ιάκωβου. Ξεχασμένες γεύσεις και αγαπημένες μυρωδιές ξαναζωντανεύουν μνήμες αυτοβιογραφικές και λειτουργούν ως ένας πανίσχυρος καταλύτης για την ακούσια ανάκληση μιας χαμένης παιδικότητας. Η αυτόματη επαναφορά του παρελθόντος μέσω της γεύσης, αποδεικνύεται ιδιαίτερα έντονη και ακριβής, ίσως γιατί συνδέεται με μια βιωμένη καθημερινότητα που επαναλήφθηκε πολλές φορές.
Η γεύση, λειτουργώντας σα μια φυσαλίδα του χθες μέσα στο παρόν, συνδέεται στενά με τη μνήμη. Άλλωστε αυτό το είδος μνήμης, που έχει αναφερθεί και ως “εδώδιμη” (Jennifer Jordan) ενδέχεται να ανακαλέσει όχι μόνο συγκεκριμένα αυτοβιογραφικά περιστατικά, αλλά και μια ολόκληρη γαστρονομική κουλτούρα με γεύσεις, μυρωδιές, ήχους, χρονικές συντεταγμένες, τόπους παραγωγής και κατανάλωσης τροφής, και κυρίως άπειρες ιστορίες, ατομικές και συλλογικές.
Το ότι το φαγητό είναι πολύ σημαντικό στη ζωή – όχι μόνο ως μέσον επιβίωσης- είναι φανερό και στη … γλώσσα, ταυτόχρονα όργανο γεύσης και επικοινωνίας. Σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι το ιταλικό ρήμα sapere (= «γνωρίζω καλά»), από το οποίο παράγεται και η λέξη sapienza (= «σοφία»), είναι ομόρριζο με το sapore (= «γεύση/ άρωμα»). Η γεύση συνδέεται στενά με τη γνώση και τη ζωή, όχι μόνο στα μωρά που εξερευνούν τον κόσμο βάζοντας τα πάντα στο στόμα τους, αλλά και σε εκείνους που «έφαγαν τη ζωή με το κουτάλι» και «γεύτηκαν συναρπαστικές εμπειρίες». Γι’ αυτό και με όρους … γαστρονομίας συχνά περιγράφεται ο κόσμος και οι άνθρωποί του, τόσο αυτοί που μαζί τους «φάγαμε ψωμί κι αλάτι», όσο και οι άλλοι, οι … «αχώνευτοι».
Είναι γεγονός ότι όλες οι στιγμές της ανθρώπινης ζωής, από το κρασί της χαράς, μέχρι τον πικρό καφέ και τα κόλλυβα του παντοτινού αποχωρισμού, από τους κουραμπιέδες των Χριστουγέννων και τα κουφέτα μιας νέας αρχής, συνοδεύονται από χαρακτηριστικές γεύσεις και μυρωδιές. Το φαγητό αποδεικνύεται σημαντικό στη συγκρότηση της ατομικής και συλλογικής ταυτότητας, αφού εξασφαλίζει το «ανήκειν» και ενσαρκώνει το «σπίτι», ακόμη και για αυτούς που βρίσκονται μακριά του.
Ίσως για αυτό και το φαγητό της πατρίδας έχει τόση μεγάλη σημασία για τους ανθρώπους που την άφησαν πίσω, εκουσίως ή ακουσίως. Η ιδιαίτερη κουζίνα κάθε λαού δημιουργεί μια ισχυρή αίσθηση κοινότητας, σηματοδοτεί την πολιτισμική του ταυτότητα και δένει τον ξενιτεμένο με το παρελθόν, καθιστώντας το φαγητό αυθεντική ιστορία ζωής. Για τους ανθρώπους που βρίσκονται μακριά από το σπίτι η νοσταλγία της δικής τους κουζίνας -ας προσέξουμε την ετυμολογική συνάφεια ανάμεσα στο «νόστο» και τη «νοστιμιά»- είναι κάτι παραπάνω από μια αναπόληση ενός καλομαγειρεμένου φαγητού. Οι γεύσεις της χώρας, τα «μικρά και τα καθημερινά», που συχνά διαφεύγουν της προσοχής όσων δεν έφυγαν ποτέ από την πατρίδα (Svetlana Boym), στον άλλο τόπο διευκολύνουν την αναβίωση του σπιτιού, εξασφαλίζοντας παρελθόν και συνέχεια σε ζωές που ξεριζώθηκαν. Συχνά μάλιστα οι παραδοσιακές συνταγές ενός τόπου γίνονται κι ο τρόπος ένταξης των «άλλων» στην τοπική κοινωνία -δες το βιβλίο Taste my world: A recipe book by refugee women in Greece, Solidarity Now, ανοικτό στο διαδίκτυο. Σε μια αμφίδρομη επικοινωνία ανάμεσα σε εκείνους που ήρθαν και όσους τους δέχθηκαν, οι διαφορετικές κουζίνες εμπλουτίζονται με νέες γεύσεις, ενώ σε κοινά τραπέζια μοιράζονται φαγητά και ιστορίες.
Γι’ αυτό και τα βιβλία με συνταγές από όλον τον κόσμο, συχνά γραμμένα από ανθρώπους της διασποράς, είναι κάτι παραπάνω από απλές προτάσεις μαγειρικής. Χαιρετίζονται ως ιστορίες ζωής και κουλτούρας, ενδεχομένως ένα ακόμη είδος «γαστρογραφίας» (gastrography), λεκτική σύμπραξη «γαστρονομίας» και «αυτοβιογραφίας» (Simone Smith και Julia Watson), και χαρακτηρίζονται ως η «λογοτεχνία των εκτοπισμένων» (Arjun Appadurai).
Τα αντίστοιχα βιβλία για παιδιά που κυκλοφορούν στην Ελλάδα, καταφέρνουν όχι μόνο να δώσουν απλές συνταγές από όλον τον κόσμο, αλλά κυρίως, σε μια πράξη εύγευστης συνύπαρξης, να στρώσουν ένα μεγάλο τραπέζι για όλους:
 Οδός Νοστιμιάς: Οι καλύτερες γεύσεις από όλον τον κόσμο για σένα και τους φίλους σου της Felicita Sala (Φουρφούρι 2019). Σε μια πολυκατοικία στο νούμερο 10 της οδού Νοστιμιάς, οι ένοικοι, από διαφορετικές χώρες προέλευσης ο καθένας, μαγειρεύουν κάτι από τη δική τους γαστρονομική κουλτούρα και στήνουν ένα τραπέζι όπου το γουακαμόλε συνυπάρχει με το σπανακόρυζο και το σαλμορέχο με το νταλ καρύδας. Οδός Νοστιμιάς: Οι καλύτερες γεύσεις από όλον τον κόσμο για σένα και τους φίλους σου της Felicita Sala (Φουρφούρι 2019). Σε μια πολυκατοικία στο νούμερο 10 της οδού Νοστιμιάς, οι ένοικοι, από διαφορετικές χώρες προέλευσης ο καθένας, μαγειρεύουν κάτι από τη δική τους γαστρονομική κουλτούρα και στήνουν ένα τραπέζι όπου το γουακαμόλε συνυπάρχει με το σπανακόρυζο και το σαλμορέχο με το νταλ καρύδας.
 Δώσε μια μπουκιά: Πεντανόστιμες ιστορίες φαγητού των Αλεξάντρα και Ντάνιελ Μιζελίνσκι (Πατάκης 2021). Το βιβλίο περιλαμβάνει συνταγές μαγειρικής από 30 χώρες, μαζί με πληροφορίες για τις ιστορικές συνθήκες που τις γέννησαν (π.χ. το λεπτό ψωμί των νομάδων), τα υλικά (δες τα ρόδια της Περσίας) και τους τρόπους καλλιέργειάς τους (δες τα πράσινα σκαλοπάτια του ρυζιού), τα μαγειρικά σκεύη (δες τα μαροκινά ταζίν), τις γαστρονομικές συνήθειες (δες την ισπανική sombremesa), αλλά και τη σύνδεση της μαγειρικής με τη γενικότερη κουλτούρα αυτών των λαών (π.χ. θρησκευτικές γιορτές, όπως το Ραμαζάνι). Δώσε μια μπουκιά: Πεντανόστιμες ιστορίες φαγητού των Αλεξάντρα και Ντάνιελ Μιζελίνσκι (Πατάκης 2021). Το βιβλίο περιλαμβάνει συνταγές μαγειρικής από 30 χώρες, μαζί με πληροφορίες για τις ιστορικές συνθήκες που τις γέννησαν (π.χ. το λεπτό ψωμί των νομάδων), τα υλικά (δες τα ρόδια της Περσίας) και τους τρόπους καλλιέργειάς τους (δες τα πράσινα σκαλοπάτια του ρυζιού), τα μαγειρικά σκεύη (δες τα μαροκινά ταζίν), τις γαστρονομικές συνήθειες (δες την ισπανική sombremesa), αλλά και τη σύνδεση της μαγειρικής με τη γενικότερη κουλτούρα αυτών των λαών (π.χ. θρησκευτικές γιορτές, όπως το Ραμαζάνι).
 Αυτό που μας φέρνει πιο κοντά: Μια βόλτα στις κουζίνες του κόσμου της Κούλας Πανάγου (Παπαδόπουλος 2025). Το βιβλίο αφηγείται την ιστορία του μικρού Γιαντ που, επειδή όνειρό του ήταν να γίνει «συγγραφέας συνταγών», αρχίζει να συλλέγει τις γεύσεις του κόσμου συνομιλώντας αποκλειστικά με ανθρώπους της δικής του πολυπολιτισμικής γειτονιάς. Μέσω QR code οι συνταγές καθίστανται προσβάσιμες και στον αναγνώστη, που γρήγορα αντιλαμβάνεται ότι η γαστρονομία αποτελεί μέσο ανάδειξης διαφορετικών ταυτοτήτων, αλλά και ένα γευστικό δίαυλο επικοινωνίας ανάμεσα στους λαούς. Αυτό που μας φέρνει πιο κοντά: Μια βόλτα στις κουζίνες του κόσμου της Κούλας Πανάγου (Παπαδόπουλος 2025). Το βιβλίο αφηγείται την ιστορία του μικρού Γιαντ που, επειδή όνειρό του ήταν να γίνει «συγγραφέας συνταγών», αρχίζει να συλλέγει τις γεύσεις του κόσμου συνομιλώντας αποκλειστικά με ανθρώπους της δικής του πολυπολιτισμικής γειτονιάς. Μέσω QR code οι συνταγές καθίστανται προσβάσιμες και στον αναγνώστη, που γρήγορα αντιλαμβάνεται ότι η γαστρονομία αποτελεί μέσο ανάδειξης διαφορετικών ταυτοτήτων, αλλά και ένα γευστικό δίαυλο επικοινωνίας ανάμεσα στους λαούς.
(*) Η Αγγελική Γιαννικοπούλου είναι Καθηγήτρια Παιδικής Λογοτεχνίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
 
			
