Υπερτοπικές αφηγήσεις με διαπολιτισμική εμβέλεια (του Βαγγέλη Δημητριάδη)

0
171

του Βαγγέλη Δημητριάδη

 

Τα δομικά στοιχεία που συγκροτούν τα υπερτοπικά αφηγήματα του Βασίλη Χουλιαρά[1] είναι η απόλυτη ταύτιση τριών συνιστωσών: του απροσδιόριστου χρόνου με τον ανώνυμο τόπο και την αφηγηματική τεχνική. Εννοώ ότι ο συγγραφέας καταφέρνει να τοποθετεί τις αφηγήσεις του σύμφωνα με την τιτλοφορία του βιβλίου του Πέρα από την άκρη του κόσμου, δηλαδή στην εποχή των παραμυθιών, η οποία είναι ακαθόριστη χρονικά και τοπικά, αλλά ανήκει στο απώτερο παρελθόν, τότε που οι μύθοι κατέκλυζαν τα προφορικά ιστορήματα με την αλληγορία, την υπερβατικότητα, τη φιλοσοφική διάθεση και την έμμεση διδακτική τους παρέμβαση. Πίσω από τις σύντομες ιστορίες της συλλογής υπάρχει ένας παραμυθάς, που –ενίοτε μετατρέπεται στον ήρωα της αφήγησης– όπως ο καραγκιοζοπαίχτης είναι μισο-κρυμμένος πίσω από τον μπερντέ και παρακινεί με επιδεξιότητα σε δράσεις, σκέψεις και συμπεριφορές τους φανταστικούς αλλά εντέλει ανθρώπινους ήρωές του. Ήρωες που δεν αναδύονται από κάποια γνωστή μας κοινωνική τάξη, είναι χαρακτήρες ανασυρμένοι από τον κόσμο της φαντασίας, σκαριφημένοι απόλυτα όμως στα μέτρα μας και στα μέτρα και τις αναλογίες εκείνων με τους οποίους ερχόμαστε σε καθημερινή επαφή, κατά τον ίδιο τρόπο που τα ανθρωπόμορφα ζώα διαλέγονται μεταξύ τους στους μύθους του Αισώπου. Παρακολουθώντας τις αφηγήσεις, διαπιστώνουμε ότι ακόμα και οι ιδιότητες, τα χαρακτηριστικά, η παρουσία ενός φανταστικού ήρωα, πένητα ή βασιλιά, αποτελούν γνωρίσματα κάποιου τυχαίου μεν αλλά γνωστού, αντιηρωικού ανθρώπου, σκεπτόμενου, αγωνιζόμενου και ριψοκίνδυνου[2].

Ο παραμυθάς, αφηγητής και συγγραφέας ταυτόχρονα (προβολικός εαυτός;), είναι άτομο μοναχικό, ερωτευμένο με κάποια μακρυμαλλούσα, διάφανη στις διακριτικές εμφανίσεις της, γυναικεία οπτασία, η οποία διατρέχει τα όνειρα και τις φαντασιώσεις του. Συνήθως, πριν εκείνος συνειδητοποιήσει την παρουσία της, εξαφανίζεται, εγκαταλείποντάς τον στη μοναξιά, τη μελαγχολία και στην καταφυγή του στη θεραπευτική γραφή. Τη συναντούμε να κάνει την εμφάνισή της τόσο σε μια ποιητική, ονειροφανταστική τριλογία όσο και σε άλλα μικρά τρυφερά, ερωτικά διηγήματα.[3] Πέρα λοιπόν από την άκρη του κόσμου συνεχίζεται ο κόσμος που, ενώ φαινομενικά δείχνει της φαντασίας, κατά βάθος είναι η απεικόνιση, ο αντικατοπτρισμός του κόσμου που μας περιβάλλει.

Τα αφηγήματα του Χουλιαρά δεν βασίζονται μόνο σε ό,τι τροφοδοτούν γνωστικά οι πέντε αισθήσεις και η παιδεία του, σε ό,τι η βιο-γνωστική του προσωπικότητα έχει κατακτήσει ερχόμενη σε άμεση επαφή με το περιβάλλον. Είναι απότοκα δημιουργικής φαντασίας και ονείρων. Το κόστος της ελευθερίας της βούλησης γίνεται κατανοητό μέσα από τη διαπάλη ενός (ανώνυμου εκτός από δυο περιπτώσεις) ανθρώπου με το καλό του τζίνι, που πιθανόν είναι η συνείδησή του. Μέσα από ένα διδακτικό παραμύθι θίγεται η δυσκολία της άσκησης εξουσίας, αφού «άλλο πράμα να πολεμάς για την εξουσία κι άλλο να είσαι η εξουσία». Ένα άλλο μονολογικό διήγημα μας θέτει προ των συνεπειών της αυτοδικίας σε αντιδιαστολή με την ανάγκη για υπεράσπιση της οικογενειακής τιμής. Τα διδάγματα των παραμυθιών προκύπτουν από αλληγορικές αφηγήσεις και με τη χρήση της τέχνης του παραλόγου αποφεύγουν τον διδακτισμό[4].

Το παράδοξο στα διηγήματα κατατίθεται τεχνηέντως, κατά τέτοιο τρόπο που να ταυτίζεται με το φυσιολογικό. Πίσω από μια τέτοια οργάνωση αναπτύσσονται υπερ-λογικές μορφές και θέσεις όπως «όταν σκοτώσεις κάποιον, θες δε θες θα φορτωθείς και τα κρίματά του» και «όταν σκοτώσεις κάποιον, θες δε θες θα φορτωθείς και τα προτερήματά του».

Ο Χουλιαράς έγραψε και γράφει για ανθρώπους που δεν έχει συναντήσει ποτέ – ενδεχομένως σε κάποια παιδικά όνειρα τους έχει φανταστεί. Γράφει όμως και για επώνυμα πρόσωπα, υπαρκτά και ανύπαρκτα, που έχουν επηρεάσει θετικά ή αρνητικά την ψυχοσύνθεσή του (Ιησούς, Μήδεια, Αντόνιο Σεμπάσιαν Χερέιρα, Αγία Ισαβέλλα, πατήρ Ισίδωρος). Οι χαρακτήρες του δεν αντιπροσωπεύουν έναν αποκλειστικά τύπο αλλά πολλούς, οι οποίοι δεν ανήκουν απαραιτήτως στο ίδιο πολιτισμικό περιβάλλον, αφού πάντοτε υπάρχουν ποικίλα κοινά σημεία που εκδηλώνουν τύποι από διαφορετικές κουλτούρες.

Στο τέλος της ανάγνωσης κάθε σύντομης ιστορίας διαπιστώνουμε ότι η απόλαυση δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με υποθετικούς κόσμους και ήρωες. Απεναντίας, η γνωριμία με πραγματικούς κεντρικούς ή ελάσσονες χαρακτήρες, εξάπτει τη φαντασία και πριμοδοτεί ποιοτικά το αποτέλεσμα. Τα πρόσωπα των ιστοριών είναι άνθρωποι της διπλανής μας πόρτας, που μοιάζουν να έχουν εξαχθεί από παραμύθια φορώντας τη μάσκα της ανωνυμίας. Διαθέτουν πλήθος από τα γνωρίσματά μας, γεγονός που τους καθιστά οικείους, σα να ανήκουν στη δική μας όπως και σε πολλές άλλες κοινότητες.

Ακόμα και η, πέρα για πέρα γνωστή από τις μικρότερες ηλικίες, ανιστόρηση των στιγμών που ο Υιός του Ανθρώπου βρέθηκε στον Κήπο των Ελαιών, πριν από την τελευταία πράξη της γήινης παρουσίας του, δίδεται με τέτοια πειστικότητα, σεμνότητα και λιτότητα που δημιουργεί έντονο αναγνωστικό ενδιαφέρον, όπως κάθε γνωστό παραμύθι που, αν και επαναλαμβάνεται για πολλοστή φορά, ακούγεται τόσο ευχάριστα.

Ο Χουλιαράς διυλίζει τις ιστορίες του σε έναν πρώτης ποιότητας αποστακτήρα και τις παραδίδει ντυμένες απλά, καθαρά, με πλείστα όσα επικοινωνιακά (=αναγνωστικο-γλωσσικά) προτερήματα, προκειμένου να διοχετεύσει με αυτές πατροπαράδοτα θέσφατα, άγραφους νόμους της κοινωνίας, συμπεριφορές που χρήζουν παρατήρησης και σχολίων, αλλά πρωτίστως να διασκεδάσει. Οι αφηγήσεις του μοιάζουν με παραμύθια που έχουν δραπετεύσει μέσα από χωριάτικα νυχτέρια απ’ όπου οι ηθικές αξίες, η συμπεριφορά, οι συνήθειες, οι παραδόσεις αναδύονται προσαρμοσμένες σε ένα παραποιημένο παρόν που, ενώ δεν είναι το δικό μας, το γνωρίζουμε ακριβώς. Γι’ αυτό ύστερα από κάθε αφήγημα διαχέεται μια χαροποιός αύρα που δεν πηγάζει αποκλειστικά από τη γοητεία του γραπτού λόγου. Αποθέτει μέσα μας ένα ηθικό κέρδος, ένα κάτι που κινητοποιεί τη σκέψη μας να φιλοσοφήσει, να κάνει μια ανασκόπηση στη ματαιότητα των πορειών ζωής, στη δυσκολία των μεγάλων αποφάσεων, στους κινδύνους που εγκυμονούν η έλλειψη αγωνιστικότητας, η επανάπαυση κτλ. Τα παραμύθια δεν θα χάσουν ποτέ την αίγλη τους. Έχουν τη δύναμη να μας ωθούν να ζούμε έξω από τον εαυτό μας και ταυτόχρονα μας επιτρέπουν να τον σπουδάζουμε σε βάθος ως αντικειμενικοί παρατηρητές. Στις πολλαπλές χάρες που έχουν οφείλεται η γοητεία τους. Ο Χουλιαράς το γνωρίζει πολύ καλά και το τηρεί ευλαβικά γράφοντας.

 

[1] Πρόκειται για το 5ο βιβλίο του. Έχουν προηγηθεί τα Μικρές ιστορίες για πριν τον ύπνο (Γαβριηλίδη 2012, Ενύπνιο 2023), Ιστορίες από το αρχιπέλαγος Φουάν (Μελάνι 2015), Ο φάρος του Σόρενσον (Θράκα 2018) και Η μέρα που άρχισε είχε ήδη τελειώσει (Ενύπνιο 2021).

[2] Επιπλέον, η μορφολογία (και η θεματολογία) των διηγημάτων προσομοιάζει με των παραμυθιών, επειδή διατηρεί ορισμένα χαρακτηριστικά τους όπως τη μυθική αντίληψη του κόσμου, την περιπετειώδη πλοκή, την έντονη δράση, τα θαυματουργικά στοιχεία και τις υπερφυσικές καταστάσεις.

[3] Βλ. διηγήματα στις σελίδες 31, 56, 83 (διασπαρμένη τριλογία) και 38, 96, 112.

[4] Βλ. «Βαθιά μέσα στο απέραντο δάσος», σ. 57-59.

 

Βασίλης Χουλιαράς, Πέρα από την άκρη του κόσμου, ενύπνιο, Αθήνα 2024

Προηγούμενο άρθροΣτον Παντελή Μπουκάλα το μεγάλο Κρατικό Βραβείο, Μπουραζόπουλου και Παπαμόσχος στο μυθιστόρημα, ποια είναι τα υπόλοιπα …
Επόμενο άρθροΠέθανε η  ποιήτρια Γιολάντα Σακελλαρίου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ