Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Ο θεός της αφής (συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Σαμοθράκη)

0
534

συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Σαμοθράκη

Η νέα συλλογή διηγημάτων του Βαγγέλη Ραπτόπουλου (γεν. ’59) «Έρωτες, Έρωτες, Έρωτες» (Κέδρος) διαθέτει τόλμη και διακειμενικότητα, ερωμένες προχωρημένης ηλικίας, αναφορές στον κόσμο των κόμιξ, λύκους και καναρίνια σε ανθρωπομορφικούς παροξυσμούς, ζευγάρια που έχουν την ατυχία να γεράσουν ή όχι μαζί, κατά συρροήν κερατάδες, συμβουλές οικιακής ευτυχίας από πρώτο και πάνω χέρι και ό,τι θα θέλατε να μάθετε για το τι συμβαίνει πίσω από πολλές κλειστές πόρτες αλλά ντρεπόσασταν να ρωτήσετε. Ο Καζαντζάκης επιστρέφοντας από την Ανατολή κατέληξε πως ο θεός του είναι ο Έπαφος, ο θεός της αφής, και ο Ραπτόπουλος αποτίνει φόρο τιμής και στους δύο, για άλλη μια φορά αποδεικνύοντας πως στη λογοτεχνία όπως και στο σεξ υπάρχουν μόνο δυο κατηγορίες: το πορνό και το αληθινό.

Ας σημειωθεί πως δύο από τα διηγήματα της συλλογής είχαν πρωτοεμφανιστεί στον Αναγνώστη: η «Υπερδιέγερση, μια ιστορία χηρείας και μοναξιάς τον καιρό του λοκ ντάουν και η αρχή της «Μητριάς», η ζωή μιας σύγχρονης Φαίδρας που το γλεντάει καλύτερα από την αρχαία υμών.

 

― Δεν ξέρετε πως οι Έλληνες διαβάζουν λίγο; Γιατί τους ερεθίζετε σεξουαλικώς με αποτέλεσμα να διαβάζουν ακόμη λιγότερο;

― Λέτε να διαβάζουν λίγο, επειδή παραέχουν το μυαλό τους στο σεξ; Χωρίς πλάκα τώρα, το αναγνωστικό κοινό στη χώρα μας είναι ως επί το πλείστον μικροαστικό και ψευτοκαθωσπρέπει. Με τη λογοτεχνία που περιέχει σεξουαλικές σκηνές σοκάρεται και την αποφεύγει.

*

― Αν κάναμε καλύτερο και περισσότερο σεξ, θα υπήρχε τέχνη;

― «Αν κάναμε καλύτερο και περισσότερο σεξ», ο κόσμος μας δεν θα γινόταν υποχρεωτικά παράδεισος. Οπότε θα είχαμε ακόμη ανάγκη την παρηγοριά και την εξύψωση που μας προσφέρει η τέχνη. Από την άλλη, «αν κάναμε καλύτερο και περισσότερο σεξ», μου φαίνεται ότι θα υπήρχε πολύ καλύτερη τέχνη.

Όμως, και το σεξ από μόνο του δεν αρκεί, ο έρωτας θέλει και το ανάλογο συναίσθημα. Μια μαύρη τραγουδίστρια το έθετε ως εξής: «Οι άντρες πουλάνε συναίσθημα για ν’ αγοράσουν σεξ. Και οι γυναίκες πουλάνε σεξ για ν’ αγοράσουν συναίσθημα».

*

― Γράψατε εσείς την «Ανέγγιχτη» όπου ο Καζαντζάκης είχε την πρώτη του γυναίκα, τη Γαλάτεια, στην πείνα ενώ την έκανε τάρανδο, έγραψε ο Φιλίππου τον «Ερωτευμένο Ελύτη» με τα νεανικά σκιρτήματα του νομπελίστα με μια παιδίσκη, τι θα γίνει θα μας αφήσετε κανέναν συγγραφέα ακουτσομπόλευτο να θαυμάζουμε απλά το έργο του; Έχει σημασία η προσωπική ζωή του δημιουργού για την κατανόηση του έργου του;

― Η πάλη ανάμεσα στη σάρκα και στο πνεύμα, αποτελεί βασική συνιστώσα της σκέψης και του έργου του Καζαντζάκη. Επομένως, αυτό που μοιάζει ελαφρώς γαργαλιστικό, αν άγγιζε ή δεν άγγιζε την πρώτη του γυναίκα, είναι στην περίπτωσή του κάτι πολύ βαθύ.

*

― Τι διαχωρίζει ένα κακό από ένα καλό βιβλίο;

― Ο βαθμός της αλήθειας που περιέχει. Η κοινωνία επιβάλλει την υποκρισία και την αυτολογοκρισία. Ένα καλό λογοτεχνικό έργο αποτυπώνει αλήθειες, συνήθως κρυφές, που αξίζει να διατηρηθούν στον χρόνο και που όλες οι άλλες μορφές λόγου, από τον δημοσιογραφικό ως τον επιστημονικό, τις έχουν αποσιωπήσει συνειδητά ή ασυνείδητα.

*

― Στους «Έρωτες Έρωτες Έρωτες», σε ένα διήγημα αναφέρεστε στη «Μύτη» του Γκογκόλ, αυτό το υπέροχο διήγημα- τρολιά που αφηγείται «κάτι που δεν γίνεται συχνά- αλλά μπορεί και να γίνει». Ήταν και είναι η λογοτεχνία τρολιά πολύ πριν εφευρεθεί το τουήτερ;

― Η μεγάλη λογοτεχνία είναι και προφητική.

*

― Στο ίδιο διήγημα ο Μάνος σε 2 ζωές ερωτεύεται μικρότερες αν και παντρεμένος και ενώ την πρώτη φορά δεν  εγκαταλείπει τα παιδιά του, τη δεύτερη το κάνει. Μπορεί η ευτυχία μας να θεμελιωθεί πάνω στη δυστυχία των άλλων;

― Η πρώτη ταινία του Πολάνσκι ήταν μια ασπρόμαυρη μικρού μήκους με τον τίτλο «Θηλαστικά». Δυο μαυροντυμένες ανθρώπινες φιγούρες ανεβαίνουν μια χιονισμένη λοφοπλαγιά παλεύοντας ποια θα σύρει την άλλη με το έλκηθρο. Όσο υπάρχουν άνθρωποι θα αγωνίζονται να καβαλήσουν ο ένας τον άλλο.

*

― Και η Doris Lessing παράτησε τα παιδιά της από τον πρώτο της γάμο στη Ροδεσία (που σίγουρα ήταν λιγότερο εκνευριστικά από τα δικά μου) και πήρε μόνο το τρίτο μαζί της όταν μετακόμισε στο Λονδίνο για να κυνηγήσει τη συγγραφική της καριέρα και κατέληξε με Νόμπελ. Όταν το λέω στα παιδιά μου μπας και συμμορφωθούν, απλά γελάνε και μου λένε πως ζούμε ήδη στην Αγγλία. Γιατί είναι τα παιδιά καλύτερα από τα βιβλία;

― Η ζωή είναι πιο πολύτιμη από την τέχνη, επειδή δεν μπορεί να είναι αθάνατη.

*

― Μιας και αναφέρουμε τη Λέσινγκ, στο διήγημα της «οι Γιαγιάδες» δυο φίλες τα φτιάχνουν η μια με τον γιο της άλλης. Τέτοιοι «μακρον-ισμοί» υπάρχουν ουκ ολίγοι στους «Έρωτες, έρωτες, έρωτες». Τι είναι το πιο ερωτικό στοιχείο μιας ώριμης ερωμένης;

― Ωραία ιδέα αυτή της Λέσινγκ! Η πείρα της ζωής, ιδού «το πιο ερωτικό στοιχείο μιας ώριμης ερωμένης». Και, φυσικά, η πείρα μεταφράζεται σε σιγουριά, ασφάλεια, σταθερότητα, κατανόηση, ψυχική βοήθεια και ούτω καθεξής.

*

― Ένα από τα μεγαλύτερα διηγήματα του βιβλίου, «Ο Καλλίφωνος Καναρίνης», μου θύμισε τους «Τραγουδιστές» του Τουργκένιεφ, όπου σε ένα πανδοχείο στη μέση του πουθενά, δυο λαϊκοί τύποι διαγωνίζονται στο τραγούδι φέρνοντας δάκρυα στα μάτια των παρευρισκομένων. Διαφέρει το νόημα της υψηλής από αυτό της λαϊκής τέχνης;

― Ούτε την ιστορία του Τουργκένιεφ ήξερα. Κατά τη γνώμη μου, την εποχή μας αντιπροσωπεύει ένα κράμα υψηλής και λαϊκής τέχνης. Ένα ανάλογο υβρίδιο νομίζω ότι είναι και το «Έρωτες, έρωτες, έρωτες».

*

― Είναι οι συγγραφείς σαν τα αηδόνια;

― Εννοείται. Τουλάχιστον, οι κορυφαίοι. Ίσως υπάρχουν, μεταφορικά μιλώντας, συγγραφείς ανάλογοι με όλα τα ωδικά πτηνά.

*

― Στο διήγημα «Για Πάντα», αναφέρεται ο Λομπρόζο που είκαζε πως οι πόρνες και οι δολοφόνοι φαίνονται από τα εξωτερικά τους χαρακτηριστικά. Οι συγγραφείς; Ή οι καλοί αναγνώστες, πώς ξεχωρίζουν;

― Από το είδος και την ποιότητα του ενθουσιασμού τους.

*

― Στο τελευταίο διήγημα της συλλογής, ο βασικός χαρακτήρας είναι κομίστας επηρεασμένος από τον Μίλο Μανάρα. Έχει στοιχεία από τους δημιουργούς του «Λούνα» Γεωργελέ/Πεχλιβανίδη; Γιατί έχει το κόμικ εξέχουσα θέση στο τελευταίο σας βιβλίο;

― Οι όποιες ομοιότητες του Πεχλιβανίδη με τον ήρωά μου, όπως η επιρροή του Μανάρα, είναι εντελώς επιφανειακές. Ο Φώτης είναι χρόνια τώρα φίλος και ο γραφίστας σχεδόν όλων των εξωφύλλων μου, ορισμένα από τα οποία κοσμούν καρέ από δικά του κόμικ.

Το συγκεκριμένο γραπτό μου, που είναι μάλλον νουβέλα, του το έδειξα πριν εκδοθεί, θέλοντας να βεβαιωθώ ότι δεν μου ξέφυγε κανένα τερατώδες λάθος για τους κομίστες και την Ιστορία του κόμικ στην Ελλάδα. Και ο Φώτης δεν βρήκε κάτι να διορθώσει.

Το κόμικ, ως είδος τέχνης, με τη δραστική παρουσία του στους «Έρωτες…» συνοψίζει το σχόλιο που έκανα προηγουμένως για το κυρίαρχο, στις μέρες μας, κράμα υψηλής και λαϊκής τέχνης.

Εντέλει, μ’ ενδιαφέρει να γράφω για θέματα, αλλά και με τρόπους που δεν θα μπορούσαν να υιοθετήσουν οι παππούδες μας πεζογράφοι, όπως ο Καζαντζάκης, ο Παπαδιαμάντης, ο Βιζυηνός ή ο Ροΐδης, για να αναφέρω μερικούς σχεδόν στην τύχη.

*

― Η «Λίγη Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» σταματάει το 2004. Πού μπορώ να βρω κι άλλη λίγη;

― Η «Λίγη Ιστορία» συνεχίζεται στο βιβλίο μου «Η υψηλή τέχνη της αποτυχίας» (2012). Και έπεται κι άλλη συνέχεια.

*

― Έχουμε ως κοινωνία τους πουριτανούς που μας αξίζουν ή είναι η αδιαφορία η πιο επώδυνη ανταπόκριση;

― Να είσαι πουριτανός σε μια κοινωνία τόσο χύμα και άναρχη όσο η νεοελληνική καταντάει κακόγουστο αστείο. Με τόση αναξιοκρατία, αδικία και ατιμωρησία που μας δέρνουν, ο πουριτανισμός μάς μάρανε.

*

― Ποιο είναι το πιο σέξυ βιβλίο όλων των εποχών;

― Πρώτα μου ήρθε στο μυαλό «Ο Μέγας Ανατολικός». Στην εφηβεία μου, θα σας έλεγα το «Θα φτύσω στους τάφους σας» του Μπορίς Βιάν (ως Βέρνον Σάλιβαν). Τελικά, όμως, ο τίτλος ανήκει δικαιωματικά στη «Λολίτα». Χωρίς αθυροστομίες και καθαρόαιμες πορνογραφικές σκηνές, ο Ναμπόκοφ, με τον απαγορευμένο ερωτισμό του, βάζει μια αναρχική βόμβα στα θεμέλια κάθε κοινωνίας.

*

― Είναι ο έρωτας το νέο όπιο του λαού;

― Το αντίθετο ακριβώς νομίζω ότι συμβαίνει. Οι ερωτευμένοι θέλουν όλα να τ’ αλλάξουν, δεν δέχονται εύκολα ημίμετρα και συμβιβασμούς. Σε σύγκριση μαζί τους, όλοι οι άλλοι μού φαίνονται πολύ πιο ναρκωμένοι. Αντί να μας προσφέρει μια παραισθητική εμπειρία, ο έρωτας ίσως μας αποκαλύπτει την αληθινή όψη των πραγμάτων.

*

― Ποια η διαφορά καψούρας και έρωτα;

― Η πρώτη είναι υποσύνολο του δεύτερου. Επίσης, η καψούρα είναι σκέτη αρρώστια, ενώ ο έρωτας είναι πληγή και δόξα.

*

― Τι είναι σέξυ στη λογοτεχνία;

― Πάντως, όχι υποχρεωτικά οι σκηνές με σεξ. Οποιοσδήποτε ορισμός μού φαίνεται ότι είναι υπερβολικά περιοριστικός.

*

― Κάπου πήρε το αυτί μου πως πέρσυ κυκλοφόρησαν 7.000 τίτλοι στην ελληνική αγορά βιβλίου. Είναι η υπερπαραγωγή ένας από τους λόγους που οι Έλληνες δεν διαβάζουν; Πώς θα μπορούσε να βελτιωθεί η κατάσταση;

― Δεν διαβάζουν, επειδή δεν διαβάζουν. Η υπερπαραγωγή, όμως, λειτουργεί ως ο σύγχρονος λογοκριτής. Κινδυνεύουν να χαθούν σημαντικά έργα, περνώντας απαρατήρητα. Ο Κούντερα αντιμετώπισε τη γραφομανία ως χαρακτηριστικό της παρακμιακής εποχής μας. Από την άλλη, καλά λέει ο τίτλος του Βασιλικού: «Καλύτερα στον τυπογράφο παρά στον ψυχίατρο».

*

― Ως γνωστόν, κανένας έρωτας δεν είναι αιώνιος. Νιώθετε λιγότερο ερωτευμένος με τη λογοτεχνία μεγαλώνοντας;

― Ακόμα πιο ερωτευμένος νιώθω. Δεν λένε ότι το χούι βγαίνει τελευταίο;

*

― Όταν κάποιος ξεκινάει να γράφει, είναι και λίγο θέμα τύχης να βρει και να καταλάβει τις απαντήσεις που χρειάζεται. Μπορεί να ψάχνει 20 χρόνια ή να διαβάσει την αλληλογραφία του Τσέχοφ σε λάθος στιγμή και να μην πάρει πρέφα.  Τι πρέπει να είναι το βασικό μέλημα ενός νέου δημιουργού;

― Να εκφράσει τον βαθύτερο εαυτό του. Και είναι μάλλον άσκοπο να παροτρύνεις έναν αληθινό δημιουργό να πάρει οποιαδήποτε κατεύθυνση. Συνήθως, και ο ίδιος βλέπει τον εαυτό του να ακολουθεί την προδιαγεγραμμένη πορεία του, νιώθοντας ανίκανος να την αλλάξει.

*

― Όταν ζητάω από έναν συγγραφέα μια συμβουλή για τους φτασμένους ομότεχνούς του, συχνά με ταπώνει σε στυλ «δεν την έχουν ανάγκη» αλλά οι καθιερωμένοι συχνά κάνουν τις μεγαλύτερες μπαρούφες. Πείτε μας κάτι που θυμίζετε στον εαυτό σας όσο γράφετε, για να μη θίξουμε τρίτους.

― Τα τελευταία χρόνια, αγωνιώ όλο και λιγότερο για το αν τα γραπτά μου θα μείνουν ή όχι. Αφού οι δημιουργικές παρορμήσεις μου είναι ασυνείδητες, θα λέγαμε ότι τα βιβλία μου γράφονται σχεδόν ερήμην μου. Επομένως, το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να γράφω όσο καλύτερα μπορώ, ό,τι κι αν σημαίνει κάτι τέτοιο.

*

― Τελικά ένας συγγραφέας ονειρεύεται να είναι ο καλύτερος ή ο χειρότερος από τους ομότεχνούς του;

― Για ποιο λόγο να ονειρευτεί κανείς ότι είναι ο χειρότερος; Μήπως κάτι δεν κατάλαβα; Κατ’ ουσίαν, δεν υπάρχει σύγκριση. Ακόμα και με τους συγχρόνους μας. Όχι μόνο με τις ορδές των παλαιότερων λογοτεχνών μας, ανάμεσα στους οποίους υπάρχουν και ιερά τέρατα.

Ο κάθε δημιουργός, καλός, κακός ή μέτριος, καλλιεργεί τον προσωπικό του κήπο, ο οποίος συνδέεται μυστικά, υπογείως θα λέγαμε, με τους γειτονικούς. Άρα, φρόντισε να είσαι καλύτερος από τον εαυτό σου, κάθε φορά όλο και καλύτερος. Κι άσε τις συγκρίσεις με τους άλλους.

*

― Είχα ακούσει κάποτε δυο φίλους μου να συζητάνε πώς μπορούν να ξέρουν αν η κοπέλα τους τελείωσε και είχαν και οι δυο μαύρα μεσάνυχτα. Για ένα βιβλίο πώς ξέρετε ότι έχει τελειώσει;

― Δεν ξέρεις. Είναι περισσότερο θέμα διαίσθησης. Από καθαρή διαίσθηση, λοιπόν, σας λέω ότι, από λογοτεχνικής πλευράς, το καλύτερο κομμάτι της τελευταίας ερωταπόκρισης είναι η πρώτη φράση σας, με τους δυο φίλους σας που «συζητάνε πώς μπορούν να ξέρουν αν η κοπέλα τους τελείωσε και είχαν και οι δυο μαύρα μεσάνυχτα».

Σύμφωνα με το κριτήριό μου, πρόκειται για μια ωραιότατη μικροϊστορία που αποτελείται από μία και μόνο πρόταση. Μια μικροϊστορία σαφώς ανώτερη και από την ερώτησή σας και από την απάντησή μου. Χαίρομαι που μου δόθηκε η ευκαιρία να την επαναλάβω στην απάντηση.

***

Βαγγέλης Ραπτόπουλος, Έρωτες, έρωτες, έρωτες, Κέδρος

Προηγούμενο άρθρο12 δροσερά αστυνομικά για τις μέρες του καύσωνα (του Μάρκου Κρητικού)
Επόμενο άρθροΠρόγραμμα της Χορήγησης Επιταγών Αγοράς Βιβλίων.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ